«Οὐκ ἔστιν ὧδε, ἀλλ᾽ ἠγέρθη»
τοῦ περιοδ. «Ο ΣΩΤΗΡ»,
ἀρ. τ. 2087, 15.04.2014
Ἠλ. στοιχειοθ. «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ»
.
Καθημερινῶς πολλὲς εἰδήσεις μεταδίδονται ἀπὸ τὰ μέσα μαζικῆς
ἐνημερώσεως κι ἀπὸ τὸ διαδίκτυο κι ἀνάλογα μὲ τὴν βαρύτητά τους
χαρακτηρίζονται ὡς πρώτη εἴδηση, δεύτερη εἴδηση... Ἀλλὰ ἡ
σπουδαιότερη ἀπ᾽ ὅλες τὶς εἰδήσεις τῆς παγκόσμιας ἱστορίας ποὺ ἔχουν
μεταδοθεῖ ἐπάνω στὸν πλανήτη μας εἶναι τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα τῆς
Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἀνήγγειλε ὁ ἄγγελος στὶς Μυροφόρες.
. Μᾶς πληροφοροῦν οἱ ἱεροὶ Εὐαγγελιστὲς μὲ χαρακτηριστικὲς
λεπτομέρειες ὁ καθένας τους ὅτι τὴν πρώτη ἠμέρα τῆς ἑβδομάδας ἀπὸ τὰ
βαθιὰ χαράματα ἦλθαν οἱ γυναῖκες στὸ μνῆμα φέρνοντας τὰἀρώματα ποὺεἶχαν
ἑτοιμάσει. Βρῆκαν τότε τὴν πέτρα ποὺ ἔφραζε τὸ μνημεῖο νὰ εἶναι
κυλισμένη μακριὰ ἀπ᾽αὐτό. Κι ὅταν μπῆκαν στὸ μνημεῖο, δὲν βρῆκαν τὸ σῶμα
τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Κι ἐνῶ βρίσκονταν σὲ μεγάλη ἀπορία γιὰ τὸ γεγονὸς
αὐτό, ξαφνικὰ δύο ἄγγελοι παρουσιάστηκαν μπροστά τους ὡς ἄνδρες μὲ
στολές, ποὺ ἄστραφταν ἀπὸ λαμπρότητα. Κι ἐνῶ αὐτὲς κατατρομαγμένες
ἔγερναν τὸ πρόσωπο πρὸς τὴν γῆ ἀπὸ εὐλάβεια κι ἐπειδὴ δὲν ἄντεχαν τὴν
λάμψη τῶν ἀγγέλων, εἶπαν οἱ ἄγγελοι σ᾽ αὐτές: «Τί ζητεῖτε τὸν ζῶντα μετὰ
τῶν νεκρῶν; οὐκ ἔστιν ὧδε, ἀλλ᾽ ἠγέρθη» (Λουκ. κδ´ 5-6).
. Οἱ μυροφόρες γυναῖκες ἦταν πρόσωπα πολὺ σεβαστά. Ἀνῆκαν
στὸν ἰδιαίτερο κύκλο τῶν γυναικῶν ποὺ ὑπηρετοῦσαν τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς
μαθητές Του ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά τους. Δὲν ἐγκατέλειψαν τὸν Κύριο οὔτε στὸν
Σταυρό. Μόνο «τὸ σάββατον ἡσύχασαν» (Λουκ. κγ´ 56), σύμφωνα μὲ τὴν
ἐντολὴ τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου γιὰ τὴν ἀργία τῆς ἡμέρας αὐτῆς. Ἀλλὰ τὸ πρωὶ
τῆς ἑπομένης μέρας τοῦ Σαββάτου, πρώτης τῆς ἑβδομάδας, τῆς «μιᾶς τῶν
σαββάτων», πρὶν καλὰ-καλὰ ξημερώσει, βρίσκονταν στὸν δρόμο κρατώντας τὰ
πολύτιμα μύρα τους, γιὰ νὰ ἀλείψουν τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ.
. Πήγαιναν στὸ μνημεῖο, σύμφωνα μὲ τὰ ἔθιμα τῆς ἐποχῆς, γιὰ
νὰ μυρώσουν τὸν πεφιλημένο νεκρό τους. Καθὼς βάδιζαν μὲ βῆμα γοργό,
ἀναρωτιόντουσαν ποιὸς θὰ τὶς βοηθοῦσε νὰ ἀποκυλίσουν «τὸν λίθον ἐκ τῆς
θύρας τοῦ μνημείου» (Μάρκ. ιϛ´3). Ἀλλὰ ἐκεῖ τοὺς περίμενε ἡ μεγάλη
ἔκπληξη: Βρῆκαν τὴν ταφόπετρα παραμερισμένη καὶ τὸν τάφο ἀδειανό. Οἱ
νεκρικοὶ ἐπίδεσμοι ποὺ εἶχαν χρησιμοποιηθεῖ κατὰ τὴν ταφὴ ὑπῆρχαν στὸ
μνημεῖο καὶ «τὸ σουδάριον... ἐντετυλιγμένον εἰς ἕνα τόπον» (Ἰω. κ´ 7),
ἀλλὰ τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ δὲν βρισκόταν ἐκεῖ, διότι ὁ Κύριος εἶχε
ἀναστηθεῖ.
. Ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε αὐτεξουσίως μὲ τὴν δύναμη τῆς
θεότητάς Του καὶ ἀναδείχθηκε ὁ νικητὴς τοῦ θανάτου! Πῶς ἦταν δυνατὸν νὰ
κρατήσει ο τάφος «τὸν ἀρχηγὸν τῆς ζωῆς»; (Πράξ. γ´ 15). Πολὺ σωστὰ εἶπε ὁ
ἄγγελος στὶς Μυροφόρες: Γιατί ζητᾶτε ἀνάμεσα στοὺς νεκροὺς Αὐτὸν ποὺ
τώρα πλέον εἶναι ζωντανός; Δὲν εἶναι ἐδῶ, ἀλλὰ ἀνέστη! Θυμηθεῖτε πώς,
ὅταν ἀκόμη ἦταν στὴν Γαλιλαία, σᾶς εἶπε ὅτι σύμφωνα μὲ τὸ προκαθορισμένο
σχέδιο τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ παραδοθεῖ σὲ χέρια ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν καὶ νὰ
σταυρωθεῖ, καὶ τὴν τρίτη ἡμέρα ἀπὸ τὸν θάνατό Του νὰ ἀναστηθεῖ (Λουκ.
κδ´ 5-7).
. Τὸ ἀδιαμφισβήτητο κοσμοϊστορικὸ καὶ κοσμοσωτήριο γεγονὸς
τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ βεβαιώνει πανηγυρικὰ τὴν θεότητα τοῦ Κυρίου
μας Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ στηρίζει τὴν πίστη μας σ᾽ αὐτήν. Ὅπως δὲν μποροῦν
οἱἐχθροὶ τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ νὰ ἀμφισβητήσουν ὅτι
ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε, ἔτσι δὲν μποροῦν νὰ ὑποστηρίξουν ὅτι ὁ
Ἐσταυρωμένος ἐξακολουθεῖ νὰ παραμένει στὸν τάφο νεκρός, διότι
ἀναστήθηκε! Κι ἀφοῦ ἀναστήθηκε, δὲν πεθαίνει πλέον. Ὁ θάνατος δὲν ἔχει
πιὰ ἐξουσία ἐπάνω Του, δὲν μπορεῖ νὰ τὸν κυριεύσει. «Χριστὸς ἐγερθεὶς ἐκ
νεκρῶν οὐκέτι ἀποθνήσκει, θάνατος αὐτοῦ οὐκέτι κυριεύει» (Ρωμ. ϛ´ 9).
. Ἀναστήθηκε! Καὶ μὲ τὴν Ἀνάστασή Του ἄνοιξε τὸν δρόμο καὶ
γιὰ τὴν δική μας ἀνάσταση. Ἔγινε ἡ ἀπαρχὴ τῆς ἀναστάσεως ὅλων τῶν
νεκρῶν. «Χριστὸς ἐγήγερται ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο»
(Α´ Κορ. ιε´ 20). Ὅπως οἱ πρώιμοι καρποὶ προαναγγέλλουν ὅτι θὰ
ἀκολουθήσει καὶ ὁλόκληρη ἡ συγκομιδή, ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε καὶ
βεβαιώνει μὲ τὴν Ἀνάστασή Του ὅτι θὰἀκολουθήσει ἡ ἀνάσταση καὶ τῶν ἄλλων
νεκρῶν. Μὲ πόση ἐλπίδα καὶ φῶς λούζει τοὺς τάφους τῶν προσφιλῶν μας
ἐκεῖνο τὸ «οὐκ ἔστιν ὧδε» ποὺ ἄκουσαν οἱ Μυροφόρες ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ
ἀγγέλου!
. Ὁ Κύριος μὲ τὴν Ἀνάστασή Τουἄνοιξε τὸν δρόμο, γιὰ νὰ ζοῦμε
κι ἐμεῖς ἀναστημένη ζωή, «ἐν καινότητι ζωῆς» (Ρωμ. ϛ´4). Ἐγκαινιάζει
«ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου ἀπαρχήν», γιὰ νὰ σκιρτοῦμε ἀπὸἀγαλλίαση καὶ
χαρὰ καὶ εὐγνωμόνως νὰ «ὑμνοῦμεν τὸν αἴτιον, τὸν μόνον εὐλογητὸν τῶν
πατέρων, Θεὸν καὶ ὑπερένδοξον»!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου