Πέμπτη 19 Ιουνίου 2014

ΑΡΧΙΜ. ΓΕΡΒΑΣΙΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ – 50 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΙ TOΥ 

(ΑΡΧΙΜ. ΔΑΝΙΗΛ Γ. ΑΕΡΑΚΗΣ)

Ἀρχιμανδρίτης Γερβάσιος Παρασκευόπουλος - 50 χρόνια ἀπὸ τὴν κοίμησί του

τοῦ Ἀρχιμ. Δανιὴλ Γ. Ἀεράκη

Κατηχητὴς-ἱεροκήρυκας-λειτουργιολόγος

.                 Στὶς 30 Ἰουνίου, ἑορτὴ τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων, συμπληρώνονται πενήντα χρόνια ἀπὸ τὴν εἰς Κύριον ἐκδημία ἑνὸς ἐκ τῶν ἁγίων κληρικῶν τοῦ 20οῦ αἰῶνος. Πρόκειται γιὰ τὸν ἀρχιμανδρίτη π. Γερβάσιο Παρασκευόπουλο, τὸν ἀκάματο ἐργάτη τοῦ Εὐαγγελίου, τὸν ἱεροκήρυκα καὶ πνευματικό τῆς πόλεως Πατρῶν, τὸν πρωτοπόρο στὸἔργο τῶν Κατηχητικῶν Σχολείων, τὸν ἄμεμπτο στὸἦθος καὶ σοφὸ στὴ Θεολογία, τὸν ἐλεγκτὴ τῶν δημοσίων σκανδάλων, τὸν σεβάσμιο πρεσβύτερο, ποὺ μέχρι σήμερα ἡ Πάτρα εὐλαβεῖται ὡς ὄντως ἅγιο.

•Παρέμεινε ἐκ πεποιθήσεως στὴ στρατειὰ τῶν ἐκλεκτῶν πρεσβυτέρων, ποὺ προσέφεραν τὴ μαρτυρία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὑπὲρ πολλοὺς ἐπισκόπους τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ σαγήνευσαν τὰ πλήθη καὶ ὡδήγησαν νέους στὴν ἐν Χριστῷ ζωὴ καὶ κατέστησαν ὄργανα τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ πορευθοῦν μυριάδες ψυχὲς στὴ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ὁ ἱεροκήρυκας τότε ἀρχιμανδρίτης Αὐγουστίνος Καντιώτης, ποὺ συνδεόταν μαζί του μὲ στενὴἐν Χριστῷ φιλία, μίλησε κατὰ τὴν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ π. Γερβασίου στὴν Πάτρα καὶ στὸ τέλος τῆς ὁμιλίας του ὁ λαὸς μὲ μία φωνὴ ἀναφώνησε «Ἅγιος!». Δὲν ἔχει σημασία, ἂν ἐπισήμως δὲν ἔχει ἀναγνωρισθῆ ὡς ἅγιος ὁ πατὴρ Γερβάσιος. Σημασία σπουδαία ἔχει ὅτι ἀπολαμβάνει τώρα τὸν «στέφανον τῆς ζωῆς» (Ἰακ. α´12) ποὺ τοῦ χάρισε Ἐκεῖνος, ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος τοῦ ὁποίου μὲ τόση γλυκύτητα καὶ τόσο ἱερὸ πάθος μίλησε καὶ ἔγραψε ὁ πατὴρ Γερβάσιος.

• Δὲν ἔγινε ἐπίσκοπος καὶ μητροπολίτης ὁ πατὴρ Γερβάσιος. Ἂν τὸ ἤθελε, ἀσφαλῶς καὶ θὰ γινόταν. Σημειωτέον δέ, ὅτι ἐπὶ ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Χρυσάνθου (1938-1941) εἶχε ἐπιλεγεῖ ὡς τὸ καταλληλότερο πρόσωπο γιὰ τὴν πρωτοσυγκελλία τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν. Νύχτα καὶ μέρα ἐργαζόταν γιὰ τὴ δόξα τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ τὴν κάθαρσι τοῦ χώρου της ἀπὸ φαύλους κληρικούς, γιὰ τὴν ἀνακούφισι τοῦ πονεμένου καὶ πενομένου τότε λαοῦ.

Γιὰ ἕνα οὐδέποτε ἐνδιαφέρθηκε, γιὰ τὸ πῶς θὰ γινόταν Δεσπότης. Κάποτε ὁ πατὴρ Αὐγουστίνος Καντιώτης (Ἰούν. 1966) ἔγραψε ἄρθρο στὴ «Σπίθα» μὲ τίτλο: «Δεσπότης;», ἀπαντώντας σὲ μερικούς, ποὺ κατηγοροῦσαν τὸ θαρραλέο λόγο του, ὅτι τάχα ἔγραφε ὅσα ἔγραφε, ἐπειδὴ δὲν εἶχε γίνει Δεσπότης! Τελικὰ ὁ πατὴρ Αὐγουστίνος ἔγινε ἐπίσκοπος (Φλωρίνης), διατηρώντας βέβαια καὶ τὸ ρόλο τοῦ θαρραλέου ἱεροκήρυκος. Ὁ πατὴρ Γερβάσιος ἐκοιμήθη ὡς πρεσβύτερος. Μία περικοπὴ ἐκείνου τοῦ ἄρθρου τοῦ πατρὸς Αὐγουστίνου ταιριάζει καὶ στὸ στόμα τοῦ πατρὸς Γερβασίου, ποὺ παρέμεινε ἐκ πεποιθήσεως πρεσβύτερος:

«Ἡ ἔφεσίς μου ἐκ παιδικῆς ἡλικίας δὲν ἦταν νὰ γίνω δεσπότης γιὰ ν᾽ ἀπολαύσω πλούτη καὶ ματαία δόξα. Ἡ ἔφεσίς μου ἦταν νὰ γίνω ἱεροκῆρυξ καὶ νὰὑπηρετήσω καὶ ἐγὼ μὲ τὶς μικρές μου δυνάμεις, μὲ τὸν προφορικὸ καὶ γραπτὸ λόγο, τὸ λαό μας. Γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτὸ ἐσπούδασα τὴ Θεολογία καὶ συνεχῶς μελετῶ Γραφὲς καὶ Πατέρες, γιὰ νὰ μπορέσω ν᾽ ἀνταποκριθῶ στὸ δύσκολο μέσα στὴ σύγχρονη γενεὰ ἔργο τοῦ ἱεροκήρυκος, ποὺ εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ κηρύττη ὄχι μόνο ἐποικοδομητικὰ ἀλλὰ καὶ ἐλεγκτικά, πρὸ παντὸς δὲἐλεγκτικά, λόγῳ τῆς κρισιμότητος τῶν καιρῶν. Τὸ ἔργο αὐτὸ μὲ ἀπορροφᾶ καὶ δὲν μοῦ μένει χρόνος γιὰ νὰ τρέχω καὶ νὰ συναγωνίζομαι τοὺς σπουδαρχίδες σὲ μαραθωνίους δρόμους, γιὰ νὰ γίνω δεσπότης. Αὐτόκλητος ἐπίσκοπος δὲν ἐπεθύμησα ποτὲ νὰ γίνω. Διότι, ὅπως πολλὲς φορὲς κηρύξαμε, ὁ ἐπίσκοπος πρέπει νὰ εἶναι ἢ δημόκλητος ἢ θεόκλητος».

• Θὰ παραθέσουμε μερικὲς μικρὲς περικοπὲς ἀπὸ τὸ περίφημο καὶ πρωτοποριακὸ γιὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ βιβλίο τοῦ π. Γερβασίου: «Ἑρμηνευτικὴἐπιστασία ἐπὶ τῆς θείας Λειτουργίας» (ἔκδ. Α´). Ὁ π. Γερβάσιος ἦταν καὶ κατηχητὴς καὶ ἱεροκῆρυξ καὶ πνευματικὸς καὶ κανονολόγος ἀλλὰ καὶ λειτουργιολόγος.

 Γιὰ τὴν ἁπλότητα καὶ συμμετοχὴ τοῦ λαοῦ

• Γιὰ τὴν κατανόησι τῶν λεγομένων στὴ λατρευτικὴ σύναξι γράφει: «Ἡ πλήρης κατανόησις τῆς θείας Λειτουργίας θὰἀναπληρώση τὰἐλλείποντα στὴν Ὀρθοδοξία καὶ θὰἐπαναφέρη τὰ χρόνια ἐκεῖνα, ὅπου “οἱ πιστεύοντες ἦσαν προσκαρτεροῦντες τῇ διδασκαλία τῶν ἀποστόλων καὶ τῇ κοινωνίᾳ καὶ τῇ κλάσει τοῦἄρτου καὶ ταῖς προσευχαῖς”» (σελ. 8). [Σημ. «ΧΡ. ΒΙΒΛ».: Δὲν ἐξηγεῖται στὸ συγκεκριμένο χωρίο πῶς θὰ ἐπιτευχθεῖ ἡ κατανόησι: μὲ πνευματικὰ μέσα, ὅπως ἡ ΕΡΜΗΝΕΙΑ, ἢ μὲ ἀντιλειτουργικὲς τεχνικὲς μεθόδους, ὅπως ἡ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ]

• Γιὰ τὸ σκοπὸ τῆς θείας Λειτουργίας γράφει: «Κύριος σκοπὸς εἶναι ν᾽ ἀπολαύσουμε τὴ γλυκειὰ ὄψι τοῦ Προσώπου, ἂν καὶ ὁ Κύριος, ὡς κατοικῶν “φῶς ἀπρόσιτον”, ἀόρατος διατελεῖ καὶ οὐδεὶς δύναται νὰ Τὸν δῆ καὶ νὰ ζήση. Κυριαρχεῖται παντελῶς ἡ εὐσεβὴς ψυχή, καλεῖται ὡς βάτος οὐρανία, νὰ αἰσθάνεται τὸν Κύριο μέσα της ἐνοικοῦντα καὶ ἐμπεριπατοῦντα κατὰ τὸ ἅγιο θέλημά Του. Αὐτὸ ἐπιτυγχάνεται μὲν καὶ μὲ τὴν ἔνθεο προσευχή, τὴν κατ᾽ ἰδίαν καὶ δημοσία, ἀλλὰ κυρίως μὲ τὸ μυστήριο τῶν μυστηρίων, τῆς ἁγίας Κοινωνίας» (σελ. 9).

• Γιὰ τὸ τί εἶναι ἡ θεία Εὐχαριστία λέει: «Εἶναι ἀνάμνησις, κοινωνία καὶ θυσία. Ὡς ἀνάμνησις τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου εἶναι συνέχεια τῆς θειοτάτης ἐκείνης Ἱερουργίας, κατὰ τὸ “Τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀναμνησιν”. Ὡς κοινωνία εἶναι πλήρης ὑπακοὴ καὶ συμμόρφωσις τῶν πιστῶν στὴν Κυριακὴ πρόσκλησι: “Λάβετε φάγετε· τοῦτό ἐστι τὸ Σῶμα μου”. Ὡς θυσία δέ, εἶναι ἀναπαράστασις τῆς Σταυρικῆς θυσίας, συγχρόνως καὶ πραγματική, ἀλλ᾽ ἀναίμακτος θυσία”, κατὰ τὸ Α´Κορ. ια´ 26» (σελ. 11).

• Γιὰ τὴν ἁπλούστευσι τῶν τελουμένων: στὴ λατρεία σημειώνει: «Τὴν ἁπλούστευσι (π.χ. σύντμησι ψαλμάτων, περιορισμὸ συμβολισμῶν, λιτότητα τοῦ ἐξωτερικοῦ στολισμοῦ κ.ο.κ.) ἀπαιτεῖ ἡ παράδοσις καὶ ἡ ἐπαναφορὰ στὴν ἐκκλησία τῶν ἀποστολικῶν χρόνων, ἀπαράμιλλος στολισμὸς τῆς ὁποίας ἦταν ἡ χρυσὴ ἁπλότητα» (σελ. 18).

• Γιὰ τὴ λιτότητα λέγει: «Ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τὸἐσωτερικὸ κάλλος της καὶ τὸ κάλλος αὐτὸ νοθεύεται καὶ συχνὰἀφανίζεται, ταν μ τς ξωτερικς λάμψεις προκαλται κοσμικς θαυμασμός.Ἀφανίζεται δέ, καθ᾽ ὂν χρόνον εἶναι ἀναγκαῖο νὰ διαλάμψη ἡἐσωτερικότητά της, τὸ πλῆθος τῶν ἀρετῶν της, τὰ οὐράνια θέλγητρά της, οἱἀτίμητοι μαργαρίτες της. Νὰ διαλάμψουν ἁγνοί, ἀπαλλαγμένοι τοῦ ρύπου ἢ τῶν ρυτίδων τῶν ἐφημέρων λάμψεων» (σελ. 19).

• Γιὰ τὴ συμμετοχὴ τοῦ λαοῦ στὸ Ἀμὴν σημειώνει ὁ ἀπαράμιλλος λειτουργὸς π. Γερβάσιος: «Ἡἔννοια τοῦ “Ἀμήν” συνάγεται ἀπὸ ὅσα γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸ Α´Κορ. ιδ´ 16… Ὁἅγιος Ἱερώνυμος παρομοιάζει τὶς πολύφωνες ἀπὸ ὅλο τὸ πλήρωμα τῶν ἐκκκλησιαζομένων ἀντηχήσεις τοῦ “Ἀμήν” “πρὸς οὐρανίους βροντάς”… Ποῦ σήμερα τὰ μυριόστομα ἐκεῖνα “Ἀμήν” τοῦ συμπροσευχομένου τὰ παλαιὰ χρόνια λαοῦ, ποὺ γεμίζουν τὸ κενό, ποὺἀφυπνίζουν καὶ περιμαζεύουν τὸν διεσκορπισμένο νοῦ ὅσων στέκουν μὲ ἀμέλεια καὶ μὲ ραθυμία;» (σελ. 42-43).

 Γιὰ τὸ θυμίαμα καὶ τὸ ἀντίδωρο

 .              Συνεχίζουμε τὴν ἀναφορά μας στὸν μεγάλο λειτουργιολόγο μακαριστὸ ἀρχιμανδρίτη π. Γερβάσιο Παρασκευόπουλο, ποὺ φέτος συμπληρώνονται 50 χρόνια ἀπὸ τὴν κοίμησί του. Σημειώνουμε περισότερο λειτουργικούς τους ἀγῶνες, γιατί ἔχει ἀνάγκη κλῆρος καὶ λαὸς σὲ συνειδητὴ μετοχὴ τῆς Ὀρθοδόξου λατρείας. Ὅσα μὲ Γραφικά, Πατερικὰ καὶ Ἁγιοπνευματικὰ ἐπιχειρήματα ὑποστηρίζει ὁ εὐλαβέστατος πρεσβύτερος τῶν Πατρῶν, ἔχουν βρῆ ἀποδοχὴ ἀπὸ πολλοὺς συγχρόνους λειτουργιολόγους. Δυστυχῶς στὴν πράξι δὲν φαίνεται οἱ λειτουργοὶ τῶν τριῶν βαθμίδων νὰ εὐλαβοῦνται τὶς σωστὲς θέσεις τοῦἁγίου πατρός.
.             Στὴ συνέχεια τρεῖς ἐπισημάνσεις τοῦ σεμνοῦ καὶ προσεκτικοῦ λειτουργοῦ πατρὸς Γερβασίου παραθέτουμε. Καὶ οἱ τρεῖς εἶναι συνεχόμενες στὸ βιβλίο τοῦ «Ἑρμηνευτικὴἐπιστασία ἐπὶ τῆς θείας Λειτουργίας» (σέλ. 224-226), μεταγλωττισμένες, πρὸς καλύτερη κατανόησι.

Πρῶτον:

«Ποιός ὁ λόγος τοῦ προσφερομένου κατὰ τὸ “ἑξαιρέτως τῆς Παναγίας ἀχράντου…” θυμιάματος; Δυὸ λόγοι ἐπιβάλλουν τὸ θυμίαμα κατὰ τὴν ὥρα ἐκείνη. Ὁ πρῶτος εἶναι ὁ προτιθέμενος ἄμωμος Ἀμνός, τὸ θεῖον Ἱερεῖον, τὸ σφαγιασθὲν ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας, καὶὁἌρτος, ὁὁποῖος κατεβαίνει ἀπὸ τὸν Οὐρανὸ καὶ δίνει ζωὴ σ᾽ ὅσους πιστοὺς Τὸν μεταλαμβάνουν. Σ᾽ Αὐτὸν ἀνήκει κάθε τιμὴ καὶ λατρεία, σ᾽ Αὐτόν, τὸν Θεὸ καὶ Λυτρωτή. Πρόκειται, λοιπόν, γιὰ θυμίαμα λατρείας στὸν Ἀμνὸ τοῦ Θεοῦ καὶ Σωτήρα τοῦ κόσμου. Ὁ δεύτερος λόγος πρέπει ν᾽ ἀναζητηθῆ στὴ γενικὴ μνημόνευσι, ποὺἔχει τοποθετηθῆ μετὰ τὸν καθαγιασμὸ τῶν τιμίων Δώρων. Ἰδιαίτερα ἔχει σχέσι μὲ τὴ μνημόνευσι τῶν κεκοιμημένων μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ποὺἐπισφραγίζεται, ὕστερα ἀπὸ λίγο, μὲ τὴν ἐκφώνησι “καὶ πάντων καὶ πασῶν· καὶ ὧν ἕκαστος κατὰ διάνοιαν ἔχει”. Εἶναι σὲ ὅλους γνωστό, ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας σὲ κάθε ἐπιμνημόσυνο δέησι χρησιμοποιεῖ λιβανωτὸν μετὰ θυμιάματος. Πρόκειται, δηλαδή, γιὰ θυμίαμα προσευχῆς στὸ θρόνο τοῦὙψίστου Θεοῦ ὑπὲρ ἀναπαύσεως τῶν κεκοιμημένων ἀδελφῶν. Σχετικὴ εἶναι ἡ λειτουργικὴ πράξις τοῦἀγγέλου τῆς Ἀποκαλύψεως: «Καὶ ἄλλος ἄγγελος ἦλθε καὶ ἐστάθη ἐπὶ τοῦ θυσιαστηρίου ἔχων λιβανωτὸν χρυσοῦν, καὶ ἐδόθη αὐτῷ θυμιάματα πολλά, ἵνα δώσῃ ταῖς προσευχαῖς τῶν ἁγίων πάντων ἀπὸ τὸ θυσιαστήριον τὸ χρυσοῦν τὸ ἐνώπιον τοῦ θρόνου. Καὶ ἀνέβη ὁ καπνὸς τῶν θυμιαμάτων ταῖς προσευχαῖς τῶν ἁγίων ἐκ χειρὸς τοῦ ἀγγέλου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ” (η´ 3-4)».

 Δεύτερον:

«Παρατηρεῖται, μετὰ τὸν καθαγιασμὸ τῶν τιμίων Δώρων εὐλογία τοῦἀντιδώρου καὶ διανομή του, τὴν ὥρα μάλιστα ποὺ ψάλλεται τὸ “Ἄξιον ἐστί”. Ἐπισταμένη λειτουργικὴ μελέτη τῆς ἐπικρατούσης αὐτῆς συνηθείας μὲἔπεισε ἀπολύτως καὶ σταθερῶς, νὰ πιστεύσω καὶ νὰ διακηρύξω, ἀλλὰ καὶ νὰ διαμαρτυρηθῶ δημοσίᾳ:
• α) Διότι ἡ εὐλόγησις τοῦ ἄρτου μετὰ τὸ “ἑξαιρέτως” συνετέλεσε, ὥστε νὰ παραφθαρῆ σπουδαίας σημασίας τμῆμα τῆς εὐχῆς τῆς ἁγίας ἀναφορᾶς.
• β) Διότι, ἀνεξαρτήτως τοῦ παραπάνω λόγου, ἡ εὐλόγησις τοῦ ἀντιδώρου δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴν καθωρισμένη ὑπὸ τῆς λειτουργικῆς διατάξεως. Καὶ αὐτὴ βρίσκεται πρὸ τῆς ἀπολύσεως τῆς θείας Λειτουργίας. Ἔχει δὲὡς ἑξῆς: “Εὐλογία Κυρίου καὶ ἔλεος ἔλθοι ἐφ᾽ ὑμᾶς τῇ Αὐτοῦ θείᾳ χάριτι…”. Ἡ δὲ εὐλογία στὸν καθένα ξεχωριστὰ κατὰ τὴ διανομὴ τοῦἀντιδώρου, καὶ ἐκεῖνο ποὺ λέγει ὁ λειτουργὸς “εὐλογία Κυρίου καὶ ἔλεος ἔλθοι ἐπὶ σέ”, εἶναι ἐπίσης εὐλογία τοῦ ἀντιδώρου. Κάθε πιστὸς ἀσπάζεται τὴν καθημαγμένη δεξιὰ τοῦ ἱερέως, μὲ μυστικὴ παράκλησι νὰ λάβη ἀπὸἐκεῖ τὴν εὐλογία καὶ τὸἔλεος. Καὶ κυρίως τὴν εὐλογία αὐτὴ περιμένουν ὅσοι δὲν μπόρεσαν γιὰ διαφόρους λόγους νὰ μετάσχουν τῶν ἀχράντων Μυστηρίων.
Πρὸς ἐνίσχυσι τῆς ὀρθότητος τῶν θέσεών μας αὐτῶν, παραπέμπω τὸν ἀναγνώστη σὲ ἐπίσημο λειτουργικὸ κείμενο (“Αἱ τρεῖς Λειτουργίαι” ὑπὸ Παν. Τρεμπέλα, σελ. 157-158). Καὶ σὲὅσους ὡς μόνο ἐπιχείρημα τῆς ἀταξίας τοῦἀντιδώρου ἐπικαλοῦνται τὸ “ἔτσι τὸ βρήκαμε°, ἀπαντῶ: Ἔθος ἐπικρατῆσαν σὲ χρόνους παρακμῆς τῆς λειτουργικῆς εὐσεβείας, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ χρησιμεύση ὡς στήριγμα καὶ θεμέλιο στὴν προσπάθεια γιὰ ἀναζωπύρωσι τοῦ λειτουργικοῦ ζήλου.

• Κατὰ τὰ ἀνωτέρω κάνουν μεγάλο λάθος καὶ προξενοῦν μεγάλη ἀταξία ὅσοι λειτουργοὶ εὐλογοῦν, οὕτως ἢ ἄλλως, ἀντίδωρο ἀμέσως μετὰ τὸν καθαγιασμὸ τῶν τιμίων Δώρων, πολὺ δὲ περισσότερο καὶ ὅσοι λειτουργοὶ διανέμουν κατὰ τὴν ὥρα ἐκείνη ἀντίδωρο, καὶ μάλιστα ἐπιδεικτικὰ καὶ διακριτικά, εἴτε τιμώντας πρόσωπα ποὺ (πολὺ κακῶς) βρίσκονται στὸ ἱερὸ Βῆμα, εἴτε δίνοντας… εἰδικὰ ἀντίδωρα (“ὑψώματα”).

• Πιστεύω, ὅτι εἶναι ἀνάγκη ἐπιτακτική, νὰ τεθῆ τέρμα μὲ ἀπόφασι τῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας στὴν κακὴ αὐτὴ συνήθεια. Εἶναι ἀπαράδεκτο νὰ συνεχίζωνται τὰ παρατηρούμενα ἄτοπα, ὅσα λαμβάνουν χώρα μετὰ τὸν καθαγιασμὸ τῶν τιμίων Δώρων, ὅπως νὰ βλέπης τὸ λειτουργὸ νὰ ἐπιδίδεται σὲ φιλοφρονήσεις καὶ λοιπὲς ἀξιοδάκρυτες πράξεις πρὸς τοὺς ἐν πολλοῖς θαμώνας, ποὺ πλημμυρίζουν τὸ ἱερὸ Βῆμα!

Ἂν σ᾽ αὐτὰ προσθέσω καὶ τὴν ἀσεβῆ ἐπαφὴ ἀντιδώρου ἐπὶ τοῦ Ἁγίου Ποτηρίου ἀπὸ τὸν λειτουργό, γιὰ νὰ ἐπισπάση τάχα μεγαλύτερη χάρι ὑπὲρ τῶν (κακῶς) εὐρισκομένων στὸ Ἱερὸ καὶ ἀναμενόντων νὰ πάρουν ἐκείνη τὴν ὥρα ἀντίδωρο, τότε κάθε εὐλαβὴς πιστός, κληρικὸς ἢ λαϊκός, ἀντιλαμβάνεται τὴν ἀταξία καὶ τὴ μεγίστη πνευματικὴ ζημία».

Τρίτον:

«Εἰσερχόμεθα στὸ μέρος ἐκεῖνο τῆς θείας Λειτουργίας, χάριν τοῦ ὁποίου καὶ μόνο τελεῖται ἡ θεία Λειτουργία. Πρόκειται γιὰ τὴ θεία Κοινωνία. Καὶ ἐδῶ βλέπουμε οὐσιαστικὴ εὐλογία τῆς λειτουργούσης Ἐκκλησίας (ὄχι ὅπως ἡ παρείσακτη τοῦ ἀντιδώρου). Ἐπειδὴ τὸ θέμα τῆς προετοιμασίας γιὰ τὴν Ἁγία Μετάληψι εἶναι ἀπὸ τὰ οὐσιωδέστερα, γι’ αὐτὸ ἡἘκκλησίας μας, ὡς φιλόστοργος μητέρα, κρίνει πολὺἀναγκαῖο νὰ ἐπιδαψιλεύση σὲ μᾶς τὴν ἀποστολικὴ εὐλογία. Προτάσσεται ἡ εὐλογία αὐτὴ τῆς προετοιμασίας γιὰ τὴ θεία Μετάληψι. Ἰδοὺἡ εὐλογία: “Καὶ ἔσται τὰ ἐλέη τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ μετὰ πάντων ὑμῶν”. Ἡ εὐλογία αὐτὴ σημαίνει: Ἂν πάντοτε καὶ παντοῦ χρειαζόμεθα τὸ ἔλεος τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐξαιρέτως χρειαζόμεθα τὸ ἔλεός Του τώρα ποὺ πρόκειται νὰ προσέλθουμε στὴ θεία Κοινωνία».

 Καὶ μιὰ πρότασις

.             Ἂς γίνη ἀπὸ τὴν ἁρμόδια Συνοδικὴ Ἐπιτροπὴ Εἰσήγησις στὴ Διαρκῆ Ἱ. Σύνοδο νὰ ἀφιερωθοῦν τὰ Δίπτυχα τοῦ 2015 στοὺς δύο σοφοὺς καὶ εὐλαβεῖς πρεσβυτέρους, ποὺ κοπίασαν πολλὲς δεκαετίες γιὰ τὴν ἀναζωπύρωσι τῆς λειτουργικῆς μας ζωῆς.

Ὁ ἕνας ἔφυγε πρὶν ἀπὸ 50 χρόνια, ὁ πατὴρ Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, πρεσβύτερος τῶν Πατρῶν. Ὁ ἄλλος ἔφυγε προσφάτως, ὁ π. Κωνσταντῖνος Παπαγιάννης, πρεσβύτερος τῆς Θεσσαλονίκης. Οἱ λειτουργοί τῆς Ἐκκλησίας, «οἱ περιλειπόμενοι», τῶν δυὸ αὐτῶν εὐλαβῶν λειτουργῶν καὶ λειτουργιολόγων ἀσπαζόμαστε ταπεινὰ τὸ χέρι. Ζητᾶμε τὴν εὐχή τους γιὰ νὰ ξαναζήσουν οἱ πιστοὶ τὴ Λειτουργία κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐκφράζεται στὸ ιδ´ κεφάλαιο τῆς πρώτης πρὸς Κορινθίους Ἐπιστολῆς.

ΠΗΓΗ:   ΚΛΙΚ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου