ΤΟ ΜΕΓΑ ΟΝΟΜΑ
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
«Καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ Πέτρος· Αἰνέα, ἰᾶταί σε Ἰησοῦς ὁ Χριστός» (Πράξ. 9,34)
Θὰ ἀρχίσω, ἀγαπητοί μου, τὸ σύντομο κήρυγμά μου μὲ μία ἐρώτησι. Ὑπάρχει ἐδῶ κανεὶς ἀβάπτιστος; Θεὸς φυλάξοι. Ἀπὸ τὸ γεροντότερο μέχρι τὸ μικρὸ παιδάκι, ὅλοι εἴμαστε βαπτισμένοι. Ἀβάπτιστος δὲν ἐπιτρέπεται νὰ μπῇ στὴν Ἐκκλησία· ἐὰν δὲν βαπτισθῇ ὁ ἄνθρωπος «εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου
Πνεύματος», δὲν ἀνοίγουν τὰ παλάτια τῆς ἁγίας Τριάδος. Ἄλλωστε «εἰς τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας καὶ Ὁμοουσίου καὶ Ἀδιαιρέτου Τριάδος» στηρίζεται καὶ τὸ ἔθνος μας, ποὺ εἶνε τὸ μόνο μ᾽ αὐτὴ τὴν ἐπικεφαλίδα στὸ Σύνταγμά του (Σύνταγμα, Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων, Ἀθήνα Νοέμ. 2006, σ. 25).Εἰς τὸ ὄνομα τῆς ἁγίας Τριάδος, «τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ ἁγίου Πνεύματος», βαπτισθήκαμε. Τὴν ὥρα λοιπὸν τοῦ βαπτίσματος πήραμε δύο ὀνόματα, ἕνα μικρὸ καὶ ἕνα μεγάλο.
⃝ Τὸ μικρὸ ὄνομά μας εἶνε αὐτὸ τὸ ἕνα, ποὺ μᾶς ἔδωσε ὁ ἱερεύς. Δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ἔχουμε δύο ἢ τρία ὀνόματα· αὐτὰ εἶνε φράγκικες καὶ προτεστάντικες συνήθειες. Καὶ τὸ ὄνομα ποὺ θὰ πάρῃ ὁ ὀρθόδοξος πρέπει νὰ εἶνε ὄχι ξενικὸ ἀλλὰ ὄνομα ἁγίου τῆς πίστεώς μας. Τὸ ὄνομα αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ κρατήσῃ σ᾽ ὅλη του τὴ ζωή, νὰ μὴν τὸ ἀλλάξῃ. Στὴν ἐποχή μας, ποὺ ὅλα ἔγιναν μόδα, κινδυνεύουμε καὶ τὰ ὀνόματά μας νὰ λησμονήσουμε. Ὁ Κωνσταντῖνος ἔγινε Ντῖνος, ὁ Παναγιώτης Τάκης, ἡ Μαρία Μαίρη, ἡ Αἰκατερίνα Καίτη. Δηλαδὴ ξεβαφτιστήκαμε. Μὰ δὲν σὲ βάπτισαν ἔτσι. Ὁ καθένας πρέπει νὰ ὀνομάζεται μὲ τὸ ὄνομα ποὺ βγῆκε μέσα ἀπὸ τὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνου, ἀπὸ τὴν κολυμβήθρα. Ἀκόμα νὰ γνωρίζῃ τὸν βίο τοῦ ἁγίου του, ποὺ εἶνε ὁ προστάτης του. Καὶ τὸ σπουδαιότερο, νὰ ἀγωνίζεται, ἡ ζωή του νὰ εἶνε σύμφωνη μὲ τὸν βίο τοῦ ἁγίου του. Τὰ χριστιανικά μας ὀνόματα μᾶς λένε, Φανῆτε ἄξιοι τῶν ἁγίων· φωνάζουν αὐτὸ ποὺ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθὼς κἀγὼ Χριστοῦ» (Α΄ Κορ. 11,1).
⃝ Τὴν ὥρα λοιπὸν ποὺ βαπτίστηκες πῆρες τὸ μικρό σου ὄνομα, ἀλλὰ κοντὰ σ᾽ αὐτὸ πῆρες κ᾽ ἕνα ἄλλο μεγάλο ὄνομα, τὸ ὄνομα Χριστιανός. Τὸ σκέφτηκες ποτὲ τί θὰ πῇ Χριστιανός; ὅτι, μέσα στὰ ἑκατομμύρια τοῦ κόσμου μὲ τὶς τόσες θρησκεῖες (μουσουλμάνους, βουδδιστὰς κ.λπ.), ἐσὺ ἔχεις τὸ ὄνομα Χριστιανός, ἐπάνω σου εἶνε αὐτὴ ἡ σφραγίδα ἡ βασιλική; Σκέφτηκες ὅτι ἔχεις ὄνομα ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὸ Χριστός, τὸ ὄνομά σου συνδέεται μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ; Τὸ ὄνομα Χριστὸς εἶνε τὸ γλυκύτερο ἀλλὰ καὶ δυνατώτερο. Γλυκύτερο, γιατὶ κανείς ἄλλος δὲν ἀγάπησε τὸν ἄνθρωπο περισσότερο. Ὁ Χριστὸς ἔγινε ἄνθρωπος γι᾽ αὐτὸν ποὺ «δὲν εἶχε ἄνθρωπο» (βλ. Ἰω. 5,7). Εἶνε αὐτὸς ποὺ ὁ Πιλᾶτος τὸν ἔδειξε καὶ εἶπε «Ἴδε ὁ ἄνθρωπος» (Ἰω. 19,5). Τὰ λόγια του θαυμαστά· κάνουν καὶ τὸν πιὸ ἀπελπισμένο νὰ θέλῃ νὰ ζήσῃ, κάνουν καὶ τὸν πιὸ εὐτυχισμένο νὰ θέλῃ νὰ πεθάνῃ γιὰ νά ᾽νε μαζί του στὴν ἄλλη τὴν πιὸ εὐτυχισμένη ζωή. Τὰ λόγια του βάλσαμο παρηγοριᾶς. Εἶπε κάποιος ὅτι, κι ἂν ἀκόμα σὲ ἄλλους πλανῆτες ὑπῆρχαν ὄντα λογικά, δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ ἔχουν ἄλλη θρησκεία ἀπὸ τὴν πίστι στὸν Ἰησοῦν Χριστόν.
Ἀλλὰ τὸ ὄνομα Χριστὸς εἶνε καὶ τὸ δυνατώτερο.
Ἀπὸ ὅλους ὅσους πέρασαν ἀπὸ τὴ Γῆ, ὁ πιὸ δυνατὸς εἶνε αὐτός. Ὄχι μόνο ὅσο ζοῦσε ἐδῶ ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν ἄνοδό του στοὺς οὐρανούς, ὄχι πλέον ὁ ἴδιος αὐτοπροσώπως ἀλλὰ καὶ μόνο ἡ ἐπίκλησι τοῦ ὀνόματός του ἔχει δύναμι· καὶ σήμερα ζῇ, θριαμβεύει, καὶ πάντα θὰ θριαμβεύῃ. Γνωρίζουμε π.χ. ὅτι, ὅταν ζοῦσε ἐδῶ, ἕναν ἐπὶ 38 χρόνια παράλυτο τὸν θεράπευσε ἀμέσως· ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν ἀνάληψί του, ὅπως εἴδαμε σήμερα, τὸ ὄνομά του «ἐνεργεῖ δυνάμεις» (Γαλ. 3,5), θαυματουργεῖ δηλαδὴ. Προσέξατε τί λέει ὁ ἀπόστολος;
Σὲ κάποια πόλι τῆς Παλαιστίνης, στὴν Λύδδα, ἦταν ἕνας ἀσθενὴς ποὺ λεγόταν Αἰνέας. Ὀκτὼ χρόνια ἦταν ξαπλωμένος σ᾽ ἕνα κρεβάτι, τελείως παράλυτος ἀπὸ τὴ μέση καὶ κάτω· δὲν μποροῦσε νὰ κουνήσῃ καθόλου τὰ πόδια του. Αὐτὸς λοιπόν, ἐνῷ οἱ συγγενεῖς του ἦταν ἀπελπισμένοι, τί ἔγινε· θεραπεύθηκε! Πῶς; μὲ τί; Μιὰ μέρα περνοῦσε μπροστά του ὁ ἀπόστολος Πέτρος καὶ τοῦ λέει· «Αἰνέα, ἰᾶταί σε (=σὲ θεραπεύει) Ἰησοῦς ὁ Χριστός» (Πράξ. 9,34). Καὶ μόλις ἀκούστηκε τὸ ὄνομα αὐτό, ἀμέσως ὁ παράλυτος σηκώθηκε ὄρθιος. Ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, δικαίωμά τους εἶνε· ἐμεῖς πιστεύουμε, καὶ γι᾽ αὐτὸ βρισκόμαστε ἐδῶ στὴν ἐκκλησία. Πιστεύουμε, ὅτι αὐτὰ εἶνε ἀληθινά, ὅτι τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἔχει δύναμι· καὶ μόνο ποὺ ἀκούστηκε, ἀμέσως θαυματούργησε. Τὸ εἶπε ὅμως μὲ πίστι – ποιός· ὄχι ὁ τυχόν, ἀλλὰ ὁ ἀπόστολος Πέτρος.
Σὲ κάποια πόλι τῆς Παλαιστίνης, στὴν Λύδδα, ἦταν ἕνας ἀσθενὴς ποὺ λεγόταν Αἰνέας. Ὀκτὼ χρόνια ἦταν ξαπλωμένος σ᾽ ἕνα κρεβάτι, τελείως παράλυτος ἀπὸ τὴ μέση καὶ κάτω· δὲν μποροῦσε νὰ κουνήσῃ καθόλου τὰ πόδια του. Αὐτὸς λοιπόν, ἐνῷ οἱ συγγενεῖς του ἦταν ἀπελπισμένοι, τί ἔγινε· θεραπεύθηκε! Πῶς; μὲ τί; Μιὰ μέρα περνοῦσε μπροστά του ὁ ἀπόστολος Πέτρος καὶ τοῦ λέει· «Αἰνέα, ἰᾶταί σε (=σὲ θεραπεύει) Ἰησοῦς ὁ Χριστός» (Πράξ. 9,34). Καὶ μόλις ἀκούστηκε τὸ ὄνομα αὐτό, ἀμέσως ὁ παράλυτος σηκώθηκε ὄρθιος. Ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, δικαίωμά τους εἶνε· ἐμεῖς πιστεύουμε, καὶ γι᾽ αὐτὸ βρισκόμαστε ἐδῶ στὴν ἐκκλησία. Πιστεύουμε, ὅτι αὐτὰ εἶνε ἀληθινά, ὅτι τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἔχει δύναμι· καὶ μόνο ποὺ ἀκούστηκε, ἀμέσως θαυματούργησε. Τὸ εἶπε ὅμως μὲ πίστι – ποιός· ὄχι ὁ τυχόν, ἀλλὰ ὁ ἀπόστολος Πέτρος.
* * *
Αὐτὸ εἶνε, ἀδελφοί μου, τὸ «ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα» (Φιλιπ. 2,9), τὸ μόνο ποὺ σῴζει, δὲν ὑπάρχει ἄλλο. Καὶ αὐτὸ τὸ ὄνομα πρέπει νὰ τὸ ἀγαπήσουμε. Ἐμᾶς πόσο μᾶς συγκινεῖ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ; Τὸν ἀγαποῦμε ἆραγε ὅπως τοῦ ἀξίζει; Ἡ ἀπάντησι δὲν εἶνε εὐχάριστη. Αὐτὰ ποὺ εἶπα ὣς ἐδῶ ἦταν θεωρία, καὶ ὅσοι κάνατε στρατιῶτες ξέρετε ὅτι χρειάζεται καὶ ἡ πρᾶξις.
Εἴπαμε, ὅτι Χριστὸς εἶνε τὸ γλυκύτερο καὶ τὸ παντοδύναμο ὄνομα. Ἔχεις μέσα σου τὸ Χριστό; μὴ φοβᾶσαι τίποτα, θὰ εἶσαι ἐν ἀσφαλείᾳ. Ἀλλὰ τώρα μοῦ ἔρχεται νὰ κατεβῶ ἀπ᾽ τὸ βῆμα, νὰ φύγω καὶ νὰ κρυφτῶ. Τὸ μικρό μας ὄνομα πάει, τὸ «ξεβαφτίσαμε», ἀλλάξαμε τὰ ὀνόματά μας. Καὶ τὸ μεγάλο μας ὄνομα, τὸ ὄνομα «Χριστιανός», τί τὸ κάναμε; Λέμε θεωρητικὰ ὅτι πρέπει ν᾽ ἀγαποῦμε τὸ Χριστὸ παραπάνω ἀπ᾽ ὅλα, ἀλλὰ στὴν πρᾶξι τί γίνεται;
Ἴσως παρεξηγηθῶ σ᾽ αὐτὸ ποὺ θὰ πῶ, ἀλλὰ δὲ μ᾽ ἐνδιαφέρει. Δὲν εἶμαι ἐναντίον τῶν ἀρχῶν καὶ ἐξουσιῶν· ὑπηρέτησα τὸ ἔθνος σὲ κρίσιμες στιγμὲς καὶ κανείς δὲν μπορεῖ νὰ μὲ κατηγορήσῃ πὼς δὲν ἀγαπῶ τὴν πατρίδα. Ἐρωτῶ λοιπόν· πρέπει νὰ τιμοῦμε τὸν ἀνώτατο ἄρχοντα; Πρέπει ἀσφαλῶς. Καὶ ὄντως, ὅπου κι ἂν πᾷς, δὲν θ᾽ ἀκούσῃς κακὸ λόγο γι᾽ αὐτόν· καὶ ἂν καταγγελθῇ κάποιος ὅτι τὸν βλαστήμησε, ἀμέσως θὰ τὸν ἁρπάξουν νὰ τὸν τιμωρήσουν. Ὅταν ὅμως ὑβρίζεται τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ;…
Σὰν στρατιωτικὸς ἱερεὺς ἔκανα κάποτε τὸ ἑξῆς σ᾽ ἕνα στρατηγό, ποὺ δὲν ἔδινε σημασία στὶς καταγγελίες μας γιὰ βλασφημία. Πῆγα στὸ γραφεῖο του καὶ τοῦ λέω· –Στρατηγέ μου, βλαστημᾶνε τὸ Χριστό. –Ὤχ, λέει, ρὲ παιδί μου, ἄφησέ με τώρα… Ἄ, ἔτσι εἶσαι; Πέρασε κανένας μήνας καὶ τὸν παίρνω τηλέφωνο. –Στρατηγέ μου, λέω, ἔχω νὰ σᾶς καταγγείλω, ὅτι ἕνας λοχίας εἶπε τὰ αἰσχρότερα λόγια γιὰ τὴ βασίλισσα τῶν Ἑλλήνων. –Τί;… πῶς;… λέει, καὶ νάτος ἔφτασε ἀμέσως. Τότε τοῦ λέω· –Λάθος καταλάβατε· δὲν βλαστημοῦν, δὲν τολμοῦν νὰ ποῦν λόγο κακὸ ἐναντίον τῶν βασιλέων καὶ τοῦ πρωθυπουργοῦ – ποὺ τί εἶνε κι αὐτοί; ἄνθρωποι θνητοὶ εἶνε· τολμοῦν ὅμως καὶ προσβάλλουν Ἐκεῖνον ποὺ πιστεύουμε καὶ λατρεύουμε.
Καὶ μόνο στὸ στρατό; Ὅπου νὰ πᾷς, δὲν ὑπάρχει σημεῖο ποὺ νὰ μὴν ἀκούσῃς βλαστήμια· γίναμε τὸ πιὸ βλάστημο ἔθνος. Ποιοί φταῖνε; Ὅλοι· καὶ οἱ ἄρχοντες, καὶ ὁ κλῆρος, καὶ ὁ λαός. Ἂν ἤμασταν ὀρθόδοξο κράτος, ἔπρεπε νὰ μὴν εἶνε ἀνεκτὴ οὔτε ἡ παραμικρὴ προσβολὴ τῶν θείων ἀλλὰ νὰ τιμωρῆται παραδειγματικῶς. Ἢ πιστεύουμε ἢ δὲν πιστεύουμε.
Πότε θά ᾽ρθῃ ἡ ἅγια μέρα, ποὺ ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ θὰ κάνουμε μιὰ εἰρηνικὴ ἐπανάστασι, ὄχι μὲ ὅπλα φονικά, ὥστε στὴν εὐλογημένη πατρίδα μας νὰ μὴν ὑπάρχῃ στόμα βλάσφημο!
Ξένος δημοσιογράφος ἔγραψε σὲ γερμανικὸ περιοδικό, ὅτι ἐπὶ ἕνα χρόνο ἔγινε ἔρευνα καὶ διαπίστωσαν, ὅτι οἱ Ἕλληνες, μόλις σηκώνουν τὸ τηλέφωνο, ἀντὶ γιὰ καλημέρα βλαστημοῦν. Ἀγνώριστοι γίναμε. Ποῦ εἶσαι Κολοκοτρώνη καὶ οἱ ἄλλοι ἥρωες, ποῦ εἶστε πρόγονοι καὶ πατέρες μας ἀγράμματοι, ποὺ προτιμούσατε νὰ πεθάνετε παρὰ νὰ βλαστημήσετε τὸ Χριστό! Ὁ ξένος αὐτὸς δημοσιογράφος ἀνέφερε καὶ τὴν πληροφορία, ὅτι μιὰ τηλεφωνήτρια παραιτήθηκε γιατὶ δὲν μποροῦσε νὰ ὑποφέρῃ ν᾽ ἀκούῃ νὰ βλασφημῆται τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας, καὶ τῶν ἁγίων.
Φοβᾶμαι, ἀδέρφια μου, ὅτι ὁ Θεὸς δὲν θὰ τὸ ἀνεχθῇ αὐτό. Σὲ ἄλλα ἁμαρτήματά μας φαίνεται ἐπιεικής, ἀλλὰ στὸ ἁμάρτημα αὐτὸ δὲν θὰ φανῇ ἐπιεικής. Ἐδῶ ἔχεις ἕνα σκυλί, τοῦ πετᾷς ἕνα κόκκαλο, κ᾽ ἐπειδὴ δὲν ἔχει γλῶσσα νὰ μιλήσῃ κουνάει τὴν οὐρά του γιὰ νὰ σοῦ πῇ «Σ᾽ εὐχαριστῶ, ἀφέντη»· καὶ ἐμεῖς;… Ὁ Χριστὸς σοῦ ἔδωσε γυναῖκα, παιδιά, ὑγεία, σπίτι, πατρίδα ἐλεύθερη, κι ἀντὶ γιὰ εὐχαριστῶ τί ἀκούει; Ἁμαρτωλὸς εἶμαι, ἀνάξιος νὰ φιλήσω τὰ πόδια σας, ἀλλὰ πιστεύω στὸ Εὐαγγέλιο, καὶ σᾶς λέω ὅτι, ἐὰν δὲν μετανοήσουμε καὶ δὲν ληφθοῦν δρακόντεια μέτρα νὰ ξερριζωθοῦν οἱ γλῶσσες αὐτῶν ποὺ βλαστημοῦν, νὰ τὸ θυμᾶστε, μιὰ νύχτα θὰ γίνῃ σεισμὸς στὴν Ἀθήνα, καὶ τότε δὲν θὰ προλάβουμε οὔτε νὰ ποῦμε τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε» (Λουκ. 23,42).
Ὅλοι μας, ἄντρες γυναῖκες παιδιά, ν᾽ ἀγωνιστοῦμε νὰ σβήσουμε ἀπὸ τὸν τόπο μας τὴ βλασφημία, καὶ ὅλες οἱ γλῶσσες νὰ γίνουν μιὰ κιθάρα, ποὺ νὰ ὑμνῇ καὶ νὰ δοξάζῃ εἰς αἰῶνας αἰώνων Πατέρα, Υἱὸν καὶ ἅγιον Πνεῦμα· ἀμήν.
Εἴπαμε, ὅτι Χριστὸς εἶνε τὸ γλυκύτερο καὶ τὸ παντοδύναμο ὄνομα. Ἔχεις μέσα σου τὸ Χριστό; μὴ φοβᾶσαι τίποτα, θὰ εἶσαι ἐν ἀσφαλείᾳ. Ἀλλὰ τώρα μοῦ ἔρχεται νὰ κατεβῶ ἀπ᾽ τὸ βῆμα, νὰ φύγω καὶ νὰ κρυφτῶ. Τὸ μικρό μας ὄνομα πάει, τὸ «ξεβαφτίσαμε», ἀλλάξαμε τὰ ὀνόματά μας. Καὶ τὸ μεγάλο μας ὄνομα, τὸ ὄνομα «Χριστιανός», τί τὸ κάναμε; Λέμε θεωρητικὰ ὅτι πρέπει ν᾽ ἀγαποῦμε τὸ Χριστὸ παραπάνω ἀπ᾽ ὅλα, ἀλλὰ στὴν πρᾶξι τί γίνεται;
Ἴσως παρεξηγηθῶ σ᾽ αὐτὸ ποὺ θὰ πῶ, ἀλλὰ δὲ μ᾽ ἐνδιαφέρει. Δὲν εἶμαι ἐναντίον τῶν ἀρχῶν καὶ ἐξουσιῶν· ὑπηρέτησα τὸ ἔθνος σὲ κρίσιμες στιγμὲς καὶ κανείς δὲν μπορεῖ νὰ μὲ κατηγορήσῃ πὼς δὲν ἀγαπῶ τὴν πατρίδα. Ἐρωτῶ λοιπόν· πρέπει νὰ τιμοῦμε τὸν ἀνώτατο ἄρχοντα; Πρέπει ἀσφαλῶς. Καὶ ὄντως, ὅπου κι ἂν πᾷς, δὲν θ᾽ ἀκούσῃς κακὸ λόγο γι᾽ αὐτόν· καὶ ἂν καταγγελθῇ κάποιος ὅτι τὸν βλαστήμησε, ἀμέσως θὰ τὸν ἁρπάξουν νὰ τὸν τιμωρήσουν. Ὅταν ὅμως ὑβρίζεται τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ;…
Σὰν στρατιωτικὸς ἱερεὺς ἔκανα κάποτε τὸ ἑξῆς σ᾽ ἕνα στρατηγό, ποὺ δὲν ἔδινε σημασία στὶς καταγγελίες μας γιὰ βλασφημία. Πῆγα στὸ γραφεῖο του καὶ τοῦ λέω· –Στρατηγέ μου, βλαστημᾶνε τὸ Χριστό. –Ὤχ, λέει, ρὲ παιδί μου, ἄφησέ με τώρα… Ἄ, ἔτσι εἶσαι; Πέρασε κανένας μήνας καὶ τὸν παίρνω τηλέφωνο. –Στρατηγέ μου, λέω, ἔχω νὰ σᾶς καταγγείλω, ὅτι ἕνας λοχίας εἶπε τὰ αἰσχρότερα λόγια γιὰ τὴ βασίλισσα τῶν Ἑλλήνων. –Τί;… πῶς;… λέει, καὶ νάτος ἔφτασε ἀμέσως. Τότε τοῦ λέω· –Λάθος καταλάβατε· δὲν βλαστημοῦν, δὲν τολμοῦν νὰ ποῦν λόγο κακὸ ἐναντίον τῶν βασιλέων καὶ τοῦ πρωθυπουργοῦ – ποὺ τί εἶνε κι αὐτοί; ἄνθρωποι θνητοὶ εἶνε· τολμοῦν ὅμως καὶ προσβάλλουν Ἐκεῖνον ποὺ πιστεύουμε καὶ λατρεύουμε.
Καὶ μόνο στὸ στρατό; Ὅπου νὰ πᾷς, δὲν ὑπάρχει σημεῖο ποὺ νὰ μὴν ἀκούσῃς βλαστήμια· γίναμε τὸ πιὸ βλάστημο ἔθνος. Ποιοί φταῖνε; Ὅλοι· καὶ οἱ ἄρχοντες, καὶ ὁ κλῆρος, καὶ ὁ λαός. Ἂν ἤμασταν ὀρθόδοξο κράτος, ἔπρεπε νὰ μὴν εἶνε ἀνεκτὴ οὔτε ἡ παραμικρὴ προσβολὴ τῶν θείων ἀλλὰ νὰ τιμωρῆται παραδειγματικῶς. Ἢ πιστεύουμε ἢ δὲν πιστεύουμε.
Πότε θά ᾽ρθῃ ἡ ἅγια μέρα, ποὺ ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ θὰ κάνουμε μιὰ εἰρηνικὴ ἐπανάστασι, ὄχι μὲ ὅπλα φονικά, ὥστε στὴν εὐλογημένη πατρίδα μας νὰ μὴν ὑπάρχῃ στόμα βλάσφημο!
Ξένος δημοσιογράφος ἔγραψε σὲ γερμανικὸ περιοδικό, ὅτι ἐπὶ ἕνα χρόνο ἔγινε ἔρευνα καὶ διαπίστωσαν, ὅτι οἱ Ἕλληνες, μόλις σηκώνουν τὸ τηλέφωνο, ἀντὶ γιὰ καλημέρα βλαστημοῦν. Ἀγνώριστοι γίναμε. Ποῦ εἶσαι Κολοκοτρώνη καὶ οἱ ἄλλοι ἥρωες, ποῦ εἶστε πρόγονοι καὶ πατέρες μας ἀγράμματοι, ποὺ προτιμούσατε νὰ πεθάνετε παρὰ νὰ βλαστημήσετε τὸ Χριστό! Ὁ ξένος αὐτὸς δημοσιογράφος ἀνέφερε καὶ τὴν πληροφορία, ὅτι μιὰ τηλεφωνήτρια παραιτήθηκε γιατὶ δὲν μποροῦσε νὰ ὑποφέρῃ ν᾽ ἀκούῃ νὰ βλασφημῆται τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας, καὶ τῶν ἁγίων.
Φοβᾶμαι, ἀδέρφια μου, ὅτι ὁ Θεὸς δὲν θὰ τὸ ἀνεχθῇ αὐτό. Σὲ ἄλλα ἁμαρτήματά μας φαίνεται ἐπιεικής, ἀλλὰ στὸ ἁμάρτημα αὐτὸ δὲν θὰ φανῇ ἐπιεικής. Ἐδῶ ἔχεις ἕνα σκυλί, τοῦ πετᾷς ἕνα κόκκαλο, κ᾽ ἐπειδὴ δὲν ἔχει γλῶσσα νὰ μιλήσῃ κουνάει τὴν οὐρά του γιὰ νὰ σοῦ πῇ «Σ᾽ εὐχαριστῶ, ἀφέντη»· καὶ ἐμεῖς;… Ὁ Χριστὸς σοῦ ἔδωσε γυναῖκα, παιδιά, ὑγεία, σπίτι, πατρίδα ἐλεύθερη, κι ἀντὶ γιὰ εὐχαριστῶ τί ἀκούει; Ἁμαρτωλὸς εἶμαι, ἀνάξιος νὰ φιλήσω τὰ πόδια σας, ἀλλὰ πιστεύω στὸ Εὐαγγέλιο, καὶ σᾶς λέω ὅτι, ἐὰν δὲν μετανοήσουμε καὶ δὲν ληφθοῦν δρακόντεια μέτρα νὰ ξερριζωθοῦν οἱ γλῶσσες αὐτῶν ποὺ βλαστημοῦν, νὰ τὸ θυμᾶστε, μιὰ νύχτα θὰ γίνῃ σεισμὸς στὴν Ἀθήνα, καὶ τότε δὲν θὰ προλάβουμε οὔτε νὰ ποῦμε τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε» (Λουκ. 23,42).
Ὅλοι μας, ἄντρες γυναῖκες παιδιά, ν᾽ ἀγωνιστοῦμε νὰ σβήσουμε ἀπὸ τὸν τόπο μας τὴ βλασφημία, καὶ ὅλες οἱ γλῶσσες νὰ γίνουν μιὰ κιθάρα, ποὺ νὰ ὑμνῇ καὶ νὰ δοξάζῃ εἰς αἰῶνας αἰώνων Πατέρα, Υἱὸν καὶ ἅγιον Πνεῦμα· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου