ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΟΣ ΤΟΥ ΟΡΑΜΑΤΟΣ ΤΟΥ Μ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ (Κ. Καραστάθης)
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΟΡΑΜΑΤΟΣ
ΤΟΥ Μ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Κώστα Β. Καραστάθη
«Μέγας Κωνσταντίνος, Κατηγορίες καί Ἀλήθεια»
[Ἱστορικὴ Μελέτη]
Ἀθῆναι 2012, Ἐκδ. «Ἄθως», σελ. 89-114
. Ὁ ἀείμνηστος καθηγητής Π. Τρεμπέλας γράφει: «Τό θαῦμα ὀφείλεται μέν σέ ὑπερφυσική αἰτία, ἀφ’ ἧς ὅμως συντελεσθεῖ καθίσταται πλέον ἱστορικό γεγονός καί ἀνήκει στήν Ἱστορία. Διότι καί τό θαῦμα γίνεται σέ τόπο καί σέ χρόνο, ὅπως ὅλα τά ἱστορικά γεγονότα, καί διενεργεῖται ἐνώπιον αὐτοπτῶν, τῶν ὁποίων ἡ μαρτυρία καταγράφεται στίς δέλτους τῆς Ἱστορίας. Ἐντεῦθεν ὀρθῶς παρατηρεῖ ὁ Leibniz (System theol. init.), ὅτι “’ἐάν τά εἰς προγενεστέρας ἐποχάς συντελεσθέντα θαύματα ἀναφέρονται μεθ’ ὅλων τῶν ἀποδείξεων, αἱ ὁποῖαι μᾶς χρησιμεύουν συνήθως διά νά στηρίξουμε τήν ἀλήθεια προγενεστέρων γεγονότων, ὀφείλουμε νά πιστεύουμε ταῦτα, ὡς ἐάν εἶχαν λάβει χώρα ἐπί τῶν ἡμερῶν μας”.»[i] Τά ὁράματα δέν ἀναφέρονται σπάνια στή Ἐκκλησιαστική Ἱστορία.*
* Ὁράματα ἔχουν ἰδεῖ οἱ Προφῆτες
Ἰεζεκιήλ, Ἠσαΐας καί Δανιήλ, οἱ Ἀπόστολοι Πέτρος καί Παῦλος, ὁ Μέγας
Ἀντώνιος, ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμάς, ὁ Ἅγιος
Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης, ὁ Ἅγιος Νήφων, ὁ Ἅγιος Μηνᾶς καί ἄλλοι πολλοί
ἀκόμα Ἅγιοι. Ὁ Νewman ὑπενθυμίζει τά θεϊκά σημεῖα, πού ἀναφέρονται στήν
Ἁγία Γραφή, καί πού προηγήθηκαν τῆς καταστροφῆς τῆς Βαβυλώνας καί τῆς
Ἱερουσαλήμ, τῆς πρώτης μέ τή σημείωση στόν τοῖχο τῆς αἴθουσας συμποσίων
καί τῆς δεύτερης μέ τούς οἰωνούς πάνω ἀπό τόν οὐρανό της. (Richardson,
Prolegomena on Eus., Section 4. Appearance of the Cross in the sky to
Constantine)
. Ἀλλά τί εἶναι ἱστορικότητα; «Ἱστορικότητα εἶναι
α) ἡ ἰδιότητα ἑνός γεγονότος νά ἀποτελεῖ μέρος ἤ νά διαδραματίζει
σημαντικό ρόλο στή διαμόρφωση τῆς Ἱστορίας καί β) τό νά ἀποτελεῖ κάτι
πραγματικό γεγονός, νά μαρτυρεῖται ἀπό πηγές (Λεξικό Μπαμπινιώτη).
. Μολονότι σύμφωνα μέ τόν παραπάνω ὁρισμό, τό ὅραμα τοῦ
Κωνσταντίνου ἔχει διαδραματίσει ὕψιστο ρόλο στή διαμόρφωση τῆς Ἱστορίας,
ἄρα διαθέτει ἱστορικότητα, ἐμεῖς, μή ἀρκούμενοι στήν κάλυψη πού παρέχει
τό πρῶτο μέρος τοῦ ὁρισμοῦ, ἀναζητήσαμε καί μαρτυρίες ἔγκυρων πηγῶν,
διότι οἱ ἄθεοι ἤ οἱ ὀρθολογιστές τῆς Δύσης, καθώς διδάχτηκαν ἀπό τούς
παγανιστές, ἀμφισβητοῦν ἔντονα τό ὅραμα, ἤ τό ἐξηγοῦν ὡς δῆθεν πολιτικό
ἑλιγμό τοῦ Αὐτοκράτορα νά προσεταιριστεῖ τούς χριστιανούς, ἤ κάνουν λόγο
γιά ἕνα τυχαῖο σχηματισμό τῶν νεφῶν, ἤ γιά «παραήλιο», ἤ γιά «ἅλω» τοῦ
φεγγαριοῦ, ἤ γιά θέση ἀστεριῶν (μέσα στό καταμεσήμερο), ἤ γιά φωτεινούς
δακτυλίους τοῦ ἡλίου κ.ο.κ.
. Οἱ μαρτυρίες εἶναι οἱ ἑξῆς:
. α. Ὁ ἐπίσκοπος Καισαρείας Εὐσέβιος ὁ Παμφίλου, φίλος τοῦ Κωνσταντίνου, πού ἔγραψε μετά τό θάνατο τοῦ αὐτοκράτορος τό βιβλίο του «Εἰς Βίον μακαρίου Κωνταντίνου τοῦ Βασιλέως», ἀναφέρει ὅτι ὁ Κωνσταντίνος ἐ π ι β ε β α ί ω σ ε τ ό π ε ρ ι σ τ α τ ι κ ό τ ο ῦ ὁ ρ ά μ α τ ο ς στόν ἴδιο ἐ ν ό ρ κ ω ς[ii]. Ὁ ἴδιος ἱστορικός δίνει τήν πληροφορία ὅτι τό ὅραμα τό ε ἶ δ ε κ α ί ὁ σ τ ρ α τ ό ς τοῦ Κωνσταντίνου[iii]. Ὁ ἴδιος ἐπίσης παρέχει πολλές καί χαρακτηριστικές πληροφορίες γιά τό ὅραμα, καί σημειώνει ὅτι τό μήνυμα «ἐν τούτῳ νίκα» ἦταν στά ἑλληνικά. Μᾶς πληροφορεῖ ἀκόμα ὅτι ὁ Θεός πολλές φορές ἀξίωσε τόν Κωνσταντίνο νά ἰδεῖ θεϊκά σημεῖα, τά ὁποῖα τοῦ παρεῖχαν πρόγνωση, γιά ὅσα ἔμελλε νά συμβοῦν[iv].
. β. Ὁ Λακτάντιος, χριστιανός ρήτορας, πού ὡς ὁ δάσκαλος τοῦ Κρίσπου, πρωτότοκου γιοῦ τοῦ Κωνσταντίνου, εἶχε στενές σχέσεις μέ τό παλάτι, ἀναφέρει ὅτι «ὁ Κωνσταντίνος προειδοποιήθηκε σέ ἕνα ὄνειρο νά χαράξει τό ο ὐ ρ ά ν ι ο σ η μ ε ῖ ο τ ο ῦ Θ ε ο ῦ (caeleste signum dei) πάνω στίς ἀσπίδες τῶν στρατιωτῶν του καί ἔτσι νά ἐνταχθοῦν στή μάχη»[v]. Ποιό εἶναι τό «οὐράνιο σημεῖο» ἄν ὄχι τό ὅραμα τοῦ Κωνσταντίνου;
. γ. Σέ ἕνα ἀπό τά διασωζόμενα «σπαράγματα» ἀπό τήν Ἐκκλησιαστική Ἱστορία τοῦ Φιλοστόργιου, πού ἀναφέρονται στό μαρτυρικό θάνατο τοῦ Ἁγίου Ἀρτεμίου
καί πού διασώζει ὁ Ἰωάννης ὁ Μοναχός, τοῦτ’ἔστιν ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ
Δαμασκηνός, στό βιβλίο του «Μαρτύριον τοῦ Ἁγίου Ἀρτεμίου», (passio
Sancti Artemii), ὁ Ἅγιος Ἀρτέμιος, συνδιαλεγόμενος λίγο πρό τοῦ
μαρτυρίου του μέ τόν φονέα του Ἰουλιανό τόν Παραβάτη, τοῦ δίνει τήν ἑξῆς
ἀπόκριση σέ κατηγορία του κατά τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου: «Ἀπέκλινε δέ (ὁ Κωνσταντίνος) πρός τόν Χριστόν, οὐρανόθεν ἐκείνου καλέσαντος, ὅτε τήν πρὸς τόν Μαξέντιον
δριμεῖάν τε καί βαρυτάτην διηγωνίσατο μάχην, δείξας αὐτῷ τό τοῦ
σταυροῦ σημεῖον μεσούσης ἡμέρας, ὑπέρ τόν ἥλιον ταῖς αὐγαῖς ἐξαστράπτον,
καί γράμμασιν ἀστροτύπως Ῥωμαϊκοῖς διασημήνας αὐτῷ τήν τοῦ πολέμου
νίκην· ἡμεῖς τε γάρ αὐτοὶ τό σημεῖον ἐθεασάμεθα τῷ πολέμῳ
παρόντες, καί τά γράμματα ὑπανέγνωμεν· ἀλλά καί τό στρατόπεδον ἅπαν
τεθέατο, καί πολλοὶ τούτου μάρτυρες ἐν τῷ σῷ στρατοπέδῳ τυγχάνουσιν, εἴ
γε ἄρα ἐρωτῆσαι θελήσειας.»[vi]
. Ὁ Φιλοστόργιος, πού γεννήθηκε τό 368 μ.Χ.,
δηλαδή μόλις ἑπτά χρόνια μετά τό μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Ἀρτεμίου, ἔχει
ἀρυσθεῖ τίς πληροφορίες του ἀπό ἀνθρώπους πού ἔζησαν τά παραπάνω
γεγονότα καί ἑπομένως αὐτές δέον νά θεωρῦνται ἔγκυρες.
. δ. Ὁ ποιητής Ὀπτατιανός (σύγχρονος τοῦ Κωνσταντίνου) σέ πανηγυρικό του λόγο πρός τιμήν τοῦ Μ. Κωνσταντίνου τό 326 στά Vicenalia ὀνομάζει καί αὐτός τό ὅραμα τοῦ Σταυροῦ caeleste signum «ο ὐ ρ ά ν ι ο σ η μ ε ῖ ο»[vii].
. ε. Ὁ Ναζάριος, ἕνας ὁμιλητής σύγχρονος τοῦ Κωνσταντίνου, σέ ὁμιλία του πρός τιμήν τοῦ αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου, πού δέν ἦταν παρών, κάνει λόγο γιά ὁρισμένο ἀπροσδιόριστο οἰωνό, πού γέμισε τούς στρατιῶτες τοῦ Κωνσταντίνου μέ φόβο καί ἀνησυχία, ἀλλά καί τούς ἐνθάρρυνε στόν ἀγώνα: «Ποιός Θεός, ποιά θεία παρουσία ἐνθάρρυνε ἐσένα, ὥστε ὅταν ὅλοι οἱ σύντροφοί σου στά ὅπλα καί οἱ διοικητές ὄχι μονάχα μυστικές ἀνησυχίες, ἀλλ’ ἀνοιχτούς φόβους εἶχαν τοῦ οἰωνοῦ, ἀκόμα ἐνάντια στίς συμβουλές τῶν ἀνθρώπων, ἐνάντια στίς προειδοποιήσεις τῶν ἱερέων, ἐσύ ἔπραξες σύμφωνα μέ τήν ἀντίληψή σου, ὥστε νά ἔρθει ἡ ὥρα τῆς παράδοσης;»[viii].
. ϛ´. Ὁ Ρουφίνος (345 – 410 μ.Χ.) συγγραφέας καί αὐτός τοῦ 4ου αἰώνα, ἀναφέρει τήν ἐμφάνιση τοῦ Σταυροῦ.
. ζ´. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός (329 – 390
μ.Χ.) στό Δεύτερο Στηλιτευτικό του κατά τοῦ Ἰουλιανοῦ Λόγο σαφῶς
ὑπαινίσσεται τό ὅραμα τοῦ Μ. Κωνσταντίνου. Ἀναλυτικά τά πράγματα ἔχουν
ὡς ἑξῆς:
Ὁ Ἀποστάτης αὐτοκράτορας, προφανῶς γιά νά ἱκανοποιήσει τούς Ἑβραίους,
συμμάχους του στόν ἀγώνα του κατά τῶν χριστιανῶν, διέταξε νά ξαναχτιστεῖ
ὁ Ναός τοῦ Σολομῶντος. Οἱ ἐργασίες ἐκσκαφῆς θεμελίων προχωροῦσαν, ὅταν
αἰφνιδίως φλόγες ἀναπήδησαν μέσα ἀπό τά ἀνασκαμμένα θεμέλια τοῦ Ναοῦ,
πού ἄλλους ἀπό τούς ἐκεῖ ἐργαζόμενους κατέκαψαν καί ἄλλους ἀκρωτηρίασαν,
βάζοντας τελικά ἄδοξο καί ὁριστικό τέλος στίς ἐργασίες. Ὁ ἅγιος
Γρηγόριος ὁμιλεῖ γιά θαῦμα καί εὐθύς ἀμέσως κάνει λόγο καί γιά ἕνα ἄλλο
προγενέστερο θαῦμα, «ὃ δέ ἔτι τούτου παραδοξότερον καί περιφανέστερον, ἔστη φῶς ἐν τῷ οὐρανῷ τόν σταυρὸν περιγράφον, καί τό πρότερον ἐπί γῆς ἀτιμαζόμενον τοῖς ἀθέοις καί σχῆμα καί ὄνομα νῦν ἐν οὐρανῷ δείκνυται πᾶσιν ἐπίσης, καί γίνεται τρόπαιον τῷ Θεῷ τῆς κατά τῶν ἀσεβῶν νίκης, τροπαίου παντός ὑψηλότερον[ix].» Δηλαδή: «Ἀπό αὐτό (τό θαῦμα τῶν φλογῶν)
πιό παράδοξο ἀκόμα καί πιό ξακουστό στάθηκε τό φῶς στόν οὐρανό, πού
σχηματίζει τόν Σταυρό, καί ἐκεῖνο, πού πρωτύτερα ἀτιμαζόταν ἀπό τούς
ἄθεους καί ὡς σχῆμα καί ὡς ὄνομα, τώρα στόν οὐρανό δείχνεται ἀπ’ ὅλους
ἐπίσης, καί ὑπό τοῦ Θεοῦ γίνεται τρόπαιον νίκης κατά τῶν ἀσεβῶν,
ὑψηλότερο κάθε ἄλλου τροπαίου.»
. Τά γεγονότα τοῦ Ναοῦ συνέβησαν κατά τό 361. Τίθεται τώρα
τό ἐρώτημα: Ἄραγε ὁ ἅγιος Γρηγόριος θυμίζει στούς ἀκροατές του τό
φωτεινό Σταυρό πού ὁ Κωνσταντίνος εἶχε δεῖ σέ ὅραμα καί πού ὅλοι τῆς
ἐποχῆς τους εἶχαν ἀκουστά ἀπό τίς διηγήσεις τῶν παλαιοτέρων, ἤ τό
φωτεινό Σταυρό πού εἶχαν δεῖ στόν οὐρανό οἱ κάτοικοι τῆς Ἱερουσαλήμ λίγα
χρόνια νωρίτερα (τό 346, βλέπε στή σελίδα …);
. Ἀλλά ὁ Σταυρός κατέστη «τρόπαιον τῷ Θεῷ τῆς κατὰ τῶν ἀσεβῶν νίκης, τροπαίου παντὸς ὑψηλότερον» στή
μάχη τῆς Μουλβίας καί στούς μετέπειτα πολέμους τοῦ Κωνσταντίνου. Ὁ
μεγάλος Ἱεράρχης λοιπόν ὑπαινίσσεται τό ὅραμα τοῦ Κωνσταντίνου. Καί
τούτη ἡ πληροφορία του ἔχει ξεχωριστή σημασία γιά τήν ἔρευνα, ἐπειδή ὁ
Γρηγόριος ὑπῆρξε ἕνας ἀπό τούς κοντινότερους χρονικά πρός τόν
Κωνσταντίνο συγγραφεῖς, μετά τό Λακτάντιο, τόν Εὐσέβιο, τόν Ὀπτατιανό
καί τό Ναζάριο καί σύγχρονος τοῦ Ἰουλιανοῦ.*
* Γιά τά γεγονότα τοῦ ναοῦ τοῦ
Σολομῶντος κάνουν λόγο στά βιβλία τους καί οἱ Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος,
Θεοδώρητος, Φιλοστόργιος, ὁ Ἑβραίος ραββίνος Γεδαλίας καί ὁ φίλος τοῦ
Ἰουλιανοῦ παγανιστής Ἀμμιανός Μαρκελλίνος (332-400). Οἱ ὀρθολογιστές
πάντως ἀποδίδουν τίς φλόγες τοῦ ἀνασκαφέντος τόπου σέ ἀέρια τῆς γῆς.
. η´. Ὁ Σωζομενός (πέθανε τό 433 μ.Χ.) ἀρχικά ἀναφέρει ὅτι ὁ Κωνσταντίνος εἶδε στ’ ὄνειρό του τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ (ὄναρ εἶδε ἐν τῷ οὐρανῷ σελαγίζειν), καί ἔπειτα, ἴσως ἀπό ἐπιρροή τοῦ Εὐσεβίου, τόν ὁποῖο ἀναφέρει, μιλάει γιά τήν ἐμφάνιση στόν οὐρανό[x].
. θ´. Ὁ Σωκράτης ὁ Σχολαστικός (380 – 439 μ.Χ.) ἀφοῦ κάνει λόγο γιά τό ὅραμα τοῦ Σταυροῦ, προσθέτει: «Αὐτός τε (δηλαδή ὁ Κωνσταντίνος) τοῖς οἰκείοις σχεδόν ἀπιστῶν ὀφθαλμοῖς, ἠρώτα καί τούς παρόντας, εἰ καί αὐτοί τῆς αὐτῆς ἀπολαύουσιν ὄψεως. Τῶν δέ συμφωνησάντων, ἀνερρώνυτο μέν ὁ βασιλεύς ἐπί τῇ θείᾳ καί θαυμαστῇ φαντασίᾳ»[xi].
. ι´. Ὁ Γελάσιος Καισαρείας (β´ μισό τοῦ 5ου αἰώνα μ.Χ.) ἀναφέρει τά ἑξῆς γιά τό ὅραμα: «Οὕτω δέ κεκριμένης τῆς μάχης καί τῆς παρατάξεως ἰσορρόπῳ οὔσης, οὐρανόθεν ὁ Θεός Κωνστατῖνον ὁπλίζει, δείξας αὐτῷ τό σωτήριον τοῦ Σταυροῦ σύμβολον φωτοειδῶς ἐν οὐρανῷ. Γράμματα δέ ἐμήυσε(;) τῆς ὄψεως τήν δύναμιν, λέγοντα «τούτῳ νίκα». Τοῦτο τό διήγημα τοῖς μέν ἀπίστοις μῦθος εἶναι δοκεῖ καί πλάσμα, τοῖς δέ ἡμετέροις δόγμασι κεχαρισμένον. Τοῖς δέ ἀληθῆ πιστεύειν συνειθισμένοις, ἐναργής τοῦ πράγματος ἡ ἀπόδειξις.»[xii]
. Ἀλλά στό ὅραμα τοῦ Σταυροῦ ἀναφέρονται ἀκόμη καί μεταγενέστεροι συγγραφεῖς:
. Ὁ Ζωναρᾶς
(1042 – 1130 μ.Χ.) ἀναφέρεται σέ τρεῖς ἄλλες θεοσημίες τοῦ
Κωνσταντίνου: Κατά τή διάρκεια τῶν συγκρούσεων πού εἶχε μέ τό Λικίνιο ἤ
μέ τό Μαξέντιο, πρόσεξε κάποιον ὁπλισμένο καβαλάρη, πού ἀντί γιά σημαία,
κρατοῦσε τό σύμβολο τοῦ Σταυροῦ καί προπορευόταν μπροστά ἀπό τήν
παράταξή του. Ἄλλη μιά φορά εἶδε στήν Ἀδριανούπολη δύο νεαρούς νά
θερίζουν τίς φάλαγγες τῶν ἐχθρῶν. Κάποτε στήν περιοχή τοῦ Βυζαντίου, ἐνῶ
ἦταν νύχτα καί ὅλοι κοιμούνταν, τοῦ φάνηκε πώς ἄστραψε γύρω ἀπό τό
στρατόπεδό του. Ἀπό τά σημάδια αὐτά ὁδηγήθηκε στό συμπέρασμα ὅτι οἱ
ἐπιτυχίες καί οἱ νίκες του εἶχαν θεϊκή προέλευση[xiii].
. Καί ὁ βυζαντινός λόγιος Νικηφόρος Κάλλιστος (1250 –1330 μ.Χ.) κάνει λόγο γιά τό Ὅραμα[xiv].
. Πέρα ἀπό τίς μαρτυρίες, ὑπάρχουν καί κάποια λογικά συμπεράσματα ἑνός κοινοῦ νοῦ, πού ὁδηγοῦν στό ἴδιο ἀποτέλεσμα, στό ὅτι δηλαδή τό Ὅραμα τοῦ Κωνσταντίνου ὑπῆρξε ἕνα πραγματικό γεγονός:
. α. Ἡ πλήρης μεταστροφή τοῦ Κωνσταντίνου στό Χριστιανισμό μετά τή μάχη τῆς Μουλβίας (γιά τήν ὁποία γίνεται ἐκτενής λόγος στό ἑπόμενο κεφάλαιο) εἶναι, κατά τήν ταπεινή γνώμη μας, ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη τῆς ἱστορικότητας τοῦ ὁράματος.
. β. Ποτέ ἕνας ἐχέφρων αὐτοκράτορας δέν θά ἐπεδίωκε νά προσεταιρισθεῖ γιά στήριξή του μιά μικρή μειοψηφία χριστιανῶν στρατιωτῶν του, προκαλώντας συγχρόνως ἐναντίον του τήν ἐχθρότητα τῆς συντριπτικῆς πλειοψηφίας τῶν παγανιστῶν, ἄν δέν συνέβαινε κάτι πολύ συνταρακτικό, πού νά ὠθοῦσε τόν Κωνσταντίνο σ’ αὐτή τήν ἀπόφαση. Ὁ εὐφυέστατος καί συνετός Κωνσταντίνος ποτέ δέν θά διακινδύνευε τήν πειθαρχία στό στράτευμά του διατάζοντας τούς στρατιῶτες του νά ἀναγράψουν στίς ἀσπίδες τους τό Μονόγραμμα τοῦ Χριστοῦ, καθ’ ἥν στιγμήν τό 85-90% αὐτῶν ἦταν παγανιστές, ἄν δέν ἀντλοῦσε δύναμη καί ἐλπίδα ἀπό αὐτό τό θεϊκό σημάδι. Τό φαινόμενο ἦταν πέραν τῶν ὁρίων τῆς φύσης, ἦταν ἕνα θαῦμα, καί ἐπηρέασε βαθύτατα τόν Αὐτοκράτορα.
. γ. Ἡ ἀναμνηστική ἐπιγραφή τῆς μεγάλης νίκης του κατά τοῦ Μαξέντιου, πού γράφηκε στήν ἁψίδα (γιά τήν ὁποία γίνεται λόγος παρακάτω) καθ’ ὑπόδειξη τοῦ ἰδίου, περιλαμβάνει τήν ἔκφραση «Instinctu Divinitatis et magnitudine mentis» (Μέ θεία παρώθηση καί τή μεγάλη φρόνησή του).
. δ. Ὁ στυγερός διώκτης τῶν χριστιανῶν Λικίνιος, διαδίδοντας ὅτι μίλησε μέ Ἄγγελο, ὁ ὁποῖος τοῦ δίδαξε τάχα μιά προσευχή πρίν ἀπό τή μάχη του μέ τό Μαξιμίνο, καθώς μᾶς ἐνημερώνει ὁ Λακτάντιος[xv], φανερώνει πώς ἦταν ἐνημερωμένος γιά τό ὅραμα τοῦ Κωνσταντίνου, ὅτι γνώριζε γιά τή βαθύτατη ἀπήχηση, πού εἶχε αὐτό τό ὑπερκόσμιο γεγονός στό λαό καί στό στράτευμα τοῦ Κωνσταντίνου, καί ὅτι θέλησε ἀντιγράφοντάς τον, νά κλέψει λίγη δόξα ἀπό ἐκεῖνον…
. Ἀλλά καί ἀπό τους συγγραφεῖς τῶν νεωτέρων χρόνων πολλοί ἀποδέχονται τό ὅραμα ὡς πραγματικό γεγονός. Ἕνας σημαντικός θεολόγος τῆς Δύσης, ὁ Schaff, σέ μιά σειρά σκέψεων καί προβληματισμῶν πάνω στό θέμα τοῦ συγκεκριμένου ὁράματος, ὅπου διαλαμβάνει καί μιά σειρά ἐνστάσεων τῶν ὀρθολογιστῶν ἐπί τοῦ θέματος, ἔναντι τῶν ὁποίων ἐπιχειρεῖ νά ἀρθρώσει συμβιβαστικές λύσεις, τελικά καταλήγει: «Ὅτι τό ὅραμα ἐπισημάνθηκε ὡς ὑπερφυσικῆς προελεύσεως, εἰδικά μετά ἀπό τήν εὐτυχή ἐπιτυχία, εἶναι φυσικό καί συμβατό μέ τίς ἐπικρατοῦσες ἰδέες τῆς ἐποχῆς. Ὁ Τερτυλλιανός καί ἄλλοι Πατέρες πρίν ἀπό τή Σύνοδο τῆς Νίκαιας καί μετά ἀπό αὐτή άπέδωσαν πολλές μεταβολές στά νυχτερινά ὄνειρα καί ὁράματα. Ὁ Κωνσταντίνος καί οἱ φίλοι του ἀναφέρουν τά σημαντικότερα γεγονότα τῆς ζωῆς του, ὅπως τή γνώση τῆς προσέγγισης τῶν ἐχθρικῶν στρατευμάτων, τήν ἀνακάλυψη τοῦ Παναγίου Τάφου, τήν ἵδρυση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, στή θεία ἀποκάλυψη μέσῳ ὀραμάτων καί ὀνείρων. Ἐμεῖς δέν εἴμαστε διατεθειμένοι ν’ ἀρνηθοῦμε στό ἐλάχιστο τή σύνδεση τοῦ ὁράματος τοῦ σταυροῦ μέ τήν ἐπέμβαση τῆς Θείας Πρόνοιας, ἡ ὁποία ἔλεγξε αὐτή τήν ἀξιοπρόσεκτη κρίσιμη καμπή τῆς Ἱστορίας. Ἡ ἴδια ἡ Βίβλος ἐπικυρώνει τή γενική θεωρία τῶν θεόσταλτων καί προφητικῶν ὀνείρων καί τά νυκτερινά ὁράματα, μέσῳ τῶν ὁποίων οἱ θεῖες ἀποκαλύψεις γνωστοποιοῦνται στούς ἀνθρώπους.»[xvi]
. Πολλοί ἀκόμα ἱστορικοί ἀποδέχονται τήν ἱστορικότητα τοῦ ὁράματος, ἀλλά καί πολλοί τήν ἀρνοῦνται.*
* Ὁ Βέλγος ἱστορικός Grégoire βλέπει
τό ὅραμα καί τή μεταστροφή τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου ὡς μεταθανάτιο
ξαναγράψιμο τῶν γεγονότων ἀπό τόν Εὐσέβιο.
. Ὁ Murdock (στίς σημειώσεις του στή μετάφραση τοῦ Mosheim) προβάλλει καί τούτη τήν ἀξιοπρόσεκτη παρατήρηση: «Ἐάν τό θαῦμα τοῦ φωτεινοῦ Σταυροῦ εἶναι μιά πραγματικότητα, ὁ Θεός ὁ ἴδιος ἔχει ἐγκρίνει τή χρήση τοῦ Σταυροῦ ὡς ὁρισμένο σύμβολο τῆς θρησκείας μας, ἔτσι ὥστε δέν ὑπάρχει καμιά δεισιδαιμονία στή χρήση ἀπό αὐτό, ἀλλά οἱ Καθολικοί εἶναι σωστοί, καί οἱ Προτεστάντες σ’ ἕνα λάθος σ’ αὐτό τό θέμα»! Ὁ Murdock λησμόνησε μονάχα ν’ ἀναφέρει ὅτι καί οἱ Ὀρθόδοξοι ἔχουν στή λατρεία τους τό Σταυρό. Καί ὅτι ὁ Σταυρός – γι’ αὐτούς κατ’ ἐξοχήν – εἶναι τό κορυφαῖο σύμβολο πίστεως, θυσίας καί ἁγιασμοῦ, καί κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο «τοῖς σωζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ» (Α΄ Κορ. α´ 17).
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ[i] Π. Τρεμπέλα, «Τα θαύματα, ἐν Αλεξανδρείᾳ», 1917, «Ἰησούς ὁ ἀπό Ναζαρέτ, σελ. 193 – 221.
[ii] Εὐσ. Β. Κ. Λόγ. 1 κεφ. 28
[iii] Εὐσ. Β. Κ. Λόγ. 1 κεφ. 28
[iv] Εὐσ. Β. Κ. Λόγ. 1, κεφ.47, καί Εὐσ. Τριακονταετηρικός κεφ.11
[v] Λακτ. Περί τῶν θαν. τῶν διωκτῶν κεφ. 44
[vi] Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Artemii Passio, P.G.96, σελ. 1293
[vii] Oπτατ. Panegyr. 6 (326),caelestis = ὁ ἐξ οὐρανοῦ, θεϊκός
[viii] Ναζάρ. Panegyr.Λατ. 10
[ix] Γρηγ.Θεολ. Β΄Στηλ. 4.P.G. (Κ.Π.Ε.) 35
[x] Σωζομ. Ἐκκλ. Ἱστ. βιβλ. 1, κεφ. 3
[xi] Σωκρ. Ἐκκλ. Ἱστ. βιβλ. 1, κεφ. 2
[xii] Γελάσ. ’Εκκλ. Ἱστ. βιβλ. 1, κεφ. 4 ( P.G. J. P. τόμος 85, σελ. 1204)
[xiii] Ζων. βιβλ. 13, κεφ, 1, σελ. 56
[xiv] P.G. 146, σελ. 16
[xv] Λακτ. Περί τῶν θανάτων τῶν διωκτῶν, Κεφ. 46
[xvi] Schaff, Philip: History of the Christian Church, Volume III: Nicene and Post-Nicene Christianity. A.D. 311-600 , Vol. III, Chapt, I , p. 19-23
ΠΗΓΗ: ΚΛΙΚ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου