Δ΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
« ... ἰσχυρὰν παράκλησιν ἔχωμεν οἱ καταφυγόντες
κρατῆσαι τῆς προκειμένης ἐλπίδος.» (Ἐβρ. ΣΤ΄ 18)
Ἡ πορεία
Ἡ ζωή μας ἐπί τῆς γῆς εἶναι μία
πορεία˙ ἕνας δρόμος. Μία πορεία μὲ ἀρχὴ καὶ τέλος. Οἱ πάντες τὸ γνωρίζουν καὶ
ἔχουν πεισθεῖ γι’ αὐτό, ὅτι εἰς τὴν παροῦσαν ζωὴν δι’ ὅλους ὑπάρχει μία
γέννησις καὶ ἕνας θάνατος. Ὁ κάθε ἄνθρωπος ποὺ ἔρχεται εἰς τὸν παρόντα κόσμον,
ὅσες προσδοκίες καὶ ἂν ἔχει, ὅσα «ὄνειρα καὶ ἂν ὀνειρεύεται», γνωρίζει ὅτι
κάποια στιγμὴ ποὺ ὁ Κύριος θὰ ἀποφασίσῃ, θὰ ἀναχωρήσῃ ἀπὸ τὸν παρόντα κόσμον.
Τοῦτο, καὶ ὁ πλέον δύσπιστος ἢ ἀκόμη καὶ ἄπιστος τὸ ἔχει κατανοήσει.
Εἰς τὴν πορείαν δὲ τῆς παρούσης
ζωῆς, εἶναι αὐτονόητον ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ἀκόμη καὶ ὁ πλέον ἰσχυρός, εἶναι πολὺ
μικρὸς καὶ ἀδύναμος. Ὅσον καὶ ἂν φαίνεται ὅτι εἶναι δυνατός, πάντοτε τὸν
διακατέχουν φόβοι ἀνησυχίαι καὶ ἀνασφάλειαι. Ὅσον καὶ ἂν τὰ πάντα συγκλίνουν
διὰ τὸ ὅτι τίποτε δὲν τὸν ἀπειλεῖ, ἡ ἱστορία μᾶς διδάσκει ὅτι καὶ οἱ πλέον
ἰσχυροί, ἔζησαν μὲ φόβους καὶ ἀγωνίες καὶ τελικῶς προδόθησαν ἀπὸ τὴν δῆθεν
ἀσφάλεια ποὺ ἔνιωθαν. Εἰδικὰ δὲ πρὸ τοῦ θανάτου, οὐδεὶς κατάφερε νὰ μείνῃ
ἀτάραχος καὶ ἀδιάφορος.
Τὸ ἀκόμη δὲ ὀδυνηρότερον, εἶναι
ὅτι οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι στὶς δύσκολες ὧρες τῶν φόβων καὶ ταραχῶν τους,
ἀναζητοῦν στήριγμα καὶ παρρηγορία ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ ... δὲν μποροῦν νὰ ἔχουν! Ζητοῦν
βοήθεια ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ ἀμέσου οἰκογενειακοῦ περιβάλλοντος, ἀπὸ φίλους
καὶ γνωστούς, ἀπὸ ἱατρούς, ἢ ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὰ πλέον ἀκατάλληλα πρόσωπα. Ζητοῦν
βοήθεια, μὲ μαγικοὺς τρόπους καταφεύγοντες σὲ ἀστρολόγους καὶ χαρτορίχτρες.
Ὁ στηριγμός.
Καὶ ὅλα αὐτά, ἐνῶ δυστυχῶς,
ὑπάρχει καὶ τὸ κατάλληλο πρόσωπο ἀλλὰ καὶ τὰ κατάλληλα μέσα. Καὶ λέμε
«δυστυχῶς», ὄχι φυσικὰ διὰ τὴν ὕπαρξιν τῶν μέσων οὔτε βεβαίως διὰ τὸν Κύριον,
τὸν Παντοδύναμον ἱατρὸν καὶ θεραπευτήν. Διὰ τὴν ἀδιαφορίαν τῶν ἀνθρώπων, λέμε
«δυστυχῶς»˙ διὰ τὴν ἐσκεμμένην ἄρνησίν των νὰ προστρέξουν καὶ νὰ ἀναζητήσουν
τὴν ἡρεμίαν των εἰς τὴν γνησίαν πηγὴν καὶ εἰς τὸν αὐθεντικὸν ἱατρόν. Ἐδῶ
ἀκριβῶς ἔγκειται καὶ ἡ τραγικότητα τοῦ ἀνθρώπου. Νὰ ὑπάρχῃ ἡ θεραπεία καὶ νὰ
τὴν ἀρνούμεθα.
Διὰ τὸν πιστὸν ὅμως καὶ ἀγωνιστὴν
Χριστιανόν, τὰ πράγματα ἁπλουστεύονται. Ὁ φόβος καὶ ἡ ἀγωνία ὑποχωροῦν καὶ ἡ «παράκλησις» ἔρχεται συνοδοιπόρος στὴν
ζωήν του. «Παράκλησις» δέ, σημαίνει,
βεβαιότης, παρρηγορία, δύναμις, καὶ ἐν τέλει, χαρὰ διὰ τὴν μετὰ θάνατον ζωήν. Ὁ
χριστιανὸς ἔχει καταλάβει τὸ νόημα τῆς παρούσης ζωῆς καὶ ἔχει συνειδητοποιήσει
ὅτι, «οὐ γὰρ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν
μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν»(Ἐβρ.ΙΓ΄ 14). Δὲν τὸν τρομάζει ὁ θάνατος, ἀφοῦ ἔχει τὴν βεβαιότητα ἀπὸ τὸν Ἴδιο τὸν
Κύριο, ὅτι «ὁ πιστεύων τῷ πέμψαντί με
ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ εἰς κρίσιν οὐκ ἔρχεται, ἀλλὰ μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν» (Ἐβρ. Ε΄ 24).
Φόβος, γι’ αὐτὸν δὲν ὑπάρχει, ἀφοῦ ἡ τελεία ἀγάπη του καὶ ἐξάρτησίς του ἀπὸ τὸν
Θεόν, «ἔξω βάλλει τὸν φόβον» (Α΄ Ἰωάν. Δ΄ 18).
Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον καὶ μὲ αὐτὴν τὴν προσδοκίαν, ἀντιμετώπισαν τὸν
θάνατον ὅλοι οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας. Καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἔζησαν εἰς τὰς ἐρήμους
ὡς ἀσκηταί, καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἐθυσίασαν τοὺς ἑαυτούς των ὁμολογοῦντες τὴν πίστιν
των εἰς τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ λοιποὶ ποὺ ἐδόξασαν τὸν
Θεὸν εἴτε ὡς Ἀπόστολοι, εἴτε ὡς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, εἴτε οἱ καθ’
οἷονδήποτε τρόπον βιώσαντες εἰς τὸν παρόντα κόσμον καὶ ζήσαντες μὲ τὴν
πεποίθησιν καὶ προσδοκίαν τῆς μελλούσης ζωῆς καὶ σωτηρίας.
«κρατῆσαι τῆς προκειμένης ἐλπίδος»
Εἰς τὴν ζωὴν τοῦ πιστοῦ καὶ
συνειδητοῦ Χριστιανοῦ, τὰ πάντα κινοῦνται μὲ γνώμονα τὴν «προκειμένην ἐλπίδα». Γιὰ
νὰ γίνουμε δὲ σαφέστεροι, ἡ ἐλπίδα αὐτὴ ἑδράζεται εἰς τὸν «ὅρκον» ποὺ ἔχει
κάνει ὁ Θεὸς εἰς τὸν Ἴδιον τὸν ἑαυτόν Του. Εἶναι ἡ ὑπόσχεσις ποὺ ἔχει δώσει,
εἰς ὅλους ἐκείνους ποὺ τὸν ἐμπιστεύονται, διὰ τὴν κληρονομίαν τῶν αἰωνίων
ἀγαθῶν.
Αὐτὸς εἶναι ὁ στόχος καὶ αὐτὴ
εἶναι ἡ προσδοκία ἐκείνων ποὺ θεωροῦν τὰ μέλλοντα ἀγαθὰ ὡς πραγματικὰ καὶ ἡ
Πίστις των εἶναι ὄχι ἁπλῶς ἐλπίδα καὶ προσμονή, ἀλλὰ «ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων
ἔλεγχος οὐ βλεπομένων» (Ἐβρ. ΙΑ΄ 1). Καὶ πῶς θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι
διαφορετικὰ ἀφοῦ, πολλὲς φορὲς ὁ Κύριος παρενέβη στὴ ζωὴ τῶν Ἁγίων,
ὀφθαλμοφανῶς καὶ δι’ ὀραμάτων καὶ διὰ ποικίλων ἄλλων τρόπων, καὶ ἐβεβαίωσεν διὰ
τὴν μέλλουσαν δόξαν καὶ Βασιλείαν!
Ὁ ἴδιος ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δὲν
μᾶς βεβαιώνει, ὅτι «ἡρπάγη εἰς τὸν Παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ῥήματα, ἃ οὐκ ἐξὸν
ἀνθρώπῳ λαλῆσαι» (Β΄ Κορινθ. ΙΒ΄ 4); Πῶς λοιπὸν θὰ μποροῦσαν αὐτοὶ οἱ
Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, νὰ παρακάμψουν καὶ νὰ ἀδιαφορήσουν τὰ οὐράνια αὐτὰ «σημεῖα» ποὺ
τοὺς ἔδειχνε ὁ φιλάνθρωπος Θεὸς καὶ Δεσπότης; Πῶς θὰ ἦτο δυνατὸν νὰ ὀλιγωρήσουν
τόσοι Μάρτυρες τῆς πίστεως, οἱ ὁποῖοι, κατὰ τὴν ὥραν τοῦ μαρτυρίου των, ἐνεδυναμοῦντο
ἀπὸ Ἁγίους Ἀγγέλους ἢ ἄλλους Ἁγίους ἢ καὶ ἀπὸ Αὐτὸν ἀκόμη τὸν Κύριον; Πόσα,
ἀλήθεια, θαύματα θὰ μποροῦσαν νὰ καταμετρηθοῦν, τὰ ὁποῖα συνέβησαν καὶ εἰς
ἁγίους καὶ ἐναρέτους ἀνθρώπους, ἀλλὰ πολλάκις καὶ εἰς ἁμαρτωλοὺς καὶ ἀσεβεῖς,
διὰ τῶν ὁποίων ὁ Πανάγαθος Κύριός μας ἠθέλησεν νὰ δυναμώσῃ τὴν πίστιν μας ἀλλὰ
καὶ νὰ μᾶς βεβαιώσῃ ὅτι κρατεῖ τὰς ὑποσχέσεις Του καὶ ὅτι εἶναι «ἀδύνατον
ψεύσασθαι Θεόν» (Ἐβρ. ΣΤ΄18).
Ἡ ἐκπλήρωσις τῆς ὑποσχέσεως.
Ἀρχιμ. Τιμόθεος Γ. Παπασταύρου
Ἱεροκῆρυξ Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου