Τρίτη 28 Απριλίου 2015

Ναὸς τῆς δημοκρατίας ἢ ναός τῆς... βωμολοχίας

Γράφει ὁ Δημήτριος Νατσιός, Δάσκαλος
«Ἡ βλακεία, ἡ ἐγωπάθεια, ἡ μωρία καὶ ἡ γενικὴ ἀναπηρία τῆς ἡγετικῆς τάξης στὴ σημερινὴ Ἑλλάδα σὲ φέρνει στὴν ἀνάγκη νὰ ξεράσεις... Εἶμαι βέβαιος πὼς τοῦτοι οἱ ἐλεεινοὶ δὲν ἀντιπροσωπεύουν τὴν ζωντανὴ Ἑλλάδα, δὲν ἀντιπροσωπεύουν τίποτε». Γ. Σεφέρης
Ἡ λέξη βωμολοχία ἔχει ἐνδιαφέρουσα ἐτυμολογικὴ ἑρμηνεία. Γιὰ τὰ γενέθλιά της, ὡς συνήθως, θὰ καταφύγουμε στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα. Θὰ μᾶς βοηθήσει αὐτὴ ἡ περιήγηση στὸ νὰ κατανοήσουμε ποιοὶ ἄνθρωποι, ποιοὶ ἐθνοπατέρες καὶ ποιὲς ἐθνομητέρες, ὅπως εὐφημιστικῶς λέγονται οἱ βουλευτές, κάθονται στὰ ἕδρανα τῆς Βουλῆς.
Στὴν ἀρχαιότητα, ὅταν γίνονταν θυσίες, οἱ διάφοροι χασομέρηδες καὶ κοπροσκυλιάζοντες κηφῆνες, συγκεντρώνονταν γύρω ἀπὸ τοὺς βωμούς, γιὰ νὰ πάρουν, μετὰ τὸ τέλος τῶν θυσιῶν, τὰ ἀπομένοντα ἐκ τῶν θυσιῶν κρέατα, τὰ εἰδωλόθυτα, ὅπως λέγονται (ἐκ τοῦ θύω, θυσιάζω εἰς τὰ εἴδωλα). Ἀλλὰ ἦταν τόσοι πολλοί, ὥστε οἱ «ἱερεῖς» δὲν ἤξεραν σὲ ποιὸν νὰ πρωτοδώσουν. Ὅσοι δὲν προλάβαιναν νὰ πάρουν μερίδιο, διαπληκτίζονταν καὶ ἀλληλοϋβρίζονταν μὲ ὅσους τυχεροὺς ἔπαιρναν. Ὅπως ἀκριβῶς παλαιότερα, ἔξω ἀπὸ τὰ κρεοπωλεῖα, «τρώγονταν» τὰ λεγόμενα χασαπόσκυλα, γιὰ τὸ ποιὸς θὰ ἁρπάξει τὸ κόκκαλο ποὺ πετοῦσε ὁ πάλαι ποτέ... μακελλάρης καὶ νῦν κρεοπώλης. Ἀπὸ τὴν λέξη, λοιπόν, βωμὸς καὶ τὸ ρῆμα ἐλλοχεύω, ποὺ σημαίνει ἐνεδρεύω, παραφυλάω, παράγεται τὸ βωμολοχῶ. Καὶ ἐπειδὴ οἱ ἐλλοχεύοντες ἔβριζαν...
ἀσυστόλως, ἡ λέξη κατάντησε νὰ σημαίνει τὸν χυδαιολόγο. Μάλιστα, ὁ λαός, «γιὰ νὰ σπάσει πλάκα», κατὰ τὸ κοινῶς λεγόμενο, μαζευόταν κατὰ τὶς θυσίες στοὺς βωμοὺς γιὰ νὰ διασκεδάσει, νὰ ξεχάσει «τὰ πάθια καὶ τοὺς καημούς του», μὲ τοὺς σκυλοκαβγάδες τῶν βωμολόχων.

Κάτι παρόμοιο ἰσχύει στὶς μέρες μας μὲ τὸν «ναὸ» ἢ καλύτερα τὸν «βωμὸ τῆς δημοκρατίας. Μέσω τῆς ἀδηφάγου τηλεοπτικῆς ὀθόνης, ἐμεῖς ὁ λαός, παρακολουθοῦμε ἐμβρόντητοι τὶς βωμολοχίες τῶν βουλευτῶν. Πλὴν τῶν τιμητικῶν ἐξαιρέσεων, κατανοοῦμε ὅλοι μας τί εἴδους ἄνθρωποι κάθονται στὰ ἑδώλια τῆς Βουλῆς.
«Συνήχθησαν, λοιπόν, ἐν τῷ βουλευτηρίῳ καὶ θηρία καὶ κτήνη καὶ ἑρπετά. Ἄνθρωποι παντὸς ἐστερημένοι διανοητικοῦ προτερήματος παρακάθηνται ἐκεῖ, ἔχοντες ἀνήκουστον θράσος ἀμαθείας... ἐξευτελίζουσι δὲ καὶ καταρυπαίνουσι τὸ βουλευτικὸν βῆμα, ἐπιβαίνοντες αὐτοῦ ἀνὰ πάσαν στιγμὴν καὶ φλυαροῦντες ἄνευ αἰσχύνης ὅ,τι καὶ ἂν τοῖς κατεβῆ εἰς τὴν μεστὴν ἀμαθείας καὶ μωρίας κεφαλὴν των», γράφει ὁ πάντοτε δηκτικὸς Κυρ. Σιμόπουλος στὸ βιβλίο του «ἡ διαφθορὰ τῆς ἐξουσίας», ἀναφερόμενος σὲ Βουλὴ τοῦ 19ου αἰώνα (σελ. 393. Στὴν ἴδια σελίδα διαβάζουμε καὶ μία παραπομπή, τὴν ὁποία, κατόπιν ἔντονου προβληματισμοῦ, παραθέτω ἀδιστάκτως: «Βουλευτὴς τίς, ἐκ τῶν τιμιωτέρων, μᾶς ἔλεγε προχθὲς ὅτι μὲ ὀλιγωτέραν ἐντροπὴν εἰσήρχετο εἰς τὰ μπορντέλα, ὅταν ἦτο νέος, παρὰ τώρα εἰς τὴν Βουλήν. Καὶ εἶχε δίκαιον. Τὰ καταστήματα τῶν Κοινῶν Γυναικῶν εἶναι ναὸς ἀπέναντί του καταστήματος τῆς Βουλῆς τῶν Ἑλλήνων»).
Ἡ τελευταία, ἐντὸς παρενθέσεως, ἀντιπαραβολὴ τῶν δύο... καταστημάτων, τῶν Κοινῶν Γυναικῶν καὶ τῆς Βουλῆς τῶν Ἑλλήνων, ἂν καὶ ἀναφέρεται σὲ παρελθόντα ἔτη, τὰ ὁποῖα εὐτυχῶς παρῆλθαν ἀνεπιστρεπτί, ὡς γνωστὸν ὁ νῦν πολιτικὸς καὶ παραπολιτικὸς κόσμος ἔχει ἐκπολιτιστεῖ, ἐν τούτοις, λέγω, ἀνησυχία μὲ κατέλαβε λόγω τοῦ διδασκαλικοῦ μου ἀξιώματος. (Ἔτσι τὸ ἔλεγαν παλιά: ἀξίωμα. Ζητῶ συγγνώμη, γιὰ τὸ ψευτοκαθαρευουσιάνικο ὕφος, ἀλλά, ὅπως λέει καὶ ὁ ποιητής, «φτιάξε μία κρούστα τρέλλας γύρω ἀπὸ τὸ μυαλό σου γιὰ νὰ μπορέσεις νὰ ἀντέξεις»).

Τὸ σχολεῖο μας, ἡ Στ’ Δημοτικοῦ, ὅπως καὶ ἑκατοντάδες ἄλλα σχολεῖα τῆς Ἑλλάδας, προγραμματίζει πρὸς τὸ τέλος τῆς σχολικῆς χρονιᾶς, διδακτικὴ ἐπίσκεψη στὴν Ἀθήνα, πράγμα ποὺ ἐνθουσιάζει τοὺς μαθητὲς καὶ τοὺς συνοδοὺς γονεῖς τους. Ἡ Ἀκρόπολη, ὁ Παρθενών, τὸ μουσεῖο, τὸ μετρὸ γιὰ μᾶς τοὺς «ἐπαρχιῶτες», ὅπως συνεχίζουν σχετλιαστικῶς νὰ μᾶς ἀποκαλοῦν τὰ κακομαθημένα μειράκια τῶν καναλιῶν καὶ λοιποὶ τζιτζιφιόγκοι... ἐξ Ἀθηνῶν, συνιστοῦν πράγματι ἰδανικὸ προορισμὸ γιὰ τὰ παιδιά. Ἡ διδακτικὴ ὅμως ἐκδρομὴ γίνεται κυρίως καὶ ἔτσι τιτλοφορεῖται-«ἐκπαιδευτικὴ δράση» καταπῶς τὴν ὀνοματοδοτοῦν σήμερα- γιὰ νὰ γνωρίσουν οἱ μαθητὲς τὴν Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων. Ἄν, σκέφτομαι, συμπέσει, τὴν ἡμέρα ποὺ θὰ πᾶνε οἱ μαθητές μου στὴν Βουλή, νὰ συζητοῦν οἱ «ἀντιπρόσωποι τοῦ λαοῦ» γιὰ μνημόνια, θεσμοὺς καὶ τὰ συμπαρομαρτούντα, τί θὰ συμβεῖ; Νὰ ἀγορεύει, γιὰ παράδειγμα, ὁ κυρ-Βούτσης καὶ νὰ τοῦ ἁπαντὰ ὁ ἐλλοχεύων κυρ-Ἄδωνις. Μὲ τὶς τόσες χυδαιολογίες καὶ εὐτελολογίες ποὺ θὰ ἀκούσουν οἱ μαθητὲς θὰ λάβουν, διὰ βίου, ἕνα «λαμπρὸ μάθημα» δημοκρατικῆς καὶ κοινοβουλευτικῆς ἀντιπαράθεσης ἐπιχειρημάτων, ἀπὸ τὶς μεστὲς ἀμαθείας καὶ μωρίας κεφαλὲς τοῦ ἔθνους. Ὁπότε, θὰ συμπεράνουν τὰ παιδιά, ἂν ἐτοῦτος ὁ χῶρος, ποὺ κλαυσαχενίζεται ὅτι εἶναι ὁ ναὸς τῆς δημοκρατίας καὶ τοῦ ἐλεύθερου διαλόγου, ρυπαίνεται ἀπὸ τόσα καὶ τέτοια... γαλλικά, στὴν ζωή μας καὶ ἐμεῖς ἔτσι θὰ λύνουμε τὶς διαφορές μας. (Πρέπει νὰ τὸ σκεφτοῦμε σοβαρά, μήπως ἡ σχολικὴ βία, πέραν τῶν ἄλλων, ὀφείλεται καὶ στὴν εἰκόνα ποὺ παρουσιάζουν στὴν Βουλὴ ὅλοι αὐτοὶ οἱ καντιποτένιοι καὶ ἡμιμαθεῖς ὑβρεοχυδαιολόγοι).

Νὰ παραθέσουμε καὶ ἕνα νόστιμο ἀνέκδοτο ποὺ δημοσιεύτηκε σὲ ἀθηναϊκὸ περιοδικὸ τοῦ 1875, τὸ ὁποῖο ὑποδηλώνει καὶ ἐξεικονίζει ἀριστοτεχνικὰ τὴν ποταπότητα καὶ τὴν ἀχρειότητα τῶν τότε κοινοβουλευτικῶν ἀνδρῶν.
Ὁ σουλτάνος διόρισε βεζύρη ἕναν ἄνθρωπό του, ὁλότελα ἀστοιχείωτο, κακοήθη, ἕνα χαμένο κορμί, ὀνόματι Χασάνης. Ἀρρωσταίνει ὁ πατέρας τοῦ Χασάνη, τοῦ θανατά, καὶ καλεῖ τὸν γιό του, τὸν ἀσπάζεται περιπαθῶς καὶ τοῦ λέει:
-Παιδί μου, τώρα πού θὰ πάω στὸν Κάτω Κόσμο, ἂν μὲ ρωτήσουν πῶς πάει τὸ δοβλέτι (=ἐξουσία) τί νὰ τοὺς πῶ;
-Πές τους ὅτι ὁ Χασάνης ἔγινε βεζύρης καὶ θὰ καταλάβουν!...». Μπορεῖ ὁ καθένας μας στὴ θέση τοῦ Χασάνη νὰ βάλει πολλὰ ὀνόματα σύγχρονων βεζύρηδων...
Κλείνω μὲ τὸ περίφημο ἔργο τοῦ Μ. Φωτίου «Ὁ ἡγεμών», γραμμένο τὴν ἐποχὴ ποὺ κάναμε αὐτοκρατορίες καὶ μοιράζαμε πολιτισμὸ στοὺς βάρβαρους λαούς, γιατί εἴχαμε ἡγέτες, ποὺ φιλοτιμοῦσαν μὲ τὸ παράδειγμα καὶ τὸ ἦθος τους τὸ λαό.
«Ὄσω δὲ τὶς προέχει τῇ ἀρχῇ, τοσούτω χρεωστεῖ πρωτεύειν καὶ τῇ ἀρετῇ. Ὁ δὲ τουναντίον ποιῶν, τρία ἅμα, καὶ κάκιστα, ἐπιτελεῖ: ἀπόλλυσιν ἑαυτόν, τοὺς ὁρώντας εἰς κακίαν παρακαλεῖ, βλασφημεῖσθαι παρασκευάζει τὸν Θεόν, ὅτι τοιούτω τηλικαύτην ἐνεχείρισεν ἀρχήν. Διὰ τοῦτο παντὶ μὲν ἀνθρώπῳ φευκτέον ἡ κακία, μάλιστα δὲ τοῖς ἐν τῇ ἀρχῇ».
Δηλαδή: «Ὅσο πιὸ μεγάλη ἐξουσία ἀποκτᾶ κάποιος, τόσο πιὸ πολὺ ὀφείλει νὰ διακρίνεται καὶ στὴν ἀρετή. Ἐκεῖνος ποὺ κάνει τὸ ἀντίθετο, καταφέρνει τρία πράγματα, τὰ χειρότερα δυνατά: Καταστρέφει τὸν ἑαυτό του. Ὠθεῖ ὅσους τὸν βλέπουν στὴν κακία. Τοὺς κάνει νὰ βλασφημοῦν τὸ Θεό, ποὺ ἐμπιστεύτηκε στὰ χέρια τέτοιου ἀνθρώπου, τόσο μεγάλη ἐξουσία. Γι’ αὐτὸ κάθε ἄνθρωπος πρέπει νὰ ἀποφεύγει τὴν κακία, προπάντων ὅμως ὅσοι ἔχουν ἐξουσία».
ΠΗΓΗ:    ΚΛΙΚ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου