Παρασκευή 21 Μαρτίου 2014

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ  Α'  ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ  
ΕΚ  ΤΗΣ  ΓΕΝΕΣΕΩΣ

καὶ ἐκάθισεν ἡ κιβωτὸς ἐν μηνὶ τῷ ἑβδόμῳ, ἑβδόμῃ καὶ εἰκάδι τοῦ μηνός, ἐπὶ τὰ ὄρη τὰ Ἀραράτ.
Η κιβωτός εκάθισεν ομαλώς εις τα όρη Αραράτ κατά την εικοστήν εβδόμην του εβδόμου μηνός.
τὸ δὲ ὕδωρ ἠλαττονοῦτο ἕως τοῦ δεκάτου μηνός· καὶ ἐν τῷ δεκάτῳ μηνί, τῇ πρώτῃ τοῦ μηνός, ὤφθησαν αἱ κεφαλαὶ τῶν ὀρέων.
Το δε ύδωρ συνεχώς ηλαττώνετο μέχρι του δεκάτου μηνός. Κατά την πρώτην του δεκάτου μηνός εφάνησαν αι κορυφαί και των άλλων ορέων.
καὶ ἐγένετο μετὰ τεσσαράκοντα ἡμέρας ἠνέῳξε Νῶε τὴν θυρίδα τῆς κιβωτοῦ, ἣν ἐποίησε, καὶ ἀπέστειλε τὸν κόρακα τοῦ ἰδεῖν, εἰ κεκόπακε τὸ ὕδωρ·
Τεσσαράκοντα δε ημέρας κατόπιν ήνοιξεν ο Νώε την θυρίδα της κιβωτού, την οποίαν είχε κατασκευάσει, και απέλυσε τον κόρακα, δια να ίδη εάν έπαυσε να υπάρχη νερό εις την ξηράν.
καὶ ἐξελθών, οὐκ ἀνέστρεψεν ἕως τοῦ ξηρανθῆναι τὸ ὕδωρ ἀπὸ τῆς γῆς.
Ο κόραξ εξελθών από την κιβωτόν δεν επέστρεψε πλέον, ούτε και όταν εξηράνθη εντελώς το ύδωρ από την επιφάνειαν της γης.
καὶ ἀπέστειλε τὴν περιστερὰν ὀπίσω αὐτοῦ ἰδεῖν, εἰ κεκόπακε τὸ ὕδωρ ἀπὸ τῆς γῆς.
Επειτα από τον κόρακα έστειλεν ο Νώε την περιστεράν, δια να ίδη εάν είχε παύσει το ύδωρ να σκεπάζη την επιφάνειαν της γης.
καὶ οὐχ εὑροῦσα ἡ περιστερὰ ἀνάπαυσιν τοῖς ποσὶν αὐτῆς, ἀνέστρεψε πρὸς αὐτὸν εἰς τὴν κιβωτόν, ὅτι ὕδωρ ἦν ἐπὶ πᾶν τὸ πρόσωπον τῆς γῆς, καὶ ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἔλαβεν αὐτήν, καὶ εἰσήγαγεν αὐτὴν πρὸς ἑαυτὸν εἰς τὴν κιβωτόν.
Η περιστερά επειδή δεν εύρε τόπον ξηρόν, δια να πατήση και αναπαυθή, διότι το ύδωρ εξηκολούθει να καλύπτη την επιφάνειαν της γης, επέστρεψεν εις την κιβωτόν. Ο Νώε ήπλωσε το χέρι του, επήρε την περιστεράν και την εισήγαγεν εις την κιβωτόν, όπου και αυτός ευρίσκετο.
καὶ ἐπισχὼν ἔτι ἡμέρας ἑπτὰ ἑτέρας, πάλιν ἐξαπέστειλε τὴν περιστερὰν ἐκ τῆς κιβωτοῦ·
Επερίμενεν επτά ακόμη ημέρας και απέστειλε πάλιν την περιστεράν από την κιβωτόν.
καὶ ἀνέστρεψε πρὸς αὐτὸν ἡ περιστερὰ τὸ πρὸς ἑσπέραν, καὶ εἶχε φύλλον ἐλαίας κάρφος ἐν τῷ στόματι αὐτῆς, καὶ ἔγνω Νῶε ὅτι κεκόπακε τὸ ὕδωρ ἀπὸ τῆς γῆς.
Η περιστερά επέστρεψε προς τον Νώε κατά την εσπέραν φέρουσα στο ράμφος της κλωναράκι εληάς. Ενόησε τότε ο Νώε ότι είχεν αποσυρθή πλέον το ύδωρ από την γην.
καὶ ἐπισχὼν ἔτι ἡμέρας ἑπτὰ ἑτέρας, πάλιν ἐξαπέστειλε τὴν περιστεράν, καὶ οὐ προσέθετο τοῦ ἐπιστρέψαι πρὸς αὐτὸν ἔτι.
Επερίμενεν ο Νώε άλλας επτά ημέρας και έστειλε πάλιν την περιστεράν. Αλλά η περιστερά δεν επέστρεψε πλέον προς αυτόν.
καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἑνὶ καὶ ἑξακοσιοστῷ ἔτει ἐν τῇ ζωῇ τοῦ Νῶε, τοῦ πρώτου μηνός, μιᾷ τοῦ μηνός, ἐξέλιπε τὸ ὕδωρ ἀπὸ τῆς γῆς· καὶ ἀπεκάλυψε Νῶε τὴν στέγην τῆς κιβωτοῦ, ἣν ἐποίησε, καὶ εἶδεν ὅτι ἐξέλιπε τὸ ὕδωρ ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς.
Οταν δε ο Νώε το εξακοσίων και ενός ετών, κατά την πρώτην του πρώτου μηνός, εξηφηνίσθη ολοτελώς από την επιφάνειαν το ύδωρ του κατακλυσμού. Τοτε ο Νώε εξεσκέπασε την στέγην της κιβωτού, την οποίαν είχε κατασκευάσει, και είδεν ότι πράγματι είχεν εκλείψει το ύδωρ του κατακλυσμού από την ξηράν.
ἐν δὲ τῷ δευτέρῳ μηνὶ ἐξηράνθη ἡ γῆ, ἑβδόμῃ καὶ εἰκάδι τοῦ μηνός.
Κατά δε την εικοστήν εβδόμην του δευτέρου μηνός εστέγνωσεν η ξηρά από τα ύδατα του κατακλυσμού.
Καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεὸς πρὸς Νῶε λέγων·
Τοτε ωμίλησε Κυριος ο Θεός προς τον Νώε και του είπε·
ἔξελθε ἐκ τῆς κιβωτοῦ, σὺ καὶ ἡ γυνή σου καὶ οἱ υἱοί σου καὶ αἱ γυναῖκες τῶν υἱῶν σου μετὰ σοῦ
“έβγα από την κιβωτόν, συ μαζή δέ με σε και η γυναίκα σου και τα παιδιά σου και αι γυναίκες των παιδιών σου·
καὶ πάντα τὰ θηρία, ὅσα ἐστὶ μετὰ σοῦ, καὶ πᾶσα σὰρξ ἀπὸ πετεινῶν ἕως κτηνῶν, καὶ πᾶν ἑρπετὸν κινούμενον ἐπὶ τῆς γῆς ἐξάγαγε μετὰ σεαυτοῦ· καὶ αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε ἐπὶ τῆς γῆς.
Βγάλε από την κιβωτόν όλα τα θηρία όσα υπάρχουν εις αυτήν και κάθε τι έμψυχον από τα πτηνά έως τα κτήνη και κάθε ερπετόν, που σύρεται εις την γην, ώστε τίποτε πλέον να μη μείνη εις την κιβωτόν. Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε εις όλην την γην”.
καὶ ἐξῆλθε Νῶε καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ καὶ αἱ γυναῖκες τῶν υἱῶν αὐτοῦ μετ᾿ αὐτοῦ.
Και πράγματι εξήλθεν από την κιβωτόν ο Νώε και η σύζυγος αυτού, τα παιδιά του και αι γυναίκες των παιδιών του μαζή με αυτόν.
καὶ πάντα τὰ θηρία, καὶ πάντα τὰ κτήνη, καὶ πᾶν πετεινόν, καὶ πᾶν ἑρπετὸν κινούμενον ἐπὶ τῆς γῆς κατὰ γένος αὐτῶν, ἐξήλθοσαν ἐκ τῆς κιβωτοῦ.
Εξήλθον επίσης από την κιβωτόν όλα τα θηρία και όλα τα κτήνη και κάθε πτηνόν και κάθε ερπετόν, που κινείται εις την επιφάνειαν της γης, κατά το είδος αυτών.
καὶ ᾠκοδόμησε Νῶε θυσιαστήριον τῷ Κυρίῳ, καὶ ἔλαβεν ἀπὸ πάντων τῶν κτηνῶν τῶν καθαρῶν καὶ ἀπὸ πάντων τῶν πετεινῶν τῶν καθαρῶν καὶ ἀνήνεγκεν εἰς ὁλοκάρπωσιν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον.
Και έκτισεν ο Νώε θυσιαστήριον εις έκφρασιν ευγνωμοσύνης και δοξολογίας προς τον Κυριον. Επήρε δε και προσέφερε θυσίαν ολοκαυτώματος προς τον Θεόν από όλα τα καθαρά κτήνη και από όλα τα καθαρά πτηνά.
καὶ ὠσφράνθη Κύριος ὁ Θεὸς ὀσμὴν εὐωδίας, καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεὸς διανοηθείς· οὐ προσθήσω ἔτι καταράσασθαι τὴν γῆν διὰ τὰ ἔργα τῶν ἀνθρώπων, ὅτι ἔγκειται ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου ἐπιμελῶς ἐπὶ τὰ πονηρὰ ἐκ νεότητος αὐτοῦ· οὐ προσθήσω οὖν ἔτι πατάξαι πᾶσαν σάρκα ζῶσαν, καθὼς ἐποίησα.
Ο δε Θεός ωσφράνθη την ευώδη οσμήν της ευχαριστηρίου θυσίας και σκεφθείς απεφάσισε και είπε· “δεν θα καταρασθώ πλέον την γην εξ αιτίας των πονηρών έργων των ανθρώπων, μολονότι η καρδία του κάθε ανθρώπου ρέπει και είναι προσηλωμένη επιμελώς στο πονηρόν εκ νεότητος αυτού. Δεν θα πλήξω και δεν θα καταστρέψω άλλην φοράν κάθε ζωντανήν υπαρξιν επί της γης δια κατακλυσμού, όπως έκαμα τώρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου