Ἀναστὰς ὁ Ἰησοῦς πρωῒ πρώτῃ σαββάτου ἐφάνη πρῶτον Μαρίᾳ τῇ Μαγδαληνῇ, ἀφ᾿ ἧς ἐκβεβλήκει ἑπτὰ δαιμόνια. Ἐκείνη πορευθεῖσα ἀπήγγειλε τοῖς μετ᾿ αὐτοῦ γενομένοις, πενθοῦσι καὶ κλαίουσι. Κἀκεῖνοι ἀκούσαντες ὅτι ζῇ καὶ ἐθεάθη ὑπ᾿ αὐτῆς, ἠπίστησαν. Μετὰ δὲ ταῦτα δυσὶν ἐξ αὐτῶν περιπατοῦσιν ἐφανερώθη ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ, πορευομένοις εἰς ἀγρόν. Κἀκεῖνοι ἀπελθόντες ἀπήγγειλαν τοῖς λοιποῖς· οὐδὲ ἐκείνοις ἐπίστευσαν. Ὕστερον ἀνακειμένοις αὐτοῖς τοῖς ἕνδεκα ἐφανερώθη, καὶ ὠνείδισε τὴν ἀπιστίαν αὐτῶν καὶ σκληροκαρδίαν, ὅτι τοῖς θεασαμένοις αὐτὸν ἐγηγερμένον οὐκ ἐπίστευσαν. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει. Ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς σωθήσεται, ὁ δὲ ἀπιστήσας κατακριθήσεται. Σημεῖα δὲ τοῖς πιστεύσασι ταῦτα παρακολουθήσει· ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι· γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς· ὄφεις ἀροῦσι· κἂν θανάσιμόν τι πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει· ἐπὶ ἀρρώστους χεῖρας ἐπιθήσουσι, καὶ καλῶς ἕξουσιν. Ὁ μὲν οὖν Κύριος μετὰ τὸ λαλῆσαι αὐτοῖς ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐκάθισεν ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνοι δὲ ἐξελθόντες ἐκήρυξαν πανταχοῦ, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος καὶ τὸν λόγον βεβαιοῦντος διὰ τῶν ἐπακολουθούντων σημείων. Ἀμήν.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
[Ἀφοῦ δὲ ἀναστήθηκε ὁ Ἰησοῦς τὸ πρωΐ τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἐβδομάδος,
ἐμφανίσθηκε πρῶτα εἰς τὴν Μαρίαν τὴν Μαγδαληνὴν ἀπὸ τὴν ὁποίαν εἶχε
βγάλει ἑπτὰ δαιμόνια. Ἐκείνη ἐπῆγε καὶ τὰ ἀνήγγειλε εἰς ἐκείνους, ποὺ εἶχαν μείνει μαζί του καὶ ποὺ ἐπενθοῦσαν καὶ ἔκλαιγαν. Καὶ ἐκεῖνοι, ὅταν ἄκουσαν ὅτι ζῆ καὶ ὅτι ἐμφανίσθηκε εἰς αὐτήν, δὲν ἐπίστεψαν. Ὕστερα ἀπὸ αὐτὰ ἐφανερώθηκε ὑπὸ ἄλλην μορφὴν σὲ δύο ἀπὸ αὐτούς, οἱ ὁποῖοι ἐπερπατοῦσαν καὶ ἐπήγαιναν εἰς τὴν ἐξοχήν. Καὶ ἐκεῖνοι ἐπῆγαν καὶ τὸ ἀνήγγειλαν εἰς τοὺς ἄλλους. Οὔτε καὶ αὐτοὺς ἐπίστεψαν. Ὕστερα ἐφανερώθηκε εἰς τοὺς ἔνδεκα ἐνῷ ἐκάθοντο εἰς τὴν τράπεζαν, καὶ
ἔψεξε τὴν ἀπιστίαν τους καὶ τὴν σκληροκαρδίαν τους, διότι δὲν ἐπίστεψαν
ἐκείνους, ποὺ τὸν εἶδαν ἀναστημένον. Καὶ τοὺς εἶπε, «Πηγαίνετε εἰς ὅλον τὸν κόσμον, καὶ κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον εἰς ὅλην τὴν κτίσιν. Ἐκεῖνος ποὺ θὰ πιστέψῃ καὶ θὰ βαπτισθῇ, θὰ σωθῇ. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν θὰ πιστέψῃ, θὰ κατακριθῇ. Ἐκείνους δὲ ποὺ θὰ πιστέψουν, θὰ τοὺς ἀκολουθοῦν τὰ ἑξῆς σημεῖα: εἰς τὸ
ὄνομά μου θὰ βγάζουν δαιμόνια, γλῶσσες καινούργιες θὰ μιλοῦν, φίδια θὰ σηκώνουν καὶ ἄν τυχὸν πιοῦν κάτι θανατηφόρον, δὲν θὰ τοὺς
βλάψῃ. Εἰς τοὺς ἀρρώστους θὰ βάζουν τὰ χέρια καὶ θὰ γίνωνται ὑγιεῖς». Καὶ ὁ μὲν Κύριος, ἀφοῦ τοὺς ἐμίλησε, ἀνελήφθη εἰς τοὺς οὐρανοὺς καὶ ἐκάθησε εἰς τὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ.
Ἐκεῖνοι δὲ ἐβγῆκαν καὶ ἐκήρυξαν πανταχοῦ, ἐνῷ ὁ Κύριος ἐβοηθοῦσε καὶ
ἐπιβεβαίωνε τὸ κήρυγμα μὲ τὰ θαύματα, τὰ ὁποῖα ἀκολουθοῦσαν. Ἀμήν.]
ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ
ΚΕΙΜΕΝΟΝ
Ἀδελφοί, νῦν ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν. Ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. Ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. Ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίτας καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας. Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν. Ὅς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. Ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο. Σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; Τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
Ἀδελφοί, τώρα εἶναι
πλησιέστερα σ’ ἐμᾶς ἡ σωτηρία παρὰ τότε ποὺ ἐπιστέψαμε. Ἡ νύχτα ἐπροχώρησε· ἡ ἡμέρα ἐπλησίασε. Ἂς πετάξουμε λοιπὸν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἂς ὁπλισθοῦμε μὲ τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. Ἂς εἶναι ἡ συμπεριφορά μας σεμνή, ὅπως ὅταν εἶναι ἡμέρα, ὄχι συμπόσια
καὶ μεθύσια, ὄχι ἀκολασίες καὶ ἀσέλγειες, ὄχι ἔριδες καὶ ζηλοτυπίες, ἀλλ’ ἐνδυθῆτε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ μὴ φροντίζετε διὰ τὴν σάρκα διὰ νὰ ἱκανοποιήσετε τὰς ἐπιθυμίας της. Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ἀσθενὴς κατὰ τὴν πίστιν, νὰ τὸν δέχεσθε, ἀλλ’ ὄχι διὰ συζητήσεις γνωμῶν. Ὁ ἕνας πιστεύει ὅτι ἐπιτρέπεται νὰ φάγῃ ἀπὸ ὅλα, ἀλλ’ ὁ ἀσθενὴς τρώγει λάχανα. Ἐκεῖνος ποὺ τρώγει, ἂς μὴ περιφρονῇ ἐκεῖνον ποὺ δὲν τρώγει, καὶ ἐκεῖνος
ποὺ δὲν τρώγει, ἂς μὴ κρίνῃ ἐκεῖνον ποὺ τρώγει, διότι ὁ Θεὸς τὸν ἔχει
δεχθῆ. Ποιός εἶσαι σὺ ποὺ κρίνεις ξένον ὑπηρέτην; Τὸ ἂν θὰ σταθῇ ἢ θὰ πέσῃ
ἀφορᾷ τὸν δικόν του κύριον, θὰ σταθῇ ὅμως, διότι ὁ Θεὸς ἔχει τὴν δύναμιν
νὰ τὸν κάνῃ νὰ σταθῇ.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ
ΚΕΙΜΕΝΟΝ
Εἶπεν ὁ Κύριος· Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν. Ὅταν δὲ νηστεύητε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί· ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν. Σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι, ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων, ἀλλὰ τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ. Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται διορύσσουσι καὶ κλέπτουσι· θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν· ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
Εἶπεν ὁ Κύριος· Ἐὰν συγχωρέσετε εἰς τοὺς ἀνθρώπους ὅ,τι κακὸ ἔχουν κάνει, θὰ συγχωρήσῃ καὶ σᾶς ὁ Πατέρας σας ὁ οὐράνιος. Ἐὰν ὅμως δὲν συγχωρῆτε τοὺς ἀνθρώπους, τότε οὔτε καὶ ὁ Πατέρας σας θὰ συγχωρήσῃ τὰ παραπτώματά σας». «Ὅταν νηστεύετε μὴν γίνεσθε σκυθρωποὶ ὅπως οἱ ὑποκριταί, οἱ ὅποίοι παραμορφώνουν τὰ πρόσωπά τους, διὰ νὰ τοὺς ἰδοῦν οἱ ἄνθρωποι ὅτι
νηστεύουν. Ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅτι ἔχουν λάβει τὴν ἀνταμοιβή τους. Σὺ ὅμως ὅταν νηστεύῃς, ἄλειψε τὸ κεφάλι σου καὶ πλύνε τὸ πρόσωπόν σου, διὰ νὰ μὴν ἰδοῦν οἱ ἄνθρωποι ὅτι νηστεύεις ἀλλὰ μόνον ὁ Πατέρας σου,
ποὺ εἶναι ἐκεῖ παρὼν κρυφά, καὶ ὁ Πατέρας σου, ποὺ βλέπει τὶ γίνεται εἰς
τὰ κρυφά, θὰ σὲ ἀνταμείψῃ εἰς τὰ φανερά». «Μὴ θησαυρίζετε διὰ τὸν ἑαυτόν σας θησαυροὺς εἰς τὴν γῆν, ὅπου ὁ σκόρος
καὶ ἡ σαπίλα τοὺς καταστρέφουν καὶ ὅπου οἱ κλέπται κάνουν διάρρηξιν καὶ
τοὺς κλέβουν, ἀλλὰ θησαυρίζετε διὰ τὸν ἑαυτό σας θησαυροὺς εἰς τὸν οὐρανόν, ὅπου οὔτε
σκόρος οὔτε σαπίλα τοὺς καταστρέφει καὶ ὅπου κλέπται δὲν κάνουν
διάρρηξιν καὶ κλέβουν. Διότι ὅπου εἶναι ὁ θησαυρός σου, ἐκεῖ θὰ εἶναι καὶ ἡ καρδιά σου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου