ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΠΙΚΑΚΗΣ: Ένας μοναχικός Κρητικός εκδικητής που συν έτριψε τους εισβολείς του Αττίλα
ΜΑΝΩΛΗΣ
ΜΠΙΚΑΚΗΣ, Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΗΡΩΑΣ ΚΑΤΑΔΡΟΜΕΑΣ ΠΟΥ ΣΥΝΕΤΡΙΨΕ ΤΟΥΣ ΕΙΣΒΟΛΕΙΣ ΤΟΥ ΑΤΤΙΛΑ
Ένας απλός
Έλληνας στρατιώτης, τα έβαλε με ολόκληρο στρατό και ξεκλήρισε έναν ουλαμό
αρμάτων μάχης και ένα τμήμα του τουρκικού πεζικού. Βρέθηκε με ελάχιστα
πολεμοφόδια μέσα σε έναν απίστευτο καταιγισμό πυρών. Ήξερε καλά πως κανένα
βλήμα δεν έπρεπε να πάει χαμένο. Δεν είχε δικαίωμα να αστοχήσει. Και τα
κατάφερε! Κατέστρεψε εχθρικά τανκς, γκρέμισε, πυρπόλησε. Ο Μανώλης Μπικάκης είναι το παλικάρι που 20 χρονών τα έβαλε μόνος
του με ολόκληρο τον Αττίλα! Διέλυσε έξι τανκς μέσα σε λίγα λεπτά, σε μια
κρίσιμη στιγμή της Κυπριακής ιστορίας, λίγο πριν την ανακωχή...
Η άγνωστη ιστορία του, από τότε που
δημοσιεύτηκε κυρίως στο διαδίκτυο, κάνει τους Έλληνες που νοιάζονται να ριγούν από συγκίνηση, μα
και να σφίγγουν τα δόντια από αγανάκτηση! Όμως ένα είναι βέβαιο. Καθένας που θα
διαβάσει για τούτο το παλικάρι, θα νιώσει πως δίκαια του αξίζει μια θέση δίπλα στους
μεγαλύτερους Ήρωες του Ελληνισμού! Και καθένας θα θελήσει να
γίνει «Μπικάκης» σαν
έρθει η ώρα να ξοφλήσει η Ελλάδα τους λογαριασμούς της με τους παρανοϊκούς
Στρατηγούς της Τουρκίας, που κρατώντας σε στρατιωτική κατοχή τη μισή σχεδόν
Κύπρο για 40 ολόκληρα χρόνια και παραβιάζοντας σχεδόν καθημερινά την Ελλάδα,
παραβιάζουν την Ειρήνη, αλλά και την υπομονή του Θεού, που θα αποδώσει κάποτε
Δικαιοσύνη…
ο Έλληνας «Ράμπο»
«…Η προδοσία της
Κύπρου βρίσκεται σε εξέλιξη, ο Αττίλας
προχωρά και οι Καταδρομείς βρίσκονται
στην Μεγαλόνησο να υπερασπιστούν τα πάτρια εδάφη. Ανάμεσα σ’ αυτούς ένας
απόγονος των Μινωιτών τοξοτών, του Δασκαλογιάννη, του Γιαμπουδάκη, ο
καταγόμενος από το χωριό Ασή Γωνιά, στα
σύνορα Ρεθύμνου – Χανίων, καταδρομέας Μπικάκης, μια ηρωική
μορφή των μαχών, ανάμεσα σε όλες τις άλλες των Ελλήνων πολεμιστών της Α΄ Μοίρας της
ΕΛΔΥΚ και τωνΚυπρίων καταδρομέων.
Η μοίρα χωρίζεται σε
ζευγάρια έχοντας βαρύ οπλισμό, μερικά
οπλοπολυβόλα και ΠΑΟ. Σε ένα από αυτά ο Μπικάκης μαζί με τον έτερο κρητικό Μπιχανάκη καλούνται να υπερασπιστούν την περιοχή
αριστερά της αντιπροσωπίας της “Ford”, γνωστό ως ανώνυμο λόφο αφού οι Τούρκοι προωθούνται στα
προάστια της Λευκωσίας. Ο Μπιχανάκης μεταφέρει και εναποθέτει 8 βλήματα ΠΑΟ και ο Μπικάκης με το ΠΑΟ του παρατηρεί
τον χώρο και το πεδίο βολής που του έδινε.
Υπό συνεχή βροχή από όλμους των 4,2 χιλιοστών των
Τούρκων, ο Μπικάκης μετακινείται προς άλλο σημείο,
πιστεύοντας ότι ο Μπιχανάκης τον είχε αντιληφθεί, όμως απορροφημένος από την
μεταφορά των βλημάτων, δεν είδε την μετακίνηση του Μπικάκη και αμέσως άρχισε να
τον καλεί χωρίς να λαμβάνει απάντηση. Γύρισε πίσω και ανάφερε την απώλεια του
συντρόφου του. Όμως ο Μπικάκης ζει και με την σειρά
του ψάχνει τον σύντροφο του, νομίζοντας ότι σκοτώθηκε. Δεν παίρνει απάντηση,
αφού το μόνο που ακούει είναι οι εκρήξεις από τους όλμους
των Τούρκων!
Παρόλο που γνωρίζει
ότι είναι μόνος, δεν λιποψυχεί
αλλά μένει στη θέση του, ακολουθώντας
τις εντολές που είχε. Μία ανεπανάληπτη και ανορθόδοξη αναμέτρηση ανάμεσα στον
ΑΝΘΡΩΠΟ και στις μηχανές. Τοποθετεί
το βλήμα, φέρνει το ΠΑΟ στον ωμό του και το μάτι του στην διόπτρα. Έρχονται 6 άρματα Μ-48-Α2 και πίσω
τους ένα Τουρκικό Τάγμα Πεζικού!
Στα 300 μέτρα εγκλωβίζει το
1ο άρμα και στα 270 μέτρα
το κάνει παλιοσίδερα, αναγκάζοντας τα δυο άτομα του
πληρώματος να το εγκαταλείψουν! Αλλάζει θέση, εγκλωβίζει
το 2ο άρμα και το τυλίγει στις φλόγες χωρίς να γλιτώσει κανείς! Στα 200
μέτρα καταστρέφει και το 3ο άρμα, ενώ οι Τούρκοι
τον ψάχνουν σαν τρελοί, αλλάζει θέση και καταστρέφει
και το 4ο μην αφήνοντας κανένα ζωντανό!!!
Τα δυο εναπομείναντα άρματα φοβούνται και
κρύβονται, όμως το 5ο κάνει το λάθος και
εμφανίζεται δίνοντας την ευκαιρία στο Μπικάκη να το
στείλει από εκεί που ήρθε! Το 6ο και τελευταίο οπισθοχωρεί
ελπίζοντας ότι θα γλιτώσει 700
μέτρα μακριά από τον Μπικάκη, αυτός όμως το καταστρέφει
και αυτό! Τα πληρώματά τους, που μέρες πριν έκαιγαν άμαχους, γυναίκες,
ιερείς και παιδιά, κάηκαν σε λίγα λεπτά από τον μοναχικό Κρητικό εκδικητή!
Θαρρείς κι ήταν ένα μακάβριο παιγνίδι θανάτου, που από Θεία θέληση έπρεπε να το
κερδίσει ο Άνθρωπος…
Οι Τούρκοι πεζικάριοι βλέποντας το
θάνατο μπροστά τους τρέχουν να καλυφθούν στη σχολή Γρηγορίου. Τα δυο
εναπομείναντα βλήματα του Μπικάκη ρίχνονται στο ισόγειο και στον δεύτερο όροφο
του κτιρίου! Ποσά πτώματα μέτρησαν οι Τούρκοι στο κτίριο δεν μαθεύτηκε ποτέ… Παρέμεινε
τέσσερις μέρες χωρίς τροφή, πολεμώντας με
ένα πολυβόλο, που βρήκε
πεταμένο στον διπλανό λόφο και έχοντας δίπλα του τη φωτογραφία της Ελένης που
τον περίμενε στη Κρήτη!.
Προσπάθησε να κρυφτεί. Πέρασαν κάμποσες μέρες, τέσσερις ή πέντε, και οι
άλλοι στρατιώτες, οι σύντροφοί του, νόμιζαν πως ήταν σκοτωμένος. Ο Μανώλης
ήξερε να επιβιώνει σε πολύ αντίξοες συνθήκες, άλλωστε ήταν τέτοια η εκπαίδευσή
του. Πολλές φορές δεν είχε βάλει τίποτε στο στόμα του, ούτε φαγητό, ούτε
νερό… Χωρίς νερό, λοιπόν και ήταν
Αύγουστος μήνας, στο θερμό κλίμα της Κύπρου. Όταν η περιπέτειά του έφτασε στο τέλος της, ο μικρός ήρωας
ήταν εξαντλημένος… Μόλις είδε τους
συντρόφους του, το μόνο που ζήτησε ήταν φαΐ και νερό!
Ο Καταδρομέας
Μπικάκης (όπως και κανένας άλλος Αξιωματικός ή οπλίτης από όσους έλαβαν
μέρος στην άνιση τούτη Μάχη) δεν έλαβε ποτέ
κάποια ηθική αμοιβή ή έπαινο! Η πρόταση του
Διοικητού του, για άμεση απονομή του Χρυσούν
Αριστείου Ανδρείας, έμεινε για πάντα στα
συρτάρια των “ΗΓΕΤΩΝ”. Από ένοχη σιωπή; Από ντροπή; Από
προκατάληψη; Κανένας ποτέ δεν έμαθε… Όταν
απολύθηκε από το Στρατό, εργάστηκε σαν οικοδόμος. Έκανε
οικογένεια και παιδιά. Άφησε την τελευταία του πνοή σε τροχαίο ατύχημα το 1994, στην εθνική
οδό Αθηνών Πατρών, φεύγοντας από τη ζωή – όπως κι άλλοι μαχητές Καταδρομείς,
Ελδυκάριοι και κυβερνήτες των Νοράτλας – με την πίκρα της μη αναγνώρισης…
Τιμήθηκε μετά θάνατον από την Λέσχη
Καταδρομέων Ημαθίας. Η τιμητική πλακέτα απεστάλη από τον – εν
ζωή τότε – Πρόεδρο της Λέσχης Δρούγκα Στέφανο, στους Γονείς του στην Κρήτη…
Κανένας Δάσκαλος ή ιστορικός δεν μίλησε ποτέ στους μαθητές του γι
αυτόν… Κανένας ποιητής δεν αφιέρωσε λίγη απ τη
σοφία του για κάποιες αράδες από λέξεις…έστω για ένα τραγούδι.
Σε ολάκερη την Ελλάδα, μήτε στην ιδιαίτερη πατρίδα
του την Κρήτη, δεν υπήρξε ποτέ κάποιος δρόμος που να
χωρέσει το όνομά του…» Εμμανουήλ Μπικάκης, ένας μεγάλος,
σύγχρονος εθνικός Ήρωας Πολέμου, που κρύψανε οι άνανδροι, για να μην φαίνεται
τόσο ανυπόφορη η ανανδρία τους… Η ιστορία του Μανώλη Μπικάκη αλλά και η
φράση στο τέλος “Κανένας
ποιητής δεν αφιέρωσε λίγη απ τη σοφία του για κάποιες αράδες από λέξεις…έστω
για ένα τραγούδι” συγκίνησε ιδιαίτερα τον συμπατριώτη
του ποιητή Γώργο Βολουδάκη που ένοιωσε υποχρεωμένος να γράψει κάτι για τον
μεγάλο αυτόν ήρωα. Προτίμησε να γράψει ένα Κρητικό τραγούδι που ταιριάζει στην
λεβεντιά και την αντρειοσύνη του.
Ριζίτικο
ή Ανωγιανό, σούστα ή πεντοζάλι
εγώ ποτέ δεν έγραψα ούτε θα γράψω πάλι
εγώ ποτέ δεν έγραψα ούτε θα γράψω πάλι
Μά
για τον ήρωα τούτονε της Κρήτης το περβόλι
τον θρύλο των καταδρομών που λέγανε Μανώλη
θα γράψω ώς τον ουρανό σαν δάκρυ ένα στιχάκι
να μάθει ο Ελληνισμός Μανώλη τον Μπικάκη.
τον θρύλο των καταδρομών που λέγανε Μανώλη
θα γράψω ώς τον ουρανό σαν δάκρυ ένα στιχάκι
να μάθει ο Ελληνισμός Μανώλη τον Μπικάκη.
Μόνος
στη Κύπρο τάβαλε έξω απ΄ τη Λευκωσία
με ένα τάγμα τουρκικό!!! Ακούστε αυτοθυσία!
με ένα τάγμα τουρκικό!!! Ακούστε αυτοθυσία!
Έξι
άρματα κατέστρεψε με το αντιαρματικό του
του χάρου έστειλε πολλούς τούρκους στο μερτικό του.
του χάρου έστειλε πολλούς τούρκους στο μερτικό του.
Τέσσερις
μέρες ύστερις χωρίς να σταματήσει
πολέμαε θεονήστικος, οι τούρκοι είχαν σαστίσει…
πολέμαε θεονήστικος, οι τούρκοι είχαν σαστίσει…
Για
όλα αυτά, δεν έλαβε ανταμοιβή καμμία
ούτε ανδρείας παράσημο, ούτε εύφημο μνεία
ούτε ανδρείας παράσημο, ούτε εύφημο μνεία
Απ΄την
πατρίδα του ποτέ δεν πήρε ούτε ένα χάδι
και με την πίκρα αυτή έφυγε μια μέρα για τον άδη.
και με την πίκρα αυτή έφυγε μια μέρα για τον άδη.
Όμως
για μας τους Έλληνες είναι αντρειωμένος
Ένας ακόμη Διγενής Ακρίτας καμμωμένος
από ουρανό και πέλαγο, από όνειρο κι αγάπη
Ένας ακόμη Διγενής Ακρίτας καμμωμένος
από ουρανό και πέλαγο, από όνειρο κι αγάπη
Και
της Ελλάδας η καρδιά χρυσά “Μπικάκης” γράφει…
Τα παιδικά χρόνια του Μανώλη
Ήταν μόλις 11 χρονών όταν έφυγε πικραμένος και απελπισμένος από το χωριό του! Ένα παιδικό παιγνίδι ήταν αιτία. Ο Μανώλης και τα δυο ξαδελφάκια του, περιεργάζονταν ένα όπλο. Το βρήκαν στα βουνά, στη μάντρα της οικογένειας. Το όπλο εκπυρσοκρότησε. Το παιδί που βρέθηκε απέναντι από την κάνη, διαλύθηκε κυριολεκτικά. Το όπλο ήταν στα χέρια του Μανώλη...
Πώς μπορεί να σκεφτεί ένα 11χρονο παιδί ότι η
ουσιαστική ευθύνη ανήκε όχι στα παιδιά, ανήκε σε άλλους, ίσως σε ένα κακό
παιγνίδι της τύχης; Από τη
στεναχώρια του αρρωσταίνει. Νιώθει σαν χαμένος σε έναν κόσμο που
δεν μπορούσε να του παράσχει ουσιαστική στήριξη. Φεύγει λοιπόν και
πηγαίνει στον αδελφό του πατέρα του στους Στόλους (χωριό της Μεσαράς) όπου εκεί
θα βγάλει και το Δημοτικό. Πήγαινε όταν δεν ήταν άρρωστος, δηλαδή αραιά και
που...
Φεύγει ξανά και πηγαίνει σε άλλον συγγενή, στον Άγιο Θωμά. Ζωή χωρίς λύτρωση για ένα παιδί που δεν υπήρξε ουσιαστικός θύτης αλλά άτυχο θύμα μιας κακιάς στιγμής. Έτσι κυλούν οι μήνες και το παιδί μεγαλώνει χωρίς τη μητρική στοργή… (Πήγαινε η μητέρα του να τον δει και όταν έφευγε την ακολουθούσε 2-3 χλμ μακριά από το σπίτι! Δεν έιχε χορτάσει την αγκαλιά της...) Στο χωριό του δεν ξαναγύρισε, δεν πήγε ούτε στον γάμο της αδελφής του! Όλα του θύμιζαν εκείνη τη φρικτή κατάληξη του παιγνιδιού...
Κύπρος 1974
Μια μέρα μετά τη μεγάλη γιορτή της Παναγιάς, Αύγουστος μήνας. Ο Μανώλης Μπικάκης είναι μόλις 20 χρονών (γεννηθείς το 1954), παλικάρι γεροδεμένο. Υπηρετούσε στις Ειδικές Δυνάμεις, ήταν ένας από τους καταδρομείς εκείνους που είχαν μεταφερθεί από τα Χανιά στην Κύπρο για να αντιμετωπίσουν τους εισβολείς του Αττίλα. Κανείς δεν ήξερε πού θα πήγαιναν όταν επιβιβάστηκαν στο αεροπλάνο. Τους είπαν απλά ότι επρόκειτο να πάνε στη Ρόδο.
Στην Κρήτη η οικογένειά του δεν ήξερε τίποτα. Όταν άκουσαν
για αλεξιπτωτιστές που έφυγαν από τα Χανιά, οι συγγενείς του πάγωσαν.
Ήξεραν ότι ο Μανώλης θα ήταν ένας απ’ αυτούς.
Έπαιρναν τηλέφωνο στην μονάδα του αλλά δεν απαντούσε κανένας! Μετά από
πέντε-έξι ημέρες έμαθαν πως είναι καλά, χωρίς να μπορέσουν να μιλήσουν μαζί
του. Όσο περνούσαν οι μέρες η αγωνία τους
μεγάλωνε καθ ότι δεν ήξεραν εάν ήταν νεκρός, ζωντανός ή αγνοούμενος...
Εκείνη τη μέρα του Αυγούστου, ο Μανώλης βρέθηκε στην Λευκωσία,
κοντά στην Σχολή Γρηγορίου, σε θέση άμυνας. Από την προηγούμενη μέρα είχε
αρχίσει το δεύτερο μέρος της τραγωδίας. Η επέλαση των εισβολέων η προσπάθεια
κατάληψης της Αμμοχώστου, ο εγκλωβισμός των χωριών προς την περιοχή της
Καρπασίας. Οι μάχες γύρω από τη Λευκωσία είναι σκληρές. Οι Τούρκοι προσπαθούν
με κάθε τρόπο να εξασφαλίσουν τον έλεγχο όσο το δυνατόν περισσότερων εδαφών, να
στραγγαλίσουν την Πρωτεύουσα, να την αποκλείσουν από μεγάλα τμήματα της
ενδοχώρας. Σήμερα, με τη γνώση των γεγονότων που ακολούθησαν, μπορούμε να
κατανοήσομε τους λόγους. Το ίδιο βράδυ επρόκειτο να υπογραφεί ανακωχή...
Η περιοχή στην οποία πολέμησε ο Μπικάκης υπήρξε κρίσιμη για την τελική έκβαση της εισβολής. Σήμερα καλύπτεται από τη «νεκρή ζώνη». Η σκόνη του χρόνου καλύπτει τα βήματα των ανθρώπων, μια περιοχή χωρίς ζωή. Και του Μανώλη τα βήματα από τη σκόνη του χρόνου καλύπτονται. Οι συμπολεμιστές και οι συγγενείς του λένε με καμάρι ότι με τα χέρια, το μάτι, το μυαλό και την παλικαριά του σταμάτησε την τουρκική επέλαση.
Αυτός ο ένας! Η αλήθεια είναι ότι
δόθηκαν στην περιοχή του Αγίου Δομετίου σκληρές μάχες ανάμεσα στην ΕΛΔΥΚ και τους εισβολείς. Ακολούθησαν
οδομαχίες σκληρές και άγριες. Μια από τις πιο σημαντικές άμυνες ήταν αυτή του
Μανώλη. Αν κατάφερναν να περνούσαν οι Τούρκοι εκείνη την μέρα θα ήταν αλλιώς η
Κύπρος σήμερα. Η Πρωτεύουσα, η Λευκωσία, θα ήταν κλεισμένη ασφυκτικά. Ο
κυκλικός κόμβος Κολοκασίδη που
βρίσκεται στα δυτικά της πόλης, στο προάστειο Άγιος Δομέτιος, οδηγούσε στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας,
αυτό το αεροδρόμιο που από τότε παραμένει φάντασμα. Νεκρό κι
εκείνο. Όπως και η «Σχολή Γρηγορίου»,
ένα εκπαιδευτήριο που από τότε
παραμένει με τα σημάδια των
εκρήξεων και των βολίδων μέσα στη νεκρή ζώνη. Το τάγμα του πεζικού που είχε ξεπαστρέψει ο Μπικάκης είχε καταφύγει στη σχολή. Το ισόγειο και έναν από τους ορόφους της είχε σημαδέψει με τις
δυο τελευταίες βολίδες του ο
Κρητικός. Ποταμοί αίματος, κραυγές και δάκρυα
στοίχειωσαν σε ένα κτήριο που
είχε ως προορισμό του την παιδεία…
Κανείς δεν ξέρει τι θα είχε συμβεί στη Λευκωσία αν ο Μπικάκης δεν ήταν τόσο τολμηρός και τόσο εύστοχος. Μένουμε στην εκτίμηση που λέει ότι: οι Τούρκοι θα έλεγχαν ένα πολύ μεγαλύτερο κομμάτι της Λευκωσίας και ότι η ζωή στην διχοτομημένη πόλη θα ήταν
πιο μαρτυρική, σχεδόν αβίωτη.
Η κατάληψη της περιοχής θα
σήμαινε τον εγκλωβισμό της πόλης και από τα δυτικά, με μόνο πλέον άνοιγμά της το νότιο. (Το
επίσημο χαρτί που του έδωσε το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας κάνει λόγο για τέσσερα.
Λίγη σημασία έχει, αλήθεια, αν κατέστρεψε τέσσερα ή έξι άρματα μάχης συνολικά.
Αλλά, το χαρτί αυτό υπογράφηκε λίγες ημέρες μετά, τον Σεπτέμβρη. Ήταν
δύσκολο να γίνει ακριβής αποτίμηση.)
Ο Καταδρομέας Μπικάκης (όπως και κανένας άλλος Αξιωματικός ή οπλίτης από όσους έλαβαν μέρος στην άνιση τούτη Μάχη) δεν έλαβε ποτέ κάποια ηθική αμοιβή ή έπαινο! Η πρόταση του Διοικητού του, για άμεση απονομή του Χρυσούν Αριστείου Ανδρείας, έμεινε για πάντα στα συρτάρια των "ΗΓΕΤΩΝ". Από ένοχη σιωπή; Από ντροπή; Από προκατάληψη; Κανένας ποτέ δεν έμαθε…
Επιστροφή στην Ελλάδα
Επιστρέφοντας από την Κύπρο ο ήρωας του 1974 πήγε στην Αγιά Φωτιά της Μεσαράς κι από κει στην Αθήνα. Τη Νίκη (γυναίκα του) την ήξερε από πριν αλλά εκείνη ήταν κοριτσάκι ακόμη, κόρη μαραγκού που είχε τύχει να συναντήσει τον Μανώλη και να τον συμπαθήσει. Έρωτας μετά τη μάχη. Η άλλη πλευρά της ζωής ή μάλλον η ίδια η ζωή, που δείχνει πότε το σκληρό πρόσωπό της και πότε καλοσυνεύει και χαμογελά.
Κλέβει ο Μανώλης τη Νίκη, έτσι όπως έκαναν στην Κρήτη του παλιού καιρού και τη φέρνει στην Κρήτη. Η οικογένεια της κοπελιάς δεν αντιδρά, τον καλοδέχεται. Ο γάμος έγινε στην Κρήτη. Από τότε οι δρόμοι τους δεν χώρισαν ως τον Οκτώβριο του 1994!
Εκείνος δούλευε στην
Τρίπολη εκείνη την εποχή. Ένα
Σάββατο ξεκίνησε για να τη
συναντήσει όμως δεν έφτασε ποτέ στον προορισμό του. Ένα μεγάλο φορτηγό,
μια νταλίκα… Τροχαίο!
Έτσι, γιατί μια λέξη μπορεί να κλείσει το βιβλίο μιας ολόκληρης ζωής…
Ο Μανώλης άφησε πίσω του δυο παιδιά. Αν ζούσε σήμερα θα ήταν παππούς και
θα μπορούσε να λέει στα εγγόνια του παραμύθια, σαν εκείνα που άκουγε στα Αστερούσια όταν ήταν κι εκείνος
παιδί. Πιθανόν όμως, να μην τους
έλεγε ποτέ ή να μην τους έλεγε συχνά, τη δική του ιστορία που μοιάζει σαν συναρπαστικό παραμύθι,
μιας και ποτέ δεν του άρεσε να μιλάει γι αυτά... γιατί πίστευε ότι έκανε αυτό που έπρεπε να κάνει… Είναι λόγια
δικά του και η Νίκη του δεν θα τα
ξεχάσει ποτέ!
ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΜΠΙΚΑΚΗΣ: Ένας ΜΕΓΑΛΟΣ, σύγχρονος Εθνικός
ΗΡΩΑΣ Πολέμου, που κρύψανε οι άνανδροι, για να μην φαίνεται τόσο ανυπόφορη
η ανανδρία τους…
ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ
ΜΠΙΚΑΚΗΣ: ΠΑΡΩΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου