Τρίτη 15 Μαΐου 2018

Από τη Μάχη της Κρήτης…

(Με τα μάτια Γερμανού Αλεξιπτωτιστή).

«…Στο λιγοστό φως της ημέρας θυμάμαι που πετάχτηκε σαν αγρίμι μέσα απ’ τους αγκαθωτούς θάμνους σαν αστραπή μια λεβεντόκορμη σιλουέτα, στα μαύρα ντυμένη, με ψηλές μπότες και σαρίκι στο κεφάλι. Δίχως καθυστέρηση φύτεψε, με το γερμανικό αυτόματο που κρατούσε, πέντε σφαίρες στο στομάχι δύο αλεξιπτωτιστών.
Πριν προλάβουμε ν’ αντιδράσουμε έπεσε κάτω, γλιστρώντας σα φίδι μέσα στους θάμνους με
αφάνταστη ταχύτητα. Αντιδρώντας γρήγορα τον κυκλώσαμε και προσπαθήσαμε να τον εξουδετερώσουμε. Αν και είχα υποστεί τη σκληρή εκπαίδευση των Γερμανών αλεξιπτωτιστών επί επτά μήνες, στο Βερολίνο, με είχε συναρπάσει ο τρόπος που γλιστρούσε σέρνοντας το κορμί του πάνω στο χώμα. Ήταν μια τακτική αυτοσχέδια που θύμιζε περισσότερο ερπετό παρά άνθρωπο. Με πολύ κόπο καταφέραμε να τον κυκλώσουμε και να τον αχρηστέψουμε με μια χειροβομβίδα. Κατάφερε την τελευταία στιγμή να πληγώσει στον αριστερό μηρό ακόμα έναν αλεξιπτωτιστή. Μετά την έκρηξη της χειροβομβίδας πλησίασα με προφύλαξη. Ήθελα να δω από κοντά τον άγνωστο αυτόν πολεμιστή που με εντυπωσίασε. Όταν έφτασα κοντά του δεν είχε ακόμη πεθάνει. Τα μάτια του ήταν ανοικτά κατάμαυρα λες και φοβέριζε τον ερχομό του θανάτου. Όμως όλο σχεδόν το κορμί του ήταν χτυπημένο απ’ τα θραύσματα της χειροβομβίδας. Τον σήκωσα και ακούμπησα την πλάτη του στον κορμό μιας χοντρής ελιάς. Ειλικρινά μ’ είχε συναρπάσει η τακτική που μαχόταν.
Η αιμορραγία είχε βάψει όλο το χώμα, θα ’ταν περίπου δεκαοκτώ χρονών. Το πρόσωπό του με έντονα χαρακτηριστικά αν και είχε σκεπαστεί από σκόνες και αίματα, έδειχνε τόσο νεανικό. Πριν ξεψυχήσει κοίταξε βαθιά μέσα στα μάτια το στοχασμό μου και χαμογέλασε.
Ξαφνιάστηκα!
Δεν ξέρω αν χαμογέλασε σε μένα ή στο θάνατο που φτερούγιζε για να τον πάρει. Σήκωσε με κόπο το δεξί του χέρι, πήρε απ’ λαιμό του ένα σταυρό που κρεμόταν, τον φίλησε κι’ έγειρε το κεφάλι ξεψυχώντας με καρφωμένο στα χείλη του το χαμόγελο.
Όμως η έκπληξή μου έμελλε να κορυφωθεί όταν τραβώντας το σαρίκι του για να τον ξαπλώσω χάμω ξεχύθηκαν απ’ το κεφάλι του μισό μέτρο κατάμαυρα μαλλιά. Τότε κατάλαβα πως ήταν γυναίκα.
Βουβάθηκα. Ήταν κάτι που δεν το περίμενα. Ένιωσα στο λαιμό μου ένα κόμπο να με πνίγει. Ήταν η πρώτη φορά που συνειδητοποίησα ότι η μοίρα των αλεξιπτωτιστών θα ήταν δύσκολη στην Κρήτη. Έφυγα αφήνοντας τη σκέψη μου κάτω από τη γέρικη ελιά κοντά στη νεκρή κοπέλα….».
Σημείωση: Ένας Γερμανός Αλεξιπτωτιστής αφηγήθηκε την παραπάνω ιστορία, που δημοσιεύεται στη Στρατιωτική Επιθεώρηση του ΓΕΣ στο τεύχος Μαρτίου-Απριλίου 1991 στη σελίδα 95.

ΠΗΓΗ: ΕΚΤΩΡ Χ. ΓΡΟΛΛΙΟΣ «ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΜΕΡΕΣ 1941-1944, ΜΑΛΕΜΕ-ΜΟΝΤΕ ΚΑΣΣΙΝΟ» 1994 σελ. 78-79.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου