Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2013

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ  22  ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ  2013

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΝ  ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

ΤΗΣ  ΕΟΡΤΗΣ

ΤΟΥ  ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ  ΦΙΛΗΜΟΝΟΣ  

ΚΕΙΜΕΝΟΝ
Παῦλος, δσμιος Χριστο ησο, κα Τιμθεος δελφς, Φιλμονι τ γαπητ κα συνεργ μν κα πφίᾳ τ γαπητ κα ρχππ τ συστρατιτ μν κα τ κατ' οκν σου κκλησίᾳ· χρις μν κα ερνη π Θεο πατρς μν κα Κυρου ησο Χριστο. Εχαριστ τ Θε μου πντοτε μνεαν σου ποιομενος π τν προσευχν μου, ἀκοων σου τν γπην κα τν πστιν ν χεις πρς τν Κριον ησον κα ες πντας τος γους,πως κοινωνα τς πστες σου νεργς γνηται ν πιγνσει παντς γαθο το ν μν ες Χριστν ησον. Χριν γρ χομεν πολλν κα παρκλησιν π τ γπ σου, τι τ σπλγχνα τν γων ναππαυται δι σο, δελφ. Δι, πολλν ν Χριστ παρρησαν χων πιτσσειν σοι τ νκον, δι τν γπην μλλον παρακαλ· τοιοτος ν, ς Παλος πρεσβτης, νυν δ κα δσμιος ησο Χριστο, παρακαλ σε περ το μο τκνου, ν γννησα ν τος δεσμος μου, νσιμον, τν ποτ σοι χρηστον, νυν δ σο κα μο εχρηστον, ν νπεμψα· σ δ ατν, τοτ' στι τ μ σπλγχνα, προσλαβο·ν γ βουλμην πρς μαυτν κατχειν, να πρ σο διακον μοι ν τος δεσμος το εαγγελου· χωρς δ τς σς γνμης οδν θλησα ποισαι, να μ ς κατ νγκην τ γαθν σου , λλ κατ κοσιον. τχα γρ δι τοτο χωρσθη πρς ραν, να αἰώνιον ατν πχς, οκτι ς δολον, λλ' πρ δολον, δελφν γαπητν, μλιστα μο, πσ δ μλλον σο κα ν σαρκ κα ν Κυρίῳ! Ε ον με χεις κοινωνν, προσλαβο ατν ς μ. Ε δ τι δκησ σε φελει, τοτο μο λλγει·γ Παλος γραψα τ μ χειρ, γ ποτσω· να μ λγω σοι τι κα σεαυτν μοι προσοφελεις. Να, δελφ, γ σου ναμην ν Κυρίῳ· νπαυσν μου τ σπλγχνα ν Κυρίῳ. Πεποιθς τ πακο σου γραψ σοι, εδς τι κα πρ λγω ποισεις. Ἅμα δ κα τομαζ μοι ξεναν· λπζω γρ τι δι τν προσευχν μν χαρισθσομαι μν. Ἀσπζετα σε παφρς συναιχμλωτς μου ν Χριστ ησο, Μρκος, ρσταρχος, Δημς, Λουκς, ο συνεργο μου. χρις το Κυρου μν ησο Χριστο μετ το πνεματος μν· μν.


ΕΡΜΗΝΕΙΑ


Ὁ Παῦλος, ὁ φυλακισμένος τοῦ Χριστοῦ Ἰησοῦ, καὶ ὁ Τιμόθεος ὀ ἀδελφός, πρὸς τὸν Φιλήμονα τὸν ἀγαπητὸν καὶ συνεργάτην μας, καὶ πρὸς τὴν Ἀπφίαν, τὴν ἀγαπητήν, καὶ πρὸς τὸν Ἄρχιππον. Τὸν συναστρατιώτην μας, καὶ πρὸς τὴν ἐκκλησίαν τοῦ σπιτιοῦ σου· χάρις νὰ εἶναι σ’ ἐσᾶς καὶ εἰρήνη ἀπὸ τὸν Θεὸν τὸν Πατέρα μας καὶ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν. Εὐχαριστῶ τὸν Θεόν μου πάντοτε, ὅταν σὲ ἀναφέρω εἰς τὰς προσευχάς μου, διότι ἀκούω τὴν ἀγάπην σου καὶ τὴν πίστιν ποὺ ἔχεις πρὸς τὸν Κύριον Ἰησοῦν καὶ εἰς ὅλους τοὺς ἁγίους, καὶ προσεύχομαι ἡ συμμετοχή σου εἰς τὴν πίστιν νὰ αὐξήσῃ τὴν γνῶσιν ὅλων τῶν ἀγαθῶν ποὺ μᾶς φέρει ἡ ἕνωσίς μας μὲ τὸν Χριστὸν Ἰησοῦν. Ἔχομεν χαρὰν πολλὴν καὶ παρηγορίαν διὰ τὴν ἀγάπην σου, διότι αἱ καρδίαι τῶν ἁγίων ἔχουν ἀνακουφισθῆ διὰ σοῦ, ἀδελφέ. Διὰ τοῦτο, ἂν καὶ ἔχω πολὺ θάρρος ἐν Χριστῷ νὰ σοῦ ἐπιβάλω τὸ καθῆκόν σου, ἀλλὰ χάριν τῆς ἀγάπης, μᾶλλον σὲ παρακαλῶ. Τέτοιος ποὺ εἶμαι, ἐγὼ ὁ Παῦλος ὁ ἡλικιωμένος, καὶ τώρα φυλακισμένος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, σὲ παρακαλῶ διὰ τὸ παιδί μου, τὸ ὁποῖον ἐγέννησα εἰς τὴν φυλακήν μου, τὸν Ὀνήσιμον, ὁ ὁποῖος ἄλλοτε σοῦ ἦτο ἄχρηστος, τώρα ὅμως εἶναι χρήσιμος, καὶ σ’ ἐσένα καὶ σ’ ἐμένα. Σοῦ τὸν στέλλω πάλιν καὶ σὺ δέξου αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ καρδιά μου. Θὰ ἤθελα νὰ τὸν κρατήσω κοντά μου, διὰ νὰ μὲ ὑπηρετῇ, ἀντὶ σοῦ, εἰς τὴν φυλακὴν ποὺ εἶμαι χάριν τοῦ εὐαγγελίου, ἀλλὰ δὲν ἤθελα νὰ κάνω τίποτε, χωρὶς τὴν συγκατάθεσίν σου, διὰ νὰ μὴ γίνῃ ἡ ἀγαθή σου πρᾶξις ἀναγκαστικὰ ἀλλὰ μὲ τὴν θέλησίν σου. Ἴσως διὰ τοῦτο ἀποχωρίσθηκε προσωρινῶς ἀπὸ σένα, διὰ νὰ τὸν ἔχῃς παντοτινά, ὄχι πλέον σὰν δοῦλον ἀλλὰ περισσότερον ἀπὸ δοῦλον, σὰν ἀδελφὸν ἀγαπητόν, ἰδιαιτέρως γιὰ μένα, πόσῳ μᾶλλον γιὰ σένα, καὶ σὰν ἄνθρωπον καὶ σὰν χριστιανόν. Ἐὰν λοιπὸν μὲ θεωρῇς φίλον, δέξου τον σὰν νὰ ἤμουν ἐγώ. Καὶ ἐὰν σοῦ ἔκανε κανένα κακὸν ἢ σοῦ χρωστᾶ τίποτε, λογάριασέ το σ’ ἐμέ. Ἐγὼ ὁ Παῦλος τὸ ἔγραψα μὲ τὸ χέρι μου, ἐγὼ θὰ τὸ πληρώσω, διὰ νὰ μὴ σοῦ πῶ ὅτι μοῦ χρωστᾶς καὶ τὸν ἑαυτόν σου. Ναί, ἀδελφέ, θὰ ἤθελα νὰ αἰσθανθῶ μιὰ χαρὰ ἀπὸ σένα ἐν Κυρίῳ, ἀνάπαυσέ μου τὴν καρδιὰ ἐν Κυρίῳ. Ἐπειδὴ ἔχω πεποίθησιν ὅτι θὰ ὑπακούσῃς, σοῦ ἔγραψα, ἂν καὶ ξέρω ὅτι θὰ κάνῃς περισσότερα ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ λέγω. Συγχρόνως νὰ μοῦ ἑτοιμάζῃς φιλοξενίαν, διότι ἐλπίζω ὅτι, μὲ τὰς προσευχάς σας, θὰ ἀποδοθῶ σ’ ἐσᾶς. Σὲ χαιρετᾶ ὁ Ἐπαφρᾶς, ὁ φυλακισμένος μαζί μου διὰ τὸν Χριστὸν Ἰησοῦν, καὶ ἐπίσης ὁ Μᾶρκος, ὁ Ἀρίσταρχος, ὁ Δημᾶς, ὁ Λουκᾶς, οἱ συνεργάται μου. Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ νὰ εἶναι μαζὶ μὲ τὸ πνεῦμά σας. Ἀμήν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΝ  ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

ΤΗΣ  ΗΜΕΡΑΣ

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ  Ι΄  ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ  ΛΟΥΚΑ 

ΚΕΙΜΕΝΟΝ
Επεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· νθρωπς τις εγενς πορεθη ες χραν μακρν λαβεν αυτ βασιλεαν κα ποστρψαι. Καλσας δ δκα δολους αυτο δωκεν ατος δκα μνς κα επε πρς ατος· πραγματεσασθε ν ρχομαι. Ο δ πολται ατο μσουν ατν, κα πστειλαν πρεσβεαν πσω ατο λγοντες· ο θλομεν τοτον βασιλεσαι φ᾿ μς. Κα γνετο ν τ πανελθεν ατν λαβντα τν βασιλεαν, κα επε φωνηθναι ατ τος δολους τοτους ος δωκε τ ργριον, να πιγν τς τ διεπραγματεσατο. Παρεγνετο δ πρτος λγων· κριε, μν σου προσειργσατο δκα μνς. Κα επεν ατ· ε, γαθ δολε! τι ν λαχστ πιστς γνου, σθι ξουσαν χων πνω δκα πλεων. Κα λθεν δετερος λγων· κριε, μν σου ποησε πντε μνς. Επε δ κα τοτ· κα σ γνου πνω πντε πλεων. Κα τερος λθε λγων· κριε, δο μν σου, ν εχον ποκειμνην ν σουδαρίῳ.φοβομην γρ σε, τι νθρωπος αστηρς ε· αρεις οκ θηκας, κα θερζεις οκ σπειρας, κα συνγεις θεν ο διεσκρπισας. Λγει ατ· κ το στματς σου κριν σε, πονηρ δολε. δεις τι νθρωπος αστηρς εμι γ, αρων οκ θηκα, κα θερζων οκ σπειρα, κα συνγων θεν ο διεσκρπισα· κα διατ οκ δωκας τ ργριν μου π τν τρπεζαν, κα γ λθν σν τκ ν πραξα ατ; Κα τος παρεστσιν επεν. ρατε π᾿ ατο τν μνν κα δτε τ τς δκα μνς χοντι. Κα επον ατ· κριε, χει δκα μνς. Λγω γρ μν τι παντ τ χοντι δοθσεται, π δ το μ χοντος κα χει ρθσεται π᾿ ατο. Πλν τος χθρος μου κενους, τος μ θελσαντς με βασιλεσαι π᾿ ατος, γγετε δε κα κατασφξατε ατος μπροσθν μου. Κα επν τατα πορεετο μπροσθεν ναβανων ες εροσλυμα.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

Εἶπεν ὁ Κύριος αὐτὴν τὴν παραβολήν· «Κάποιος ἀπὸ εὐγενῆ καταγωγὴν ἐπῆγε σὲ μακρυνὴ χῶρα διὰ νὰ λάβῃ διὰ τὸν ἑαυτόν του βασιλικὴν ἐξουσίαν καὶ ὕστερα νὰ ἐπιστρέψῃ. Ἀφοῦ ἐκάλεσε δέκα δούλους του, τοὺς ἔδωκε δέκα ἑκατοντάδραχμα καὶ τοὺς εἶπε, «Ἐμπορευθῆτε μὲ αὐτὰ ἕως ὅτου ἐπιστρέψω». Ἀλλ’ οἱ συμπολῖται του τὸν ἐμισοῦσαν καὶ ἔστειλαν πίσω του πρεσβείαν λέγοντες, «Δὲν θέλομεν νὰ γίνῃ αὐτὸς βασιλεύς μας». Ὅταν ἐπανῆλθε, ἀφοῦ ἔλαβε τὴν βασιλικὴν ἐξουσίαν, εἶπε νὰ κληθοῦν οἱ δοῦλοι ἐκεῖνοι ποὺ τοὺς εἶχε δώσει τὰ χρήματα, διὰ νὰ μάθῃ τί εἶχε κερδήσει ὁ καθένας. Ὁ πρῶτος ἦλθε καὶ εἶπε, «Κύριε, τὸ ἑκατοντάδραχμό σου ἔφερε ἄλλα δέκα ἑκατοντάδραχμα». Ὁ κύριός του τοῦ εἶπε, «Εὖγε, δοῦλε καλέ, εἰς ἐλάχιστα ἐφάνηκες ἔμπιστος, πάρε ἐξουσίαν ἐπάνω σὲ δέκα πόλεις». Καὶ ἦλθε καὶ ὁ δεύτερος καὶ εἶπε, «Τὸ ἑκατοντάδραχμό σου, Κύριε, ἔκανε ἄλλα πέντε ἑκατοντάδραχμα». Εἶπε δὲ εἰς τοῦτον, «Καὶ σὺ ἔχε ἐξουσίαν ἐπάνω σὲ πέντε πόλεις». Ἦλθε καὶ ἄλλος δοῦλος καὶ εἶπε, «Κύριε, νά τὸ ἑκατοντάδραχμό σου, τὸ ὁποῖον εἶχα φυλάξει σ’ ἕνα μαντῆλι. Διότι σὲ ἐφοβόμουνα, ἐπειδὴ εἶσαι ἄνθρωπος αὐστηρός· παίρνεις ἐκεῖνο ποὺ δὲν ἔβαλες ἐσὺ καὶ θερίζεις ἐκεῖνο ποὺ δὲν ἔσπειρες». Ὁ κύριός του τοῦ λέγει, «Πονηρὲ δοῦλε, ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ στόματός σου θὰ σὲ κρίνω. Ἤξερες ὅτι εἶμαι ἄνθρωπος αὐστηρός, καὶ παίρνω ἐκεῖνο ποὺ δὲν ἔβαλα καὶ θερίζω ἐκεῖνο ποὺ δὲν ἔσπειρα. Γιατὶ λοιπὸν δὲν ἔβαλες τὸ χρῆμα μου εἰς τὴν τράπεζαν, καὶ ὅταν ἐπέστρεφα, θὰ τὸ εἰσέπραττα μαζὶ μὲ τόκον;». Καὶ εἰς τοὺς παρευρισκομένους εἶπε, «Πάρτε ἀπὸ αὐτὸν τὸ ἑκατοντάδραχμο καὶ δῶστέ το σ’ ἐκεῖνον ποὺ ἔχει τὰ δέκα ἑκατοντάδραχμα». Αὐτοὶ τοῦ εἶπαν, «Κύριε, ἔχει δέκα ἑκατοντάδραχμα». «Σᾶς λέγω, ὅτι εἰς τὸν καθένα ποὺ ἔχει, θὰ δοθοῦν καὶ ἄλλα, ἀπὸ ἐκεῖνον ὅμως ποὺ δὲν ἔχει, θὰ ἀφαιρεθῇ καὶ ἐκεῖνο ποὺ ἔχει. Ἀλλὰ ὅσον διὰ τοὺς ἐχθρούς μου αὐτούς, ποὺ δὲν ἤθελαν νὰ εἶμαι βασιλεύς τους, φέρτε του ἐδῶ καὶ σφάξτε τους μπροστά μου». Ὅταν εἶπε αὐτά, ἐπροχώρησε διὰ νὰ ἀνεβῇ εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα.

ΠΗΓΗ:   http://www.synaxarion.gr/cms/gr/content/kaini_diathiki.aspx


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου