ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΩΝ
Ἀναμφισβήτητα, ἀποτελεῖ τήν κορυφαία τοπική, πνευματική πανήγυρί μας μέ πλεῖστες ὅσες ψυχοσωτήριες συνέπειες. Κατά γενική ὁμολογία, αὐτή ἡ Σύναξις, πού θεοφιλῶς ἐθέσπισε ὁ νῦν Μητροπολίτης μας κ. κ. Νικόλαος, ἦταν ὅ,τι ἀκριβῶς μᾶς ἔλειπε τά τόσα χρόνια. Γι᾽ αὐτό, εὐχαρίστως καί εὐγνωμόνως τήν ἀπεδέχθημεν ὅλοι μας.
Βέβαια, σήμερα, θά προτιμούσαμε νά ἀρδεύσωμε ἀπό τά σωτήρια καί ἀνεξάντλητα νάματα, τά ὁποῖα ἀπορρέουν ἀπό τόν βίο καί τήν διδασκαλία τῶν Φθιωτῶν Ἁγίων μας, οὕτως ὥστε νά διακοσμήσωμε πνευματικά τό ἐσωτερικό τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ἀλλά, ὅταν βλέπης τήν φωτιά ὁλοένα καί περισσότερο νά πλησιάζη στό σπιτικό σου, εἶναι ἀστοχία νά ἀσχολῆσαι πρωτίστως μέ τήν διακόσμησί του καί νά μή κοιτᾶς, ὅσο γίνεται γρηγορώτερα, νά σβύσης τήν φωτιά μή τυχόν αὐτή ἀποτεφρώσει ὁλόκληρο τό σπίτι σου μαζί μέ τήν διακόσμησί του.
Ἔτσι, καί ὅταν προσβάλλωνται κάποιες ἐξ ἀποκαλύψεως θέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖες σαφῶς καί ἀνελύθησαν καί περιχαρακώθησαν, στεγανῷ τῷ τρόπῳ, ἀπό τούς Ἁγίους καί θεοφόρους Πατέρας, τότε ἔχομε πρώτιστο ἱερό χρέος καί καθῆκον νά ὀρθώνωμε Ὀρθόδοξο στεγανό ἀδιαπέραστο πατερικό τεῖχος ἐναντίον κάθε ὀρθολογιστικῆς, σοφιστικῆς, ἐπιστημονίζουσας, αἱρετικῆς τελικά, καμουφλαρισμένης διδασκαλίας. Διότι, ὅταν προσβάλλεται τό δόγμα, προσβάλλεται, ταυτόχρονα, καί ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ὅταν κάποιες Ὀρθόδοξες θέσεις, μπορεῖ μέν νά μην εἶναι ἐπίσημη ἀπόφασις οἰκουμενικῆς συνόδου, διότι ἁπλούστατα κάποιος αἱρετικός στό πέρασμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας δέν βρέθηκε νά τίς ἀμφισβητήση, ὁπότε δέν ἐκρίθη ἀνάγκη συγκλίσεως ἐπ᾽ αὐτοῦ οἰκουμενικῆς συνόδου, ὅμως, πέραν πάσης διαχρονικῆς ἀντιλογίας, αὐτές οἱ συγκεκριμένες ὀρθοδοξώτατες θέσεις πού ἔχουν κυκλοφορήσει καί παγιωθῆ ἀνεξίτηλα στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας μας ἐπέχουν οὐσιαστικά θέσι δόγματος, τά ὁποῖα δόγματα, ἐπιτραπείτω μου ἡ ἔκφρασις, εἶχαν τό προνόμιο νά μή τύχουν καμμίας σατανοκανοναρχούμενης προσπαθείας ἀλλοιώσεώς των. Ἀλλά καί ἀντίστροφα τώρα νά τό δοῦμε, ἀναγκαία συνθήκη κάποια ἀπόφασι οἰκουμενικῆς συνόδου νά καταστῆ δόγμα εἶναι νά κυκλοφορήση αὐτή στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καί νά γίνη πέρα γιά πέρα ἀποδεκτή ἀπό ὅλο τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Γι᾽ αὐτό, νά μήν ἀνησυχοῦμε γιά πλεῖστα ὅσα σύγχρονα πνευματικά θέματα, προβλήματα καί δυστυχῶς διάφορες ἀποκλίσεις παρατηροῦμε γύρω μας.
Ἔτσι, λοιπόν, ἐν προκειμένῳ, δέν χωρεῖ καμμία συγκατάβασις σέ θέματα Ὀρθοδόξου Ἀνθρωπολογίας καί καταπατήσεως ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, βασικωτάτων, ὅπως τό «οὐ φονεύσεις». Καί, ἄν ὅποιος ἀλλάξη ἕνα γιώτα ἤ μία κεραία ἀπό ὅσα μᾶς παρέδωσε ὁ Χριστός, ὁ σεσαρκωμένος Λόγος, ”ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ Βασιλείᾳ τῶν Οὐρανῶν”, πόσῳ μᾶλλον κατακριθήσεται ὁ ἀλλοιώσας βασικωτάτην ἐντολήν τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία μάλιστα ἔχει θεσπισθῆ χρονικά ἀπό τόν ἄσαρκο Λόγο καί ἀπό αὐτήν ταύτην τήν Παλαιά Διαθήκη. Καί ὁ λόγος, βέβαια, περί μεταμοσχεύσεων ζωτικῶν ὀργάνων καί τοῦ κλινικο-νομικοῦ ἐπινοήματος πού τό ἐβάπτισαν ”ἐγκεφαλικό, δῆθεν, θάνατο”, καί βέβαια, τοῦ ἀντιστοίχου σχετικοῦ ἀντισυνταγματικοῦ καί ἀντιδημοκρατικοῦ, ἐπάρατου καί, πέρα γιά πέρα, ἀντιχριστιανικοῦ νόμου.
Σήμερα, δυστυχῶς, ζοῦμε ὄχι στήν ἰδεατή πολιτεία τοῦ προγόνου μας Πλάτωνα, ἀλλά στήν πραγματική πολιτεία τοῦ ἀντι-Πλάτωνα, στήν πολιτεία δηλ. τοῦ αἴσχους, τῆς διαφθορᾶς, τῆς κατάντιας, κλπ., στήν ὁποία τολμοῦν νά ὁμιλοῦν μέ περισσή ἀναίδεια γιά δημοκρατία καί ἐλευθερία, καί κάποιοι ἀκόμη νά χρησιμοποιοῦν καί τήν Ὀρθοδοξία παρουσιαζόμενοι ὡς Ὀρθόδοξοι.
Δέν θά ἐπιτρεπόταν ποτέ νά μᾶς ἐπιβάλλουν νόμο πού νά μᾶς ὑποχρεώνη νά εἴμαστε δωρητές ὀργάνων. Ὦ, στόν σημερινό κόσμο, πουλιοῦνται καί ἀγοράζονται ἀκόμη καί συνειδήσεις, ὅπου οἱ μεταμοσχεύσεις ὀργάνων ἀποσκοποῦν σέ καμουφλαρισμένα οἰκονομικά συμφέροντα καί ἄλλα, ἐνίοτε δέ καί προσωπικά συμφέροντα, ὁ νοῶν νοείτω, ἄν καί δέν χρειάζεται κἄν νόησις. Προφανῶς, οἱ ἐλάχιστες ἐξαιρέσεις δέν καταργοῦν τόν κανόνα. Οὔτε κἄν ἔπρεπε νά νομιμοποιοῦν τίς μεταμοσχεύσεις, ἁπλῶς νά ἐπιτρέπουν, φυσικά, ἐκεῖνες τῶν διπλῶν ὀργάνων καί μάλιστα ἀβίαστα. Δηλ, μόνον ἐάν κάποιος ἐπιθυμῆ νά τά προσφέρη ἀπό μόνος του καί ὄχι δηλ. διά νόμου. Ἀλλά, καί στήν χειρότερη περίπτωσι, ἀφοῦ ἐνδιαφέρωνται, δῆθεν, γιά τήν ζωή τῶν ἀνθρώπων, γιατί δέν ἐψήφισαν νόμο, σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο νά ὑποβάλλουν αἴτησι προσφορᾶς ὀργάνων μόνον ὅποιοι ἐπιθυμοῦν νά εἶναι δωρητές τῶν ὀργάνων τους καί ὄχι τό ἀντίθετο;
Ὅμως, στό σημεῖο αὐτό, χωρίς πολλές ἀναλύσεις, ἄς ἀναφέρωμε κάποιες, ἐλάχιστες, Πατερικές θέσεις γιά νά καταστοῦμε πειστικοί, ἀπό θεολογικῆς ἀπόψεως, γιά τά προαναφερθέντα. Ὅλοι ἀνεξαιρέτως οἱ ἅγιοι Πατέρες λένε ὅτι ἡ ἀνθρωπίνη ψυχή καί τό σῶμα συνκτίζονται, κτίζονται δηλ. ἀκριβῶς ταυτόχρονα. Ἐπί πλέον, τονίζει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὅτι ἡ ψυχή μας εἶναι ἐξ ἀρχῆς τελεία. Δέν μπορεῖ, ὅμως, διά τῶν δυνάμεών της, νά ἐκδηλώση τίς ἐνέργειές της λόγῳ τοῦ μή ἀνεπτυγμένου σωματικοῦ στοιχείου. Οἱ ἐνέργειες, λοιπόν, τῆς ψυχῆς φανερώνονται σταδιακά μέ τήν ἐν χρόνῳ πρόοδο τῆς σωματικῆς ἀναπτύξεως, ὅπου λαμβάνει χώραν ἡ ὀργανογένεσις ἤ πιό ὀρθά ἡ ὀργανοτελειοποίησις, ἡ ὀργανοανάπτυξις, ἡ ὀργανοολοκλήρωσις, ἡ ὁλοκλήρωσις δηλ. τῶν ὀργάνων. Ὁπότε, καί πρίν τήν ἀνάπτυξι τοῦ ἐγκεφάλου ἡ ψυχή ὑπάρχει τελειοτάτη, ἐφ᾽ ὅσον αὐτή κτίζεται ἐξ ἀκροτάτης συλλήψεως, πρίν κἄν δημιουργηθῆ τό ἔμβρυο, τήν στιγμή δηλ. τῆς γονιμοποιήσεως ὅπου δημιουργεῖται τό ζυγωτό καί, στήν συνέχεια, μετά ἀπό κάποιες διαδικασίες, δημιουργεῖται τό ἔμβρυο.
Ὁ δεύτερος Κανών τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, πού ἐκφράζει, παρακαλῶ, δόγμα τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας, ἐφ᾽ ὅσον ἔχει ἐπικυρωθῆ ἀπό τήν Πενθέκτη Οἰκουμενική Σύνοδο, λέγει τά ἑξῆς: «Ἡ φθείρασα, τό ἔμβρυον ἐννοεῖται, φόνου δίκην ὑπέχει». Καί τό κυριώτερον ἀπό θεολογικῆς ἀπόψεως εἶναι ὅτι «ἀκριβολογία ἐκμεμορφωμένου καί ἀνεξεικονίστου παρ᾽ ἡμῖν οὔκ ἐστιν». Δέν ὑπάρχει δηλ. διαφορά καμμία ἐάν τό ἔμβρυον εἶναι μεμορφωμένον ἤ ὄχι. Ἡ Ἐκκλησία, διά πολλῶν μάλιστα κανόνων, διαχρονικῶς καί ἀμετακλήτως, ἀρνεῖται παντελῶς οἱανδήποτε διάκρισι μεταξύ ἐξεικονισμένου καί ἀνεξεικονίστου ἐμβρύου. Ἄλλωστε, αὐτό φαίνεται, νά τό ποῦμε πιό ἁπλᾶ, καί στό Εὐαγγέλιο, πού τό διαβάζομε συνέχεια στίς Παρακλήσεις.
Ὅταν ἡ Παναγία Μητέρα μας ἐπορεύθη «εἰς τήν ὀρεινήν», μετά σπουδῆς, εὐθύς (αὐτό τό ”εὐθύς”, ἐν προκειμένῳ, εἶναι τό κλειδί), εὐθύς, μετά τόν Εὐαγγελισμό Της, τί ἔγινε; «Πλησθεῖσα Πνεύματος Ἁγίου ἡ Ἐλισάβετ ἀνεφώνησε φωνῇ μεγάλῃ καί εἶπε, μεταξύ τῶν ἄλλων, καί πόθεν μοι τοῦτο ἵνα ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με;» Ἀνέπεμψε, δηλ. δοξολογία στό ὀλίγων ἡμερῶν ἔμβρυο, πού ἦτο ἤδη ὁ σεσαρκωμένος Λόγος, τό δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος μέ μορφή ἀνθρώπου. Μέ πλήρη δηλ. ἀνθρώπινη φύσι, σῶμα καί ψυχή. Καί, φυσικά, ὅ,τι ἰσχύει γιά τήν ἀνθρωπότητα τοῦ Χριστοῦ, ἐκτός βέβαια τῆς ἀσπόρου συλλήψεώς Του καί τῆς παντελοῦς ἀναμαρτησίας Του, ὅλα τά ὑπόλοιπα ἰσχύουν ἀπαραλλάκτως γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους.
Ἄν ἡ ψυχή, λοιπόν, ὑπάρχη μέσα στόν ἄνθρωπο ἀπό τήν στιγμή τῆς γονιμοποιήσεως, πρίν καλά-καλά δηλ. γίνη ἔμβρυο, καί μάλιστα ἡ ψυχή εἶναι τελεία, κατά τόν Ἅγιο Γρηγόριο πού προανεφέραμε, πόσῳ μᾶλλον βρίσκεται ἐξ ἴσου ἐντός τοῦ ἀνθρώπου ὅταν αὐτός ἔχη ἀναπτύξει τά ὄργανά του καί ἁπλῶς κάποιο ἀπό αὐτά ἔχει πάθει κάποια μορφή βλάβης, καί ἐν προκειμένῳ ὁ ἐγκέφαλός του. Ἐξηγοῦμε δηλ. γιά ποιό λόγο βρίσκεται ἡ ψυχή μέσα στό σῶμα τοῦ ”ἐγκεφαλικά νεκροῦ” ἀνθρώπου, ἐφ᾽ ὅσον ὁ ὀργανισμός του λειτουργεῖ, ἀκόμα καί ὅταν αὐτή του ἡ λειτουργία δηλ. ἐπιτυγχάνεται μέ διάφορες βοηθητικές, ὑποστηρικτικές, μεθόδους. Πάντα θείῳ βουλήματι. Τό ὅτι συνεχίζουν νά τελοῦνται στόν ”ἐγκεφαλικά νεκρό” οἱ λοιπές ὀργανικές λειτουργίες δηλ., ἀπαραιτήτως προϋποθέτει, ὅτι ἡ ψυχή του ἀκόμη παραμένει, ὅπως καί πρίν δηλ., συνδεδεμένη μέ τό ἀνθρώπινο σῶμα. Ἁπλῶς, οἱ ἐνέργειές της φαίνονται, διά τῶν δυνάμεών της, μόνο στά ὑπόλοιπα ὄργανα τοῦ ἀνθρώπου, τά ὁποῖα δέν ἔχουν ὑποστῆ βλάβη.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς δέχεται τήν τριμερῆ διαίρεσι τῆς ψυχῆς, τό ἐπιθυμητικό, τό θυμικό καί τό λογικό. Τό ἐπιθυμητικό καί τό θυμικό βρίσκονται στό ἄλογο μέρος τῆς ψυχῆς. Τώρα, τό λογικό της μέρος διακρίνεται σέ νοῦ, λόγο καί πνεῦμα καί εἰκονίζει τόν Τριαδικό Θεό. Ὅταν λέμε πνεῦμα, ἐννοοῦμε τό νόημα. Ἐπίσης, ἡ ψυχή διαιρεῖται σέ πέντε δυνάμεις. Στόν νοῦ, τήν διάνοια, τήν φαντασία, τήν δόξα καί τήν αἴσθησι. Ὁ νοῦς συνδέει τόν ἄνθρωπο μέ τόν νοερό κόσμο, ἐνῶ ἡ αἴσθησις μέ τόν ὑλικό καί τόν αἰσθητό κόσμο. Μεταξύ νοῦ καί αἰσθήσεως μεσολαβοῦν οἱ τρεῖς δυνάμεις, φαντασία, δόξα καί διάνοια. Ἡ φαντασία εἶναι ἄλογη δύναμις, καί ἀκόμη ἀλογώτερη εἶναι ἡ αἴσθησις. Τήν δόξα, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς τήν διαιρεῖ σέ ἐκείνην πού προέρχεται ἀπό τήν φαντασία, καί ἄρα εἶναι ἄλογη, καί σέ ἐκείνην πού προέρχεται ἀπό τήν διάνοια καί εἶναι λογική.
Ἡ διάνοια εἶναι ἐνέργεια τοῦ νοῦ καί ὄχι οὐσία, ἄν καί ἡ διάνοια δέν χωρίζεται ἀπό αὐτόν τοῦτον τόν νοῦν. Ἡ διάνοια εἶναι ἐκείνη ἡ ὁποία παράγει τούς λογισμούς, τούς ἐπεξεργάζεται καί οἱ ὁποῖοι λογισμοί ἀποθηκεύονται στόν νοῦ, στήν πνευματική καρδία, στόν ὀφθαλμό τῆς ψυχῆς μας, στό κέντρο τῆς ψυχῆς μας. Ἡ διάνοια δέν εἶναι ὁ ὀφθαλμός τῆς ψυχῆς, ὅπως εἶναι ὁ νοῦς. Ἡ διάνοια εἶναι ὁ παροχεύς τῆς «βαθείας» πνευματικῆς καρδίας, πού, ὅ,τι ἔχει, ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ, τό διοχετεύει στόν νοῦ, τό κέντρο τῆς ψυχῆς μας. Λόγῳ, τώρα, αὐτῆς τῆς ”γρηγοράδας”, λέμε, πρακτικά, κατά προσέγγισιν δηλ., ὅτι οἱ λογισμοί γεννῶνται στήν πνευματική καρδία.
Ἐδῶ, μία παρένθεσις: Μόνο στόν νοῦ φανερώνεται ὁ Θεός, ὅπου ἑνώνεται ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ μέ τήν οὐσία τοῦ νοῦ, ἐνῶ ἡ διάνοια μετασχηματίζει καί καταγράφει αὐτήν τήν ἕνωσι σέ λογικές διατυπώσεις. Ἡ διάνοια εἶναι μία, ἀσφαλῶς, ἀπό τίς σημαντικώτερες δυνάμεις του νοῦ. Καί οἱ τέσσερις δυνάμεις διάνοια, δόξα, φαντασία, αἴσθησις ἐνεργοῦν στόν ἐγκέφαλο. Καί ὅπως προανεφέραμε, καμμία ἀπό αὐτές τίς δυνάμεις δέν εἶναι ἱκανή νά ὁδηγήση στήν ἕνωσι μέ τόν Θεό. Ὁ νοῦς, ἡ πέμπτη δύναμις τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι ἡ λογικωτάτη δύναμις, τό λογικό μέρος τῆς ψυχῆς, πού χρησιμοποιεῖ τίς ἄλογες ἤ λογικές δυνάμεις πού τοῦ δόθηκαν γιά νά κοινωνῆ ὁ νοῦς, τόσο μέ τόν αἰσθητό, ὅσο καί μέ τόν νοερό, ἀλλά, τό πιό καταπληκτικό ἀπ᾽ ὅλα, μέ τόν κόσμο τοῦ ἀκτίστου, μέ τόν Τριαδικό Θεό δηλ.
Ὁ νοῦς, ἄν καί ἔχη ἕδρα κάπου στήν καρδιά, καί ἐκεῖ ἐνεργεῖ κυρίως, καί ἐκεῖ ἐνεργοῦνται τά θαυμάσια πού ἀκολουθοῦν τήν ἕνωσί του διά τῆς Χάριτος μέ τόν Θεό. Ἡ λογική δόξα καί ἡ διάνοια, ἄν καί εἶναι λογικές δυνάμεις καί δέν εἶναι ἀποχωρισμένες ἀπό τήν ἀποθήκη τῶν αἰσθήσεων, τήν φαντασία, καί ἐνεργοῦν στόν ἐγκέφαλο, δέν δροῦν αὐτοτελῶς καί εἶναι ἄμεσα ἐξαρτημένες ἀπό τόν ἐγκέφαλο. Ὁπότε, καταλήγομε, ἄν ὁ ἐγκέφαλος ὑποστῆ κάποια βλάβη, εἴτε γενετικῆς φύσεως, εἴτε ἀπό κάποιο ἀτύχημα, ἀναλόγως τῆς βλάβης δέν λειτουργοῦν σωστά αὐτές οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς, οἱ ὁποῖες, οἱ ἅγιοι Πατέρες λένε, ὅτι εἶναι ἄμεσα ἐξαρτημένες ἀπό τόν ἐγκέφαλο. Ἀναφέρει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ὅτι ἡ ψυχή καθίσταται φανερή ἐνεργῶντας στά μέλη τοῦ σώματός μας ἀνάλογα μέ τήν θεόθεν δυνατότητα καί λειτουργικότητα πού ἔχουν αὐτά. Ἔτσι, κάθε μας ὄργανο γίνεται ἀποδέκτης ἐκείνης μόνο τῆς δυνάμεως τῆς ψυχῆς πού ἐκ κατασκευῆς, θεόθεν δηλ., μπορεῖ νά ἐκφράση. Γι᾽ αὐτόν τόν λόγο, ὅταν κάποιο ὄργανο ὑποστῆ, ὦ μή γένοιτο βέβαια, κάποια βλάβη, καί ἀνάλογα μέ τό ποσοστό καί τό ποιόν τῆς βλάβης, ἀναλόγως παύει νά ἐκφράζεται ἡ ἀντίστοιχη ἐνέργεια τῆς ψυχῆς.
Καί, γιά νά ἐπιστρέψωμε στόν ἐγκέφαλο, πού εἶναι τό ἐπίμαχο θέμα, ἄν αὐτός ὑποστῆ βλάβη, ναί μέν δέν λειτουργοῦν, δέν ἐκδηλώνονται, οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς, ὅμως αὐτό δέν σημαίνει ὅτι καί ὁ νοῦς ἔχει ὑποστῆ βλάβη. Ὁ νοῦς δέν μπορεῖ νά ὑποστῆ ὀργανική βλάβη, ἐφ᾽ ὅσον, ἁπλούστατα, δέν ἀπαιτεῖται κάποιο ὄργανο γιά νά ἐνεργήση. Δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τήν φθορά ἤ ὄχι κάποιου ὀργάνου. Ἔτσι, στόν ”ἐγκεφαλικό, λεγόμενο, θάνατο” ἡ ψυχή συνέχει τό σῶμα ἀκόμα, ὅπως καί πρίν. Δέν ἔφυγε ἡ ψυχή ἀπό τό σῶμα, δέν λύθηκε ὁ φυσικώτατος δεσμός ψυχῆς καί σώματος.
Ὁ νοῦς, εἴπαμε, δέν παθαίνει βλάβη λόγῳ κάποιου ὀργάνου, καί, συνεπῶς, ἡ συνείδησις, τά συναισθήματα, οἱ σκέψεις, ὁ ἐνδιάθετος λόγος, οἱ ἄδηλοι λόγοι, καί, γενικῶς, ἡ νοερά ἐνέργεια συνεχίζουν νά ”ἐργάζωνται”, νά λειτουργοῦν δηλ., ἔστω καί ἐάν δέν μποροῦν νά ἐξωτερικευθοῦν, νά ἐκφρασθοῦν, γιατί κάποιο ὄργανο εἶναι χαλασμένο, καί, ἐν προκειμένῳ, ὁ ἐγκέφαλος. Ἡ ψυχή, ὅμως, εἶναι μέσα στό σῶμα. Ὁ ἄνθρωπος ζεῖ, ἐφ᾽ ὅσον ἡ ψυχή δέν ἔχει ἀναχωρήσει. Αὐτό, δέν θέλει πολλές φιλοσοφίες. Αὐτό καταδεικνύεται ἀπό τήν ζωή τοῦ ὑπολοίπου σώματος καί τίς πλεῖστες ὅσες ὑπόλοιπες, ἐμφανέστατες, λειτουργίες του.
Τό πρόβλημα ἔγκειται στό ὅτι ἡ οὐσία τῆς ψυχῆς, εἶναι, σέ σχέσι μέ μᾶς, ἀόρατη καί ἄϋλη, σέ σχέσι βέβαια μέ τόν Θεό εἶναι πέρα γιά πέρα ὑλικωτάτη, σέ σχέση μέ μᾶς ὅμως εἶναι ἀόρατη καί ἀκατάληπτη, ἀπό τίς αἰσθήσεις μας δηλ. Οἱ ἐνέργειές της ὅμως εἶναι αὐτές πού τήν φανερώνουν καί ἐκδηλώνονται διά μέσου τῶν λεγομένων δυνάμεων τῆς ψυχῆς. Ὅταν λέμε ”δυνάμεις τῆς ψυχῆς” ἐννοοῦμε τίς δυνατότητες, τά φυσικά της προσόντα δηλ. πού ἔχει ἐκ κατασκευῆς ἐκ Θεοῦ, πού ἐνεφύτευσε δηλ. σέ αὐτήν κατά τήν δημιουργία τοῦ κάθε ἀνθρώπου ὁ Θεός. Οἱ δυνατότητες αὐτές ἐνεργοῦν μέσῳ κάποιων ὀργάνων τοῦ σώματος. Π.χ., ἄν ἕνας κοιμᾶται, καί ἔχη προφανῶς κλειστά τά μάτια του, δέν σημαίνει ὅτι δέν ἔχει τήν δυνατότητα νά βλέπη. Ἁπλῶς, ἐκείνη τήν στιγμή πού κοιμᾶται δέν ἐνεργοποιεῖ αὐτήν τήν δυνατότητα. Κατά τούς Ἁγίους καί θεοφώτιστους, ὅμως, Πατέρες, ἡ δύναμις αὐτή ὑπάρχει ἀκόμη καί ὅταν ἔχη βλάβη τό ὄργανο ”ὀφθαλμός”. Ἐδῶ εἶναι ἕνα ἀπό τά βασικά κλειδιά τοῦ θέματος. Τό ξαναλέμε: Ἡ δύναμις ὑπάρχει ἀκόμη καί ὅταν ἔχη βλάβη τό ὄργανο, π.χ. ὁ ὀφθαλμός. Ὁ νοῦς, ὅμως, δέν μπορεῖ νά ὑποστῆ βλάβη, γιατί δέν ἀπαιτεῖται κάποιο ὄργανο γιά νά ἐνεργήση. Ἐάν ὁ νοῦς, αὐτεξουσίως, ἀφήση τόπο στήν ἁμαρτία, τότε ἀσθενεῖ καί ὁδηγεῖ, σέ ὀργανικῆς φύσεως βλάβες πού ἐπηρεάζουν τόν ἐγκέφαλο, ὅσο καί ἄλλα ὄργανα τοῦ σώματος. Π.χ., σέ ἕναν ἀλκοολικό, πού τό πάθος του βρίσκεται στόν νοῦ, στήν νοερή καρδιά, στό κέντρο τῆς ψυχῆς του, αὐτό τό πάθος ἐπηρεάζει, δυστυχῶς, διάφορα ὄργανα τοῦ σώματός του (π.χ. συκώτι).
Σέ μία συζήτησι γιά τίς μεταμοσχεύσεις, πού εἴχαμε μέ τόν μακαριστό Γέροντα Παΐσιο, ρωτήσαμε τόν Γέροντα νά μᾶς πῆ τήν γνώμη του γιά τό ἐν λόγῳ θέμα.
Μᾶς εἶπε, μεταξύ τῶν ἄλλων, τά ἑξῆς:
« Ἄν ἦταν δυνατόν νά μεταμοσχεύαμε ἕναν ἄρρωστο ἐγκέφαλο σέ ἕναν ἄνθρωπο, τότε ὁ λήπτης θά διατηροῦσε τήν δική του ταυτότητα, τούς δικούς του λογισμούς, τά δικά του πάθη ἀρετές, μνῆμες, κλπ. Δέν θά ἔπαιρνε δηλ. κάτι ἀπό τόν δότη, δέν θά ἔπαιρνε ὁ λήπτης κάτι ἀπό τόν δότη».
Καί ὅταν τόν παρακαλέσαμε, λέγοντας «Γέροντα, κάνετε προσευχή νά βάλουμε μυαλό», μᾶς ἀπήντησε χαριτολογῶντας: «Μυαλό ἔχουμε ὅλοι, ἀκόμη καί τά ζῶα. Νοῦς ὑγιής καί φωτισμένος μᾶς χρειάζεται».
Καί συνέχισε λέγοντας ὁ Γέροντας: «Τό πιό ἀνώτερο πού μᾶς ἔδωσε ὁ καλός Θεός εἶναι ὁ νοῦς, ἡ νοερή καρδιά, πού εἶναι ἡ ”ἁγία τριάδα” τῆς ψυχῆς μας».
Καί, γιατί λέγεται ὁ νοῦς ”λογικό μέρος τῆς ψυχῆς”;
Εἶπε ὁ Γέροντας: «Γιατί εἶναι ”μυαλωμένος”, ἔχει δηλ. ”μυαλό” καί λογική. Ὁ νοῦς μας δέν χρειάζεται κανένα ὄργανο γιά νά λειτουργήση. Δέν χρειάζεται κανένα ὄργανο γιά νά ἀρρωστήση. Μόνο ἀπό πάθη καί ἁμαρτίες ἀρρωσταίνει, θολώνει καί σκοτίζεται ὁ νοῦς. Ὅσο, τώρα, γιά τό ἄλογο, ”ἄμυαλο” μέρος τοῦ νοῦ, πού ἐξηγήσαμε πιό πρίν, πού δέν ἔχει ”μυαλό” καί ”λογική”, ὁ Θεός τό ἔδωσε στήν ἀνθρώπινη φύσι γιά σωστή λειτουργία καί θέλει, ὁ καλός Θεός, καί περιμένει ἀπό ἐμᾶς καί στό ἄλογο-”ἄμυαλο” αὐτό μέρος νά βάλουμε ”λογική”, νά βάλουμε ”μυαλό”, νά κάνουμε δηλ. σωστή χρήση».
Ὄντως, τί χαριτωμένες καί φωτισμένες ἐκφράσεις τοῦ Γέροντα.
Καί, συνέχισε ὁ Γέροντας λέγοντας: «Ἐκτός ἀπό τήν οὐσία τοῦ νοῦ, νοερῆς καρδιᾶς, ὁ Θεός ἔδωσε καί κάποια διακονήματα, ἐργόχειρα, δυνατότητες, στήν ψυχή. Ὅλες αὐτές οἱ δυνατότητες ἐνεργοῦν διά μέσου κάποιων ὀργάνων τοῦ σώματος. Αὐτές εἶναι οἱ δυνάμεις τοῦ νοῦ πού ὑπάρχουν πάντοτε καί ὅταν ἐνεργοποιοῦνται λέγονται ”ἐνέργειες τῆς ψυχῆς”. Ἡ σημαντικώτερη ἀπό τίς δυνάμεις αὐτές εἶναι ἡ διάνοια. Ὅταν, ὅμως, ὁ ἐγκέφαλος εἶναι ἄρρωστος, δέν λειτουργεῖ σωστά ἡ διάνοια. Διότι, ἡ διάνοια τοῦ λήπτη χρειάζεται ὑγιῆ καί ὄχι ἄρρωστο ἐγκέφαλο γιά νά ἐνεργοποιηθῆ σωστά.
Νά τό ποῦμε πιό ἁπλᾶ μέ ἕνα παράδειγμα:
Ἐνῶ ὁ λήπτης θά ἔδινε τήν ταυτότητά του γιά ἐκτύπωση, ἐπειδή ὁ ἐγκέφαλός του θά ἦταν ἐλαττωματικός ἐκτυπωτής ἤ χαλασμένο φωτοκοπικό, θά τοῦ ἔβγαζε ἤ ἄδεια λευκή κόλλα, (μπλάκ-άουτ), δηλ. ὅπως συμβαίνει σέ περιπτώσεις φυτοῦ (κώματος), κλπ., πού δέν ὑπάρχει σχεδόν καμμία ἀντίδρασις, ἤ θά ἔβγαζε ὁ χαλασμένος ἐγκέφαλός του, τό χαλασμένο φωτοκοπικό του, μουντζοῦρες, μισές λέξεις, ἀσυναρτησίες, ὅπως ὅταν ἔχουμε διανοητική καθυστέρηση, αλτσχάϊμερ, ἐγκεφαλικά διαφόρων ποιοτήτων, ἐπιπέδων, κλπ.».
Καί, κλείνοντας, ὁ Γέροντας εἶπε: « Ἄν γινόταν νά βάλουμε ὑγιῆ ἐγκέφαλο ἀπό Μουσουλμᾶνο σέ Χριστιανό, ὁ Χριστιανός δέν θά ἔλεγε ”δόξα τόν Ἀλλάχ”, ἀλλά θά ἔλεγε ”δόξα τῷ Τριαδικῷ Θεῷ”, ὅπως καί τό ἀντίστροφο».
Ἀπό τά λεγόμενα τοῦ Γέροντα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τά συμπεράσματα εἶναι ποικίλλα καί σαφέστατα καί παρακαλῶ πολύ νά μᾶς ἐπιτραπῆ νά μή κάνωμε κανένα προσωπικό σχόλιο ἤ ἀνάλυσι ἐπ᾽ αὐτῶν.
Τώρα, νά τονίσωμε, ἐπίσης, ὅτι δέν ὑπάρχει ὁμοφωνία τῶν ἰατρῶν σέ παγκόσμιο ἐπίπεδο γιά τόν ”ἐγκεφαλικό θάνατο”, ἐφ᾽ ὅσον πολλοί ἐπιστήμονες ἔχουν καταθέσει σχετικές μελέτες πού ἀποδεικνύουν ὅτι ὁ ”ἐγκεφαλικός θάνατος” δέν ταυτίζεται μέ τόν βιολογικό θάνατο, ἐφ᾽ ὅσον, σύν τοῖς ἄλλοις, συντελοῦνται πλεῖστες ὅσες ὀργανικές λειτουργίες πού δέν παρατηροῦνται, σέ ἕνα πτῶμα. Ἐάν δέ πιάσωμε τίς περιπτώσεις τῶν ἀνανήψεων ἀπό ”ἐγκεφαλικό θάνατο”, ἔ, ἐκεῖ, ὄντως, ”πᾶν στόμα φραγήσεται μή ἔχον τι ἀπολογήσασθαι”. Ἐννοεῖται δέ, ὅτι, στίς ἡμέρες μας, δέν ἀπεκαλύφθη, δῆθεν, κάτι καινούργιο ἐπί τῶν προαναφερθέντων διότι ἀνέκαθεν ὑπῆρχαν κάθε μορφῆς ἐγκεφαλικές κακώσεις.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, σέ πιό κλάσμα τοῦ δευτερολέπτου λαμβάνει χώραν ὁ βιολογικός θάνατος κανείς δέν τό ξέρει ἐπακριβῶς. Πότε δηλ. ἡ ψυχή βιαίως χωρίζεται ἐκ τῆς ἁρμονίας καί τῆς συμφυΐας σώματος καί ψυχῆς, πότε δηλ. ὁ φυσικώτατος δεσμός ψυχῆς καί σώματος θείῳ βουλήματι ἀποτέμνεται. Ἐκεῖνο πού ξέρομε εἶναι ὅτι, ὅταν γίνεται αὐτό δηλ. χωρισμός ψυχῆς καί σώματος, τότε ἔχομε τόν ὁριστικό θάνατο, πού ἀνθρωπίνως ἁπλῶς πιστοποιεῖται μέ διάφορες ἰατρικές μεθόδους.
Σημασία ἔχει ὅτι στόν ”έγκεφαλικό θάνατο” δέν ἀληθεύει τό τροπάριο τῶν κηδειῶν πού λέει «οἴμοι, οἷον ἀγῶνα ἔχει ἡ ψυχή χωριζομένη ἐκ τοῦ σώματος, οἴμοι πόσα δακρύει τότε, κλπ.», διότι, ἐάν ἴσχυε, μή σᾶς φανῆ ὑπερβολικό, θά ἔπρεπε νά κάνωμε καί κηδεία. Καί, αὐτό ἔλειψε, ἡ Ἐκκλησία, ἐπισήμως, νά υἱοθετήση κηδεία καί ταφή σέ ζωντανούς! Διότι, περί αὐτοῦ πρόκειται. Ἤ, νά παροτρύνη, ἡ Μητέρα μας Ἐκκλησία, τά μέλη Της νά δέχωνται, εἴτε νά αὐτοκτονοῦν οἱ ἄλλοι, ἄμεσα-ἔμμεσα, γενόμενοι δηλ. δωρητές ζωτικῶν ὀργάνων, εἴτε νά σκοτώνουν τούς ἄλλους καί παρά τήν θέλησί τους, γιά νά ζήσουν οἱ ἴδιοι. Ἀλλά, καί συνταγματικά νά τό δοῦμε, ποῦ εἶναι τό Σύνταγμα, πού διατυπώνει ὅτι προστατεύει τήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου, τήν τιμή του καί τήν ἐλευθερία του;
Ἀκόμη καί ἄν ξέραμε, πού βέβαια, δέν γίνεται, ἀλλά ὑποτεθείσθω, ἀκόμη καί ἄν ξέραμε ὅτι ὁ ”ἐγκεφαλικά νεκρός” σέ ἕνα δευτερόλεπτο, σέ ἕνα κλάσμα τοῦ δευτερολέπτου, θά ἐγίνετο βιολογικά νεκρός (θά πέθαινε δηλ.), ἀκόμα καί τότε δέν θά εἴχαμε κανένα δικαίωμα ἐκ Θεοῦ νά ἐπέμβουμε καί νά τοῦ πάρωμε τά ζωτικά ὄργανα, πρίν πεθάνη δηλ. Διότι, Ἄλλος εἶναι τῆς ζωῆς ὁ κυριεύων, καί τοῦ θανάτου, πού Ἐκεῖνος ὁ Ἄλλος εἶπε «οὐ φονεύσεις», πού ἰσχύει ἐν παντί καιρῷ καί πάσῃ ὥρᾳ, ἄρα καί ὅταν τό ὄργανο ”ἐγκέφαλος” εἶναι, ὦ μή γένοιτο, κατεστραμμένο.
Τώρα, ἄν κάποιοι δειλιάζουν, φοβοῦνται τόν θάνατο, ἤ δέν ἀντέχουν τόν πόνο, κλπ., ἀπό τήν δική μας πλευρά πρέπει νά εἶναι πέρα γιά πέρα σεβαστό καί νά εὐχώμεθα ὁ Θεός ὅλους μας νά μᾶς συγχωρῆ. Αὐτό, ὅμως, ἡ Χριστιανική θρησκεία ἐπ᾽ οὐδενί τό δέχεται στήν βασικωτάτη διδασκαλία της. Ἄν, πάνω στά πράγματα, δέν ἔχωμε τό σθένος πού ἔδειξε, ὄχι στά λόγια, ἀλλά στήν πρᾶξι, ἑκουσίως, ὁ μακαριστός Ἁγιορείτης Γρηγοριάτης μοναχός Νικόδημος, πού, ἐνῶ εἶχε πέρα γιά πέρα τήν δυνατότητα νά κάνη μεταμόσχευσι καρδίας, καί παρά τίς ἐπανειλημμένες προτάσεις τῶν γιατρῶν, καί παρά τό ὅτι ὁ Γέροντάς του, ἀρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης, δέν τόν πίεσε, ὅπως μᾶς εἶπε προσωπικά ὁ ἴδιος ὁ ἡγούμενος, ὅτι «δέν τόν πίεσα», διακρίσεως βέβαια ἕνεκεν, καί ἴσως, Κύριος οἶδε, γιά νά φανῆ ἔτσι περισσότερο τό μεγαλεῖο τῆς ψυχῆς του. Εἶπε, χαρακτηριστικά, ὁ μακαριστός πατήρ Νικόδημος Γρηγοριάτης: « Θέλω νά ζήσω». Τί πιό φυσικό; Δεῖγμα καί ὑγείας. «Θέλω νά ζήσω». Μᾶς συγκινεῖ ὅλους. Καί συνέχισε λέγοντας: «Βάλτε μου τήν τεχνητή καρδιά, ἤ ὅ,τι ἄλλο τεχνικό μέσο διαθέτει ἡ ἐπιστήμη. Ὅμως, ποτέ δέν πρόκειται νά δεχθῶ μία καρδιά πού θά προέρχεται ἀπό ἕναν ”ἐγκεφαλικά νεκρό”, ὁ ὁποῖος, γιά μένα, δέν εἶναι νεκρός, ἀλλά ζῶν καί βαρύτατα πάσχων ἀσθενής ἀδελφός μου». Τί λόγια συγκινητικά! Καί, ἔτσι, ὁμολογιακά, γιατί αὐτή ἡ στάσι του ἐπέχει θέσι ὁμολογίας, ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ τό 2009 σέ ἡλικία 54 ἐτῶν. Αἰωνία του ἡ μνήμη! Ἀπερίφραστα λέμε, «τήν εὐχή του νά ἔχωμε».
Ἄν, λοιπόν, δέν ἔχωμε τήν ”καρδιά” τοῦ π. Νικοδήμου, ὅμως, τοὐλάχιστον, νά σεβασθοῦμε τίς σχετικές ἐντολές τοῦ πολυεύσπλαγχνου πάντα Θεοῦ. Διότι, ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη, ἀλλά εἶναι καί δικαιοσύνη, καί, τελικά, ”οὐ μυκτηρίζεται”. Καί, ξέρομε καλά πότε ὁ Θεός ἀγανακτεῖ. Κυρίως, ὅταν θέλωμε νά διαστρέψωμε τόν νόμο Του. Διότι, ὁ πατήρ Νικόδημος εἶναι ἐκεῖνος, τελικά, πού ἐφήρμοσε ὄντως, πλήρως καί ὀρθά, τόν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου, πού λέει «μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδείς ἔχει, ἵνα τίς τήν ψυχήν αὐτοῦ θῇ ὑπέρ τῶν φίλων αὐτοῦ». Διότι, μέ τήν στάσι του δέν συγκατατέθηκε στήν ἀφαίρεσι τῆς ζωῆς κάποιου ἄλλου ἀνθρώπου γιά νά ζήση αὐτός. Ἄλλωστε, ἄς μή ξεχνᾶμε τήν περίπτωσι τοῦ Ὠριγένη, πού πῆρε κατά γράμμα, καί ὄχι κατά πνεῦμα, τά σχετικά λόγια τοῦ Εὐαγγελίου, καί ἀστόχως εὐνουχίσθηκε.
Ἄλλη εἶναι ἡ περίπτωσις, φυσικά, τῶν πυροσβεστῶν, γιά παράδειγμα, πού ὁρμοῦν στήν φωτιά γιά νά σώσουν ἀνθρώπινες ζωές, ἤ τῶν ἀστυνομικῶν, διότι ὁ στόχος τους εἶναι νά σώσουν ζωές ἤ νά πιάσουν τούς κακοποιούς καί ὄχι νά σκοτωθοῦν οἱ ἴδιοι. Ἄλλο θέμα, τώρα, βέβαια, εἶναι τό τί μπορεῖ νά προκύψη στήν πορεία τῶν διαφόρων ἐπιχειρήσεων.
Ἐνῶ στήν δωρεά ζωτικῶν ὀργάνων, ἐγώ ὁ ἴδιος πού ὑπογράφω ὡς δότης προγραμματίζω, ὑπογράφω, νά μέ σκοτώσουν πρίν ὁ Θεός πῆ τόν τελικό λόγο, καί κάνω, σύν τοῖς ἄλλοις, δολοφόνο καί τόν γιατρό, γιά νά ζήση, βέβαια, κάποιος ἄλλος. Ὁ σκοπός, ὅμως, δέν ἁγιάζει τά μέσα, τά ὁποῖα αὐτά μέσα, ἐν προκειμένῳ, ρητῶς ἀπαγορεύει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, κατ᾽ ἐπανάληψιν, καί ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, καί, κατά μείζονα λόγον, καί στήν Καινή Διαθήκη.
Ἴσως, κάποιος ἄλλος πῆ, γιά παράδειγμα, ”τί γίνεται, πάτερ μου, μέ τόν χορό τοῦ Ζαλόγγου;” Ἐκεῖ, οἱ γυναῖκες ἔπεσαν στόν γκρεμό κατ᾽ ἀνάγκην, ὄχι ἐκ προθέσεως. Δέν εἶπαν «σκοτῶστε μας γιά νά ζήσουν κάποιοι ἄλλοι», ἀλλά τό ἔκαναν γιά τό πιστεύω τους, τήν τιμή τους, γιά νά μή πᾶνε στά χαρέμια καί ὅλα τά ἐπακόλουθα.
Ὦ, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἄς παρακαλέσωμε τόν Κύριο, ἔχοντες κραταιούς μεσίτας τούς τοπικούς Ἁγίους, ὥστε νά ”βλέπωμε” καθαρά τά λόγια τοῦ Εὐαγγελίου. Θά μοῦ πῆτε ”νά βλέπωμε”; Ναί, καθ᾽ ὅτι ”νοῦς ὁρᾶ”, νοῦς ἀκούει, νοῦς γνωρίζει τόν Θεό, ὅπως προεξηγήσαμε. Ἁπλῶς, ἡ διάνοια, πού ἐνεργεῖ μεταξύ τοῦ νοῦ καί τοῦ λόγου, κάνει διανοητά τά τοῦ νοός, τά ὁποῖα διατυπώνονται φυσικά μέ τόν λόγο. Καί, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Μάξιμος, γιά νά βλέπη ὁ νοῦς καθαρά, πρέπει νά εἶναι καθαρός. Νά μήν ὑπάρχη ἡ ὁμίχλη τῶν φανερῶν καί κρυφῶν παθῶν.
Τώρα, ὅσον ἀφορᾶ σ᾽ ὅλους ἐμᾶς, πού προφανῶς ὅλοι μας ὑπολειπόμεθα, ὅλοι μας ἔχομε ἀνάγκη καθάρσεως, δέν ἔχομε, μέχρι τότε, παρά νά βάλωμε τό μυαλό μας στό ”ψυγεῖο”, ὥσπου νά καθαρισθῆ ὁ νοῦς μας καί ἀπαλλαγῆ ἀπό τά πολυάριθμα καί ἀόρατα μικρόβια, τά ὁποῖα, παρά τήν καλή θέλησί μας, και τήν ὑπερφιλότιμη προσπάθειά μας πνίγουν, τελικά, καί διαστρέφουν, σύν τοῖς ἄλλοις, τόν ζωοποιό καί ξάστερο καί ἀκατάληπτο λόγο καί θέλημα τοῦ Θεοῦ, καί αὐτή ἡ διαστροφή πολλές φορές συμβαίνει χωρίς νά τό καταλαβαίνωμε καθόλου, οὔτε κἄν νά τό ὑποπτευώμαστε.
Στόν καταψύκτη, λοιπόν, καί ὄχι ἁπλῶς στήν συντήρησι ἄς βάλλωμε τίς σκέψεις μας, ὥσπου νά τίς πάρωμε κάποτε ἁγιασμένες, ἤ, γιά νά εἴμαστε πιό ρεαλιστές, ἀκινδύνως θολωμένες. Καί, ἄς γινώμαστε μέχρι τότε, ἀλλά καί πάντα, μαθηταί τῶν Ἁγίων, τῶν ἀπ᾽ αἰῶνος εὐαρεστησάντων, ἀλλά καί τῶν κατά Θεόν ἐγγυημένα συγχρόνων φωτισμένων Γεροντάδων, πού ἀποδεδειγμένα, καί μόνον ἀποδεδειγμένα, ”ἐπανεπαύσατο αὐτοῖς” τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Τό σκάφος τῆς Ἐκκλησίας στό ἱστορικό ταλαίπωρο γίγνεσθαι πηδαλιουχεῖται ἐκ τοῦ Θεοῦ μέ πολλούς τρόπους, ὄχι μόνο θετικούς, ἀλλά ἀκόμα καί ἀρνητικούς. Ἀλλά, κυρίως, ἡ Ἐκκλησία πηδαλιουχεῖται διά μέσου τῶν Ἁγίων τῆς κάθε ἐποχῆς.
Δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε, στό σημεῖο αὐτό, ὅτι καί ὁ Γέρων Πορφύριος, πού εἶχε ὄντως ὑπερφυσικά χαρίσματα ἀπό τόν Θεό, καί ὁ Γέρων Σωφρόνιος Σαχάρωφ, πού εἶχε τό χάρισμα-ἐμπειρία τῆς κατά Θεόν θεολογίας, ἀλλά καί πάρα πολλοί ἄλλοι ὄντως φωτισμένοι, κατά γενικήν ὁμολογίαν, Γεροντάδες, ἦσαν καί εἶναι ἀρνητικώτατοι στό θέμα τῶν μεταμοσχεύσεων ζωτικῶν ὀργάνων. Ἀλλά καί στήν διαχρονική πεῖρα τῶν πρό ἡμῶν Ἁγίων Πατέρων, στούς ὁποίους ἦταν ἀφιερωμένο τό παρελθόν ἔτος 2012 ἀπό τόν σεπτό μας ποιμενάρχη τόν σεβασμιώτατο μητροπολίτη μας κ. κ. Νικόλαο, ἄν ἐνσκύψη κανείς στούς Ἁγίους Πατέρες δέν χρειάζεται ἰδιαίτερη φώτισι γιά νά ἐννοήση περί τοῦ πρακτέου καί μάλιστα μέ μεγάλο συντελεστή ἀσφαλείας.
Νά μή θαμπωνώμαστε ἀπό τήν ἐπιστήμη γιά θέματα πού τά γνωρίζωμε ἐξ ἀποκαλύψεως, πού, ἐνῶ δέν ἅπτονται ἐπιστημονικῶν διεργασιῶν, γνωρίζονται ὅμως πέρα γιά πέρα ”ἀγνώστως” μόνο ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Πόσῳ μᾶλλον, ὅταν, ἀποδεδειγμένα, ἡ ἐφηρμοσμένη ἐπιστήμη ξεπέφτωντας ἀπό τήν ἀποστολή της καί τήν δεοντολογία της, μέ τρόπο σοῦπερ ὑποκριτικό, ὥστε νά πλανῶνται, εἰ δυνατόν, καί οἱ ἐκλεκτοί, ἐξυπηρετεῖ πλεῖστες ὅσες σκοπιμότητες καί σκοτεινούς κρυφούς σκοπούς.
Ἄς μή λησμονοῦμε, ὅτι εἶναι πλέον προφανές, ὅτι βρισκόμαστε σέ εἰδική τροχιά πρό τῆς ἐποχῆς τοῦ Ἀντιχρίστου, ἡ ὁποία ὅμως εἶναι ἐντελῶς ἄγνωστο, ἄς μήν εἴμαστε ἀφελεῖς στό θέμα αὐτό ὥστε νά μᾶς ἐκμεταλλεύωνται ἀκόμα καί οἱ ἐχθροί τῆς πίστεώς μας, εἶναι ἐντελῶς ἄγνωστο πόσο θά διαρκέση αὐτή ἡ περίοδος. Καί μία καταπληκτική ὄντως, πατερική προφητεία γιά τόν Ἀντίχριστο εἶναι ὅτι ὁ Ἀντίχριστος θά ἔχη κοσμική ἐξουσία. Γιά μᾶς αὐτό τώρα εἶναι εὐκολονόητο, ἀλλά πρίν πάρα-πάρα πολλά χρόνια ἦτο ἐντελῶς ἄπιαστο. Ὁπότε, καί οἱ πρόδρομοί του, φυσικῷ τῷ τρόπῳ, κατ᾽ ἀναλογίαν καί κατ ἀντιστοιχίαν, τά μικρά δηλ. ἀντιχριστάκια, ἔχοντες κοσμικήν ἐξουσίαν ἱκανήν, ὡς ἐκ τούτου, μποροῦν νά ἐλέγχουν πολλούς ἄλλους τομεῖς, ὅπως ἐν προκειμένῳ εἶναι ἡ παραπληροφόρησις τῆς σκόπιμης – κατευθυνόμενης ἐπιστήμης σέ πολλά θέματα. Π.χ., σέ θέματα Ἐξελίξεως, μέ ἀποδεδειγμένες πλαστογραφίες, πού ἔγραφαν κάποτε οἱ ἐφημερίδες τοῦ Βερολίνου καί πολλές ἄλλες ἐφημερίδες καί πολλοί ἄλλοι ἐπιστήμονες, ἐπιστήμης ἕνεκεν, ἀλλά νά μήν ἐπεκταθοῦμε σέ ἄλλα θέματα… Ἀλλά, ἡ παραπληροφόρησις φθάνει καί σέ θέματα ἐξωγήινων δῆθεν – κωμικοτραγικές ἱστορίες -, ἀλλά καί σέ πλεῖστα ὅσα ἄλλα θέματα, ὅπως ὑγείας, διατροφῆς, ἀσφαλείας, κλπ. Ἐδῶ, μᾶς χτυποῦν τήν ὑγεία, πέρα γιά πέρα, καί ἐνδιαφέρονται γιά τά ὑπόλοιπα, δῆθεν….
Τώρα, ὅσον ἀφορᾶ σέ ἐμᾶς, τά πιστά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, πρέπει νά ἐννοήσωμε στήν πρᾶξι, ὅτι, ὅσο ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀκατάληπτη, ἄλλο τόσο εἶναι καί τό ἅγιο θέλημα τῆς μοναδικωτάτης αὐθεντίας τοῦ Θεοῦ ἀκατάληπτο. Δέν εἶναι ντροπή νά τό παραδεχώμαστε. Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀκατάληπτο, τό ὁποῖο ὅμως πρέπει νά ἐφαρμόζωμε καί, ἀκόμη περισσότερο, ἐπ᾽ οὐδενί πρέπει νά προσπαθοῦμε νά ἀλλοιώσωμε. Μεγίστη παγίδα σέ αὐτό εἶναι ὁ ὀρθολογισμός, ὁ ὁποῖος, ἐν προκειμένῳ, ξέρει τά πάντα νά ἐξειδανικεύη, νά ὡραιοποιῆ καί νά λογικοποιῆ.
Ἀλλά, καί ἀπό τά πολύ ἁπλά Μαθηματικά, ἡ λέξις ”Μαθηματικά”, καί ἐντός, καί ἐκτός εἰσαγωγικῶν, γνωρίζομε ὅτι κάθε λογική πρότασις δέν εἶναι ἀληθής. Ἁπλά Μαθηματικά. Καί, ἄν αὐτό ἰσχύη στά ἁπλά Μαθηματικά, πολύ περισσότερο ἰσχύει στά Μαθηματικά τοῦ Θεοῦ, μέ τήν ἔννοια δηλ. ὅτι πρέπει νά κάνωμε τελικά ὑπακοή στίς ἐντολές καί στά Μαθηματικά τοῦ Θεοῦ καί ὄχι νά ἀκοῦμε τόν λογισμό μας σέ ὅ, τι μᾶς φαίνεται λογικό, ὡραῖο, σωστό καί ὠφέλιμο. Ἄλλωστε, ὑπάρχουν καί οἱ γνωστοί ἐκ δεξιῶν πειρασμοί, πού εἶναι καί οἱ πιό ὕπουλοι, οἱ πιό δυσδιάκριτοι.
Ἄλλωστε, πάνω καί πέρα ἀπό ὅλα, πρέπει νά ἔχωμε ἐπί τῶν προαναφερθέντων ἐσχατολογικό κριτήριο. Τί ἔλεγαν οἱ ἅγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες; «Φέροντες τά παρόντα γενναίως, βλέποντες ὡς τρυφάς τάς βασάνους, χαίροντες τοῖς ἐλπιζομένοις, ……..» κλπ. Ἔλεγαν ἐπίσης: «Δριμύς ὁ χειμών, ἀλλά γλυκύς ὁ Παράδεισος. Ἀλγεινή ἡ πῆξις, ἀλλ᾽ ἡδεῖα ἡ ἀπόλαυσις. Μή οὖν ἐκκλίνωμεν, ὦ συστρατιῶται. Καυθήτω ὁ ποῦς, ἵνα χορεύῃ αἰώνια»….. Τί πράγματα συγκινητικά! Ἤ, τί φρόνημα εἶχε ὁ ἀββᾶς Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος, ὁ ὁποῖος, ὅταν ἦταν παιδί – καί τί καταλαβαίνει ἕνα παιδί -, ἐπειδή, σάν παιδί, ἔφαγε ἕνα κλεμμένο σύκο, ἔκλαιγε ὅταν τό ἐνεθυμῆτο μία ὁλόκληρη ζωή. Ἄν ἐκεῖνος ἔκλαιγε γιά ἕνα σύκο, ἄς ἀναλογισθοῦμε πόσο θά μετανοοῦσε γιά ἄλλα πράγματα, ὅπως ἐν προκειμένῳ γιά κλεμμένα ζωτικά ὄργανα, φόνους, σκοπιμότητες, ἐξαφανίσεις παιδιῶν, καί ἄλλα.
Νά μή ἔχωμε ἐκκοσμικευμένο φρόνημα, γιατί, ἀνατρέχοντες στήν παραβολή τοῦ πλουσίου καί τοῦ πτωχοῦ Λαζάρου, τί λέγει ἐκεῖ ὁ Ἀβραάμ στήν ψυχή τοῦ πλουσίου; Παραβολή μέν, πού ἐκφράζει ὅμως πραγματικότητες, πού κανείς μέσα στό Εὐαγγέλιο δέν μπορεῖ νά τίς ἀμφισβητήση. Λέγει ἐκεῖ ὁ Ἀβραάμ στήν ψυχή τοῦ πλουσίου: «Τέκνον, μνήσθητι, ὅτι ἀπέλαβες σύ τά ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου καί Λάζαρος ὁμοίως τά κακά. Νῦν δέ ὧδε παρακαλεῖται, σύ δέ ὀδυνᾶσαι». Αὐτό τό ”μνήσθητι”, πού θέλει πολλή ἀνάλυσι, ἀλλά δέν θά τήν κάνωμε ἐδῶ, τά ἐκφράζει ὅλα. Σημαίνει, ὅτι ἡ ψυχή ἔχει μετά θάνατον πλήρη αἴσθησι τοῦ ἑαυτοῦ της. Ἡ ψυχή ζεῖ μετά τόν θάνατο καί ἔχει καί μνήμη. Στήν αἰώνια, ἄχρονη παράκλησι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, πρέπει νά ἀποσκοποῦμε καί ὄχι στήν πρόσκαιρη παράκλησι καί, ἰδιαίτερα, ὅταν αὐτή ἡ πρόσκαιρος εἶναι ἡ γενεσιουργός αἰτία αἰωνίας ἄχρονης καταδίκης, ἐάν δέν μετανοήσωμε.
Ἐνθυμοῦμαι τόν Γέροντά μου, τόν πατέρα Ἰσαάκ Λιβανέζο τόν Ἁγιορείτη, τοῦ ὁποίου, ὅταν ἦτο ἐργαζόμενος κάπου ἐκεῖ στό Ἅγιον Ὄρος, τοῦ ἔκοψε ἡ κορδέλλα τό μισό του δάκτυλο. Μοῦ ἔλεγε, ὅτι, εὐθύς μετά τό κόψιμο, καί ὅταν ἔβγαινε ἔξω στόν κόσμο γιά νά πάη στούς γιατρούς, στόν δρόμο, ἔψαλλε εὐχαριστιακῶς, τά Ἀνοιξαντάρια, λέγοντας, ὅτι τό δάχτυλό μου θά τό ξαναπάρω, πολύ καλύτερο, καί χαιρόταν, μετά τήν Ἀνάστασι τῶν νεκρῶν. Καί ἦταν δηλ. ὅλος κατά Θεόν χαρά. Τό θυμᾶμαι σάν καί τώρα. Καί ἐννοοῦσε ὁ Γέροντας, ὅτι, στήν αἰωνία ζωή, ὁποιαδήποτε μορφή βλάβης τοῦ παρόντος κόσμου, σωματικῆς ἤ ψυχικῆς, ἀκόμα καί τρέλλας, κλπ., ὅλες οἱ βλάβες θά ἀποκατασταθοῦν πλήρως, ὅταν θά λάβωμε τά νέα ἄφθαρτα σώματά μας. Τέτοια, λοιπόν, κριτήρια πρέπει νά ἔχωμε.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, θά κλείσωμε μέ τά λόγια τοῦ Ἁγίου Νικολάου Καβάσιλα ἀπό τήν θεοφώτιστη ἑρμηνεία του στήν Θεία Λειτουργία, ἀπό τό Κεφάλαιο πού λέγει ὅτι: « Ὁ ἁγιασμός εἰσάγεται πρῶτα στήν ψυχή αὐτοῦ πού μεταλαμβάνει». Στό προηγούμενο Κεφάλαιό του ὁ Ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας λέγει ὅτι: « Ὁ Χριστός μεταδίδει τόν Ἑαυτό Του καί στούς κεκοιμημένους, στίς ψυχές τους, μέ τήν Θεία Λειτουργία δηλ., μέ τρόπο πού μόνο Ἐκεῖνος γνωρίζει. Καί, μάλιστα, ἀποδεικνύει ὁ Ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας, ὅτι αὐτό εἶναι πιό φυσικό ἀπό αὐτό πού παίρνομε ἐμεῖς τήν Θεία Κοινωνία, δηλ. τόν Χριστό. Καί μετά, γιά ἐμᾶς τούς ζῶντας, λέγει ὁ Ἅγιος, ὅτι «ἡ Θεία Κοινωνία δίνεται, βέβαια, διά μέσου τοῦ σώματος -ἀπό τό στόμα μας τήν παίρνομε -, ἀλλά πρῶτα πηγαίνει στήν οὐσία τῆς ψυχῆς καί, ὕστερα, μέσῳ τῆς ψυχῆς, διαβαίνει στό σῶμα». Ἐννοεῖ δηλ. ὁ Ἅγιος, ὅτι μέσῳ τῆς ἐνεργείας τῆς ψυχῆς ἡ Θεία Κοινωνία διαβαίνει στό σῶμα. «Ἐκεῖνος πού ἑνώνεται μέ τόν Κύριο γίνεται ἕνα πνεῦμα μαζί Του (Α´πρός Κορινθίους ἐπιστολή). Διότι, ἡ ἕνωσις καί ἡ συνάφεια αὐτή πραγματοποιεῖται πρῶτα μέσα στήν ψυχή, διότι ἐκεῖ, στήν ψυχή, εἶναι, κυρίως, ὁ ἄνθρωπος. Ἐκεῖ εἶναι ὁ ἁγιασμός πού ἀποκτᾶται μέ τίς ἀρετές, ἐκεῖ, δυστυχῶς, εἶναι καί τό κέντρο πού ὁ ἄνθρωπος ἁμαρτάνει. Στό σῶμα, ὅλα προέρχονται ἀπό τήν ψυχή» Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὧδε, λοιπόν, ἡ Ὀρθόδοξη διδασκαλία καί ἡ μόνη ἀληθής αἰώνια πραγματικότητα…
Εὔχομαι, διά πρεσβειῶν τῶν σήμερα τιμωμένων Φθιωτῶν Ἁγίων, αὐτήν τήν ὀρθή δόξα νά ἀσπασθοῦμε, ἔτσι ὥστε νά ὁδηγούμεθα, ἡμέρα μέ τήν ἡμέρα, σέ εὐστοχώτερη ὀρθοπραξία, ἡ ὁποία, μέ τήν σειρά της, θά ἐνεργοποιεῖ αὐξητικά μέσα μας τήν φιλτάτην ἡμῶν Ὀρθοδοξία.
Ἀμήν.
Γένοιτο.
Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος
Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος
(Ὁμιλία κατά την ἀγρυπνία πρός τιμήν τῶν Φθιωτῶν Ἁγίων στόν Ἱ. Μητροπολιτικό Ναό Λαμίας 22-3-2013)
ΠΗΓΗ: http://www.pentapostagma.gr/2013/12/%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%B9-%CE%BC%CE%B5%CF%84%CE%B1%CE%BC%CE%BF%CF%83%CF%87%CE%B5%CF%85%CF%83%CE%B5%CF%89%CE%BD.html?utm_source=feedburner&utm_medium=email&utm_campaign=Feed%3A+pentapostagma+%28%CE%A0%CE%95%CE%9D%CE%A4%CE%91%CE%A0%CE%9F%CE%A3%CE%A4%CE%91%CE%93%CE%9C%CE%91%29&utm_content=Yahoo!+Mail
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου