Ο ΑΒΒΑΣ ΘΕΟΔΟΥΛΟΣ ΔΙΗΓΗΤΑΙ
Όταν ήμουν στην Αλεξάνδρεια, λέει ο Αββάς Θεόδουλος, γνώρισα κάποια ευσεβή και φιλόχριστη οικογένεια, η οποία φιλοξενούσε όλους τους ξένους και μοναχούς στο σπίτι της. Η σύζυγος, πολύ ταπεινή, με νηστεία και προσευχή με ένα κοριτσάκι περίπου έξι χρονών. Κάποια μέρα κίνησε ο φιλόχριστος πατέρας
της οικογένειας για την Κωνσταντινούπολη, επειδή ήταν πραματευτής. Άφησε λοιπόν την γυναίκα και το παιδί και ένα δούλο του στο σπίτι και ξεκίνησε για το πλοίο.Ξεκινώντας όμως για το πλοίο, του λέει η γυναίκα του. « Σε ποιόν μας αφήνεις αφέντη μου». Της λέει ο άνδρας. « Στην Κυρία Δέσποινά μας και Θεοτόκο» γυναίκα μου..
Μια μέρα, καθώς καθόταν η γυναίκα και εργαζόταν με το παιδί δίπλα της, ο δούλος, όντας υπό την κυριαρχία του διαβόλου, θέλησε να την σκοτώσει εκείνη και το παιδί για να πάρει ότι έχουν και να φύγει. Πήρε ένα μαχαίρι από το μαγειρείο και κίνησε για την τραπεζαρία, όπου ήταν η κυρία του. Μόλις έφθασε στην πόρτα της τραπεζαρίας, ο αγνώμων εκείνος δούλος έχασε το φώς του, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να κινηθεί από την θέση του. Αφού έκανε μία ώρα κουνώντας τα χέρια του και προσπαθώντας να μπει, άρχισε να φωνάζει δυνατά. « Κυρία, σε παραλαλώ έλα ως εδώ » Αυτή έμεινε έκθαμβη, επειδή ο δούλος είχε ακινητοποιηθεί στη μέση της θύρας και δεν ερχόταν προς αυτή. Γι’ αυτό φωνάζει και του λέει. « Έλα εσύ εδώ», μη γνωρίζοντας ότι έχασε το φώς του.
Ο δούλος τότε άρχισε να την εξορκίζει να έρθει δίπλα του. Αυτή όμως επέμενε ότι δεν έρχεται κοντά του. Της λέει τότε ο δούλος. « Στείλε μου τουλάχιστον το παιδί ». Αυτή, ούτε αυτό έκαμε, αλλά του είπε. « Αν θέλεις και μπορείς, έλα εσύ». Τότε ο δούλος, επειδή δεν κατάφερε να κινηθεί από το σημείο που βρισκόταν, γύρισε το μαχαίρι και το έμπηξε στα σπλάχνα του. Η κυρία βλέποντας την πράξη του, έβαλε τις φωνές. Οι γείτονες που μαζεύτηκαν μονομιάς, τον βρήκαν αιμόφυρτο αλλά ζωντανό και έμαθαν από του ίδιο το συμβάν. Όλοι τότε δόξασαν το Θεό και την κυρία Θεοτόκο, που έσωσαν την μητέρα και το παιδί της.
ΠΗΓΗ: ΚΛΙΚ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου