Δευτέρα 13 Νοεμβρίου 2017

Η Εκκλησία ἰατρεῖο

              Μητροπολιτου Φλωρινης π. Αυγουστινου Καντιώτου

ΘΑ σᾶς παρακαλέσω, ἀγαπητοί μου, νὰ κάνετε ὑπομονὴ ν’ ἀκούσετε ἕνα σύντομο κήρυγμα. Διότι νομίζω, ὅτι στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκ­κλησία ἡ θεία λειτουργία πρέπει πάντοτε νὰ συνοδεύεται ἀπὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου.
Ἀκούσατε τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ εἶνε μία ἀπὸ τὶς ὡραιότερες παραβολές, ποὺ εἶπε ὁ Κύρι­ος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Εἶνε ἡ παραβολὴ τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτου.
Ὑπάρχει κανεὶς ποὺ δὲν ξέρει τὴν παραβο­λὴ τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτου; Ἀπὸ τὰ μικρά
μας χρόνια ὁ καλός μας δάσκαλος μᾶς ἔμαθε αὐ­τὴ τὴν παραβολή. Ἂν καί, τώρα τελευταῖα, ὑ­πάρχει μία προσπάθεια δαιμόνων νὰ σβή­σουν τὰ θρησκευτικὰ μαθήματα ἀπὸ τὰ σχολεῖα. Ἀλλ’ ἐμεῖς οἱ παλαιότεροι διατηροῦμε ζωηρὰ τὴν εἰκόνα τοῦ σχολείου, ὅπου ὁ καλὸς δά­σκα­λος, ὅπως ἡ κλῶσσα ταΐζει τὰ πουλάκια της, ἔτσι ἐτάιζε κ᾿ ἐμᾶς μὲ τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ.
Γνωστὴ εἶνε ἡ παραβολή. Ἐν τούτοις δὲν τὴν ἐφαρμόζουμε. Καὶ μόνο αὐτὴν νὰ ἐφαρμόζαμε, μικροὶ καὶ μεγάλοι, πλού­σιοι καὶ φτωχοί, ὁ κόσμος αὐτὸς θὰ ἦταν πα­ράδεισος.
Τί μᾶς διδάσκει ἡ παραβολή; Ἕνα μεγάλο καὶ οὐράνιο δίδαγμα· τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.



* * *
Παραβολικῶς μιλάει ἐδῶ ὁ Χριστός. Κάποιος, λέει, ἀνεχώρησε ἀπὸ μιὰ πόλι καὶ πήγαινε σὲ ἄλλη. Στὸ δρόμο, ἐνῷ βάδιζε, σὲ κάποια στροφὴ ὅπου ὑπῆρχαν ἀπόκρημνοι βράχοι, πίσω ἀπὸ ἕνα βράχο παρουσιάστηκαν λῃσταί. Τὸν σταμάτησαν, τὸν χτύπησαν, τὸν τραυμάτι­­σαν, τοῦ πῆραν ὅλα τὰ χρήματα, καὶ τὸν ἄ­φησαν ῥάκος στὸ δρόμο.
Ὁ τραυματίας ζητοῦσε βοήθεια. Νά, σὲ λί­γο καὶ περνᾷ ἕνας ἱερεύς, ὁ ὁποῖος καὶ λόγῳ τῆς θέσεώς του θὰ ἔπρεπε νὰ δείξῃ ζωηρὸ ἐνδιαφέρον. Ἔδειξε; Δὲν ἔδειξε. Ὅπως συμβαίνει τώρα καὶ στοὺς δικούς μας αὐτοκινητό­δρομους, ποὺ τραυματίζονται ἢ καὶ σκοτώνον­ται ἄνθρωποι καὶ περνοῦν αὐτοκίνητα χωρὶς νὰ δώσουν σημασία. Φοβήθηκε ὁ ἱερεύς, φαίνεται, μήπως παρουσιαστοῦν οἱ ἐγκληματι­κὲς μορφὲς τῶν λῃστῶν, κέντησε τὸ ἄλογό του καὶ ἐξαφανίστηκε.
Βοήθεια! ἐξακολουθοῦσε νὰ φωνάζῃ ὁ ταλαίπωρος τραυματίας. Παρουσιάζεται τώρα ἕνας λευΐτης, ἕνας νεωκόρος τρόπον τινά, δι­άκονος, ποὺ ὑπηρετοῦσε στὸν περίφημο ναὸ τοῦ Σολομῶντος. Ἀλλ’ ὅ,τι ἔκανε ὁ πρῶ­τος, ἔκανε κι αὐτός· προσπέρασε.
Τέλος ἐμφανίζεται καὶ ἕνας τρίτος. Μόλις ὅμως τὸν εἶδε ὁ τραυματισμένος Ἰουδαῖος φοβήθηκε, γιατὶ αὐτὸς ἦταν ἐχθρός του· ἦ­ταν Σαμαρείτης. Περίμενε ὅτι αὐτὸς πλέον θὰ τοῦ δώσῃ τώρα τὸ τελειωτικὸ χτύπημα νὰ πεθάνῃ. Ἀντιθέτως ὅμως! Αὐτὸς σταμάτησε, κατέβηκε ἀπὸ τὸ ζῷο του, ἔσκυψε πάνω του, ἔπλυνε τὰ τραύματά του μὲ κρασί, ἄλειψε τὶς πληγὲς μὲ λάδι, τὶς ἔδεσε μὲ ἐπίδεσμο ποὺ τὸν ἔκανε σχίζοντας ἴσως τὸ πουκάμισό του, τὸν ἀνέβασε πάνω στὸ ὑποζύγιό του, καὶ τὸν ὡδήγησε στὸ πανδοχεῖο. Ἐκεῖ ὅλη τὴ νύχτα στάθηκε δίπλα του σὰν ἄγγελος καὶ τὸν περι­ποιήθηκε σὰν νοσοκόμος. Καὶ τὸ πρωῒ πρὶν νὰ φύγῃ πλήρωσε τὸν πανδοχέα καὶ τοῦ ἀνέ­θεσε τὴ φροντίδα τοῦ ταλαιπώρου ἀνθρώ­που μέχρις ὅτου θεραπευθῇ τελείως. Ὑποσχέθηκε μάλιστα στὸν πανδοχέα πώς, ὅσα ἐπὶ πλέον δαπανήσῃ γιὰ τὴν περίθαλψί του, αὐτὸς θὰ ἐπιστρέψῃ νὰ τοῦ τὰ δώσῃ.
* * *
Αὐτὴ εἶνε ἡ παραβολή. Τρεῖς ἄνθρωποι εἴ­δαμε νὰ παρελαύνουν. Ὁ πρῶτος δὲν ἔκανε τίποτα, ὁ δεύτερος ἐπίσης δὲν ἔκανε τίποτα, ὁ τρίτος ἔδειξε ἐν­διαφέρον θαυμαστὸ γιὰ τὸν τραυματισμένο.
Ποιός τώρα εἶνε ὁ τραυματισμένος, ὁ ἄν­θρω­πος ποὺ ἔπεσε στοὺς λῃστάς; Εἶνε ὁ κά­θε ἄν­θρωπος, εἶνε ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότης.
Καὶ ποιοί εἶνε οἱ λῃσταί; Εἶνε πρῶτα-πρῶτα οἱ δαίμονες καὶ ἀρχιλῃστὴς εἶνε ὁ σατανᾶς, ὁ ὁποῖος λῃ­στεύει τὸ ἀνθρώπινο γένος καὶ τραυ­ματίζει ὅλους θανάσιμα.
Λῃσταὶ ἀκόμη εἶνε οἱ κακοὶ ἄνθρωποι, ποὺ ὑ­πάρχουν στὸν κόσμο. Ὄχι τόσο αὐτοὶ ποὺ φωλιάζουν στὰ βουνά. Αὐτοὶ ἐξαφανίστηκαν πιά. Στὴν ἐποχή μας ὑπάρχει μιὰ ἄλλου εἴ­δους λῃστεία, ἡ ὁποία ἐνεργεῖται μέσα στὶς πόλεις ὑπὸ ποικίλες μορφές. Οἱ λῃσταὶ αὐτοὶ περπατοῦν σὰν κύριοι, γιατὶ κατέχουν συνή­θως μεγάλα ἀξιώματα, καὶ μένουν ἀσύλληπτοι. Αὐτοὶ λῃστεύουν μὲ νόμους, μὲ ἑταιρεῖες, μὲ ἐμπορικὰ τράστ, μὲ ποικίλους νέους τρόπους.
Παρ’ ὅλα αὐτὰ κάποιοι ἄλλοι λῃσταὶ εἶνε ἀ­κόμη πιὸ ἐπικίνδυνοι, διότι κρύβονται. Μὴν τοὺς ζητήσετε μακριά. Εἶνε πολὺ κοντά μας· εἶνε μέσα μας. Εἶνε, ἀδελφοί μου, οἱ κακοὶ λογισμοί μας. Ἕνας κακὸς λογισμὸς ληστεύει τὸ νοῦ καὶ τραυματίζει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου.
Λῃσταὶ τέλος εἶνε τὰ πάθη μας. Δὲν ὑπάρ­χουν λῃσταὶ χειρότεροι. Αὐτὰ μᾶς καταστρέ­φουν. Πάρτε παράδειγμα τὸ κάπνισμα. Τί ξοδεύει κάθε μέρα, κάθε μῆνα, κάθε χρόνο ὁ καπνιστής; Νά ἕνας λῃστής. Τὸ ἀλκοὸλ ἔ­πειτα δὲν λῃστεύει; Ποιός ἄλλος ἀπογυμνώνει καὶ τραυματίζει ὅπως αὐτό; Λῃστὴς δὲν εἶνε τὰ ναρκωτικά, ποὺ ἔχουν τεραστία διάδοσι ἀκόμη καὶ στὰ σχολεῖα; Λῃσταὶ δὲν εἶνε τὸ χαρτο­παίγνιο, τὰ καζῖνο καὶ τὰ ἄλλα τυχερὰ παιχνίδια; Ἦρθε στὴ μητρόπολι κάποιος ποὺ δούλεψε στὴ Γερμανία καὶ κέρδισε μὲ κόπο καὶ μόχθο μερικὰ χρήματα. Ὅταν τὰ ἔφερε ἐδῶ, τοῦ ἔστησαν καρτέρι οἱ λῃσταὶ τῆς πράσινης τσόχας, τὸν παρέσυραν ὣς τὰ μεσάνυχτα στὸ παιχνίδι καί, ἄπειρος αὐτός, τά ’χασε ὅλα. Τὸ πρωΐ, ὅταν συνειδητοποίησε τί ἔπαθε, πῆγε ν’ αὐτοκτονήσῃ, νὰ πέσῃ στὸ ποτάμι.
Λῃστεύεται λοιπὸν τὸ ἀνθρώπινο γένος εἴτε ἀπὸ τὸ διάβολο εἴτε ἀπὸ τοὺς κακοποιούς. Ὁ μεγαλύτερος ὅμως λῃστής, ἀδελφοί μου, εἶνε ὁ ἑαυτός μας. Κάθε κακὸς λογισμὸς καὶ κάθε πάθος μας στοιχίζει καὶ σὲ χρῆμα καὶ σὲ ὑγεία καὶ σὲ τιμὴ καὶ ὑπόληψι καὶ σὲ χρόνια ζωῆς. Οἱ ἴδιοι λῃστεύουμε τὸν ἑαυτό μας.
* * *
Ποιός θὰ μᾶς σώσῃ; Ἡ φιλοσοφία; ἡ τέχνη; τὰ διάφορα συστήματα; Κάτω ἀπὸ τὸν οὐρα­νὸ ―ἂς τὸ διακηρύξουμε― δὲν ὑπάρχει ἄλ­λος ποὺ ἀξίζει νὰ ὀνομάζεται Σωτήρ. Σωτὴρ τῆς ἀνθρωπότητος εἶνε μόνο ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Κανείς ἄλλος δὲν ἀγάπησε τὸν ἄνθρωπο ὅπως ὁ Χριστός. Αὐτὸς εἶνε ὁ εὐεργέτης μας, αὐτὸς εἶνε ὁ καλὸς Σαμαρεί­της, ποὺ ἔδειξε ἐνδιαφέρον γιὰ τὴ σωτηρία μας. Σαμαρείτη τὸν ὠνόμαζαν οἱ ἐχθροί του ἐμπαικτι­κῶς. Ὁ Σαμαρείτης ὅμως αὐτὸς θεραπεύει ὅλο τὸν κόσμο στὸ πανδοχεῖο του.
Τὸ «πανδοχεῖον», ποὺ λέει τὸ Εὐαγγελίο (Λουκ. 10,34), ποιό εἶνε; Εἶνε ἡ Ἐκκλησία. Ἐκεῖ θεραπαύονται οἱ πληγὲς καὶ τὰ τραύματα. Ὅ­πως τρέχουμε στὰ ἰατρεῖα γιὰ νὰ θεραπευθοῦ­με ἀπὸ τὶς ἀρρώστιες, ἔτσι νὰ τρέχουμε στὴν Ἐκκλησία γιὰ νὰ βρίσκουμε τὴ θεραπεία μας. Που­θενά ἀλλοῦ ὁ ἄνθρωπος δὲ βρίσκει δύναμι καὶ παρηγοριά, ζωὴ καὶ θάρρος, ὅπως στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Εἶσαι στενοχωρημένος; Ἔλα στὸ ἰατρεῖο τῆς Ἐκκλησίας νὰ σοῦ σφογγίσῃ τὰ δάκρυα καὶ ν᾿ ἀκούσῃς· «Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖ­ψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον» (Ἰω­άν. 16,33). Ἔρχεται τὸ ὀρφανό, ἡ χήρα, ὁ κάθε πονεμένος, καὶ —δὲν εἶνε ψέμα— βρί­σκει παρηγορία καὶ ἐνίσχυσι.
Εἶσαι φιλάργυρος καὶ πλεονέκτης; Ἔλα στὸ ἰατρεῖο τῆς Ἐκκλησίας. Φάρμακο ῥιζικῆς θεραπείας εἶνε τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ· «Πώλη­σόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς» (Ματθ. 19,21). Ἡ ἐλεημοσύνη θεραπεύει τὴν πλεονεξία.
Εἶσαι θυμώδης καὶ ὀργίλος; Ἔλα στὸ ἰατρεῖο τῆς Ἐκκλησίας. Φάρμακο εἶνε ἡ ταπεί­νω­σις τοῦ Χριστοῦ. Θὰ τὸν ἀκούσῃς νὰ σοῦ λέῃ· «Μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν» (Ματθ. 11,29).
Εἶσαι ἄρρωστος; Ἔλα στὸ ἰατρεῖο τῆς Ἐκ­κλησίας. Ἐκεῖνο ποὺ δὲν μποροῦν νὰ κάνουν οἱ γιατροί, τὸ κατορθώνει ἡ πίστι στὸ Χριστό, ποὺ εἶνε «ὁ ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμά­των ἡμῶν» (θ. Λειτ.), καὶ παρέχει τὸ «φάρμακον ἀθανασίας, ἀντίδοτον τοῦ μὴ ἀποθανεῖν» (ἅγ. Ἰγνάτιος).
Καὶ ἄν, ἀδελφέ μου, κινδυνεύεις νὰ πεθά­νῃς, ἔλα ν᾿ ἀκούσῃς τὸ Χριστὸ νὰ λέῃ· «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή» (Ἰωάν. 11,25).
Δὲν ὑπάρχει, ἀδελφοί μου, θρησκεία, ποὺ νὰ παρηγορῇ τόσο τὸν ἄνθρωπο, νὰ τὸν ζωογονῇ, νὰ τὸν τονώνῃ, νὰ τοῦ δίνῃ οὐράνιες δυ­νάμεις καὶ νὰ τὸν σῴζῃ, νὰ παίρνῃ τὴ λά­σπη καὶ νὰ τὴν κάνῃ ἄγγελο τοῦ Θεοῦ, ὅσο ἡ πίστι τοῦ Χριστοῦ μας. Γι’ αὐτὸ θά ’ρθῃ μέρα ποὺ καὶ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ καὶ τὰ ὑποχθόνια θὰ κηρύξουν τὴν ἀλήθεια αὐτή.
Ἡ Ἐκκλησία εἶνε τὸ ἰατρεῖο. Ἰατρεῖο ψυ­­χῆς καὶ σώματος. Ἐκεῖ ἂς σπεύδουμε ὅλοι οἱ ἀ­σθενεῖς. Καὶ εἴθε «ὁ ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμά­των ἡμῶν» νὰ σκέπῃ καὶ νὰ φυ­λάτ­τῃ ὅλους μας· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου