Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2013

ΔΙΑΖΥΓΙΟ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ή ΦΘΟΡΑ;


Δ Ι Α Ζ Υ Γ Ι Ο 
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ   Ή   ΦΘΟΡΑ; 
Αρχιμ. Σαράντη Σαράντου
 Απομαγνητοφωνημένη ομιλία που εκφωνήθηκε στις 11-03-2000


     Ο αιδεσιμολογιώτατος π. Σταύρος, ο αγαπητός αδελφός και συλλειτουργός, πριν από δύο μήνες περίπου, μου έδωσε το θέμα. Το θέμα, όπως διατυπώνεται, είναι διαζευκτικό.
Η διά­ζευξη όμως αυτή δεν δηλώνει υποχρεωτικά μίαν αντίθεση, για­τί, όπως έχει δοθεί, και μάλιστα πάρα πολύ σωστά, δηλώνει ότι, όταν ζητήσεις την ελευθερία σου, προφανώς προτίθεσαι να δια­λύσεις κάποια άλλα πράγματα γύρω σου. Αυτήν την βασική- νομοτελειακή αρχή θα πρέπει να τοποθετήσουμε στην σημερινή μας συνάντηση και στην σημερινή μας εισήγηση, γιατί είναι ο­λοφάνερο ακριβώς το γεγονός, γιατί, όταν βρίσκεσαι μέσα στον χώρο τον ευλογημένο της οικογενείας και ζητήσεις την ελευθερία σου—όπως εννοείται κοσμικά—, τότε ασφαλώς η ελευθερία αυτή είναι συνδυασμένη με την φθορά και με την διάλυση πολ­λών πραγμάτων και ειδικά πολλών προσωπικοτήτων γύρω σου. Από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας το θέμα δεν τίθεται διαζευ­κτικά, γιατί κάθε φορά που ευλογείται ένας γάμος, ευλογείται με μια υπερχρονική κατάφαση και ποτέ με διάζευξη.
Επιτρέψτε μου να τοποθετήσω πιο φυσικά τα πράγματα και με μια φυσιοκρατική αντίληψη και σκέψη θα μπορούσα να πω κάτι που είναι εντελώς αυτονόητο. Μπορούμε να αλλάξουμε την κυκλοφορία του αίματός μας; Έχουμε σκεφτεί ποτέ να το κάνουμε αυτό; Αλλά κι αν σκεφτούμε να το κάνουμε, αυτό είναι κατορθωτό; Είναι εφικτό; Μπορούμε να πούμε στην καρδιά μας, έστω για λίγα λεπτά της ημέρας, ότι πρέπει να ξεκουράζε­ται; Το χουμε σκεφτεί αυτό; Αλλά κι αν το σκεφτούμε, αυτό είναι, κατορθωτό; Μπορούμε σε κάποια όργανα του σώματός μας να τους δώσουμε την εντολή ή το ελεύθερο να λειτουργούν με την συχνότητα που θέλουμε εμείς; Σύμφωνα με μια διαφορε­τική από την μέχρι τώρα φυσιολογική τους λειτουργία - κατάσταση; Μπορούμε να αλλάξουμε τους ρυθμούς με τους οποίους κινείται όλος ο σωματικός μας παράγοντας, χωρίς να διαταραχθεί η υγεία μας;
Μερικά πράγματα μπορούν να γίνουν. Μερικά όμως, μερικές λειτουργίες πάρα πολύ βασικές, ούτε καν σκε­φτόμαστε ότι μπορούν να επισυμβούν.
Έτσι είναι και η οικογενειακή κατάσταση. Το Πνεύμα το  Άγιο συναρμόζει-συναρμολογεί τους δύο συζύγους σε μια αχώ­ριστη ενότητα, η οποία παράγει επίσης ενότητα και δημιουργία. Παρεμβαίνοντας ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής μέσα σ’ αυτό τον χώρο αλλά και σ’ αυτήν την νοοτροπία της οικογενείας, αλλά και γενικότερα στην πνευματική μας ζωή, λέγει ότι η ελευθερία εννοείται ως υπακοή στο θέλημα του Θεού. Και όντως είναι ε­λεύθερος και χαίρεται την ελευθερία του ο άνθρωπος, ο οποίος είναι υπάκουος στο θέλημα του Θεού και επομένως ευρισκόμε­νος μέσα στον χώρο της οικογενείας του απολαμβάνει την μείζονα ανθρώπινη ευτυχία και προετοιμάζεται για την μέλλουσα ευτυχία και μακαριότητα.
Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής στηρίζεται στον απόστολο Παύλο και δη στην προς Εφεσίους επιστολή του και δίνει τις ευλογημένες ανθρώπινες διαστάσεις της συζυγικής ελευθερίας και της συζυγικής αγάπης. Ο απόστολος Παύλος — και προε­κτείνοντας την σκέψη του αποστόλου Παύλου ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής— λέγει: «Αγαπώ τον σύζυγό μου; Αγαπώ και τον Χριστό. Αγαπώ τον Χριστό; Αγαπώ και τον σύζυγό μου. Αγαπώ την σύζυγό μου; Αγαπώ και τον Χριστό και αντίστροφα». Επομένως η αγάπη δεν είναι μία συναισθηματική ή αόριστη κατάσταση, μη οριοθετούμενη εκκλησιολογικά.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας έχει το παν-κριτήριο της αγάπης, το οποίο όμως δεν είναι ένα κριτήριο χωρίς συγκεκριμένη συχνότητα και χωρίς συγκεκριμένες διαστάσεις. Η μία διάστα­σή της είναι η οριζόντια, δηλαδή ο συνάνθρωπος και —θεσμικά και μυστηριακά κατοχυρωμένη— η αγάπη προς το συζυγικό πρόσωπο. Και η άλλη διάσταση είναι η κάθετη, προς τον Κύριό μας. Επομένως και οι δυο αυτές διαστάσεις συναρμολογούν και συνθέτουν την θεανθρώπινη λειτουργία της αγάπης, η οποία βιώνεται χαρισματικά μέσα στην κάθε οικογένεια και διευρύνε­ται συν τω χρόνω στην ευρυτέρα οικογένεια που είναι η Εκκλη­σία μας.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος —“συμφωνώντας” με τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή— λέγει ότι ο Κύριός μας βρίσκεται ο ίδιος αυτοπροσώπως και όχι μόνος του, αλλά με τη μητέρα του —την Παναγία μητέρα—, και όχι μόνοι τους, αλλά και με τους άγιους Αποστόλους. Επομένως όλο το εκκλησιολογικό δυναμικό της πρώτης Εκκλησίας με παρόντα τον ιδρυτή της, τον Θεάνθρωπο Κύριό μας, βρίσκεται στον γάμο της Κανά. Και εκεί γίνεται το πρώτο θαύμα, το οποίο είναι η μετατροπή του νερού σε κρασί. Και λέει πάλι ο Χρυσόστομος ότι η μετατροπή αυτή δηλώνει την μετατροπή της βιολογικής ή συναισθηματικής αγάπης σε θειοτέρα —πιο θεϊκή δηλαδή—, σε γλυκυτέρα και σε ανωτέρα, δηλαδή θεανθρώπινη αγάπη.
Επίσης λέγει ο Χρυσόστομος ότι θα μπορούσε ο Κύριός μας να μη βρεθεί για πρώτη φορά και να θαυματουργήσει σ’ ένα τέ­τοιο χώρο και σε τέτοιες συνθήκες. Θα μπορούσε να θαυμα­τουργήσει σε κάποιο άλλο περιβάλλον, σε κάποια «πνευματικότερη» συνάθροιση (το πνευματικότερη σε εισαγωγικά) και ό­χι σ’ ένα, έτσι, κοσμικό γεγονός, όπως είναι, όπως ήταν, όπως πάντοτε ήταν ο γάμος. Και ευρισκόμενος μέσα σ’ αυτό το κο­σμικό γεγονός και θαυματουργώντας για πρώτη φορά δίνει το μεγάλο μήνυμα, ότι ο γάμος δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός, αλλά ακτινωτά και σταδιακά αγκαλιάζει ολόκληρη την ζωή των ανθρώπων. Διότι μετά την εελογούμενη και αγιαζόμενη και χριστοποιούμενη και εκκλησιοποιούμενη αγάπη των δύο συζύγων, την καταξιούμενη αυτή αγάπη —στον βαθμό που και οι δύο σύ­ζυγοι δέχονται την καταξίωση αυτή— έρχεται η δημιουργία νέων ανθρώπων. Από την έκρηξη της αγάπης των δύο ανθρώπων ή από κάτι λιγότερο έρχεται η δημιουργία νέων ανθρώπων.
Οι δύο άνθρωποι αυτοί ξεκίνησαν —μιλούμε για τον γάμο της Κανά— χωρίς την συγκεκριμένη αρχική παρέμβαση του Κυ­ρίου μας. Έχουν γνωρισθεί μόνοι τους από κάποιες συνθήκες και επομένως η πρώτη γνωριμία είναι ελεύθερη και επαφίεται στην προσωπική επιλογή, την ανθρώπινη επιλογή του καθενός, η οποία στην συνέχεια προσφέρεται και δωρείται προς τον Θε­άνθρωπο Κύριο και ανοίγεται προς Αυτόν κάθε δυνατότητα, για να θαυματουργήσει.
Στον γάμο λοιπόν της Κανά έχουμε το πρώτο θαύμα, κατά το οποίο βασικό ρόλο παίζει η Κυρία Θεοτόκος, η Παναγία μας, η οποία είναι έμπειρη κατά την πνευματική εμπειρία όλου αυ­τού του φάσματος της οικογενείας, και ενισχύει -καθοδηγεί και φωτίζει τις ανθρώπινες σχέσεις και όλα τα του γάμου. Το ίδιο συμβαίνει και στους άγιους αποστόλους, οι οποίοι παρίστανται όχι απλώς μάρτυρες, αλλά συνδαιτημόνες σ’ αυτό το μεγάλο μυστήριο της ζωής, το οποίο μας προεκπαιδεύει για την θητεία μας και την επιτυχημένη ζωή μας στην βασιλεία των ουρανών. Γιατί μέσα στον χώρο της οικογενείας, καταρχήν της συζυγίας και στην συνέχεια στον χώρο της οικογενείας και των σχέσεων όλων των μελών αναμεταξύ τους, μαθαίνει κανείς να διευρύνει τις ικανότητές του, να αποκτά την διάκριση της επικοινωνίας με τους συνομηλίκους του, με τους μεγαλυτέρους και με τους μικροτέρους, κι επομένως όλη η προσωπικότητα του ανθρώπου καταξιώνεται συγκεκριμένα, αγαπητικά, χαρισματικά μέσα στις ανθρώπινες σχέσεις.
Επειδή λοιπόν το μυστήριο του γάμου είναι το πρώτο θαύμα το οποίο ευλόγησε αλλά και αενάως ευλογεί ο Κύριός μας μέσα στην Εκκλησία, γι’ αυτό και η Ορθόδοξη Εκκλησία μας παρέλαβε αυτό το πρώτο θαύμα του Κυρίου μας ως μεγάλο μυστήριο, το θεσμοθέτησε ως μεγάλο μυστήριο, προσέθεσε και διαφόρους συμβολισμούς, ευχές, και αυτό το οποίο απολαμβάνει ο λαός μας μέσα στο μυστήριο του γάμου είναι η χαρά της βασιλείας των ουρανών, που αντικατοπτρίζεται στα ανθρώπινα πράγματα.
Ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης λέγει πως ό,τι τελούμε επί της γης, μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας, είναι εικόνα του ουρανού. Και επομένως ο γάμος είναι εικόνα του ουρανού όσον αφορά την αγάπη την συγκεκριμένη, την καταξίωση των σχέσε­ων και την επιτυχημένη επικοινωνία των ανθρώπων μεταξύ τους.
Θα μπορούσαμε και αντίστροφα να πούμε ότι αυτό το οποίο τελείται επί της γης στην στρατευομένη Εκκλησία μας έχει προ­έκταση και αναφορά προς τον ουρανό, κι επομένως το μυστήριο αυτό ξεκινάει με πρώτον εκείνον ο οποίος ετελεσιούργησε το θαύμα του, τον Κύριο.
Σ’ όλη την διάρκεια της οικογενειακής ζωής παρεμβαίνει θε­τικά και χαρισματικά η Παναγία μας, αποτρέπει κινδύνους και ενισχύει τις θελήσεις μας και την αγάπη μας, και οι άγιοι Από­στολοι εξακολουθούν με τις θεοφώτιστες παρεμβάσεις τους και τις συμβουλές τους και τον λόγο τον καινοδιαθηκικό να σφυρη­λατούν αυτό το ευλογημένο σχήμα της οικογενείας.
Ο ορθόδοξος λαός μας έχει παραλάβει αυτό το μεγάλο μυ­στήριο του γάμου με πάρα πολύ ενθουσιασμό, το ’χει προσλάβει και διαρκώς μέσα στον διάβα του χρόνου —πολλούς αιώνες τώ­ρα— ευλογεί τα νέα ζευγάρια αλλά και τις προεκτάσεις όλης της υπόλοιπης ζωής τους. Γιατί μέσα στο μυστήριο του γάμου δεν αναφέρεται μόνο η σχέση τους, αυτή καθ’ εαυτή —και η σωματι­κή αλλά και η ψυχική— αλλά και όλη η υπόλοιπη σύμφωνη δημι­ουργία τους, τόσο στο κοσμικό, στο βιοτικό επίπεδο, όσο και στο πνευματικό, με κορυφαίο αίτημα να λάμψουν και οι δύο, αλλά και οι απόγονοί τους, ως φωτεινά αστέρια στον ουρανό.
Επειδή λοιπόν είναι τόσο μεγάλο το μυστήριο του γάμου και τόσο χαρισματικό και χριστοποιεί και μεταμορφώνει και θεανθρωποποιεί όλη την ζωή μας, αυτό το γνωρίζει ο αρχέκακος όφις της πονηριάς, ο διάβολος, και αναλαμβάνει το έργο της φθοράς και της καταστροφής ο ίδιος προσωπικά. Και θα λέγα­με ότι σε μια εποχή η οποία μας προετοιμάζει για την «νέα επο­χή», σε μια εποχή που κυριαρχεί προδρομικά ο αντίχριστος, έχει αναλάβει αυτό το έργο της καταστροφής της οικογενείας ο ίδιος ο διάβολος με τους συνεργούς του, αλλά το πρώτο έργο το κάνει ο ίδιος. Επειδή γνωρίζει ότι, εάν φθαρεί αυτός ο θεσμός και η οικογένεια, όλες οι υπόλοιπες καταστροφικές επιπτώσεις δεν είναι πλέον στα χέρια του, ο ίδιος επιτελεί το μεγαλύτερο και πιο βαρύ έργο και τα υπόλοιπα τα αφήνει στους συνεργάτες του, που είναι οι πονηροί δαίμονες.
Ξεκινάει λοιπόν πρώτα με παραπληροφόρηση. Εκμεταλλεύ­εται οποιαδήποτε πληροφορία και οποιοδήποτε στοιχείο μπορεί να βάλει τους δύο συζύγους σε αντιπαράθεση και σε αντιδικία. Προσπαθεί να χρησιμοποιήσει και το πιο αθώο ακόμα με­ρικές φορές αστείο, να το περάσει στον άλλο σαν σοβαρό. ο άλ­λος σύζυγος να το θεωρήσει υποτίμηση, και αφού εκμεταλλευτεί το γεγονός αυτό σαν ένα γεγονός το οποίο μπορεί να διχάσει την άγια ενότητα των δύο συζύγων, αρχίζει να πολυβολεί σε επίπεδο διανοίας και λογισμών και τους δύο συζύγους. Από την αντιπαράθεση και την συνεχή αυτή κατάσταση του βομβαρδισμού των πληροφοριών καταφέρνει να σκοτίσει τον νου των ανθρώπων και να φέρει την δική του μαυρίλα σε επίπεδο διανοίας.
Υπάρχουν στιγμές που ακόμα και τα πιο ενωμένα και τα πιο ευλογημένα ζευγάρια έχουν έντονη την δυσκολία αυτή και θα λέ­γαμε ότι εκείνη είναι και η πιο κρίσιμη στιγμή και η πιο κρίσιμη ώρα για την συζυγία. Δοκιμάζεται οριακά η αγάπη τους, η ελευθερία τους και η ευπιστία τους στον αρχέκακο όφι της πονηριάς, τον διάβολο. Δηλαδή χρησιμοποιεί την προαιώνια μέθοδό του, και όπως για πρώτη φορά πήγε στους πρωτοπλάστους και τους ψιθύρισε στον νου, στην διάνοια, τα ρήματα τα καταστροφικά, έτσι πηγαίνει μια στον ένα σύζυγο και μια στον άλλο και προ­σπαθεί μέσα από την δική του πληροφορία να ελκύσει τους συ­ζύγους με το μέρος του.
Σ’ αυτό το σημείο, και για να μη λησμονηθεί αυτή η τόσο βα­σική παράμετρος της λειτουργίας του γάμου, θα πρέπει να πούμε αυτό που προτείνουν πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας μας, και ιδιαίτερα το συνιστούσε ο αείμνηστος Γέροντας πατήρ Δημήτριος Γκαγκαστάθης σε κάθε νεαρό ζευγάρι και τους έλε­γε: «Μάθετε από την αρχή της γνωριμίας σας και μάλιστα του γάμου, από την πρώτη νύκτα του γάμου σας, να κάνετε μαζί την πρώτη προσευχή, το πρώτο απόδειπνο. Και αφού τελειώσει το απόδειπνο,—όπως γίνεται στα μοναστήρια— να κάνετε μια με­τάνοια ο ένας στον άλλον και να ζητήσετε συγγνώμη». Τον ρώ­τησα λοιπόν —τότε που μας το είπε ο Γέροντας αυτό—: «Κι αν δεν έχουμε καμία διαφωνία, Γέροντα, γιατί να το κάνουμε αυτό;» Λέει: «Να το κάνετε υποχρεωτικά, γιατί έτσι θα μάθετε να ζητάτε ο ένας από τον άλλο συγγνώμη». Διότι, όταν θα έρθει το πρόβλημα, κι όταν πλέον θα έρθει ο ίδιος ο διάβολος για να γεμίσει τον νου με τις δικές του αναρίθμητες πληροφορίες, τις αλλοτριωμένες πληροφορίες, τότε βλέποντας τους δύο συζύ­γους να κάνουν μετάνοια και να υπακούουν ο ένας στον άλλον, επειδή δεν μπορεί να σταθεί σε μια τέτοια ταπεινοφροσύνη, ασφαλώς θα φύγει, γιατί σιχαίνεται τους ανθρώπους αυτούς οι οποίοι έχουν ταπεινοφροσύνη και έχουν αυτό το φρόνημα των μετανοιών.
Πραγματικά, μια τέτοια κατάσταση, όταν από την αρχή λειτουργήσει, μπορεί να διαφυλάξει τον νου, τον ηγεμόνα νου και των δύο ανθρώπων από την παραπληροφόρηση, ώστε να μη κατέβουν οι πληροφορίες στην συνέχεια στην καρδιά και πλέον τραυματίσουν την αγάπη.
Αλλά κι αν υποτεθεί ότι προχωρεί στο δεύτερο αυτό στάδιο, δηλαδή οι πληροφορίες κατέβουν στην καρδιά, η παραπληρο­φόρηση του διαβόλου κατέβει στην καρδιά, και τότε υπάρχουν τα περιθώρια και υπάρχει η ετοιμότητα στους συζύγους να κα­ταλάβουν από το είδος και από την ποιότητα των αισθημάτων που δημιουργούν οι λογισμοί, να καταλάβουν ποιος παρευρίσκεται εκείνη την στιγμή στην συζυγία τους. Διότι όταν έχει κά­νει την επίσκεψή του το αλλότριο αυτό πνεύμα, δηλαδή ο ίδιος ο διάβολος ή οι συνεργάτες του, εν πάση περιπτώσει, τότε οι καρ­διές και των δύο είναι ή κατάψυχρες ή καταλυπημένες ή καταστενοχωρημένες. Και επομένως όσο γρηγορότερα μπορέσουν και οι δυο σύζυγοι να κατανοήσουν, ή έστω ο ένας να κατανοή­σει την δαιμονική παρουσία και να δώσει χείρα βοήθειας στον άλλον, τότε οπωσδήποτε ο πιο ταπεινός και πιο υποχωρητικός είναι και ο πιο ευφυής, ο οποίος πράγματι βοηθάει τον σύντρο­φό του να ξελασπώσει από την δύσκολη στιγμή, να φύγει η ζώφωση απ' την καρδιά και πολύ περισσότερο ο σκοτισμός από τον νου και να επιστρέψουν στην αρχική τους, στην αρχετυπική τους χαρισματική συζυγική λειτουργία.
Είναι δυνατόν επομένως, λέγουν οι Πατέρες μας, να αποφευχθεί ο καταιγισμός αυτός των πληροφοριών, των δαιμο­νικών πληροφοριών, και να αποφευχθεί όλο αυτό το κλίμα, αλλά και το πλέγμα των αντιπαραθέσεων, με την αρχική συμ­βουλή του άγιου Γέροντος πατρός Δημητρίου Γκαγκαστάθη, των προσευχών και των μετανοιών.
Εδώ θα μπορούσαμε να πούμε ότι, εάν καταφέρουν οι δυο σύζυγοι να αποφύγουν τον καταιγισμό των πληροφοριών με την τόσο βασική και πολύ δοκιμασμένη μέθοδο των αγίων Πατέρων μας, αλλά και των συζύγων οι οποίοι λειτούργησαν έτσι την συ­ζυγία τους, τότε δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα. Ασφαλώς κα­μιά άλλη παρέμβαση δεν μπορεί να τους διασπάσει, έστω και για λίγο, έστω και συμβατικά. Αλλά δυστυχώς δεν χρησιμοποιούμε τα μέσα της Εκκλησίας μας, θεωρούμε τον γάμο ως μια καθαρά κοσμική υπόθεση, παίρνουμε αυτήν την τόσο χαρισμα­τική και ευλογημένη συζυγία σαν ένα γεγονός κοσμικό και συμπεριφερόμαστε «ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων».
Αν λοιπόν λείψει η μετάνοια και η προσευχή, τότε παρεμβαί­νουν πολλοί άλλοι παράγοντες επιγενέστερα και ευκολότερα παρεισφρύουν στη συζυγία. Θα μπορούσαμε εδώ να αναφέρου­με σαν «πρώτες αθώες» (σε εισαγωγικά) παρεμβάσεις τις πα­ρεμβάσεις των γονέων, οι οποίοι πολλές φορές από «ενδιαφέ­ρον» κινούμενοι (το ενδιαφέρον θα το βάλουμε πάλι σε εισαγω­γικά) και βλέποντας ότι το δικό τους το παιδί βρίσκεται σε μία δυσκολία —και όλοι οι γάμοι ασφαλώς έχουν δυσκολίες— δεν είναι πάντοτε εύκολοι και αστραπιαία εύκολοι στη συνεννόηση.
Διακατέχεται ένας γονέας από το σαρκικό ή συναισθηματικό φρόνημα, παρεμβαίνει στην συζυγία και αρχίζει πλέον η παρέμ­βαση δι’ άλλου τρόπου και όχι δια του τρόπου που αναφέραμε στην αρχή. Χρησιμοποιεί πλέον ο διάβολος μερικές φορές τους γονείς και αυτοί παρεμβαίνοντας θεσμοθετούν μια διάσταση. Αν αυτή η παρέμβαση γίνει μονιμότερη, τότε ασφαλώς οι γονείς χρεώνονται με αυτό το μεγάλο χρέος και τη μεγάλη ευθύνη της διαλύσεως μιας συζυγίας, όταν πράγματι φτάσει να διαλυθεί. Αλλά και πριν να φτάσει να διαλυθεί, αναλαμβάνουν την ευθύνη μιας προβληματικής συζυγίας και μπορεί ο ένας ή ο άλλος εκ των γονέων του ζεύγους να διατείνονται ότι ενδιαφέρονται για την ενότητα του ζεύγους, επειδή όμως παρεμβαίνουν, αυτή αύτη η παρέμβαση συνιστά και βασική δυσκολία στη συνεννόηση των δύο συζύγων. Διότι ο ίδιος ο Κύριός μας λέει: «ένεκεν τούτου», του γάμου, «καταλείψει άνθρωπος τον πατέρα του και την μη­τέρα», επομένως να αποκολληθεί συναισθηματικά, να μην είναι ο πρώτος σύμβουλος η μητέρα ή ο πρώτος σύμβουλος ο πατέ­ρας, και επομένως οι δύο σύζυγοι να μπορέσουν με τη δική τους ικανότητα ο καθένας, με τη δική τους γνώση, με την δική τους παιδεία, με τα δικά τους δυναμικά, αλλά και με την δική τους χαρισματική αναφορά προς τον Κύριο, να συνεννοηθούν.
Στην συνέχεια έχουμε τις πολύ οχληρές παρεμβάσεις της δα­σκάλας που κυρίως παιδαγωγεί όλους μας, που είναι η τηλεό­ραση. Η τηλεόραση μπαίνει μέσα στα σπίτια, παρουσιάζει πάρα πολύ ανάγλυφα την παράνομη σχέση, την παρουσιάζει ιδα­νική μέσα στα πολλά σίριαλ, τα οποία έρχονται από το εξωτερι­κό, και την συζυγική σχέση την θεωρεί σαν πάρα πολύ κοινή ή αποτυχημένη. Θα λέγαμε ότι σήμερα βομβαρδίζεται όλος ο λα­ός μας από αυτήν την καταστροφική μανία των μίντια, που είναι στα χέρια βέβαια του διαβόλου, και επομένως μέσω αυτών των τόσο φαντασμαγορικών σίριαλ περνάει το αντίθετο μήνυμα, και επομένως το αυτονόητο που θα έπρεπε να λειτουργεί περισσό­τερο μέσα στην τηλεόραση, και να εμφανίζεται ο συζυγικός θε­σμός ως ο ιδανικότερος και καλύτερος και ο παράνομος να πολυβολείται, αυτό που είναι αυτονόητο, είναι το δυσνόητο, και το αντίθετο που είναι η αμαρτία και η διάλυση, θεωρείται σαν το αυτονόητο. Παρουσιάζεται λοιπόν ως τέλεια και ιδανική η παράνομη σχέση.
Γνωρίζουμε και κοπέλες μικρές, αλλά και κυρίες μέσης ηλι­κίας, ακόμη και προχωρημένης ηλικίας, που στέκονται στην τη­λεόραση και πραγματικά κλαίνε, όταν βλέπουν το σίριαλ εκείνο το οποίο παρουσιάζει μια παράνομη σχέση ως ιδανική, η οποία όμως δεν μπορεί να ολοκληρωθεί και να επιτευχθεί, διότι δυ­στυχώς υπάρχει πίσω ένας νόμιμος γάμος!
Και θα λέγαμε ότι μέσα τους συμφωνούν και θα συμφω­νούσαν πολύ εύκολα, και εκείνη την στιγμή που βλέπουν το σί­ριαλ θα λεγαν: «Μα τέλος πάντων, γιατί να βασανίζονται αυτοί οι άνθρωποι τόσο πολύ; Γιατί να υπάρχουν αυτοί οι θεσμοί οι τόσο σκληροί από την Εκκλησία, από τους διαφόρους θεσμούς, από τους νόμους και να μην αφήνουν αυτούς τους ανθρώπους να χαρούν τέτοιες ιδανικές ερωτικές καταστάσεις;»
Η τηλεόραση σήμερα πραγματικά, αγαπητοί αδελφοί, επει­δή διαρκώς βομβαρδίζει τις αισθήσεις μας, αλλά και τον νου και μπαίνει και στην καρδιά, αυτά που είναι αυτονόητα και θεσμο­θετημένα μας τα κάνει πολύ χαλαρά. Έτσι μέσα μας χάνουμε τα μέτρα, χάνουμε τις αξίες, και μπορώ να πω χωρίς υπερβολή ότι μερικές φορές το παράνομο με το ευλογημένο μας φαίνεται ίσο. Καταφέρνει δηλαδή πολλές φορές ο διάβολος να μας ελαχιστοποιήσει τα μέγιστα και να μεγιστοποιήσει τα ελάχιστα, έ­τσι ώστε να είναι πάρα πολύ εύκολη η πρόσβαση στην αμαρτία και στην διάλυση.
Κυρίως βέβαια θα πρέπει να επισημάνουμε ότι ο υπ’ αριθμόν ένα και μέγιστος εχθρός της ευλογημένης συζυγίας και του ευλογημένου γάμου είναι το παν-πάθος του εγωισμού, το οποίο εμφωλεύει σε πάρα πολλές καθημερινές στιγμές και προ­σπαθεί να δημιουργήσει —και χωρίς βέβαια την ιδιαιτέρα πα­ρουσία του διαβόλου— την αντιπαράθεση.
Επομένως η ελευθερία αυτή, που λέγει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος και πρώτα απ’ όλους ο Απόστολος Παύλος, η ελευθερία και η αγάπη που τα θεωρούμε σαν τα μεγαλύτερα δυναμικά της συζυγίας, δεν είναι απόρθητα, γιατί με την ίδια διαδικασία που ελευθερώνε­ται ο ένας ή και οι δύο σύζυγοι, με την ίδια ή και με μεγαλύτερη ευκολία πέφτει κανείς στον κλοιό μιας νέας σχέσεως. Γιατί αν υποθέσουμε ότι καταφέρνουν και ο διάβολος και ο κόσμος και η τηλεόραση να σπάσουν ένα θεσμό και να τον βάλουν στο σχήμα της προσωρινής διαστάσεως, τότε είναι τόσο πολλές οι άλλες ευκαιρίες που προσφέρονται στον σύζυγο ή στην σύζυγο, ώστε πολύ εύκολα βρίσκεται μέσα στον κλοιό της «ελευθερίας» που ήθελε να έχει —αλλά «ελευθερία»— σε εισαγωγικά, και ο κλοι­ός της, στον οποίο ήδη βρίσκεται χωρίς να το πολυκαταλάβει, τον δεσμεύει σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μη μπορεί τελικά να σκεφτεί, να μην μπορεί να αισθανθεί, να μη μπορεί να χρησιμοποιήσει την ελευθερία του, το αυτεξούσιό του, για να επιστρέψει στην οικογένειά του, όταν έστω για λίγο διάστημα ξεκου­ραστεί από τις συζυγικές και οικογενειακές υποχρεώσεις.
Επομένως η ελευθερία γίνεται συμβατικότητα, γίνεται νέα προβληματική, σε μια νέα σχέση διπλασιάζονται, τριπλασιάζον­ται ή και πολλαπλασιάζονται τα προβλήματα, γιατί στην συνέ­χεια αρχίζουν οι έντονες και πολλαπλές αντιπαραθέσεις, οι οποίες είναι ανεξέλεγκτες.
Σύμφωνα με την Ορθόδοξη Εκκλησία μας και την παράδοσή μας και τις πατερικές εμπειρίες και των αγάμων αλλά και των εγγάμων, οι δύο σύζυγοι έχουν αποκτήσει μεταξύ τους κάποια αρχέτυπα. Τα αρχέτυπα τα έχουμε μέσα μας και από την αγωγή μας και από το άγιο βάπτισμά μας και το χρίσμα, αλλά και από την αρχική καταξιωμένη συμβίωση των δύο συζύγων. Υ­πάρχει μέσα μας το αρχέτυπο της αγάπης, της υπακοής, της κοινωνίας, της πολύ καλής σαρκικής επικοινωνίας, της ψυχικής επαφής, της συνεργασίας και της συνδιοικήσεως της οικογενείας. Όταν αυτό το σχήμα της συζυγίας σπάσει, αυτά τα αρχέτυπα υπάρχουν μέσα μας, και επομένως όπου και να βρεθεί ο άν­θρωπος, όσο και να θελήσει να διασκεδάσει την συνείδησή του με κάποια άλλη παρηγοριά ερωτική ή με κάποια άλλη παρηγοριά, των γονέων ή κάποιων άλλων συγγενών ή κάποιων άλλων φίλων, ασφαλώς το βασικό αρχικό αρχέτυπο που υπάρχει μέσα μας μας φωνάζει και μάλιστα έντονα μας ζητάει την επιστροφή στην αρχική του εκπλήρωση. Αυτά τα αρχέτυπα λειτουργούν από την πρόνοια του Θεού σαν φωτεινοί σηματοδότες, για να μας κρατούν στο θέλημα του Θεού, να μας κρατούν στην αληθινή κατά Χριστόν ευτυχία, να μας δημιουργούν την αληθινή ανθρώπινη πρόσβαση και να μας καθιερώνουν ως καταξιωμέ­νους πατεράδες και μητέρες μέσα στην οικογένεια.
Ερχόμαστε στην περίπτωση κατά την οποία πλέον έχουν δημιουργηθεί και τα παιδιά, και επομένως η παρουσία των παι­διών και οι υποχρεώσεις προς τα παιδιά καταξιώνουν έτσι πε­ρισσότερο τον πατέρα και την μητέρα.
Η φροντίδα και η στοργή και η υποχρέωση προς τα παιδιά, κατά την κοσμική αντίληψη, είναι ένα βάρος, είναι ένας κόπος. Αλλά κατά την πνευματική τοποθέτηση, είναι ένα διακόνημα, ένα λειτούργημα, το οποίο όσο το επιτελεί κανείς εν αναφορά και με την χάρη του Θεού, αυτό γίνεται όλο και ευκολότερο, και αναλαμβάνει πλέον ο Χριστός μας, η Παναγία, οι άγιοι Από­στολοι, οι άγιοι Άγγελοι αναλαμβάνουν την βοήθειά μας, επομένως δε και το δύσκολο έργο τόσο το χειρωνακτικό της αγωγής και της ανατροφής των παιδιών όσο και το παιδαγωγικό. Δεν είμαστε μόνοι, αλλά έχουμε την παρουσία εκείνων που πρωτοστάθηκαν στο μυστήριο του γάμου, που έγινε το πρώτο θαύμα του γάμου και στην συνέχεια αενάως η χαρισματικότητα του πρώτου θαύματος εξακολουθεί εις το διηνεκές.
Θα μου επιτρέψετε να κάνω μια αυθαίρετη ίσως δική μου το­ποθέτηση εδώ. Αν διαφωνήσετε, θα μου το πείτε στην συζήτηση. Αν συμφωνήσετε, νομίζω ότι θα μπορούσαμε να παρομοιάσου­με το μυστήριο του γάμου σαν εκείνες τις ενέσεις ντεπόν, που γί­νονται για διάφορες παθήσεις· γίνεται μία φορά η ένεση, αλλά τα αποτελέσματά της διαρκούν για ένα μήνα. Το φάρμακο δια­λύεται σταδιακά μέσα στο σώμα του ανθρώπου και οι ευεργετι­κές επιδράσεις είναι πολυχρόνιες· είναι μακροχρόνιες μάλλον.
Το μυστήριο του γάμου είναι ένα τέτοιο μυστήριο, στο οποίο άπαξ μια πολύ σημαντική μέρα μας δίνεται συγκεκριμένα και όχι αόριστα η χάρις του Αγίου Πνεύματος, και επομένως τα ευεργετικά χαρισματικά αποτελέσματα διαρκούν εσαεί. Συνε­πώς τα παιδιά είναι το αποτέλεσμα αυτών των δωρεών, των άκτιστων δωρεών του Θεού. Η ανατροφή των παιδιών εμπίπτει και βρίσκεται μέσα σ’ αυτό το κλίμα —των άκτιστων δωρεών του Θεού— και η αγωγή, η ορθόδοξη αγωγή, η χριστιανική αγωγή είναι ένα πολύ δυναμικό κομμάτι αυτών των δωρεών του Θεού που εδόθησαν κατά το μυστήριο του γάμου άπαξ, αλλά μέ­σα σ’ όλο το φάσμα και σ’ όλα τα χρόνια της οικογενείας λει­τουργούν ορατά και συγκεκριμένα.
Τα παιδιά λοιπόν, βάσει των αρχετύπων που αναφέραμε, βλέπουν τους γονείς αγαπημένους και χαίρονται. Τους βλέπουν ενωμένους και ευτυχούν. Τους βλέπουν μονιασμένους και δημι­ουργούν και αυτά μέσα στο κλίμα αυτής της δημιουργίας του Θεού. Το μοντέλο λοιπόν της αγωγής, της ορθοδόξου αγωγής, είναι ενοποιητικό. Το κλίμα της οικογενειακής αγωγής είναι ενοποιητικό. Μέσα στην οικογένεια όλοι αισθάνονται, αναπνέουν και χαίρονται αυτήν την αγία ενότητα του Αγίου Πνεύματος. Τα αρχέτυπα που ήδη το Πνεύμα το Άγιο έβαλε στους δύο γο­νείς μεταδίδονται φυσιολογικά και στα παιδιά, και επομένως και τα αγόρια και τα κορίτσια, ακόμα και στην πιο δύσκολη εφη­βική περίοδο, στην ατίθαση αυτή περίοδο, την χειμαρρώδη, την άτακτη, την ακατάστατη, τα παιδιά μπορούν και οσφραίνονται και ευφραίνονται με το κλίμα και με το πνεύμα —αυτό το εύ­κρατο κλίμα— της αγάπης και της κοινωνίας των δύο συζύγων.
Όταν αυτό το κλίμα σπάσει, ασφαλώς γκρεμίζεται και στα παιδιά αυτό το αρχέτυπο, γκρεμίζεται στην πράξη, ενώ στον ψυχολογικό τομέα και στον πνευματικό τομέα αρχετυπικά υπάρχει μέσα τους, και επομένως υπάρχει αυτή η αντιδικία ανάμεσα στο αρχέτυπο και στην έκπτωση του αρχετύπου. Τα παιδιά μπλοκάρονται σ’ όποια ηλικία κι αν βρεθούν, από την πιο τρυφερή —πολύ χειρότερα βέβαια— ως τη μεγαλύτερη. Τα ψυχοδυναμικά τους αδρανοποιούνται, δεν λειτουργούν, και επομένως το ανδρικό αρχέτυπο, που είναι ο πατέρας, και το μη­τρικό αρχέτυπο και πρότυπο, που είναι η μητέρα, εφ’ όσον δεν περιβάλλονται από την ενοποιητική αγάπη, αρχίζουν πλέον να καταστρέφονται και να διαστρεβλώνονται στις συνειδήσεις των παιδιών.
Είναι δυνατόν ο πατέρας να ακυρώνει τη μητέρα και αντίστροφα, και επομένως μπορεί ο πατέρας να διατείνεται ότι βρί­σκεται μακριά από την συζυγική εστία, άλλ’ όμως έχει καλές σχέσεις με τα παιδιά του. Τα παιδιά όμως έχουν την δυνατότη­τα, την ικανότητα και την ευφυία να ψυχολογούν και τον πατέ­ρα και την μητέρα και να καταλαβαίνουν σε ποιο βαθμό λένε την αλήθεια και πόσο πραγματικά ισχύουν οι υποσχέσεις περί ομονοίας και περί αγάπης.
Είναι γεγονός ότι σήμερα πολλά παιδιά ρέπουν στα ναρκω­τικά. επίσης σε άλλους δρόμους αλλοτριωμένους, σε αιρετικές ομάδες, επομένως σε ψυχοναρκωτικά. Διακατέχονται από πολ­λά ψυχολογικά προβλήματα και πολλοί έφηβοι που βρίσκονται στην κρίση μιας προβληματικής οικογενείας ή κυρίως μιας δια­λυμένης οικογενείας, έχουν φοβερή κρίση ταυτότητος.
Πάνω στην κρίση ταυτότητος θα πρέπει να τονίσουμε το ζοφερό γεγο­νός της ομοφυλοφιλίας, το οποίο στις ημέρες μας λανσάρεται και προπαγανδίζεται από τους ανθρώπους εκείνους οι οποίοι έ­χουν αυτές τις βαριές παθογενείς τραυματικές εμπειρίες. Δηλα­δή, επιτρέψτε μου να πω πιο συγκεκριμένα ότι, εφ’ όσον ένας νέος βρίσκεται εκτός αυτού του ενοποιητικού, ενωμένου οικο­γενειακού περιβάλλοντος και εφ’ όσον και ο πατέρας και η μη­τέρα με την αγάπη και την αναγνώριση του ενός προς τον άλλον δεν επιβεβαιώνουν το ανδρικό φύλο ή το γυναικείο φύλο ο ένας προς τον άλλον, τα παιδιά καταλαβαίνουν, εννοούν την αθέτηση που γίνεται του ενός και του άλλου φύλου και βρίσκονται πάντοτε στον δεινό προβληματισμό ποιο φύλο να διαλέξουν. Αυτό βέβαια είναι μεγάλη δοκιμασία για τα παιδιά, την οποία όμως δεν την έχουν όσα παιδιά βρίσκονται σε μια ενωμένη οι­κογένεια. Διότι εντελώς αυτονόητα και φυσιολογικά διαλέγουν το φύλο που έχουν. Γιατί βλέπουν ότι το φύλο που έχουν αντίστοιχα το έχει και ο πατέρας και αυτό το φύλο του πατέρα δεν σνομπάρεται, δεν ακυρώνεται από την μητέρα, δεν καταστρέφεται από την απουσία, από την έλλειψη ή από το σπάσιμο της οικογενείας. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και στο κορίτσι και στην όλη υπόλοιπη ιστορία και εξέλιξη των παιδιών.
Τα παιδιά που βρίσκονται εκτός του ενοποιημένου οικογε­νειακού κλίματος πάσχουν από διάσπαση της προσοχής, αφού το μυαλουδάκι τους είναι τι κάνει ο πατέρας, τι κάνει η μητέρα, οι οποίοι όμως αντιπαρατίθενται. Επομένως στο δημοτικό ή στο γυμνάσιο ή στο λύκειο ή σε μεγαλύτερα σχολεία, δεν μπο­ρούν να έχουν την απαιτούμενη προσοχή, την σωστή προσοχή, για να μπορέσουν να τελειώσουν γράμματα και σπουδές και στην συνέχεια να ευδοκιμήσουν σ’ ένα συγκεκριμένο επάγγελμα.
Γνωρίζουμε σήμερα πάρα πολλούς ανέργους, οι οποίοι έ­χουν στις καταβολές τους και στις ρίζες τους μια θλιβερή ιστο­ρία ενός σπασμένου γάμου. Βέβαια εμείς λέμε ότι υπάρχει το πρόβλημα της ανεργίας και φταίει η κυβέρνηση και φταίνε οι διάφορες άλλες συνθήκες —και φταίνε κι αυτές βέβαια—, αλλά η ρίζα, η βάση και η αρχή του προβλήματος βρίσκεται σε άλλο επίπεδο, διότι το σωματοποιημένο άγχος και οι πολλές ευαισθησίες και τραυματικές εμπειρίες που δημιούργησε η σπασμέ­νη οικογένεια είναι το βασικότερο αίτιο της μη δημιουργίας και της αποτυχίας σε διαφόρους τομείς της ζωής των παιδιών.
Και μετά απ’ αυτά ας διατυπώσουμε το ερώτημα: «Με τι καρδιά ένας νέος των είκοσι πέντε ετών περίπου ή των τριάντα ή και των σαράντα ή μια νέα μικροτέρας ηλικίας μετά από πολ­λές τραυματικές εμπειρίες σπασμένης οικογενείας θα σκεφτούν την δική τους αποκατάσταση; Αλλά και τι μοντέλο, τι εικόνα οικογενείας έχουν στον νου τους, ώστε να μπορέσουν στην συ­νέχεια και στην δική τους οικογένεια να είναι ισορροπημένοι, να είναι ηγεμονικοί και να μπορούν να αγαπούν και να μπορούν να προσφέρουν, αφού αυτά δεν τα έχουν δει έμπρακτα στην δική τους οικογένεια;»
Ξέρω ότι σάς στενοχώρησα, σάς λύπησα και σάς παρουσία­σα τώρα, στο δεύτερο μέρος δηλαδή της ομιλίας, το τραγικό μέρος, το οποίο το αναπνέουμε, το οσφραινόμαστε, το ζούμε και εμείς οι πνευματικοί, το ψηλαφούμε κατά κόρον, κατά κόρον, κατά κόρον... Όμως εμείς δεν είμαστε απαισιόδοξοι. Γιατί; Γιατί γνωρίζουμε ότι οιαδήποτε σταυρική εμπειρία, από σταυ­ρική που είναι, από τραυματική δηλαδή, μπορεί να μετατραπεί σε σταυροαναστάσιμη και τελικά σε αναστάσιμη. Δηλαδή η Ορ­θόδοξη Εκκλησία μας έτσι με τους θεσμούς της, με την ιερή ά­για γλώσσα της, με τους ωραίους ύμνους της —που έχουν ολό­κληρη επιστημοσύνη μέσα τους και κυρίως έχουν τη χάρη του Αγίου Πνεύματος—, με τα άχραντα μυστήρια —εξομολόγηση, θεία ευχαριστία— με την χαρισματική εξακολουθητική παρου­σία του μυστηρίου του γάμου και με τόσες άλλες ευκαιρίες — προσευχές, μελέτες— δίνει την δυνατότητα, στον οποιονδήποτε που έχει οποιαδήποτε τραυματική εμπειρία, να ανασυστήσει την προσωπικότητά του και να δημιουργήσει την οικογένειά του.
Ο πνευματικός πατέρας προσπαθεί να δρα και στο σπασμέ­νο οικογενειακό περιβάλλον ενοποιητικά. Προσπαθεί να συμ­φιλιώσει τους γονείς μεταξύ τους, τους γονείς με τα παιδιά και τα παιδιά με τους γονείς.
Η ορθόδοξη λατρεία μας, αυτό το ζεστό ανθρώπινο αλλά και φυσικό περιβάλλον, θεραπεύει τα τραύματα και τις ελλείψεις και κάνει θαύματα. Ο Κύριός μας δεν θαυματούργησε μό­νο στον γάμο της Κανά, έκανε και πολλά άλλα θαύματα. Το αρχικό το έκανε στον γάμο της Κανά, αλλά στην συνέχεια μπορεί να το κάνει και σε κάθε άλλη σχέση, σε κάθε άλλο γάμο, σε κά­θε άλλη κατάσταση, σε κάθε άλλη περίσταση και να μεταβάλ­λει την αρχική τραυματική εμπειρία σ’ ένα αληθινό και πραγμα­τικό γάμο. Όταν πηγαίνουμε στην Εκκλησία μας και στεκόμα­στε όρθιοι εμείς οι ορθόδοξοι στη λατρεία μας, μπροστά μας, μπροστά στο τέμπλο, βλέπουμε τον Χριστό και την Παναγία μας. Βλέπουμε την Παναγία μας να κρατάει στην αγκαλιά της το Παιδάκι της. Όσο τραυματικές εμπειρίες και να έχουμε, οποιεσδήποτε τραυματικές εμπειρίες και να έχουμε, όταν βρι­σκόμαστε μπροστά στην Παναγία μας και στο Παιδάκι της, ασφαλώς η καρδιά μας μαλακώνει και όλα τα προβλήματα χα­λαρώνουν.
Αν αρχίσει ένας ουσιαστικός διάλογος, εσωτερικός, μυστικός διάλογος μέσα στη λατρεία μας —όπου είναι ζωντανή η άκτιστη χάρη του αγίου Πνεύματος— τότε πραγματικά και η Παναγία μας αλλά και ο Χριστός θα μεταβάλουν όλες τις τραυ­ματικές μας εμπειρίες σε μετατραυματικές, σε σταυροαναστά­σιμες και άναστάσιμες.
Εδώ θα κάνουμε μια αναφορά στον άγιο πατέρα του οποί­ου την ιερά μνήμη από σήμερα επιτελούμε, τον άγιο Συμεών τον νέο Θεολόγο, ο οποίος λέγει ότι μέσα στον χώρο της Εκκλησίας μας —και εννοεί ειδικά την λατρεία μας— δημιουργείται μία συνούλωση των τραυμάτων μας, μια επούλωση. Την λέει συνούλωση καλύτερα, και είναι πιο επιτυχής ο όρος, γιατί όλες οι τραυματικές εμπειρίες που προέρχονται κυρίως από τις δυσκο­λίες τις οικογενειακές, αλλά και από άλλες βέβαια, μπορούν — με την χάρη του Αγίου Πνεύματος— να υπερβαθούν και να γλυ­καθεί η καρδιά των ανθρώπων.
Η Παναγία μας είναι μητέρα· η Εκκλησία μας ολόκληρη είναι μητέρα, κι αν ακόμα η δική μας η μητέρα κάπου δεν στά­θηκε αληθινή μητέρα· είναι τροφός, είναι παιδαγωγός αρίστη, κι αν ακόμα η δική μας η μητέρα κάπου παραστράτησε, κάπου αστόχησε, κάπου παραπλανήθηκε.
Το πρόσωπο του Κυρίου μας είναι το αληθινό πατρικό πρό­σωπο, που πραγματικά ανασυνιστά μέσα μας την εικόνα του αληθινού πατέρα. Και μάλιστα η αγία μητέρα, η Παναγία μας, και το τέλειο θεανθρώπινο πρόσωπο του πατρός μας, του Κυρί­ου, μπορούν, έστω και σε προηγμένη ηλικία, να μας ανασυστήσουν την εικόνα την αληθινή για τον πατέρα μας και την μητέρα μας. Και μπορεί εκ των υστέρων τα τραυματισμένα παιδιά να βοηθήσουν τους σπασμένους γονείς, ώστε να ανασυστήσουν και αυτοί το αληθινό αρχέτυπο του πατέρα και το αληθινό αρχέτυ­πο της μητέρας.
Να γιατί, αγαπητοί μου αδελφοί, σεβαστοί πατέρες πρωτίστως, διαφωνούμε με το σεμινάριο που διοργάνωσε η Ψυχια­τρική Εταιρεία στους πνευματικούς, και θέλει να τους εκπαι­δεύσει . Γιατί δεν είναι δυνατόν αυτό το μέγα μυστήριο του γά­μου, όπως το βιώνει η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, να το κατανο­ούν οι ψυχίατροι.
Συγχωρέστε με, δεν κατηγορώ προσωπικά ανθρώπους, αλλά επειδή η εποχή μας είναι πάρα πολύ δύσκολη και επειδή ακούμε πολύ περίεργα πράγματα να συμβαίνουν και επειδή ακούμε κάποιους ψυχιάτρους, ψυχολόγους, ψυχαναλυ­τές, ψυχοθεραπευτές να εγκρίνουν τη διάσπαση του γάμου, δεν μπορούν να καταλάβουν ότι ο άνθρωπος έχει ανεξάντλητα και απεριόριστα όρια και ότι η χάρις του αγίου Πνεύματος ενυπάρχει ακόμα και στους διαφωνούντες συζύγους και στους διασπασμένους, αλλά τους δίνουν εύκολα την εύκολη λύση —την χειρότερη βέβαια, τη δυσκολότερη λύση— και τους λένε· «αφού δεν συμφωνείτε, χωρίστε, τι καθόσαστε και παιδεύεστε;» Και από κει και πέρα αρχίζουν οι οδύσσειες και οι περιπέτειες των ποικίλων και πολλαπλών προβλημάτων και εντός και εκτός των οικογενειών. Γι’ αυτό η κοινωνία μας σήμερα τόσο πολύ ταλαι­πωρείται.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας έχει ένα πλουσιότατο χαρισμα­τικό δυναμικό, που είναι το μέγα μυστήριο του γάμου. Θα πρέ­πει όλοι μας να ανασκουμπωθούμε, προς αυτό να κατευθύνου­με, προς αυτό να αγώμεθα, προς αυτό να χειραγωγούμεθα όλοι, όλοι μα όλοι, και να μη αφήνουμε κανέναν να μειώνει την θεαν­θρώπινη και χαρισματική του δυναμικότητα.
Ειρήσθω εν παρόδω και εν παρενθέσει ότι και αυτό το μυ­στήριο του γάμου βάλλεται και πολυβολείται, διότι κάποιοι, δυο «θεολόγοι», σήμερα προτείνουν στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος μια άλλη ακολουθία του γάμου, διότι η παραδοθείσα, η παραδεδομένη αυτή που αγίασε και αγιάζει τη ζωή μας, δεν τους εκφράζει. Και επομένως θα λέγαμε ότι η Νέα Εποχή έχει ακόμα και αυτή συλλάβει που βρίσκεται η δύναμη, η χαρά και η ευτυχία των ανθρώπων και θέλει παντοιοτρόπως και εκ των έσω πολλές φορές να ακυρώνει τα υπερφυή και με­γάλα μυστήρια του Θεού.
Σ υ ζ ή τ η σ η 
Ερώτηση: ...Πως εξηγείται το «καταλείψει άνθρωπος τον πατέρα του και τη μητέρα» και πως μπορεί να συμβαδίσει με το «τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου»;
Απάντηση: Ξεκινήσαμε από το πεδίο το νοητικό, δηλαδή από τον λογισμό των ανθρώπων, προχωρήσαμε μετά στο συναι­σθηματικό και μετά είδαμε όλα τ’ άλλα. Αν επομένως υπάρχει η συμφωνία των δύο συζύγων, ούτε τους γονείς ασφαλώς θα παραγνωρίσουν ούτε θα τους περιφρονήσουν. Άλλωστε εντολή του Θεού είναι το «τίμα τον πατέρα και την μητέρα» και δεν είναι δυνατόν η μία εντολή να έρχεται σε αντίθεση με την άλλη. Αυτό που λέει ο ίδιος ο Χριστός, «καταλείψει τον πατέρα του και την μητέρα», απευθύνεται στο συναισθηματικό πεδίο, που πρέπει πραγματικά το ζεύγος να απεξαρτηθεί από τον συναι­σθηματισμό και από τις συμβουλές των γονέων, έτσι ώστε να αυτονομηθούν για ένα διάστημα, να αποκτήσουν την ενότητα την απαραίτητη —οι δυο τους—, να μπορέσουν να συμφωνή­σουν οι δυο τους και μόνο, να οργανώσουν την ζωή τους οι δυο τους και μόνο και στην συνέχεια οποιαδήποτε άλλη συνεργασία, προσφορά των παιδιών προς τους γονείς, δηλαδή του ζεύγους προς τους γονείς, αλλά και προσφορά των γονέων προς τα παι­διά τους και προς τα εγγόνια τους. ασφαλώς είναι ευλογημένα όλα αυτά και δεν μπορούμε να τα αθετήσουμε. Τώρα βέβαια μέσα στην όλη διαδικασία των οικογενειών υπάρχουν διάφορες υπερβολές, αλλά και η φυσική μας αδυναμία, η ροπή προς την αμαρτία, η αδιακρισία μας πολλές φορές δημιουργεί προβλή­ματα, και φυσικά το καλύτερο απ’ όλα είναι να συνδυάσουμε τις εντολές. «τίμα τον πατέρα και την μητέρα» και την άλλη εντολή του ίδιου του Χριστού που λέει: «καταλείψει ένεκεν τού­του» . Ένεκεν της συμφωνίας το λέει, δεν το λέει για άλλο λόγο.
Ερώτηση: ...Η Εκκλησία μας κάνει οικονομία και συνυπο­γράφει την λύση του μυστηρίου του γάμου. Αν δεν κάνω λάθος και διορθώστε με, νομίζω ότι παλιότερα όταν το ζευγάρι ήθελε να χωρίσει και πήγαινε στην Εκκλησία, υπήρχε κάποιος πνευματικός ο οποίος πρώτα συζητούσε με το ζευγάρι και προσπαθούσε μήπως έστω και την τελευταία στιγ­μή τους φέρει πάλι σε ένωση....Μήπως η Εκκλησία θα έπρεπε να πάρει μια τέτοια θέση, εδώ που έχουμε φτάσει, να μη επιτρέπει την λύση του μυστηρί­ου γάμου, να μη συνυπογράφει τουλάχιστον, κι αν το κάνει, να εφαρμόσει τουλάχιστον αυτό το μέτρο;
Απάντηση: Νομίζω ότι πάρα πολύ σωστά το τοποθετείτε το θέμα, δηλαδή θα μπορούσε και τώρα μάλιστα ο Μακαριώτατος, που έχει τόση δημοτικότητα —ας πούμε—, θα μπορούσε να το προτείνει. Αλλά στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας δεν είναι θέμα ενός ανδρός μόνο, δεν είναι θέμα ενός ποιμένος, αλλά είναι θέ­μα όλου του λαού. Πολύ καλά κάνετε που το λέτε αυτό και το προτείνετε. Προτείνετε κάτι που υπήρχε. Αν λοιπόν αναλάβουμε και εμείς οι ιερείς τις ευθύνες μας πιο συστηματικά και πιο σωστά, και αν πράγματι αναλαμβάναμε, έστω και την τελευ­ταία στιγμή, όπως είπατε, και όχι μόνο την τελευταία βέβαια, ίσως από την πρώτη στιγμή θα ‘ταν καλύτερα, αλλ’ έστω και τε­λευταία στιγμή, να βοηθήσουμε ένα ζεύγος που κλονίζεται, να μη χωρίσει... θα ‘ταν το καλύτερο και είναι το καλύτερο.
Η ποιμαντική της οικογενείας ασφαλώς αρχίζει από την ημέρα του μυστηρίου του γάμου και (συνεχίζεται) σ’ όλη τη διάρ­κεια του οικογενειακού βίου. Τώρα αν τελικά η Εκκλησία υ­πογράφει το διαζύγιο, δεν καταδικάζει τον άνθρωπο, γιατί, ό­πως είπαμε, είναι άρρητα και απέραντα οικονομική και δίνει τη δυνατότητα στον έναν ή στον άλλον —και ιδίως όταν δεν έχουν παιδιά βέβαια— να έλθουν σε δεύτερο γάμο, και προφανώς τους δίνει τη δυνατότητα —εφ’ όσον θα είναι και μετανιωμένοι, εφ’ όσον θα έχουν και μια εμπειρία έτι περισσότερο αρνητική— να χρησιμοποιήσουν την αρνητική εμπειρία, για να μη ξανακά­νουν δεύτερο λάθος. Βέβαια η εμπειρία η ανθρώπινη διαφορε­τικά πράγματα επιβεβαιώνει. Ότι ένας άνθρωπος ο οποίος δεν μπόρεσε να κρατήσει τον πρώτο του γάμο ακέραιο, πως θα μπορέσει να κρατήσει τον δεύτερο; Αλλά εφ’ όσον η Εκκλησία οικονομεί, μπορεί πράγματι η οικονομία του Θεού, η οποία χο­ρηγείται δια μυστηρίου, πάλι να ισχύσει θεραπευτικά και να καταξιωθεί ο άνθρωπος με αυτήν τη δεύτερη οικονομία.
Ερώτηση: ... Η Εκκλησία δεν θα μπορούσε να κάνει μια συμβουλευτική του γάμου σε ανθρώπους που πρόκειται να πα­ντρευτούν; Δηλαδή να τους πιάσει και να τους πει ότι ο γάμος είναι αυτό το μυστήριο, έχει αυτά τα επακόλουθα και αυτές τις προοπτικές και επιπτώσεις....Να καταλάβουμε ότι ο γάμος είναι ένα μεγάλο μυστήριο. Να υπάρχουν δηλαδή πνευματικοί που να καθοδηγούν το νέο ζευγάρι και αυτό να γίνει μια πρακτική της Εκκλησίας.
Απάντηση: Εξυπακούεται ότι την μέρα που εκδίδεται η ά­δεια του γάμου και βρίσκονται στον ιερέα και οι δύο μελλόνυμ­φοι, γίνεται μια συζήτηση και κάποια πολύ βασικά θέματα τίθε­νται. Πράγματι, αυτό θα πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε και οι ιερείς, οι εφημέριοι, που ετοιμάζουμε την έκδοση της άδειας του γάμου, και έχουμε μπροστά μας το ζεύγος, έχουμε όλη τη δυνατότητα να μιλήσουμε μαζί τους και εκείνοι είναι δεκτικοί ως επί το πλείστον, είναι χαρούμενοι, διότι έρχονται για γάμο, και επομένως είναι ανοικτή η διάθεσή τους. Σπανίως έχω συνα­ντήσει αρνητές συμβουλών.
Θα σάς πω μάλιστα μια περίπτωση που μου έτυχε πριν από χρόνια, δηλαδή πριν καθιερωθεί ο πολιτικός γάμος.
Ήρθε και παντρεύτηκε ένα ζευγάρι στην Εκκλησία μας και με είχε προει­δοποιήσει ένας φίλος γιατρός, συγγενής τους. Μου είπε: «Μην παραξενευτείς άμα θα δεις το ζευγάρι. Είναι πολύ περιθωρια­κοί και μη σοκαριστείς». Πράγματι, ανήκαν τα δυο παιδιά αυτά σε μια κομμουνιστική Οργάνωση και δεν ήθελαν να παντρευ­τούν, αλλά επειδή δεν υπήρχε ο πολιτικός γάμος, ήρθαν αναγκαστικά. Ο νεαρός φορούσε σπορτέξ, για να σνομπάρει —ας πού­με— την όλη διαδικασία, και η νύφη ήταν αντίστοιχα ντυμένη. δεν θυμάμαι να σάς πω τώρα λεπτομέρειες, είναι είκοσι χρόνια περίπου, όμως και οι δύο ήρθανε έτσι, πολύ τυπικά. Ήμασταν αναγκασμένοι, τους τραβάγανε, ήρθανε. Επειδή τώρα όλοι οι συγγενείς, δηλαδή γονείς και το υπόλοιπο περιβάλλον των προ­σκεκλημένων, ήταν ανθρωπίνως, θα λέγαμε, καλού χριστιανικού επιπέδου, ενός μετρίου τουλάχιστον επιπέδου, και επειδή ήξε­ραν ότι τα παιδιά αυτά ήταν πολύ αντιδραστικά —εικοσιπεντάρηδες και οι δυο— γι’ αυτό τους περιέβαλλαν με μια μυστική, θα λέγαμε, κρυφή χριστιανική αγάπη. Και εκείνη την ώρα του μυστηρίου φαίνεται πως όλοι προσεύχονταν. Πιστεύετε ότι με­τά από τα πρώτα λεπτά και τα δυο παιδιά στάθηκαν πάρα πο­λύ αξιοπρεπώς, άκουσαν όλο το μυστήριο με πάρα πολλή προ­σοχή, και όταν στο τέλος τους ευχηθήκαμε με δυο τρία λόγια, κατευχαρίστησαν και τον ιερέα και στην συνέχεια δέχονταν ευχάριστα τα συγχαρητήρια των συγγενών τους; Άλλαξε τελείως το σκηνικό δηλαδή, όλο το περιβάλλον. Άλλαξε η ψυχολογική τους διάθεση.
Θέλω να πω με αυτό ότι πράγματι στα χέρια και ημών των ιερέων αλλά και του υπολοίπου σώματος της Εκκλησίας είναι να ασκούμε όλοι μας μια τέτοια συμβουλευτική, διότι δεν είμαστε πάπες οι ιερείς. Μπορεί και η μητέρα και ο πατέρας και ο κουμπάρος και όλοι να παίξουμε τον θετικό ρόλο μας στην σύ­σταση και στην σύμπηξη ενός καλού γάμου.
Ερώτηση: Ποια πρέπει να είναι η προσέγγιση των γονέων στην διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους εν όψει κάποιου μελ­λοντικού γάμου;...
Που σταματάει η παρέμβαση των γονέων;...
Απάντηση: Θα πω κάτι πάρα πολύ θεωρητικό —έτσι θα σάς φανεί κατ’ αρχήν—, αλλά μετά θα πω και το πρακτικό.
Οι πατέρες της Εκκλησίας μας και δη ο άγιος Ειρηναίος, μας λέγουν ότι, πριν ο Θεός δημιουργήσει πραγματικά τον κόσμο, τον εσχεδίασε στην προαιώνια βουλή του. Τι είναι η βουλή του Θεού; Δεν είμαστε σε θέση εμείς να πούμε ποια είναι η βουλή του Θεού. Έτσι λένε οι Πατέρες μας. Ας πούμε, στην φαντασία του, στην σκέψη του. Σχεδίασε ως σοφός αρχιτέκτων όλη την δημιουργία. Μιλάμε ανθρώπινα και σχηματικά. Στην συνέχεια δημιουργεί τον κόσμο. Και φυσικά αυτά που «οραματίστηκε» —σε εισαγωγικά το λέμε πάλι— ο Θεός και αυτό που δημιούρ­γησε ήτανε αριστουργήματα.
Ερχόμαστε τώρα στην περίπτωση —κάνω ένα άλμα— των γονέων. Λοιπόν τι οραματίζεται κάθε γονέας για το παιδί του; Έχει καλούς οραματισμούς. Να πάρει μια καλή κοπέλα, να πάρει έναν καλό νεαρό. Το καλό το σχεδιάζουμε ο καθένας μας με τη δική του φαντασία. άλλος έτσι, άλλος αλλιώς, με τα αντίστοιχα κριτήρια. Βέβαια το κριτήριο το δικό μας, είπαμε, είναι χριστιανικό. Αλλά μαζί με το χριστιανικό μπορεί να μπλέκεται και το κοσμικό. Λέμε ότι, για να ’ναι καλός χριστιανός, σημαίνει ότι έχει σπουδάσει, ότι έχει δουλέψει, ότι έχει κοπιάσει, έχει αναπτύξει τα ψυχοδυναμικά του, έχει καλή οικογένεια... Τα βά­ζουμε όλα μαζί. Μπορεί να μην κάνουμε λάθος δηλαδή, μπορεί να είναι και σωστά όλα αυτά. Εν πάση περιπτώσει, όταν έρ­θουμε στην συγκεκριμένη διαφωνία, το θέμα είναι εκεί. τι τάξεως είναι η διαφωνία μας. Γιατί μπορεί το κριτήριό μας να μην είναι πράγματι κριτήριο ανιδιοτελές. Γι’ αυτό πριν δώσουμε τις συμβουλές μας, θα πρέπει πολύ να παιδέψουμε, να βασανίσου­με μέσα μας, γιατί αντιδρούμε στην επιλογή του παιδιού μας. Αυτό θα το κάνουμε οπωσδήποτε. Διότι έχω δει πολλές περι­πτώσεις γονέων, οι οποίοι δεν μπορούν να τεκμηριώσουν γιατί αντιδρούν. «Μα δεν θέλω...» Και κυρίως δεν θέλουν οι γονείς πολλές φορές να χάσουν τα παιδιά τους συναισθηματικά, και ενώ λένε, «θέλω να παντρευτεί η κόρη μου», δεν θέλουνε στο βά­θος. «Θέλω να παντρευτεί ο γιός μου», λέει η μητέρα. Δεν θέ­λει... και μετά εφ’ όσον a priori υπάρχει μια τέτοια άρνηση ουσιαστική, ψυχολογική δηλαδή, σ’ ένα γάμο του παιδιού, είναι ε­πόμενο η κοπέλα που θα βρεθεί να έχει ελαττώματα. Δεν μπο­ρεί να μην έχει. Αφού εγώ δεν θέλω ψυχολογικά να παντρευτεί ο γιός μου. Γιατί; Για πολλούς λόγους. Είμαι συνδεδεμένος συν­αισθηματικά μαζί του κ.τ.λ. κ.τ.λ. Βλέπω μια κοπέλα, βρίσκω ελαττώματα.
Έχω περιπτώσεις που είναι εξωφρενικές πραγματικά. Η μητέρα ενός φίλου μου του λέει: «Η κοπέλα που διάλεξες είναι κουτσή». Και δεν ήταν η κοπέλα κουτσή. Όμως η μητέρα την βλέπει για κουτσή. Και έπεισε τον γιό της ότι η κοπέλα είναι κουτσή. Ήρθε λοιπόν και μου λέει: «Δεν είχα δει ότι η κοπέλα είναι κουτσή». Λέω: «Είσαι με τα καλά σου;» Τελικά διελύθη όχι μόνο εκείνη η περίπτωση, αλλά σαράντα περιπτώσεις. Κατάφερε να διαλύσει η μητέρα σαράντα περιπτώσεις με διάφορα ανά καιρούς επιχειρήματα, διότι δεν ήθελε να αφήσει το παιδί της. Μέχρι που ατόνησαν οι δυνάμεις της.
Πρέπει να βασανίσουμε λοιπόν τα κριτήριά μας, το πρώτον, και, το δεύτερον, να μη απεμπολήσουμε την ευθύνη μας. Αν τεκμηριώσουμε στο παιδί τις αντιρρήσεις μας, θα πρέπει εκείνο να καταλάβει που βαδίζει, και η συμβουλή μας και οι αντιρρήσεις μας πρέπει να είναι τέτοιες, που να μη δημιουργήσουν κα­ταστροφή, γιατί μπορεί και οι αντιρρήσεις και οι συμβουλές αυ­τές οι αρνητικές να βοηθήσουν να γίνει ένας καλός γάμος στην συνέχεια. Εάν το παιδί επιμείνει, να του πούμε ότι εμείς έχου­με αυτήν την εκτίμηση· δηλαδή: «προβλέπουμε ότι θα δυσκο­λευτείτε σ’ αυτό το σημείο, θα δυσκολευτείτε στο άλλο ση­μείο». Αν τα ‘χει υπόψη του το παιδί μας αυτά και τα προσέξει, δεν θα πάει καλά στον γάμο του, αν επιμείνει να πάρει αυτόν τον άνθρωπο; Και έχω και τέτοιες περιπτώσεις που πράγματι μετά από μια αρχική άρνηση των γονέων, αλλά τεκμηριωμένη, κτίσθηκαν και εδράσθηκαν πολλοί καλοί γάμοι.
Ερώτηση: Ας υποθέσουμε ότι έχουμε δύο ανθρώπους που δεν τα πάνε καλά και που δεν είναι μέσα στον χώρο της Εκκλη­σίας. Πως μπορούμε να τους προσεγγίσουμε; Αν τους πούμε για το μυστήριο του γάμου, δεν καταλαβαίνουν και πολλά πράγματα. Να τους μιλήσουμε για τις συνέπειες στα παιδιά ή για κάτι άλλο;
Απάντηση: Νομίζω πως, για να μη καταστραφεί ένας γά­μος, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ασφαλώς όλα τα επιχει­ρήματα. Να μη μείνουμε όμως μόνο στα πρακτικά, γιατί ένα πρόβλημα και μια κρίση μπορεί να οδηγήσει τους ανθρώπους σε περισσότερη θεολογία, σε περισσότερη συνειδητοποίηση του μυστηρίου του γάμου. Γι’ αυτό μαζί με τα πρακτικά μπορούμε να πούμε και τους κινδύνους που ελλοχεύουν στην ψυχολογία και στις τύχες των παιδιών, μπορούμε να συστήσουμε την επι­στροφή στην Εκκλησία, στο μυστήριο δηλαδή, στην μετάνοια, στην εξομολόγηση. Κι αν φτάσουν στην Εκκλησία και στην ε­ξομολόγηση, ασφαλώς τα πράγματα θα είναι ηπιότερα. Δηλαδή οι άγριοι καυγάδες θα γίνουν χριστιανικοί καυγάδες, χριστιανικότεροι. Και μπορεί να γλιτώσει κανείς αφ’ ενός την καταστρο­φή ενός γάμου, αλλά και να μπει στην Εκκλησία όλη η οικογέ­νεια και να έχουμε πλέον αληθινή θαυματουργία.

Από το βιβλίο: «ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΧΘΕΣ, ΓΟΝΕΙΣ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΑ»
(Πρόγραμμα έτους 2002-2003)
Ενορία Αγ.Παρασκευής Αττ. Σχολή Γονέων Αγ.Παρασκευής. (σελ: 17-42)

  
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον www.egolpion.com 
25  ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2013 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου