Πόσα «ουκ έξεστί σοι» δε βροντοφωνεί και σήμερα, στον καθένα μας ξεχωριστά
Ο ΑΓΙΟΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ
Σε ένα τροπάρι του στην έκτη ωδή, ο εμπνευσμένος υμνογράφος που έγραψε τον κανόνα για τη Σύναξη του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, προσφέρει έναν καίριο χαρακτηρισμό του:
Προφητών σε σφραγίδα γινώσκομεν,ως τη Παλαιά και Καινή μεσιτεύσαντα
και Βαπτιστήν και Πρόδρομον,του Σωτήρος Χριστού καταγγέλλομεν.
και Βαπτιστήν και Πρόδρομον,του Σωτήρος Χριστού καταγγέλλομεν.
Δηλαδή: «σε γνωρίζουμε σαν επισφράγισμα και τελείωμα όλων των Προφητών, σαν ένα σύνδεσμο και μια γέφυρα, που μας φέρνει από την Παλαιά στην Καινή Διαθήκη, από το Νόμο στη Χάρη· και το κηρύχνουμε φανερά, πως είσαι ο Βαπτιστής και Πρόδρομος του Σωτήρα μας, του Χριστού».
Γι’ αυτό η Εκκλησία μας τελεί, μια μέρα ύστερ’ από τ’ άγια Θεοφάνεια, τη Σύναξη του αγίου Προδρόμου, «ως τω μυστηρίω του θείου Βαπτίσματος υπουργήσαντος» - όπως ακριβώς, μια μέρα ύστερ’ απ’ τη θεία Γέννηση του Χριστού, τελεί τη Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου, «ως υπουργησάσης εις το μυστήριον της γεννήσεως του Χριστού».
Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος στάθηκε πάντα μια θαυμαστή για τον κάθε πιστό μορφή αγίου, αλλά και μια τραγική προφητική φυσιογνωμία. Η γέννησή του έγινε με τη χάρη του Θεού, κ’ η σύλληψή του ευαγγελίστηκε, όπως μας αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς (α΄ 5-25), στον πατέρα του Ζαχαρία, μέσα στην εκκλησία, την ώρα που εθυμίαζε. Είπεν εκεί ο αρχάγγελος Γαβριήλ στο Ζαχαρία, πως η στείρα και μεγάλη πια στα χρόνια γυναίκα του Ελισάβετ, θα γεννήσει υιόν: «και καλέσεις το όνομα αυτού Ιωάννην· και έσται χαρά σοι και αγαλλίασις και πολλοί επί τη γεννήσει αυτού χαρήσονται. Έσται γαρ μέγας ενώπιον του Κυρίου». Κι αλήθεψεν ο λόγος τούτος του αγγέλου. Γεννήθηκεν ο Πρόδρομος «εκ των στειρωτικών λαγόνων» της Ελισάβετ, λύνοντας ταυτόχρονα την αφωνία του πατέρα του Ζαχαρία. Ακόμα, όταν ήταν στην κοιλιά της Ελισάβετ και σκίρτησε, προφήτεψε τη σάρκωση του θείου Λόγου, στην παρθενική μήτρα της Παναγίας. Χωρίς να γνωρίσει την αμαρτία του κόσμου ο Πρόδρομος φεύγει νεώτατος στην έρημο, όπου ζει με άσκηση φοβερή, τρεφόμενος με ακρίδες και άγριο μέλι, σα να ’τανε πουλί.
Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος στάθηκε πάντα μια θαυμαστή για τον κάθε πιστό μορφή αγίου, αλλά και μια τραγική προφητική φυσιογνωμία. Η γέννησή του έγινε με τη χάρη του Θεού, κ’ η σύλληψή του ευαγγελίστηκε, όπως μας αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς (α΄ 5-25), στον πατέρα του Ζαχαρία, μέσα στην εκκλησία, την ώρα που εθυμίαζε. Είπεν εκεί ο αρχάγγελος Γαβριήλ στο Ζαχαρία, πως η στείρα και μεγάλη πια στα χρόνια γυναίκα του Ελισάβετ, θα γεννήσει υιόν: «και καλέσεις το όνομα αυτού Ιωάννην· και έσται χαρά σοι και αγαλλίασις και πολλοί επί τη γεννήσει αυτού χαρήσονται. Έσται γαρ μέγας ενώπιον του Κυρίου». Κι αλήθεψεν ο λόγος τούτος του αγγέλου. Γεννήθηκεν ο Πρόδρομος «εκ των στειρωτικών λαγόνων» της Ελισάβετ, λύνοντας ταυτόχρονα την αφωνία του πατέρα του Ζαχαρία. Ακόμα, όταν ήταν στην κοιλιά της Ελισάβετ και σκίρτησε, προφήτεψε τη σάρκωση του θείου Λόγου, στην παρθενική μήτρα της Παναγίας. Χωρίς να γνωρίσει την αμαρτία του κόσμου ο Πρόδρομος φεύγει νεώτατος στην έρημο, όπου ζει με άσκηση φοβερή, τρεφόμενος με ακρίδες και άγριο μέλι, σα να ’τανε πουλί.
(Σε πολλές εικόνες της βυζαντινής αγιογραφίας, ο άγιος Πρόδρομος βρίσκεται ιστορημένος πράγματι με δύο φτερά, φυτρωμένα στους ώμους του, και με την επιγραφή «το πτηνόν της ερήμου»).
Εκεί στην έρημο, μέσα στο μεγάλο καμίνι που δοκιμάζονται και ωριμάζουν οι μεγάλοι άγιοι, αρχίζει το κήρυγμα της μετανοίας. Βροντοφωνεί ότι «ήγγικεν», πως έφτασε κ’ είναι πολύ κοντά η βασιλεία των Ουρανών – εννοώντας, ασφαλώς, το Χριστό, που ερχόταν κοντά του, και ο οποίος, σαν Θεός, «έμπροσθέν του γέγονε». Δεν δειλιάζει να κηρύξει και ελέγξει προς όλες τις κατευθύνσεις, χτυπώντας τελευταία και τη μοιχεία του Ηρώδη, κι ας ήξερε πως αυτό θα του κόστιζε τη ζωή του. Με τον αποκεφαλισμό του, στο παράνομο συμπόσιο των γενεθλίων, ο Πρόδρομος ανοίγει τις πύλες του Άδη κ’ ευαγγελίζεται κ’ εκεί την έλευση του Σωτήρος, όπως ψάλλουμε και στο απολυτίκιό του: «όθεν της αληθείας υπεραθλήσας, χαίρων ευηγγελίσω και τοις εν Άδη, Θεόν φανερωθέντα εν σαρκί, τον αίροντα την αμαρτίαν του κόσμου και παρέχοντα ημίν το μέγα έλεος». Κι αξιώθηκε ν’ ακούσει στο τέλος το εγκώμιο, που κανείς άνθρωπος δεν άκουσε, απ’ το ίδιο το φοβερό στόμα του Κυρίου και Θεού του, που βάφτισε στον Ιορδάνη ποταμό: «αμήν λέγω υμίν, ουκ εγήγερται εν γεννητοίς γυναικών μείζων Ιωάννου του βαπτιστού» (Ματθ. ια΄ 11).
* * *
Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής είναι η πιο αποπνευματωμένη μορφή της βυζαντινής αγιογραφίας. Ιστορείται σύμφωνα με την παράδοση, που τον διέδωσε, ως ένα πραγματικό «πτηνόν της ερήμου».
Ιδού μια εικόνα του, ιστορημένη απ’ το χέρι και τον κάλαμον ενός αγίου, του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου: «Ήτον κατά την σωματικήν θεωρίαν άγριος και φοβερός και ανόμοιος με τους άλλους ανθρώπους, διά την πολυχρόνιον εν
ταις ερήμοις διατριβήν· αυτός είχε τα μαλλία της κεφαλής πεπυκνωμένα και ακτένιστα· αυτός είχε κεκαυμένον υπό του ηλίου το πρόσωπον αυτός ήτον λεπτός εις το σώμα, και τόσον λεπτούς είχε τους βραχίονας και τα πλευρά, ώστε εφαίνοντο ως αράχνη και τα σκέλη του επαρομοίαζαν με τα σκέλη των ακρίδων· η ομιλία του ήτον τραχεία εν ταυτώ και γλυκεία· τραχεία μεν δια το ονειδιστικόν, γλυκεία δε δια το κήρυγμα της μετανοίας· διότι έλεγε προς τους Ιουδαίους: «γεννήματα εχιδνών» (τούτο είναι το τραχύ και άγριον), «ποιήσατε καρπούς αξίους της της μετανοίας» (τούτο είναι το γλυκύ και πράον της ομιλίας). Και διά να είπω καθολικώς, καθώς ήτον η τροφή του Ιωάννου μέλι άγριον, ούτω και η διδασκαλία του ήτο σμιγμένη με γλυκύτητα και με σκληρότητα».
Ιδού τώρα μια εικόνα του, καμωμένη «δια χειρός Φωτίου Κόντογλου»:
«Ίσταται επάνω εις μίαν πέτραν, ως άγριον όρνεον, πτερωτός, με λεπτούς πόδας, φορών κατάσαρκα μηλωτήν εκ δέρματος καμήλου, κοντήν έως ολίγον κάτω από το γόνατον, και επάνωθεν αυτής είναι τυλιγμένος εις ιμάτιον λαδοπράσινον. Η κεφαλή του είναι αναμαλλιασμένη ωσάν άγριος πρίνος… Οι οφθαλμοί περίλυποι, μακράν ατενίζοντες, το στόμα μελαγχολικόν.
Η έκφρασίς του είναι αυστηρά, μετά μειλιχίας εγκαρτερήσεως. Η κόμη, πολυπλόκαμος πίπτει επί των ώμων. Τα καλάμια των χειρών και των ποδών είναι άσαρκα, ωσάν των πτηνών. Το πρόσωπόν του είναι λιπόσαρκον και μελαμψόν από τον καύσωνα της ερήμου, τα μαλλιά του και τα γένεια του έχουν τας τρίχας ηγριωμένας από την κακοπάθειαν και τον άνεμον, το όμμα του σκληρόν και πλήρες εγκαρτερήσεως, η μύτη του γυριστή, τα μηλομάγουλά του εξέχοντα, βαθυμάγουλος, μακρόλαιμος με το στήθος του γυμνόν, όπου ξεχωρίζουν τα κόκκαλα κάτω από το μελαψόν δέρμα. Με την δεξιάν κάμνει το σχήμα της ευλογίας και με την αριστεράν κρατεί κοντάρι με σταυρόν και ειλητάριον ανοικτόν… Εις την δεξιάν γωνίαν της εικόνος, επάνω εις μίας πέτραν, ευρίσκεται δοχείον, μέσα εις το οποίον είναι η κομμένη κεφαλή του, εις δε την αριστεράν ένα άγριον δένδρον, μία δρυς… και ανάμεσα εις τα κλωνάρια της φαίνεται σφηνωμένη μία αξίνη, όπου συμβολίζει τα λόγια του προφήτου: “Ήδη δε και η αξίνη προς την ρίζαν των δένδρων κείται” (Ματθ. γ΄ 10). Εις τους ώμους του είναι φυτρωμένες άγριες πτέρυγες αετού, κατά το προφητικόν ρήμα όπου λέγει: “Ιδού εγώ αποστέλλω τον άγγελόν μου προ προσώπου σου, τού κατασκευάσαι την οδόν σου έμπροσθέν σου” (Μαρκ. α΄ 2, Μαλαχ. γ΄ 1). Αι πτέρυγες αύται συνεργούν εις το να φαίνεται το ιερόν τούτο πτηνόν πλέον υπερφυές» (Φ. Κόντογλου, «Έκφρασις», τ. Α΄, σελ. 86-87).
Εβάλαμε αυτά τα δύο κείμενα εδώ, για δύο λόγους: πρώτα-πρώτα, για να φανεί η συνέχεια της παραδόσεως στην Ορθόδοξη Εκκλησία και στις λειτουργικές τέχνες της· και ύστερα, γιατί, βλέποντας με τα μάτια τα πνευματικά την εικόνα ενός αγίου, «κατανυσσόμεθα» και πλησιάζουμε πιο πολύ τη ζωή του, το παράδειγμά του, τη διδασκαλία του· ανοίγουμε τις πνευματικές πύλες των αισθήσεών μας να ’μπει το μήνυμα της λυτρώσεως και της σωτηρίας μέσα μας, κατά το λόγο του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού: «Είδα την ανθρώπινη εικόνα του Θεού και η ψυχή μου εσώθη» (Α΄ λόγος υπέρ των Εικόνων, κεφ. κβ΄).
Εβάλαμε αυτά τα δύο κείμενα εδώ, για δύο λόγους: πρώτα-πρώτα, για να φανεί η συνέχεια της παραδόσεως στην Ορθόδοξη Εκκλησία και στις λειτουργικές τέχνες της· και ύστερα, γιατί, βλέποντας με τα μάτια τα πνευματικά την εικόνα ενός αγίου, «κατανυσσόμεθα» και πλησιάζουμε πιο πολύ τη ζωή του, το παράδειγμά του, τη διδασκαλία του· ανοίγουμε τις πνευματικές πύλες των αισθήσεών μας να ’μπει το μήνυμα της λυτρώσεως και της σωτηρίας μέσα μας, κατά το λόγο του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού: «Είδα την ανθρώπινη εικόνα του Θεού και η ψυχή μου εσώθη» (Α΄ λόγος υπέρ των Εικόνων, κεφ. κβ΄).
* * *
Η ονομασία «Φωνή βοώντος εν τη ερήμω» γεννά μερικά προβλήματα για τον ερμηνευτή του θείου λόγου.
Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος γράφει: «Εν δε ταις ημέραις εκείναις παραγίνεται Ιωάννης ο βαπτιστής, κηρύσσων εν τη ερήμω της Ιουδαίας» (Ματθ. γ΄ 1).
Ενώ ο Λουκάς σημειώνει: «και ήλθεν εις πάσαν την περίχωρον του Ιορδάνου, κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών» (Λουκ. γ΄ 3).
Είναι πολύ πιθανόν, τότε, να ήταν έρημος ο τόπος και στα περίχωρα του Ιορδάνη, όπου μαζευόταν ο κόσμος και άκουγε το κήρυγμα του Ιωάννου, κατά το λόγο του ευαγγελιστού Ματθαίου:
«Τότε εξεπορεύετο προς αυτόν Ιεροσόλυμα και πάσα Ιουδαία και πάσα η περίχωρος του Ιορδάνου» (Ματθ. γ΄ 5).
Ένας παλαιός ερμηνευτής λέγει ότι, επειδή «το ρήμα (το πρόσταγμα δηλ.) εγένετο εν τη ερήμω προς Ιωάννη», γι’ αυτό λέγεται και ότι εκήρυττε το κήρυγμά του στην έρημο.
Ο Ευθύμιος Ζιγαβηνός, λέγει, ότι «δύο ερήμους νοούμεν· μίαν την ενδοτέραν, αφ’ ης ήλθεν ο Ιωάννης και εν η εγένετο προς αυτόν το ρήμα Κυρίου, κατά τον Λουκάν, δευτέραν δε την περί τον Ιορδάνην, εφ’ ην εξήλθεν, ην ο Ματθαίος έρημον της Ιουδαίας ωνόμασεν, ο δε Λουκάς περίχωρον του Ιορδάνου».
Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, κάνει μια λεπτότατη ερμηνευτική νύξη: «Ει δε θέλει να νοήση τινάς έρημον, τους ερήμους όντας ανθρώπους πάσης θεογνωσίας και αγαθοεργίας, αρμόζει να νοήση περί των ανθρώπων το “φωνή βοώντος εν τη ερήμω”». Κ’ ένας νεώτερος σχολιαστής του Ευαγγελίου, βρισκόμενος κοντά στην άποψη του αγίου Νικοδήμου, έγραψε: «Ο Ιωάννης κράζει στην έρημο. Γιατί δεν υπάρχει έρημος πιο καταθλιπτική από την ακοή των ανθρώπων, που δεν θέλουν ν’ ακούσουν, κι από τα μάτια του κόσμου, που δεν θέλει να δη… Δεν υπάρχουν άνθρωποι περισσότερο τυφλοί, από κείνους που δεν θέλουν να δουν».
* * *
Ο Ιωάννης είναι από τους πιο αγαπημένους αγίους της Ορθοδοξίας μας. Κάθε χωριό και κάθε πολιτεία θα ’χει από ’να εκκλησάκι ή ένα μεγαλοπρεπή ναό αφιερωμένο στον άγιο Πρόδρομο. Και τον τιμούν με πολλήν ευλάβεια, κάνοντας ακολουθίες, αγρυπνίες, λειτουργίες, πανηγύρια στη μνήμη του, γιατί είναι κοντά στο Χριστό και στην Παναγία, και γιατί κάνει πολλά θαύματα σ’ όποιον ζητάει με πίστη τη μεσιτεία, την ικεσία και την πρεσβεία του προς το Χριστό. Κι όσοι ακούν και διαβάζουν το βίο του, διδάσκονται πως πρέπει να ’ναι αγνοί και πεντακάθαροι, όπως εκείνος που αξιώθηκε ν’ αγγίξει με τ’ αγιασμένα χέρια του την «κορυφήν του Δεσπότου».
Διδάσκονται ακόμα, πως πρέπει να ’ναι ταπεινοί όπως εκείνος, που ενώ άκουγε απ’ το στόμα του Χριστού – πως «κανείς άλλος, δε γεννήθηκεν από γυναίκα τόσο μεγάλος, όσο ο Ιωάννης», αυτός έλεγε σ’ αυτούς που τον άκουγαν: «Δεν ειμ’ εγώ ο Χριστός, ούτε ο Μεσσίας, ούτε ο ήλιος της Δικαιοσύνης. Ειν’ Εκείνος που έρχεται, και δεν είμαι άξιος εγώ, ούτε τα λουριά να σκύψω να του λύσω απ’ τα ποδήματά του». Αν ο Πρόδρομος έσκυβε πιο χαμηλά απ’ τα υποδήματα του Κυρίου, γιατί δεν θεωρούσε τον εαυτό του άξιο, εμείς πόσο πιο χαμηλά δεν πρέπει να σκύβουμε και πόσο πιο ταπεινή γνώμη δεν πρέπει να ’χουμε για τον εαυτό μας!
Όμως, περ’ απ’ όλα αυτά, ο Πρόδρομος είναι το «ουκ έξεστι σοι έχειν την γυναίκα του αδελφού σου». Δηλαδή, μετά το Βαπτιστή Πρόδρομο, έρχεται ο άφοβος ελεγκτής Πρόδρομος.
Όμως, περ’ απ’ όλα αυτά, ο Πρόδρομος είναι το «ουκ έξεστι σοι έχειν την γυναίκα του αδελφού σου». Δηλαδή, μετά το Βαπτιστή Πρόδρομο, έρχεται ο άφοβος ελεγκτής Πρόδρομος.
Πόσα «ουκ έξεστί σοι» δε βροντοφωνεί και σήμερα, στον καθένα μας ξεχωριστά: στο γυιό και τη θυγατέρα για την παρεκτροπή· στη μάνα και στον πατέρα, για την απροσεξία και την ενοχή αμέλεια· στον εργάτη για το γογγυσμό και την επιπολαιότητα· στον εργοδότη για κακή μεταχείριση και εκμετάλλευση· στο μαθητή και στο δάσκαλο, στον επαρχιώτη και τον πρωτευουσιάνο, στο μορφωμένο και στον αμόρφωτο, που πατούν πάνω στο Ευαγγέλιο και στο δίκαιο, για να μη ζημιωθούν τα συμφέροντά τους. Σ’ όλους μας έχει να πει κι από ’να ή περισσότερα «ουκ έξεστί σοι» ο αετός της ερήμου. Αλλά πρέπει να ξεβουλώσουμε τ’ αυτιά μας πρώτα καλά, κ’ ύστερα ν’ ακούσουμε και να συνετιστούμε. Γιατί, έτσι πως πορευόμαστε, μακρυά από την Εκκλησία, μακρυά από τη στράτα του Θεού, η τραγική φωνή του μεγάλου ερημίτου, δεν θα ηχεί, παρά ως «φωνή βοώντος εν τη ερήμω».
Π. Β. Πάσχου, Έρως Ορθοδοξίας, Αποστολική Διακονία 2006
Αναρτήθηκε από π.Γεώργιος ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ στις 1/07/2019
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου