Πέμπτη 31 Ιουλίου 2014

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ 

ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ 

(Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)

Δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἀνθρώπου

Τοῦ Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

.           Ἡ Κυβέρνηση γιὰ νὰ ἰσορροπήσει μεταξὺ τῶν ἀναγκῶν ἢ τῶν ἀπαιτήσεων ἀπὸ τὴ μία καὶ τῆς χωρὶς ἀναταράξεις πορείας τῆς Οἰκονομίας πρὸς τὴν ἔξοδο ἀπὸ τὶς μνημονιακὲς συνθῆκες ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἀντιμετωπίζει πρόσθετες δυσκολίες. Πρόκειται γιὰ τὶς ἀποφάσεις τῶν ἑλληνικῶν δικαστηρίων, νὰ δικαιώσουν τὶς προσφυγὲς τῶν δικαστικῶν καὶ τῶν ἐνστόλων. Ἡ ὑλοποίηση τῶν ἀποφάσεων αὐτῶν ἐπιβαρύνει τὸ Δημόσιο μὲ περίπου 500 ἑκατομμύρια εὐρὼ καὶ τὸ ἐρώτημα εἶναι ποῦ θὰ ἐξευρεθοῦν, ἀφοῦ χρήματα δὲν ὑπάρχουν. Οἱ χαμηλοῦ εἰσοδήματος βετεράνοι τῆς ἐργασίας βλέπουν ὅτι αὐτοὶ πάλι, γιὰ πολλοστὴ φορά, θὰ «πληρώσουν τὸ μάρμαρο» γιὰ τοὺς δικαστικοὺς καὶ τοὺς ἔνστολους καὶ οἱ πρόσφατες περικοπὲς στὶς ἐπικουρικές τους συντάξεις προκαλοῦν τὴν εὔλογη πικρία τους.
.           Ἡ οἰκονομικὴ κρίση εἶναι σὲ ἐξέλιξη καὶ τὸ χρέος δυσβάσταχτο, οἱ δικαστικοὶ ὅμως ἔκριναν ὅτι οἱ μισθοί τους δὲν πρέπει νὰ θιγοῦν καὶ στὴν εὐνοϊκὴ ἀπόφαση περιέλαβαν καὶ τοὺς ἔνστολους. Ἔτσι δὲν εἶναι οἱ μόνοι εὐνοημένοι. Ἡ αἴσθηση τοῦ πολίτη ὅτι ἡ Πολιτεία εἶναι δίκαιη ἀποτελεῖ σημαντικὸ παράγοντα στὴ διατήρηση τῆς κοινωνικῆς εἰρήνης. Σ’ αὐτὸ τὸ κλίμα δὲν συμβάλλει ἡ ἀπόφαση τῶν δικαστικῶν, οἱ ὁποῖοι ὁπωσδήποτε γνωρίζουν ὅτι ἡ οἰκονομικὴ κατάσταση στὴ χώρα εἶναι συγκεκριμένη καὶ ὅποιος δὲν συμβάλλει, κατὰ τὸ μέτρο τῶν εἰσοδημάτων του, στὸ ξεπέρασμα τῆς κρίσης, εἶναι ὁ «ἔξυπνος», ποὺ ζεῖ σὲ βάρος τῶν ἄλλων. Εἶναι ὁ «λουφαδόρος», ὅπως λέγεται στὸν Στρατὸ ὁ φαντάρος ποὺ ἀποφεύγει τὴ «φασίνα», ἀφήνοντάς την στοὺς ὑπόλοιπους, στοὺς ἔντιμους, ποὺ δὲν θέλουν νὰ ἀδικοῦν τοὺς συστρατιῶτες τους.
.           Εἶναι μεγάλο θέμα ὁ πολίτης νὰ κατέχει μία θέση στὴν ἐξουσία καὶ νὰ μὴν τὴν χρησιμοποιεῖ ὑπέρ του καὶ σὲ βάρος τοῦ συνόλου τῶν
πολιτῶν. Εἶναι πολὺ σημαντικὸ σὲ μία δημοκρατικὴ Πολιτεία στὴ σύγκρουση καθήκοντος καὶ συμφέροντος ὁ δικαστὴς νὰ ἔχει τὸ σθένος νὰ ἀρθεῖ στὸ ὕψος τῶν περιστάσεων καὶ νὰ προτιμήσει αὐτὸ ποὺ τοῦ ὑπαγορεύει ἡ συνείδησή του καὶ ποὺ μπορεῖ, μὲ βάση τὸ Νόμο, νὰ τὸν ἀδικεῖ, παρὰ νὰ κρίνει κατὰ τὸ συμφέρον του. Σὲ περιπτώσεις κρίσης στὴν κοινωνία τὸ σκάνδαλο στὸ λαὸ θά ᾽πρεπε γιὰ τὸν δικαστὴ νὰ ζυγίζει περισσότερο ἀπὸ τὴ μισθολογικὴ ἀπώλεια. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διακηρύσσει ὅτι δὲν θὰ φάει ποτὲ κρέας, ποὺ τοῦ ἐπιτρέπεται, γιὰ νὰ μὴ σκανδαλίσει τὸν ἀδελφό του. (Ρωμ. ιδ΄ 21).

.           Τὸ θέμα τῆς σχετικότητας τῆς δικαστικῆς κρίσης καὶ τοῦ ἐπηρεασμοῦ, ποὺ ἐνδέχεται αὐτὴ νὰ ὑποστεῖ, ἀντιμετωπίστηκε καὶ στὴν Ἀρχαία Ἀθήνα. Ὁ Ἀριστοτέλης στὰ «Πολιτικά» του γράφει ὅτι ὁ Νομοθέτης ψηφίζει Νόμο, μὲ τὸν ὁποῖο ρυθμίζει γενικὰ μία κατάσταση, ἐνῶ ὁ δικαστὴς μπορεῖ νὰ ἔχει «ἴδιο συμφέρον ἀπὸ τὴν ἔκβαση τῆς δίκης καὶ ἡ κρίση του νὰ μὴν εἶναι ἀντικειμενική, ἀλλὰ νὰ ἐπηρεάζεται ἀπὸ τὰ ὑποκειμενικά του αἰσθήματα». Ἡ ἐφαρμογὴ τῆς ἀδέκαστης δικαιοσύνης μὲ ἐλευθερία εἶναι βασικὸ στοιχεῖο τοῦ Πολιτισμοῦ μας. Γιὰ νὰ ὑπάρχει, δὲν ἀρκεῖ τὸ ἦθος καὶ ἡ ἱκανότητα τῶν δικαστῶν. Ἀπαιτεῖται καὶ ἡ ἐπικράτηση τοῦ καθήκοντος ἐπὶ τοῦ συμφέροντός τους.
.           Ἡ δικαιοσύνη σὲ κλίμα ἐλευθερίας ἀναφέρεται πολλὲς φορὲς στὴν Καινὴ Διαθήκη, 88 συγκεκριμένα. Χωρς λευθερία δν πάρχει δικαιοσύνη, εναι καταναγκασμός. Ἡ δικαιοσύνη, κατὰ τοὺς ἑρμηνευτὲς καινοδιαθηκολόγους, εἶναι ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Βιώνοντας ὁ πολίτης τὸ θέλημα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ δὲν ἔχει ἀνάγκη τὸ Νόμο. «Δικαίῳ νόμος οὐ κεῖται» (Α´ Τιμ. θ´9). Ὅταν ὁ Νόμος παραβιάζει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἀνθρώπινη Δικαιοσύνη ἔρχεται νὰ τοῦ ἐπιβάλλει αὐτὴ τὴν παραβίαση, τότε εἶναι ἕτοιμος γιὰ τὸν διωγμὸ καὶ τὸ μαρτύριο. Ὁ Χριστὸς δὲν μακαρίζει μόνο τοὺς «πεινῶντες καὶ διψῶντες τὴν δικαιοσύνην», ἀλλὰ καὶ ἐκείνους ποὺ διώκονται, ἐπειδὴ πορεύονται μὲ βάση τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, διαβεβαιώνοντάς τους ὅτι σ’ αὐτοὺς ἀνήκει ἡ βασιλεία Του.
.           Ἡ κατὰ Χριστὸν δικαιοσύνη εἶναι τελείως ξένη πρὸς τὶς θρησκεῖες καὶ ἰδεολογίες, ὅπως ἐπίσης πλήρως ἀντίθετη πρὸς τὴν καπηλεία τῆς διδασκαλίας της ἀπὸ ἀποκαλούμενους χριστιανούς. Αὐτὴ στηρίζεται στὴν εἰρήνη τῆς ψυχῆς, στὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς ἐχθρούς, καὶ στὴν ἐλευθερία, ἡ ὁποία, ὅπως γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στοὺς Γαλάτες, γίνεται στόχος ὅσων ἐπιδιώκουν νὰ τὴν καταργήσουν καὶ νὰ μετατρέψουν τὸν ἄνθρωπο σὲ δοῦλο (Γαλ. β´ 4).
.           Ἡ ἀνθρωπότητα, στὴν πλειονότητά της, δὲν θέλει νὰ ἐφαρμόσει τὴ διδασκαλία τοῦ Θεανθρώπου, ἀκόμη καὶ τὸ μέρος της, ποὺ θεωρεῖται ὅτι ἀποτελεῖται ἀπὸ χριστιανούς. χοντας μία ροπ πρς τν ατοκαταστροφ περιθωριοποιε τν Χριστ κα κολουθε τ δικό της θέλημα κα τν δικό της δρόμο. Ἐφαρμόζοντας τὸ τοῦ Πλαύτου «λύκος εἶναι ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸ συνάνθρωπό του» ἔχει τὴν κατὰ τὸν Χομπς ἀνάγκη ἑνὸς ἰσχυροῦ κράτους, ποὺ νὰ ἐπιβάλει τὴ δικαιοσύνη καὶ τὴ γαλήνη στὴν κοινωνία. Ὅμως στὸν κρατικὸ μηχανισμὸ οἱ ὑπάλληλοι προέρχονται ἀπὸ τὴν πλειονοψηφία τῶν πολιτῶν (…) καὶ ἑπομένως εἶναι δύσκολο νὰ ἐπικρατήσει ἡ εἰρήνη στὴν κοινωνία.
.           Ἂν στὴν Ἑλλάδα, ὅπως καὶ σὲ κάθε χώρα, οἱ ἄνθρωποι πετύχαιναν ἀπὸ «ἰδιῶτες» νὰ γίνουν «πολίτες» καὶ εἶχαν τὴν εὐθύνη τῶν πράξεών τους, δὲν θὰ ἀφήνονταν νὰ χειραγωγηθοῦν ἀπὸ κάθε δημαγωγὸ καὶ ἰσχυρὸ τῆς γῆς. Τότε θὰ εἶχαν μίαν ἐλπίδα νὰ βροῦν τὸν ἑαυτό τους, νὰ καταλάβουν ὅτι «μία ζωὴ ἀστόχαστη δὲν ἀξίζει νὰ τὴ ζεῖ ὁ ἄνθρωπος» (Πλάτωνος, Ἀπολογία Σωκράτους). Ἂν πάλι ἀντιληφθοῦν τὸ πόση χάρη ἔχει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν εἶναι ἄνθρωπος (Μένανδρος), ἂν ἀκολουθήσουν τὸν δρόμο ποὺ ἔδειξε ὁ Σοφοκλῆς στὴν «Ἀντιγόνη» του (οὗτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν) καὶ κυρίως ἂν βιώσουν τὴ ζωὴ τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ καὶ ἀκολουθήσουν τὴ διδασκαλία Του, τότε ὑπάρχει ἐλπίδα γιὰ μία δίκαιη κοινωνία.-

ΠΗΓΗ:   ΚΛΙΚ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου