Σάββατο 28 Μαρτίου 2015

ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ: ΜΥΘΟΣ ἢ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΣ; [Γ´]

ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ Μῦθος ἤ πραγματικότης; [Γ´ΜΕΡΟΣ]

Ὑπὸ τῆς  Ξανθ. Συριοπούλου, Φιλολόγου
(Ἄρθρο δημοσιευμένο τὸ 1978, στὸ περιοδικὸ «Η ΔΡΑΣΙΣ ΜΑΣ», τεύχη 143-147)

.       Ἐὰν ἐχαρακτηρίζαμε ὡς ἱστορικὸ ψεῦδος τὸ Κρυφὸ Σχολειὸ τῆς Τουρκοκρατίας -γράφει ὁ βαθὺς μελετητὴς Τάσος Γριτσόπουλος- δημιούργημα τῶν λογίων τῆς μετεπαναστατικῆς ἐποχῆς πρὸς ἐξαπάτησι τοῦ λαοῦ καὶ πλαστογράφησι τοῦ βίου του, θὰ ἔπρεπε παραλλήλως νὰ δεχθοῦμε καὶ τὸ τοπωνύμιο τῆς Δημητσάνης πλαστὸ καὶ αὐτό. Ἀλλὰ τέτοια περίπτωσις πλαστογραφήσεως τῆς λαϊκῆς διαθέσεως θὰ ἦταν τερατώδης καὶ πρωτοφανὴς καὶ τόσο περισσότερο ἄν πρόκειται καὶ περὶ αὐτοπλαστογραφήσεως τοῦ ἀνοθεύτου λαϊκοῦ συναισθήματος. Δὲν ἔχομε ὅμως ἄλλα τέτοια δείγματα τῆς χαλκεύσεως τῆς αὐθορμήτου λαϊκῆς συνειδήσεως. Ἀπεναντίας γιὰ τὴν περίοδο τῆς τουρκοκρατίας γνωρίζομε, ὅτι ὁ λαὸς ὑπῆρξε πλουσιώτατος σὲ ἐκφράσεις καὶ ἐκδηλώσεις ἀντιδράσεως κατὰ τῶν δεινῶν περιστάσεων τῆς δουλείας, πάντοτε μὲ σαφῆ γνωρίσματα εἰλικρινείας καὶ ἀφελείας.
.         Ἡ διατήρησις ἀκόμη Κρυφὸ Σχολειὸ τοῦ τοπωνυμίου τῆς Μονῆς Φιλοσόφου εἶναι μία ἀδιάψευστη ἀπόδειξις, ὅτι συμβάδισε ἡ πραγματικότητα τοῦ Κρυφοῦ Σχολειοῦ μὲ τὴν γέννησι τοῦ τοπωνυμίου[1].
.         Ἑπομένως τὰ ἀνὰ τὴν Ἑλλάδα τοπωνύμια εἶναι ἰσχυρὰ τεκμήρια γιὰ τὴν λειτουργία πράγματι τοῦ Κρυφοῦ Σχολειοῦ.

.          2. Η Δημοτικὴ Ποίησι καὶ τὸ Κρυφὸ Σχολειό. Ἔπειτα πῶς νὰ ἀγνοήσωμε τὴν παράδοσι, τὴν εἰλικρίνεια καὶ τὴν εὐαισθησία τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, ποὺ παρέδωσε τὴν ὕπαρξι καὶ λειτουργία τοῦ Κρυφοῦ Σχολειοῦ ἀπὸ γενεᾶς εἰς γενεάν;
.          Ἡ Δημοτικὴ Ποίησι[2], ποὺ ἐκφράζει πάντοτε τὶς ἀλήθειες καὶ τὰ συναισθήματα τοῦ λαοῦ, τραγούδησε στὸ πολυθρύλητο

«Φεγγαράκι μου λαμπρὸ φέγγε μου νὰ περπατῶ νὰ πηγαίνω στὸ σχολειὸ νὰ μαθαίνω γράμματα τοῦ Θεοῦ τὰ πράματα…»

τὰ συναισθήματα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ ποὺ εἶναι δεμένα μὲ τὸ Κρυφὸ Σχολειὸ. Τὸ τραγούδι τοῦτο σὲ ὡρισμένες περιοχὲς χρησιμοποιήθηκε καὶ ὡς νανούρισμα, ποὺ δείχνει τὴν λαχτάρα τῶν μητέρων νὰ προετοιμάσουν τὰ παιδιά τους ἀπὸ τὴν ἁπαλὴ ἡλικία γιὰ τὸν ἀγῶνα, ποὺ ἔχουν νὰ ἀναλάβουν εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς, γιὰ νὰ ἀποκτήσουν τὴν στοιχειώδη μόρφωσι. Τὸ ὅτι ἡ διδασκαλία γινόταν τὴν νύκτα ἐπικυρώνει καὶ ἄλλο δίστιχο, στὸ ὁποῖο εἰκονίζεται ὁ μαθητὴς ὅτι:

«Βαστᾶ εἰκόνα καὶ χαρτί, κερὶ καὶ καλαμάρι κι ἠξέφυγέ του τὸ κερὶ κι ἤκαψε τὸ χαρτί του»[3].

.        Καὶ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἀμφισβητήση κανείς βάσι καὶ πυρῆνα ἀληθείας στὴν δημοτικὴ ποίησι, ἐφ᾽ ὅσον καὶ γιὰ τὴν ἀρχαία μυθολογία ὑπάρχει ψυχολογικὴ ἑρμηνεία, ὥστε μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ἑρμηνεύονται γεγονότα, ποὺ ἔχουν ἄμεση σχέσι μὲ τὴ ζωὴ καὶ ἀποκαλύπτονται ἔτσι κάτω ἀπὸ τὸ μυθικὸ πέπλο ἱστορικὲς ἀλήθειες. Κι ἄν ἀκόμη ὑποθέσουμε ὅτι περιεβλήθη μὲ κάποια αἴγλη τὸ Κρυφὸ Σχολειό, τότε γιατὶ ἀσχολήθηκε μὲ αὐτὸ τόσο πολὺ ἡ ποίησι, ἡ λογοτεχνία καὶ ἡ ζωγραφική; Τοῦτο σημαίνει ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ τοῦ ἀφαιρεθῆ ἡ ἱστορικὴ βάσι ὑπάρξεως καὶ νὰ χαρακτηρισθῆ ὡς μῦθος. Τοῦτο φανερώνει ὅτι ἐλειτούργησε στὴν πραγματικότητα.

ΙV. Πῶς ἀντιμετωπίζουν οἱ ἱστορικοὶ καὶ ἄλλοι ἐρευνηταὶ τὸ πρόβλημα τοῦ Κρυφοῦ Σχολειοῦ.

.            Γιὰ νὰ ἀχθοῦμε σὲ συμπεράσματα μποροῦμε νὰ χρησιμοποιήσουμε τὶς κρίσεις τῶν πιὸ ἀντικειμενικῶν ἱστορικῶν καὶ μελετητῶν τῆς Νεωτέρας Ἱστορίας.
.         Ὁ βαθυστόχαστος ἐρευνητὴς τῶν πηγῶν τῆς νεωτέρας ἱστορίας, ἱστορικὸς Διονύσιος Κόκκινος, στὸ ἔργο του «Ἑλληνικὴ Ἐπανάστασις», ἐκφράζει ριζικὰ ἀντίθετη πεποίθησι γιὰ τὴν ὕπαρξι τοῦ Κρυφοῦ Σχολειοῦ. Συγκεκριμένα γράφει: «Ὁ παπᾶς κάτω ἀπὸ τὰ ράκη τοῦ ράσου του κρατεῖ τὸ Ψαλτήρι καὶ πηγαίνει νὰ μάθη τὰ παιδιά, ποὺ τὸν περιμένουν, νὰ διαβάζουν. Ὁμιλεῖ ἀκόμη εἰς τὰ παιδιὰ καὶ διὰ τοὺς μεγάλους ἀνθρώπους, ποὺ ἐδόξασαν ἄλλοτε αὐτὸν τὸν τόπον. Διδάσκει τὴν ὀλίγην ἱστορίαν ποὺ γνωρίζει καὶ αὐτός. Τὸ Κρυφὸ Σχολειὸ δὲν εἶναι θρῦλος. Τὸ συνετήρησε, παρὰ τὰς καταδιώξεις, παρὰ τὴν ἀξιοθρήνητον ἔλλειψιν παντὸς μέσου, παρὰ τὴν φοβερὰν πίεσιν τόσων ἀμέσων ἀναγκῶν ποὺ θὰ ἦτο φυσικὸν νὰ ὁδηγήσουν πρὸς τὸν ἐξισλαμισμόν, ὁ βαθύτατος πόθος τοῦ τυραννουμένου ἔθνους νὰ ὑπάρξῃ. Ἡ Ἑλληνικὴ κοινότης τὸ ἐξησφάλιζεν»[4].
.           Ὁ Σπ. Μαρκεζίνης παραθέτοντας στὴν Ἱστορία του τὸν πίνακα τοῦ Γύζη γράφει σχετικά: «Τὸ “Κρυφὸ Σχολειὸ” ἀνήκει εἰς τὴν πρώτην περίοδον τῆς τέχνης του, ὅτε ὁ Γύζης ἐνεπνέετο ἀπὸ θέματα ἐθνικῶν καὶ θρησκευτικῶν παρδόσεων. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος διὰ τὸν ὁποῖον ὠνομάσθη ”ὁ ἐθνικὸς ζωγράφος” (….) Τὸ “Κρυφὸ Σχολειὸ” δίδει τὴν εἰκόνα τῆς Παιδείας τοῦ Ἔθνους, κατὰ τὰς σκοτεινὰς ὥρας τῆς δουλείας. Ὅταν ὁ Καποδίστριας ἀνέλαβε τὴν διακυβέρνησιν τῆς χώρας, δὲν εὗρε μὲν εἰς τὴν ἐπαναστατημένην Ἑλλάδα “Κρυφὰ Σχολειά”, ἀλλὰ κατ᾽ οὐσίαν οὔτε φανερά, καὶ κατέβαλλεν ἔντονον προσπάθειαν διὰ τὴν θεμελίωσιν τῆς Παιδείας εἰς τὴν Ἑλλάδα, θεωρῶν ἀκριβῶς αὐτὴν ὡς πρώτην προϋπόθεσιν τῆς μελλοντικῆς σταδιοδρομίας τοῦ ἀναγεννωμένου ἔθνους»[5].
.            Εἶναι γεγονὸς ὅτι ἀξιόλογοι μελετηταί, ποὺ ἀσχολήθηκαν μὲ τὸ θέμα τῆς Παιδείας ἐπὶ Τουρκοκρατίας παραδέχονται, ὅτι ἔγινε κρυφὰ ἡ καλλιέργεια τῶν γραμμάτων, ὅπως ὁ Τρύφων Εὐαγγελίδης, ὁ ὁποῖος γράφει: «Τὸ Ἑλληνικὸν Γένος καὶ μετὰ τὴν ἅλωσιν ἐκαλλιέργει τὰ γράμματα (…). Οἱ χρόνοι ἦσαν σκοτεινοὶ καὶ ζοφεροὶ διὰ τὸ Γένος, ἡ δὲ καλλιέργεια τῶν γραμμάτων ἐπικίνδυνόν τι ἐγχείρημα. Καὶ ὅμως παρ᾽ ὅλους τοὺς ἀπαγορευτικοὺς νόμους τῶν Τούρκων, εἰς ἓν καὶ μόνον ἀποβλεπόντων, πῶς νὰ ρίψωσιν εἰς τὴν λήθην τὴν πάλαι δόξαν τῶν Ἑλλήνων, διὰ τῆς καταργήσεως τῶν Σχολείων [ΣΧΟΛΙΟ «ΧΡΙΣΤ. ΒΙΒΛΙΟΓΡ».: Κάτι ἀνάλογο ἐπιδιώκει τὸ Νεοελληνικὸ ΦΑΝΕΡΟ ΣΧΟΛΕΙΟ στὶς μέρες μας] καὶ καταστήσωσι τοὺς ἤδη ὑπὸ τὸν ζυγὸν στενάζοντας, Ρωμῃούς (Ροὺμ)… Οἱ Ἕλληνες κρυφὰ καὶ ἐν παραβύστῳ (=ἐν κρυπτῷ, μυστικῶς) ἐκαλλιέργουν τὰς Μούσας. Καὶ τὸ μὲν πρῶτον ὡς διδακτήρια ἐχρησίμευον ὡς εἴπομεν, τὰ Μοναστήρια, εἶτα δὲ μικρὸν καὶ κατ᾽ ὀλίγον τὰ ἀρχόμενα νά συμπηγνύωνται σχολεῖα in parvula et misera casa (=εἰς μικρὰς καὶ ἀθλίας καλύβας)»[6].
.          Ἀλλὰ καὶ ἄλλος σπουδαῖος μελετητής, ὁ Ματθαῖος Παρανίκας, τονίζει: «… Μετὰ τὴν ἅλωσιν τῆς βασιλίδος τῶν πόλεων… (οἰ πατέρες ἡμῶν) ἐν χρόνοις δυστυχέσι βιοῦντες, ἐν περιστάσεσι καὶ καιροῖς δεινοῖς ἐκαλλιέργησαν κατὰ τὸ δυνατὸν τὰ γράμματα, οὕτω δὲ διετήρησαν τὴν θρησκείαν καὶ τὴν γλῶσσαν, τὰ τιμαλφέστερα ἡμῶν πράγματα… καὶ ἐν καιροῖς ζοφεροῖς τὸ Ἔθνος ἐκαλλιέργησε κατὰ τὸ δυνατὸν τὰ γράμματα»[7].
.          Καὶ ὁ καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Κ. Σταυρόπουλος στὸ ἔργο του «Τὸ Πνεῦμα τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821» ἀναφέρει: «Εἰς τὸ Κρυφὸ Σχολειὸ διετηρήθη ἡ χρυσῆ ἅλυσις, ἡ ὁποία συνέδεε τοὺς ὑποδούλους Ἕλληνας μὲ τὸν αἰῶνα τοῦ Περικλέους, μὲ τοὺς Μαραθωνομάχους καὶ τοὺς Σαλαμινομάχους, μὲ τοὺς Πλαταιομάχους καὶ τοὺς Θεσπιομάχους, μὲ τὸν Φίλιππον καὶ τὸν Ἀλέξανδρον, μὲ τὸν Ἡράκλειον καὶ τὸν Ἰουστινιανόν, μὲ τὸν Βασίλειον τὸν Βουλγαροκτόνον καὶ τὸν Νικηφόρον Φωκᾶν»[8].
.         Ἐπίσης ὁ συντάξας το ἄρθρο «Κρυφὸ Σχολειὸ» στὴν Μεγάλη Παιδαγωγικὴ Ἐγκυκλοπαιδεία παρατηρεῖ: «Αἱ πρῶται ἀκτῖνες, αἱ ὁποῖαι διέσχισαν τὰ σκότη τοῦ πνευματικοῦ καὶ ἐθνικοῦ ληθάργου, εἰς τὸν ὁποῖον εἶχε ριφθῆ τὸ Ἔθνος, καὶ τὰ πρῶτα σκιρτήματα τῆς ἐθνικῆς ἀφυπνίσεως ἐξεπορεύθησαν ἀπὸ τὰ ταπεινά, ἀλλὰ ἱερὰ ἐκεῖνα καθιδρύματα, τὰ ὁποῖα καλοῦμεν “Κρυφὰ Σχολειά”»[9].
.             Καὶ ὁ ἀείμνηστος καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Ἀλέξανδρος Τσιριντάνης ἔχει τονίσει τὴν ὕπαρξι, τὴν λειτουργία καὶ τὴν προσφρορὰ τοῦ Κρυφοῦ Σχολειοῦ[10].
.           Ἕνα ἄλλο γεγονὸς τῶν νεωτέρων χρόνων ἔχει νὰ μᾶς εἰπῆ γιὰ τὴ μακρὰ παράδοσι τοῦ Κρυφοῦ Σχολειοῦ, τὸ ὁποῖο ἐπανελειτούργησε σὲ δύσκολες ἐποχὲς καὶ κρυφὰ ἀπὸ ἄλλο κατακτητή. Συγκεκριμένα στὴ νῆσο Κάλυμνο, πρὸ τῆς ἐνσωματώσεως τῆς Δωδεκαννήσου στὴν Ἑλλάδα, παιδιὰ ἀπὸ τὶς πιὸ εὐκατάστατες οἰκογένειες τῆς νήσου ἐμάθαιναν Ἑλληνικά, Θρησκευτικὰ καὶ Ἱστορία κρυφὰ τὴ νύκτα στὸ σπίτι τῆς δασκάλας, διότι τὸ ἐπίσημο Σχολεῖο ἐδίδασκε ὅλα τὰ μαθήματα στὰ Ἰταλικὰ καὶ μόνο δύο ὧρες τὴν ἑβδομάδα Ἑλληνικὰ σὰν ξένη γλῶσσα[11].

ΠΗΓΗ: περιοδ.: «Η ΔΡΑΣΙΣ ΜΑΣ», τ.143-147, Σεπτ. Ὀκτ. 1978 Στοιχειοθεσία «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ»
συνεχίζεται

[1] Τάσου Γριτσόπουλου, Σχολὴ Δημητσάνης, σ. 32.
[2] Arn. Passow, Τραγούδια Ρωμέικα, Polularia Carmina Graecia recentionis, Athenis, 1960, σ. 211, ἀριθ. 278.
[3] Τρύφωνος Ε. Εὐαγγελίδου, Τὰ Ἑλληνικὰ Σχολεῖα ἀπὸ τῆς Ἁλώσεως (1453) μέχρι τοῦ (1893), ἐν Ἀθήναις 1933, σ. 46.
[4] Διονυσίου Α. Κοκκίνου, Ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάστασις, (Βραβεῖον Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν), ἔκδοσις 6η, Ἀθῆναι, τ. Α’, σ. 21.
[5] Σπ. Β. Μαρκεζίνη, Πολιτικὴ Ἱστορία τῆς Νεωτέρας Ἑλλάδος 1828-1964, ἔκδ. Πάπυρος, Ἀθῆναι 1966, τ. Α’, σσ. 88.
[6] Τρύφωνος Ε. Εὐαγγελίδου, Τὰ Ἑλληνικὰ Σχολεῖα ἀπὸ τῆς Ἁλώσεως (1453) μέχρι τοῦ (1893), ἐν Ἀθήναις 1933, σ. 52-53.
[7] Ματθαίου Κ. Παρανίκα, Σχεδίασμα περὶ τῆς ἐν τῷ ἑλληνικῷ ἔθνει καταστάσεως τῶν γραμμάτων ἀπὸ ἁλώσεως Κων/πόλεως 1453 μέχρι τῶν ἀρχῶν τῆς ἐνεστώσης (ΙΘ’) ἑκατονταετηρίδος, ἐν Κων/πόλει 1867, σ. 1-2.
[8] Πρβλ. Περιοδικὸν ΑΚΤΙΝΕΣ, Μάρτιος 1978,ἀριθ. 389, σ. 76.
[9] Μεγάλη παιδαγωγικὴ ἐγκυκλοπαιδεία τ. 3.σ. 523.
[10] Πρβλ. Περιοδ. ΑΚΤΙΝΕΣ Μάρτιος 1978, σ. 81.
[11] Πληροφορίες ἀπὸ κατοίκους τῆς νήσου Καλύμνου, ποὺ ἐφοίτησαν στὸ Κρυφὸ αὐτὸ Σχολεῖο.
 ΠΗΓΗ:   ΚΛΙΚ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου