Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2015

Η ΠΑΠΟΣΥΝΗ ΕΜΠΝΕΕΙ ΠΑΝΤΑ ΤΟ ΦΑΝΑΡΙ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)

Ἡ Παποσύνη ἐμπνέει πάντα τὸ Φανάρι

Τοῦ Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

.             Ἡ παποσύνη ἐμπνέει τὸ Φανάρι. Ἐπιδίωξε νὰ ἀναβαθμιστεῖ τὸ Γραφεῖο του στὴν Ἀθήνα σὲ Νομικὴ Προσωπικότητα Διεθνοῦς Δικαίου, δηλαδὴ σὲ «πρεσβεία», κατὰ τὰ πρότυπα τῆς νουντσιατούρας ποὺ διαθέτει τὸ Βατικανό. Ἡ ἐνέργεια προχώρησε ἐρήμην τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος διὰ τοῦ πρώην Ὑπουργοῦ Ἐσωτερικῶν κ. Γ. Κατρούγκαλου καὶ ἡ ὑλοποίησή της ἀπετράπη λόγῳ τῆς ἔγκαιρης, πειστικῆς καὶ ἀποτελεσματικῆς παρέμβασης τοῦ Ἀρχιεπισκόπου κ. Ἱερωνύμου στοὺς Ὑπουργοὺς Ἐξωτερικῶν καὶ Παιδείας.
.           Μητροπολίτες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μᾶς ἐπισήμαναν ὅτι ἡ πρόσφατη ἀπόπειρα μετατροπῆς τοῦ Γραφείου τῆς Ἀθήνας σὲ «πρεσβεία» εἶναι ἡ πιὸ πρόσφατη σὲ μία σειρὰ ἐνεργειῶν τοῦ Φαναρίου σὲ βάρος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μετὰ τὴν ἄρνηση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου κ. Ἱερωνύμου καὶ τῆς μεγάλης πλειονοψηφίας τῆς Ἱεραρχίας νὰ ὑπακούσουν στὴ θέληση τοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου καὶ νὰ ἐκλέξουν στὴ Μητρόπολη Ἰωαννίνων τὸν προταθέντα ἀπὸ αὐτὸν Ἑλλαδίτη Ἀρχιμανδρίτη Ἀμφιλόχιο Στεργίου.
.              Ὅπως μᾶς σημείωσαν οἱ ἐν λόγῳ Μητροπολίτες δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι γιὰ πρώτη φορὰ προσκλήθηκαν στὸ Φανάρι ὅλοι οἱ Μητροπολίτες τῶν «Νέων Χωρῶν» τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος κατὰ τὴν ἐτήσια σύναξη τῶν ἀρχιερέων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, ἀπὸ τοὺς ὁποίους μάλιστα ζητήθηκαν «δηλώσεις νομιμοφροσύνης» πρὸς Αὐτὸν ἀπὸ τηλεοπτικὸ ἐκκλησιαστικὸ ἑλληνικὸ κανάλι. Δὲν εἶναι τυχαῖο ἐπίσης ὅτι λίγες ἡμέρες μετὰ τὴν ἀποτυχία του νὰ ἐκλεγεῖ Μητροπολίτης Ἰωαννίνων ὁ Ἀρχιμανδρίτης Ἀμφιλόχιος Στεργίου, μὲ πρόταση τοῦ κ. Βαρθολομαίου, ἐξελέγη Μητροπολίτης Ἀδριανουπόλεως ἀπὸ τὴ Σύνοδο τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου. Δὲν εἶναι τυχαῖο ἀκόμη πὼς ὁ ἐν λόγῳ κληρικὸς τοποθετήθηκε διευθυντὴς στὸ Γραφεῖο τῆς Ἀθήνας, χωρὶς τὸ Φανάρι νὰ ζητήσει τὴ συγκατάθεση τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν καὶ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καὶ πὼς ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του ἔγινε ἡ ἐπιχείρηση μετατροπῆς τοῦ Γραφείου σὲ «πρεσβεία».

Τί ἐπιδιώκει τὸ Φανάρι καὶ τί ἰσχύει γιὰ τὸ Βατικανὸ

.         Νομικοὶ κύκλοι προσκείμενοι στὸ Φανάρι ἀπὸ καιρὸ ἔχουν ἐκφράσει τὴν ἄποψη πὼς «ὁ καιρὸς βιάζει γιὰ σημαντικὲς κινήσεις στρατηγικῆς πνοῆς ποὺ θὰ ἐπιτρέψουν τὴν ἀναγνώριση σ’ αὐτὸ ἑνὸς καθεστῶτος ἀνεξαρτησίας καὶ οὐδετερότητας στὴν ἕδρα του». (Βλ. σχ. Μαλαματῆς Βαλάκου–Θεοδωρούλη «Τὸ νομικὸ περίγραμμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στὸ πλαίσιο τῆς διεθνοῦς κοινότητας», Ἐκδ. Σάκκουλα, Ἀθήνα – Θεσσαλονίκη 2001, σελ.357).
.         Ἡ ἀλήθεια εἶναι πὼς δὲν εἶναι εὔκολη ἡ ἐπιτυχία μιᾶς τέτοιας ἐπιδίωξης, ἂν καί, ὑπὸ κοσμικὴ θεώρηση, θὰ δημιουργοῦσε μία εὐνοϊκότερη κατάσταση στὴ λειτουργία τοῦ Πατριαρχείου. Ἡ Λατινικὴ Ἐκκλησία ἔχει τελείως διαφορετικὰ δεδομένα ἀπὸ τὸ Φανάρι καὶ τὸ ἔχει ἐπιτύχει. Ἡ θέση ποὺ ἀποδέχεται τὸ Βατικανὸ εἶναι αὐτὴ τοῦ P.A. D’ Avack: «Ἡ Ἁγία Ἕδρα ἑδραιώνεται ὡς ὑποκείμενο διεθνοῦς δικαίου ὄχι μόνο ὡς κυρίαρχος τοῦ Κράτους τῆς Πόλης τοῦ Βατικανοῦ, ὅπως οἱ ὑπόλοιποι principes temporales, ἀλλὰ πρώτιστα καὶ ἀνεξάρτητα ἀπὸ αὐτό, χάρη στὸ παγκόσμιο πνευματικό της πρωτεῖο ὡς ὕπατος θεσμὸς τῆς Ἐκκλησίας» (D’ AVACK P.A., Santa Sede, 1846).
.         Στὴν περίπτωση τοῦ Φαναρίου ἡ ἐπιδίωξή του κατὰ τὰ τελευταῖα χρόνια νὰ προωθήσει τὸ παπικὸ πρωτεῖο στὴν Ὀρθοδοξία μπορεῖ νὰ ἔχει καὶ αὐτὴ τὴ σκοπιμότητα, νὰ ἐπιδιώξει δηλαδὴ νὰ καθιερωθεῖ ὡς Νομικὴ Προσωπικότητα Διεθνοῦς Δικαίου στὴν Κωνσταντινούπολη. Ὅμως αὐτὸ προϋποθέτει τὴν ἐκκλησιολογικὴ ἀποδοχὴ ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους τοῦ παπικοῦ πρωτείου στὸν Πατριάρχη τῆς Κωνσταντινούπολης. Αὐτὸ εἶναι ἀδύνατο κατὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία. Καὶ ἂν ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι γίνονταν αἱρετικοί, κάτι ἀδύνατο, πολὺ δύσκολα τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο θὰ μποροῦσε νὰ ὑπογράψει Συμφωνία μὲ τὴν Τουρκικὴ Κυβέρνηση ἀνάλογη μὲ ἐκείνη ποὺ ὑπογράφτηκε τὸ 1929 στὸ Λατερανὸ μεταξὺ τοῦ Βατικανοῦ καὶ τῆς Ἰταλίας.

Ἡ θέση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος

.         Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, γιὰ λόγους ἐκκλησιολογικοὺς καὶ Κανονικοῦ Δικαίου, ἐπὶ Ἀρχιεπισκόπων Σεραφείμ, Χριστοδούλου καὶ Ἱερωνύμου Β΄, δὲν ἔχει ἀναγνωρίσει τὸν Νούντσιο (πρεσβευτὴ) τοῦ Πάπα. Ἐπίσης ἐπὶ Ἀρχιεπισκόπου Σεραφεὶμ ἀντέδρασε ἔντονα στὴ δημιουργία Νουντσιατούρας στὴν Ἀθήνα, ἀλλὰ τὴν ἐπέβαλε ἡ ἑλληνικὴ κυβέρνηση. (Βλ. σχ. Ἰωάννη Ἀσημάκη «Ἡ πορεία τῶν σχέσεων Ἑλλάδος – Ἁγίας Ἕδρας 1820-1980, Θεσσαλονίκη 2007 σελ. 585 κ.ε).
.         Πέραν τοῦ ὅτι ἐκκλησιολογικὰ ἀποκλείεται ἡ δημιουργία «πρεσβείας» τοῦ Φαναρίου στὴν Ἀθήνα, αὐτὴ ἀποκλείεται καὶ ἀπὸ τὰ ὅσα συζητήθηκαν καὶ συμφωνήθηκαν κατὰ τὶς συζητήσεις στὸ Φανάρι, τὸ 1998, γιὰ τὴ δημιουργία τοῦ Γραφείου. Ὁ τότε Ἀρχιγραμματέας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καὶ σήμερα Μητροπολίτης Καισαριανῆς κ. Δανιήλ, συμφωνοῦντος καὶ τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου Κορίνθου Παντελεήμονα, εἶχε σημειώσει: «Θὰ ἦτο πολὺ χρήσιμον νὰ φαίνεται εἰς τὸ κείμενον ὅτι ὁσάκις δημιουργηθῆ δυσαρέσκεια ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος πρὸς τὸ πρόσωπο τοῦ διευθυντοῦ τοῦ Γραφείου, αὐτὸ νὰ ἀποσύρεται». Στὸ τελικὸ κείμενο συμφωνήθηκε: «Τὸ Γραφεῖο νὰ ἀποφεύγει πᾶσαν ἀνάμιξιν εἰς τὰ ἐσωτερικὰ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος». Αὐτὸ σημαίνει πὼς τὸ Γραφεῖο ἔγινε σὲ ἀναφορὰ ὄχι πρὸς τὴν Ἑλληνικὴ Πολιτεία, ἀλλὰ πρὸς τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καὶ σὲ ἀμοιβαιότητα πρὸς τὴν ἐκ μέρους Της δημιουργία τοῦ Γραφείου τῶν Βρυξελλῶν.
.         Ἡ ἀπόπειρα τοῦ Φαναρίου νὰ δημιουργήσει «πρεσβεία» στὴν Ἀθήνα, σὲ ἀπ’ εὐθείας συνεννόηση μὲ τὴν ἑλληνικὴ κυβέρνηση καὶ χωρὶς νὰ ἐνημερώσει τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δὲν εἶναι μόνο ἀνεπίτρεπτη ἐκκλησιολογικὴ ἀπρέπεια. Εἶναι καὶ δεοντολογικὰ ἀνέντιμη. Φέρει στὴ μνήμη τὴ συμπεριφορὰ τοῦ Βατικανοῦ ἔναντι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Γνωρίζοντας τὴν ἄρνησή της γιὰ τὴν ἐγκατάσταση νουντσίου, τὴν παρέκαμψε καὶ τὴ συμφώνησε μὲ τὴν κοσμικὴ ἐξουσία. Οἱ Λατίνοι εἶναι ἑτερόδοξοι καὶ κοιτάζουν τὰ συμφέροντά τους, τὸ Φανάρι ὅμως εἶναι Ὀρθόδοξο καὶ ἔχει ἀνάγκη τὴ συμπαράσταση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τὴν ὁποία ἔχει πάντοτε καὶ παντοῦ ἀμέριστη, παρὰ τὰ πλήγματα ποὺ συνεχῶς Τῆς ἐπιφέρει.
.         Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δὲν ἄφησε ἀναπάντητη τὴν ἐνέργεια τοῦ Φαναρίου. Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ἀπέστειλε ἐπιστολὴ στὸν Πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο, μὲ τὴν ὁποία τοῦ ἐκφράζει τὴν πικρία καὶ ἔντονη δυσαρέσκειά της γιὰ αὐτὴν καὶ τοῦ σημειώνει ὅτι διὰ νὰ ἐξελιχθοῦν ὁμαλὰ οἱ σχέσεις τῶν δύο ὁμαίμων καὶ ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν θὰ πρέπει νὰ ἀποφεύγονται τέτοιες ἐνέργειες. Λόγῳ τῆς προκληθείσης κατάστασης ἐπιδεινώθηκε ἀκόμη περισσότερο ἡ σχέση τοῦ διευθυντοῦ τοῦ Γραφείου τῶν Ἀθηνῶν τοῦ Πατριαρχείου μὲ τὴν Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀθηνῶν καὶ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος.-

ΠΗΓΗ:   ΚΛΙΚ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου