Σάββατο 4 Απριλίου 2015

ΥΠΕΡΚΟΠΩΣΙ ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΛΥ ΦΙΛΟΤΙΜΟ

Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο

τοῦ Γέρ. Ἐφραίμ Φιλοθεΐτου «Ὁ Γέροντάς μου, Ἰωσὴφ ὁ Ἡσυχαστὴς καὶ Σπηλαιώτης» ἔκδ. Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Ἀντωνίου Ἀριζόνας 2014 σελ. 82-84

Ἠλ. στοιχειοθεσία «Χριστιανικῆς Βιβλιογραφίας»

.           Οἱ τριγύρω πατέρες κάθε τόσο τοὺς ἔστελναν σὲ ἀγγαρεῖες, πρᾶγμα ποὺ χαλοῦσε τὸ πρόγραμμά τους καὶ τοὺς ἐμπόδιζε στὴν ἡσυχαστική τους ζωή. Ὁ Γερο-Ἐφραὶμ ἦταν ἁπλὸς ἄνθρωπος καὶ παρ’ ὅλον ποὺ καὶ σ’ αὐτὸν δὲν ἄρεσε ὅ,τι συνέβαινε, ἐν τούτοις ντρεπόταν νὰ ἀρνηθῇ στοὺς πατέρες. Ἔτσι ἔστελνε τοὺς νεαροὺς ὑποτακτικούς του ὅπου ζητοῦσαν οἱ γύρω πατέρες.
.           Ἄλλο πρόβλημα ποὺ χαλοῦσε τὴν ἡσυχία τους ἦταν μιὰ παλιὰ συνήθεια ὅλων τῶν γύρω πατέρων νὰ περνοῦν, χάριν συντομίας, μέσα ἀπὸ τὴν αὐλὴ τῆς καλύβης τους, ὅταν ἤθελαν νὰ πᾶνε στὰ Κατουνάκια.
.           Ἐπὶ πλέον τοὺς ἐμπόδιζαν ἀπὸ τὴν ἡσυχία οἱ διάφορες παγκοινιές, ὅταν πλησίαζε κάποια πανήγυρις.
.           Ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ ἔκανε ὑπομονὴ γιὰ ἑπτὰ χρόνια σὲ αὐτὲς τὶς καταστάσεις, ἀλλὰ μετὰ τὴν ὀπτασία τῶν τριῶν Ἀγγέλων, δὲν ἄντεχε πλέον τοὺς περισπασμούς. Ἡ καρδιὰ του φλεγόταν γιὰ μόνωσι καὶ ἡσυχία.
.           Ἐκτὸς ἀπ’ αὐτά, τὸ ἐργόχειρο τῆς βαρελοποιΐας τοὺς δημιουργοῦσε φασαρίες. Δυστυχῶς ὁ καθένας θυμόταν νὰ φτιάξῃ τὰ βαρέλια του λίγο πρὶν τὸν μοῦστο. Καὶ ἐπειδὴ ὁ Γερο-Ἐφραὶμ ἦταν ἄριστος βαρελάς, ὅλοι σ’ αὐτὸν ἔτρεχαν. Ἔτσι, ἔπεφταν ὅλοι μαζὶ οἱ γύρω πατέρες πάνω του καὶ τὸν βίαζαν νὰ τελειώνῃ τὸ συντομώτερο τὰ βαρέλια τους, διότι τὰ εἶχαν ἄμεση ἀνάγκη. Ὁ Γερο-Ἐφραὶμ ἀπὸ τὸ πολὺ φιλότιμο, ποὺ τὸν διέκρινε, δὲν ἀρνιόταν, ἀλλὰ κόντευε νὰ πάθῃ ὑπερκόπωσι, διότι ἀναγκαστικὰ δούλευε μέρα-νύκτα. Ἐκτὸς τούτων ποτὲ δὲν ζητοῦσε χρήματα ἀπὸ κανένα γιὰ τὴν ἐργασία του. Καὶ ἔτσι πολλοὶ ἐκμεταλλεύονταν τὴν καλωσύνη του καὶ τοῦ ἔδιναν ἐλάχιστα χρήματα γιὰ τὸν κόπο του. Ἀλλὰ τὸ κακὸ εἶχε παραγίνει. Ἀκόμα καὶ οἱ κοσμικοὶ τὸν εἶχαν μάθει καὶ τὸν ἐκμεταλλεύονταν κι αὐτοί.
.           Τοῦ ἔδιναν γιὰ ἐργασία 1.000 δραχμῶν τῆς τότε ἐποχῆς 50-100 δραχμὲς καὶ μὲ ὕφος τὸν ἐρωτοῦσαν:
— Φθάνει Γερο-Ἐφραίμ;
— Φθάνει, φθάνει παιδί μου, ἔλεγε ντροπαλὰ ἐκεῖνος.
.           Φυσικὰ οἱ νεαροὶ ὑποτακτικοὶ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀνεχθοῦν νὰ βλέπουν τὸν Γέροντά τους νὰ σκοτώνεται στὴ δουλειὰ μέρα-νύχτα, εἰς βάρος μάλιστα τῶν μοναχικῶν του καθηκόντων, καὶ νὰ τὸν ἐκμεταλλεύωνται οἱ ἄλλοι. Γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς λόγους ἄρχισαν νὰ σκέπτωνται μήπως ἔπρεπε νὰ μετακομίσουν σὲ πιὸ ἥσυχο μέρος.
.           Μιὰ ἡμέρα λοιπόν, ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ φώναξε τὸν πατέρα Ἀρσένιο καὶ τοῦ λέει:
— Τὸ ἐργόχειρο αὐτό, ἐκτὸς τοῦ ὅτι μᾶς χαλᾶ τὴν ἡσυχία, γίνεται αἰτία νὰ κινδυνεύῃ ὁ Γέροντάς μας ἀπὸ ὑπερκόπωσι, ἐξ αἰτίας τοῦ πολλοῦ φιλότιμου ποὺ τὸν διακρίνει. Ἂς κάνουμε πρῶτα προσευχή, πάτερ Ἀρσένιε καὶ κατόπιν νὰ τὸν ἐρωτήσουμε ἂν συμφωνῇ ν’ ἀναχωρήσουμε μαζί του γιὰ ἡσυχαστικώτερο τόπο.
.           Πράγματι, ἔτσι κι ἔκαναν. Μετὰ τὴν προσευχὴ εἶπαν τὸν λογισμό τους στὸν Γέροντα κι ἐκεῖνος τόσο χάρηκε, ποὺ ἔνοιωσε σὰν νὰ τὸν ἔβγαλε ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸ ἀδιέξοδο. Μὲ πολλὴ χαρὰ δέχτηκε τὴν πρότασι καὶ τοὺς παρεκίνησε νὰ ψάξουν γιὰ ἡσυχαστικώτερη περιοχή.

ΠΗΓΗ:   ΚΛΙΚ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου