Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2013

Ο Ραβίνος που πίστεψε στο Χριστό!


Η επιστροφή μου εις ΧΡΙΣΤΟΝ





Παύλου Φωτίου
τέως Ραββίνου της Ισραηλινής Κοινότητος Άρτης
«Μεσσίαν... ον έγραψε Μωυσής
  τω   Νόμω  και  οι   Προφήται,
  ευρήκαμεν,  Ιησούν  τον   υιόν
  του  Ιωσήφ  τον  από Ναζαρέτ»
  Ιωάν. α' 46

Πρόλογος

Ίσως σας είναι γνωστόν από τας εφημερίδας το προ δεκαετίας , χάριτι Κυρίου, λαβόν χώρα εις εμέ και την οικογένειάν μου μέγα γεγονός, ίσως όμως και όχι. Πρόκειται για περί της επιστροφής μας εις Χριστόν και της βαπτίσεώς μας κατά την εορτήν της Πεντηκοστής το έτος 1952 εις την Ιεράν Μητρόπολιν της Άρτης, τόσον εμού όσον και ολοκλήρου της οικογενείας μου.

Δι εμέ και την οικογένειάν μου τούτο αποτελεί μέγαν σταθμόν στη ζωή μας, δι αυτό πάντα ευχαριστούμεν τον Θεόν, διά Ιησού Χριστού του Υιού Αυτού και Θεού ημών, διά την χάριν και την τιμήν που έκαμε εις ημάς, ώστε να μας καλέση με τον τρόπον Του εις σωτηρίαν.

Η ευγνωμοσύνη μας προς Αυτόν ως και η υποχρέωσίς μας προς τους συνανθρώπους μας είναι μεγάλη, κατ'εξοχήν δε εις τους αδελφούς μας Ισραηλίτας, οίτινες παρερμηνεύοντες τας Αγίας Γραφάς απορρίπτουν μετά πείσματος και μίσους τον ήδη ελθόντα Μεσσίαν Χριστόν, Όν οι πατέρες ημών παρέδωσαν εις κρίμα θανάτου, και ο Πατήρ Αυτού ανέστησεν την τρίτην ημέραν  εκ νεκρών κατά τας Γραφάς.

Μάλιστα, ιδιαιτέρως και κατ'εξαίρεσιν δι'αυτούς γράφω το βιβλιαράκι τούτο, ίνα διευκολύνω αυτούς διά των Αγίων Γραφών μήπως θελήσουν και πιστέψουν και δεχθούν ως Σωτήρα των τον Ιησούν, Όστις πλέον μέλλει να έλθη ουχί ίνα σώση αλλ'ίνα κρίνη ζώντας και νεκρούς.

Παύλος Φωτίου

ΜΕΡΟΣ Α'

ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΜΟΥ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ


Από το έτος 1930 περίπου διάβαζα την Αγίαν Γραφήν, τόσον εις την εβραϊκήν γλώσσαν, όσον και εις την ελληνικήν. Αφού όμως πέρασε καιρός και εν τω μεταξύ ανέλαβον και ως επίτροπος της Συναγωγής μας είχα την ευκαιρίαν να διαβάζω περισσότερον αυτήν και να κατανοώ και περισσότερα. Εκεί πάντως που εδυσκολευόμην ήτο το πρόσωπον του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού. Εις το σημείον αυτό συναντούσα δυσκολίαν να διακρίνω εις τους προφήτας, τους ψαλμούς και την πεντάτευχον τον Μεσσίαν Ιησούν.

Πάντως πέρασαν αρκετά χρόνια, όπου τέλος ήλθε η τελευταία μας καταστροφή παρά των Γερμανών και αφού επήγα όμηρος εις την Γερμανίαν και επέστρεψα, ως φαίνεται, είδεν ο Θεός την προσπάθειάν μου εις την έρευναν των Αγίων Γραφών και εξαπέστειλεν και εις εμέ το Πνεύμα Του το Άγιον του συνιέναι τας Γραφάς. Και κατά το έτος 1952 μίαν των ημερών αυτού απεφάσισα να γίνω ως νήπιον εις τας φρένας μη παραδεχόμενος πλέον τας ψευδείς παραδόσεις των πατέρων ημών, και εδέχθην τον Ιησούν ως τον Μεσσίαν και Λυτρωτήν της ανθρωπότητας ολοκλήρου και εμού, ως τον διέκρινα πλέον εις την Αγίαν Γραφήν, προερχόμενον εκ της οικογενείας του Δαυίδ και της ρίζης Ιεσσαί. (Α' Βασ. 16,2)

Εννόησα δε αυτό μόλις απέρριψα τας βλασφήμους παραδόσεις των πατέρων μας, διά των οποίων βλασφήμουν την Θεομήτορα ως μίαν κοινήν γυναίκα (μη γένοιτο Κύριε!) ώς και τον Σωτήρα μας Χριστόν ως νόθον, και διαστρέφοντα, δήθεν, τον Μωσαϊκόν Νόμον και τον τότε λαόν του Ισραήλ. Όταν λέγω απέρριψα τον ραββινικόν νόμον, ον συνέταξαν οι γραμματείς και φαρισαίοι, ως άλλοι Άνναι και Καϊάφαι, και όλας τας συκοφαντίας κατ'αυτού ως ψευδείς και αντιθέτους των Αγίων Γραφών, τότε είδα φως και διέκρινα τον Ιησούν εις την Παλαιάν Διαθήκην.

Πάντως θα παραθέσω κατά σειράν εις την συνέχειαν τας περικοπάς της Αγίας Γραφής που με διεφώτισαν εις ανεύρεσιν του Μεσσίου Ιησού.

ΤΡΙΑΣ Ο ΘΕΟΣ


1) Το πρώτον εδάφιον της Γενέσεως του πρώτου κεφαλαίου όπου λέγει «Εν αρχήν εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γην». Αυτό εις την εβραϊκήν το διαβάζουμε εμείς «Μπερεσύθ μπαρά ελωήμ» δηλαδή εις την αρχήν έπλασεν ο Θεός. Η λέξις όμως «ελωήμ» είναι εις τον πληθυντικόν αριθμόν και εξηγείται «Θεοί». Δεν γράφει «ελόα»  ούτε «ελ» που είναι εις τον ενικόν αριθμόν ως ακούομεν τον Ιησούν εις την προσευχήν του εις τον Σταυρόν λέγοντα «Ηλί ηλί, λαμά σαβαχθανί» (Ματθ. ΚΖ 4,6) τουτ'εστί, «Θεέ μου,Θεέ μου,  ινατί με εγκατέλειπες;» Ακούομεν και βλέπομεν ο Χριστός, το δεύτερον πρόσωπον της Αγίας Τριάδος, να φωνάζει εις τον Πατέρα Του.

2) Το 26ον εδάφιον του ιδίου κεφαλαίου της Γενέσεως όπου εβραϊστί λέγει «Ναασέ αδάμ μπετσαλμένου» δηλαδή «Ποιήσωμεν άνθρωπον κατ'εικόνα ημετέραν και καθ'ομοίωσιν». Εις αυτήν την περίπτωσιν διέκρινα την ύπαρξιν δευτέρου προσώπου, του Υιού, προς τον οποίον ομιλεί ο Πατήρ του Σωτήρος Χριστού, την οποίαν πολύ σωστά έχει διατυπώσει εις το Σύμβολον της Πίστεως το «Πιστεύω» η Α' Οικουμενική Σύνοδος εις το δεύτερον αυτής άρθρον διά των εξής: «Και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν, τον Υιόν του Θεού τον μονογενή, τον εκ του Πατρός  γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων». Εις το εδάφιον αυτό λοιπόν διέκρινα ότι οι Χριστιανοί έχουν δίκαιον και εμείς πλάνην. Διότι εις ποίον ομίλησεν ο Θεός προτού να πλάση τον Αδάμ, εάν ο Χριστός, ο Λόγος του Θεού δεν υπήρχεν ως υποστηρίζουν;

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΕΣΣΙΑΣ


3) Το 40ον κεφάλαιον της Γενέσεως στίχος 8-10 όπου αναφέρεται η Γενεαλογία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστου, από την φυλήν του Ιούδα του υιού Ιακώβ. Εις τους τρεις αυτούς στίχους, παρουσιάζεται η αγία Τριάς και εις τον 10ον στίχον, αναφέρεται σαφώς περί του Ιησού έχων ούτω: «Ουκ εκλείψει άρχων εξ Ιούδα, και ηγούμενος εκ των μηρών αυτού, έως αν έλθη τα αποκείμενα αυτώ, και αυτός προσδοκία των εθνών». Αυτό κατά τους 70 μεταφραστάς. Εις το εβραϊκόν διαβάζω ούτω: «Δεν θέλει εκλείψει το σκήπτρον εκ του Ιούδα, ουδέ νομοθέτης εκ μέσου των ποδών αυτού, εωσού έλθη ο ΣΗΛΟ. και εις αυτόν θέλει είσθε η υπακοή τρων λαών». Ποιος λοιπόν είναι ο Σηλώ; Ασφαλώς ο απεσταλμένος Χριστός που εις Αυτόν πρέπει να υπακούσουν όλοι οι λαοί, ως άλλωστε το βεβαιώνει αυτό ο Μωυσής εις το Δευτερονόμιον, γράφων ούτω: «Προφήτην εκ μέσου σου θέλει αναστήσει εις σε Κύριος ο Κύριος ο Θεός σου εκ των αδελφών σου, ως εμέ αυτού θέλετε ακούει» (κεφ ΙΗ' 15) και πιο κάτω επαναλαμβάνει και προσθέτει «Προφήτην εν μέσω των αδελφών αυτών θέλω αναστήσει εις αυτούς, ως σε, και θέλω βάλει τους λόγους μου εις το στόμα αυτού, και θέλει λαλεί προς αυτούς πάντα όσα εγώ προστάζω εις αυτόν» (εδαφ. 18). Πώς λοιπόν να μη πιστέψω εις αυτόν τον (Προφήτην) που έδωσε ο Θεός, τον Ιησούν, όστις επραγματοποίησε την προφητείαν ταύτην καθ'ο ουδέν έπραξεν ή ελάλησεν Αυτός, ειμί ο Πατήρ δι' Αυτού, ως διαβάζομεν εις τον Ιωάννην (ιδ' 8-11) «Λέγει αυτώ Φίλιππoς, Κύριε, δείξον ημίν τον πατέρα και αρκεί ημίν. Λέγει αυτώ ο Ιησούς: τοσούτον χρόνον μεθ'υμών είμι, και ουκ έγνωκάς με, Φίλιππε; ο εωρακώς εμέ εώρακε τον πατέρα. Και πως συ λέγεις, δείξον ημίν τον πατέρα; ου πιστεύεις ότι εγώ εν τω πατρί και ο πατήρ εν εμοί εστί; τα ρήματα α εγώ λαλώ ημίν, απ'εμαυτού ου λαλώ. Ο δε πατήρ ο εν εμοί  μένων αυτός ποιεί τα έργα. Πιστεύετέ μοι ότι εγώ εν τω πατρί  και ο πατήρ εν εμοί». Και αλλού εδιάβασα ότι είπε «Εγώ εξ εμαυτού ουκ ελάλησα,, αλλ'ο πέμψας με πατήρ αυτός μοι εντολήν έδωκε τι είπω και τι λαλήσω... α ουν λαλώ εγώ, καθώς είρηκέ μοι ο πατήρ, ούτω λαλώ«. (Ιωάννης ιβ' 49-50)

Και διαβάζω ακόμη εις το Δευτερονόμιον «Και ο άνθρωπος όστις δεν υπακούσει εις τους λόγους μου, τους οποίους αυτός θέλει λαλήσει εν τω ονόματί μου,εγώ θέλω εκζητήσει τόυτο παρ'αυτού» (εδάφιον 19) και διακρίνω εις τα λόγια αυτά τον Θεόν Πατέρα όπου θα ομιλήση διά του Ιησού και πιστεύω απολύτως εις αυτό, διότι βλέπω ότι τα λόγια αυτά του Μωυσέως τα επραγματοποίησεν όλα ο Ιησούς, όπως διαβάζω εις την ΚΞ. Διαθήκην (το Ευαγγέλιον).

Αυτά άλλωστε που γράφει ο Μωυσής εις το Δευτερονόμιον τα εζήτησαν οι Ισραηλίται εις το όρος Σινά καθ'ημέραν εδόθη εις αυτούς ο Νόμος, ειπόντες μετά την λιποθυμίαν των να στείλη ο Θεός προφήτην να τους διδάσκει καθ'εκάστην, πράγμα που έγινεν διά του Ιησού Χριστού, Όστις εδίδασκεν καθημερινώς εις τας συναγωγάς (βλέπε Ματθ. δ" 23, Μάρκος α' 39, Λουκάς δ' 44, Ιωάννης ιη' 20) και από νεαρής ακόμη ηλικίας εις τον Ναόν του Σολωμόντος (βλ. Ιωάν. β' 41-52) επραγματοποίησεν την Γραφήν αυτήν. Αλλ'αυτοί ου κατενόησαν  τας Γραφάς και εζήτησαν τον δια Σταυρού θάνατόν Του, όπερ και έγινεν επί Ποντίου Πιλάτου και Άννα και Καϊάφα αρχιερέων.

4) Το έβδομον κεφάλαιον του Ησαϊου, στίχος 14, και που ομιλεί ο Προφήτης διά την ενσάρκωσιν του θείου Λόγου, λέγων: « Θέλει στήσει Κύριος σημείον (θαύμα)* ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσουσιν το όνομα αυτού Εμμενουήλ». Όταν λιοπόν διάβασα αυτό, είδα το θαύμα της ενσάρκου οικονομίας. Πιστοποίησα την πραγματοποίησην των λόγων του Παύλου λέγοντος: «Μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριον* Θεός εφανερώθη εν σαρκί» (Α' Τιμ. γ' 16) ως και των του αγγέλου λεχθέντων εις τον Μνήστορα Ιωσήφ, όταν διενοήθη λάθρα απολύσαι την Μαριάμ: «Το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ Πνεύματος εστίν Αγίου» και πάλιν το «Τούτο δε όλον γέγονεν ίνα πληρωθή το ρηθέν υπό του προφήτου λέγοντος: «ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσουσιν το όνομα αυτού Εμμανουήλ» του Ησαϊου, «ο εστί μεθερμηνευόμενον μεθ'ημών ο Θεός» (Ματθαίος α' 22-23)

Όταν λοιπόν εδιάβασα, τόσον τον Ησαϊα, όσον και τον Ευαγγελιστήν Ματθαίον, είδα ότι ο Χριστός είναι ο Μεσσίας, ο προφητευθείς και επ'εσχάτων των ημερών σαρκωθείς και γεννηθείς Λόγος του Θεού και επίστευσα εις Αυτόν.

Ακόμη με εβοήθησε εις το να πιστέψω, ότι πράγματι ο Χριστός είναι ο Μεσσίας, η συμπεριφορά του Θεοδόχου Συμεών, όστις εις ηλικίαν περίπου 240 ετών, διότι ως ερμηνευτής της Βίβλου (εις εκ των 72 ερμηνευτών) επί Πτολεμαίου και απιστήσας αναφορικώς με την πραγματοποίησιν αυτού του εδαφίου του Ησαϊού,(Γ' 14) είχε υπόσχεσιν από τον Θεόν ότι δεν θα αποθάνη εάν δεν ιδή πραγματοποιούμενον τούτο: «Και ιδού εις άνθρωπος εν Ιερουσαλήμ (γράφει ο Ευαγγελιστής Λουκάς) ω όνομα Συμεών, και ο άνθρωπος ούτος δίκαιος και ευλαβής, προσδεχόμενος παράκλησιν του Ισραήλ, και Πνεύμα ην Άγιον επ'αυτού και ην αυτώ κεχρησμένον υπό του Πνεύματος του Αγίου μη ιδείν θάνατον πριν η ιδή τον Χριστόν Κυρίου». Και πράγματι, ήλθεν εν τω πνεύματι εις το ιερόν όταν εγεννήθη ο Χριστός και τον έφερον οι γονείς Του κατά τον Νόμον (Λευιτικόν ΙΒ' 2-8 Έξοδος ΙΓ' 2-12) διά τον καθαρισμόν και εδέχθη εις τας αγκάλας του τον Χριστόν και είπεν: «Νυν απολύεις τον δούλον σου, δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη* ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου, ό ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις αποκάλυψην εθνών και δόξαν λαού του Ισραήλ» (Λουκάς ΒΝ' 22-32).
Αυτό δι εμέ ήτο μέγα βοήθημα και σας το τονίζω διότι, εάν ο Χριστός ήτο νόθος υιός, ως υποστηρίζει το Ταλμούδ (ραβιννικός νόμος), πώς ο Συμεών τον εδέχθη μια και ο Νόμος λέγει ότι δεν επιτρέπεται νόθος υιός να εισέλθη εις τον Ναόν μέχρι δεκάτης γενεάς; Προσοχή λοιπόν, διότι είναι πλάνη αυτό και βλασφημία.

5) Ο 2ος ψαλμός, όστις αναφέρει την αποστασίαν των ανθρώπων εναντίον του Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστου.
«Διατί (λέγει) εφρύαξαν τα έθνη και οι λαοί εμελέτησαν μάταια;
  Παρέστησαν οι βασιλείς της γης, και οι άρχοντες συνήχθησαν ομού, κατά του Κυρίου, και κατά του Χριστού αυτού, λέγοντες:
  «Ας διασπάσωμεν τους δεσμούς αυτών, και ας απορρίψωμεν αφ'ημών τας αλύσεις αυτών». (Ψαλμ. Β' 1-3)
Τα οποία επραγματοποιήθησαν εναντίον του Ιησού εκ μέρους των πατέρων μας, των Γραμματέων και των Φαρισαίων και του Πιλάτου του τότε κυβερνήτου και κατακτητού των Ιεροσολύμων, οίτινες συμβούλιον εποίησαν και εσταύρωσαν Αυτόν, ίνα απαλλαγώσιν εξ Αυτού. Αλλά η υπόθεσις του Χριστού δεν ήτο μέχρι του Σταυρού, όπου έβλεπον αυτοί, αλλά και πέραν αυτού. Δι'αυτό και ο ψαλμωδός συνεχίζων λέγει:
«Υιός μου είσαι συ* γω σήμερον σε εγέννησα ζήτησον παρ'εμού,και θέλω σοι δώσει τα έθνη κληρονομίαν σου και ιδιοκτησία σου τα πέρατα της γης» (ψαλμ Β' 7-8).
  Δηλαδή μετά την Ανάστασίν Του το όνομά Του θα γίνη πιστευτόν εις όλον τον κόσμον, κατά το «εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης» (Ματθ. ΚΗ' 18). Ώστε με βάση αυτά δεν ήτο δυνατό να μη πιστεύσω ότι ο Χριστός ήτο ο Μεσσίας.

6) Η σταυρική θυσία του Ιησού, η οποία σταυρική θυσία του Ιησού υπάρχει εις τον προφήτην Ησαϊαν εις το ΝΓ' κεφάλαιον.
  Διότι τις θα δυνηθή να αμφισβητήση ότι ο Χριστός, ο φερόμενος ως άκακον αρνίον ενώπιον του Πιλάτου, των Γραμματέων και Φαρισαίων αμίλητος, και ενώπιον των αρχόντων διά τας αμαρτίας ημών, και που εσταυρώθη μεταξύ των κακούργων δεν είναι ο αμνός του Θεού.

7)Μία προσευχή του Χριστού που έκαμε επί του Σταυρού και που έχει γραφεί 1000 χρόνια προ Χριστού διά του Δαυίδ εις τον 22ον ψαλμόν ως εξής:
«Θεέ μου, Θεέ μου, διά τι με εγκατέλειπες» (ψαλ. ΚΒ' 1) και (Ματθ. ΚΗ' 46) και εν συνεχεία μία άλλη λεπτομέρεια που γράφεται εις τον ίδιον ψαλμόν «ετρύπησαν τας χείρας μου και τους πόδας μου» (στίχος 6) και που διαβάζομεν ότι έλαβε χώραν εις τον Ιησούν (βλ. Ματθ. ΚΖ' 35). Και ακόμη το «Διεμερίσθησαν τα ιμάτιά μου  εις εαυτούς και επί τον ιματισμόν μου έβαλον κλήρον» (στιχ 18) βλέπε και (Λουκας ΚΓ' 34) όπου αυτά έγιναν όλα εις το πρόσωπον του Χριστού. Πώς να μη πιστέψω ότι είναι ο Μεσσίας;
  Και ένα ακόμη που έχει σχέση με την αμοιβή του Θεού προς τον Υιό που το λέγει και το κάμνει. Δηλαδή εις αντίκρυσμα όλων αυτών που θα σου κάμουν εγώ θα σε αναστήσω. «Διότι δεν θέλεις εγκαταλείψει την ψυχή μου εν τω άδη, ουδέ θέλεις αφήσει τον Όσιόν σου να ιδεί διαφθοράν» (ψαλ. 16,10) και εν συνεχεία πιστεύω εις την ανάστασην του Ιησού, διότι και πάλι διαβάζω εις τον ψαλμόν το: «είπεν ο Κύριος τω Κυρίω μου* κάθου εκ δεξιών μου έως αν θέσω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου» (ψαλ. ΡΘ' 1).
  Πώς λοιπόν να πιστέψω τα ψεύδη των Ραββίνων, ότι δήθεν εκλάπη ο Ιησούς και ουχί ανέστη, αφού ο Δαυίδ προφητεύει, τόσο την ανάστασιν, όσον και την ανάληψιν αυτού;
  Ακόμη,πώς να μη πιστέψω εις την ανάληψιν του Ιησού αλλά εις την κλοπήν Αυτού,αφού και μετά την Ανάστασιν Αυτού ευρέθησαν τα οθόνια και το σουδάριον τα οποία ήσαν κολλημένα εις το σώμα Του, με ειδικόν μίγμα κολλητικόν ως εσυνήθιζον οι τότε να ενταφιάζουν; Πώς να μην παραδεχθώ λοιπόν την Ανάστασιν,αφού ως Παντοδύναμος Θεός άφησε τον Τάφο κενό και τας αποδείξεις της Αναστάσεώς Του;
  Τον επίστευσα λοιπόν ως γεννηθέντα, σταυρωθέντα, αναστάντα, αναληφθέντα εις ουρανούς και ότι θα έλθη πάλιν κρίναι ζώντας και νεκρούς και αλλοίμονον εις εκείνους που δεν τον εδέχθησαν.
  Εν ακόμη σοβαρόν ζήτημα που εβοήθησεν εις την επιστροφήν μου εις Χριστόν είναι το χρήμα. Το χρήμα το οποίον διέθεσαν και διαθέτουν ακόμη οι εχθροί του Χριστού, διά να μη διαδοθή η έλευσίς Του, η σταύρωσίς Του, η ανάστασίς Του, αρχής γενομένης από τα οποία θα διετίθεντο διά την αγοράν του αγρού του κεραμέως, διότι ήτο αξίας αθώου αίματος το οποίον χρησιμοποιείται μέχρι σήμερον ως νεκροταφείον των ξένων, Ζαχ. ια' 12-13.
  Αλλ' επίσης χρήματα εδόθησαν εις τους στρατιώτας, ίνα καλύψουν την ανάστασιν και διαδόσουν οι στρατιώται ότι εκλάπη υπό των Μαθητών και ουχί ανέστη. Το χρήμα λοιπόν είναι αυτό που εξαγοράζει συνειδήσεις. Αυτό που κλείει μάτια σοφών και διαστρεβλώνει γνώμας συνετών, ως διαβάζομεν εις την Πεντάτευχον.
  Πόσοι και πόσαι σήμερον δεν δωροδοκούνται ίνα κρύψουν την ύπαρξιν του Σωτήρος, και εν τούτοις ο Μεσσίας Χριστός ήλθε.
  Μας το επληροφόρησαν οι μυροφόρες. Μας το εβεβαίωσαν η ποτέ Σαμαρείτις, ήτις συνεζήτησε μαζί Του, και το επεκύρωσεν ο εκ γενετής τυφλός, ο παράλυτος και τόσοι άλλοι.



ΜΕΡΟΣ Β'

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ ΠΡΟΣ ΦΩΤΙΣΜΟΝ ΜΟΥ


Ήτο η περίοδος του Τριωδίου, συγκεκριμένως η δευτέρα εβδομάς του Ασώτου, εποχή κατά την οποίαν μας προειδοποιεί ο Θεός να μετανοήσωμεν και να νηστεύσωμεν, ίνα εορτάσωμεν τα φρικτά Του πάθη και την σταύρωσίν Του. Κατ'αυτήν λοιπόν την εποχήν είδον εις τον ύπνον μου τα εξής: Είδον ότι έκαμνα τον εσπερινόν του Σαββάτου και ενώ μελετούσα την Πεντάτευχον εκ της περγαμηνής, εις την περικοπήν της εξόδου εκ της Αιγύπτου, βλέπω εκεί μέσα τρεις λέξεις ελληνικές με χρυσή μελάνη που έλεγον «Πίστις ελευθερία πατρίς». Γυρίζοντας δε την επομένην σελίδα βλέπω πως ευρισκόμην εις ένα οίκημα μεγάλο και εις την πύλην αυτού ίσταντο δύο στρατιώται.
  Εκείνην ακριβώς την στιγμήν παρουσιάσθη ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός μαζί με τον βασιλέα των Ελλήνων Παύλον. Κτυπά την πύλην ο Κύριος και αμέσως κατεβαίνω κάτω και του ανοίγω. Μπαίνοντας μέσα ο Χριστός, έβγαλε από την τσέπη Του μία φωτογραφία με 360 πρόσωπα και μου την έδωσε στα χέρια. Αφού όμως εγώ δεν ημπορούσα να εννοήσω λαμβάνει τον λόγον ο Ίδιος και μου λέγει: «Τόσοι φύγατε (όμηροι) και τόσοι γυρίσατε από την Άρτα. 360-30. Είναι καιρός να μετανοήσητε διά την αμαρτίαν των πατέρων σας, που ήτο η σταύρωσίς μου» και εν συνεχεία μου έδειξε τας τρύπας των χειρών Του. Και αφού με εφώτισεν διά την ερμηνείαν του 26ου κεφαλαίου του Λευιτικού, αμέσως έγινεν άφαντος. Τότε εμείναμε μόνοι με τον βασιλέα Παύλον που και αυτός μου είπε τα ίδια.
  Αυτό μου το όνειρον έγινε η αιτία ώστε η πίστις μου να θερμανθή διά τον Χριστόν ως Μεσσίαν της ανθρωπότητος. Το περιστατικόν δε αυτό το ανεκοίνωσα εις τους τότε ιδικούς μου, που άλλοι επίστευσαν εν μέρει, άλλοι δε καθόλου. Πάντως εγώ προχωρούσα σταθερά πλέον προς το βάπτισμα μεθ'όλης της οικογενείας μου.

Δευτέρα εμφάνισις του Κυρίου ημών


  Μετά παρέλευσιν δύο περίπου μηνών και αφού εσυνέχισα την μελέτην διαφόρων βιβλίων της Ορθοδόξου Εκκλησίας και παρακολουθούσα τας θείας αυτής Λειτουργίας, εφθάσαμε εις την Μεγάλην Πέμπτην.
  Το βράδυ της Μ. Πέμπτης έπεσα για ύπνο πολύ στεναχωρημένος (εξ αιτίας αυτών που είχα ακούσει  εις την Εκκλησίαν κατά τη Μ. Εβδομάδα) και είδα διά δευτέραν φοράν τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν ως εξής:
  'Ητο ως προείπον Μ. Πέμπτη βράδυ και είδα ότι ήμουν μαζί με την οικογένειαν που εξοντώθη εις την Γερμανίαν και συντρώγαμε εις τον διάδρομον του σπιτιού μου. Σε μια όμως στιγμή εκτύπησε η πόρτα του σπιτιού και εισήλθε  ο διανομεύς του ταχυδρομείου της Άρτης και μου έδωσε ένα γράμμα στα χέρια. Άνοιξα το γράμμα και είδα μέσα την φωτογραφίαν που μου έδωσεν την πρώτην φοράν ο Κύριος, ως και μία παραίτησιν ως Ραββίνου της Κοινότητος που ήμουν. Και πάλιν έμεινα εκστατικός με την φωτογραφίαν των 360 ατόμων.
  Εκείνην δε την στιγμήν ηκούσθη μία άγνωστος φωνή μέσα από το σπίτι ήτις μου είπε: « Τόσοι φύγατε και τόσοι γυρίσατε. Είναι καιρός να μη ακούσης κανέναν. Πάρε την οικογένειάν σου και έλα μαζί μου, η αμαρτία των πατέρων σας σας παιδεύει. Μετενόησε και έλα μαζί μου για να σωθής».
  Από εκείνην την στιγμήν η πίστις μου εθερμάνθη έτι περισσότερον και ανεκοίνωσα αυτό εις την οικογένειάν μου προτρέποντας αυτήν ίνα μεταβώμεν το συντομώτερον εις τον Μητροπολίτην κ.κ. Σεραφείμ προς κατήχησιν και βάπτισιν.
  Εξημερώνοντας όμως επληροφορήθην από κάποιο μου φίλο ότι οι τότε αδελφοί μου Ισραηλίται είχον σχέδιον καταστρώσει ίνα, εάν επήγαινα εις την Συναγωγή των το Σάββατον να με έκαμνον αποσυνάγωγον, ως άλλοι Γραμματείς και Φαρισαίοι επί ημερών Κυρίου.
  Πληροφορηθείς λοιπόν τούτο απέφυγον και έτσι την τρίτην ημέραν του Πάσχα μετέβημεν εις την Μητρόπολιν προς κατήχησιν δίδοντες  υπόσχεσιν εις τον Σεβασμιώτατον, ότι θα τον ειδοποιήσωμεν 10 ημέρας προ της βαπτίσεώς μας.

Τρίτη εμφάνισις του Κυρίου ημών


  Επέρασαν 40 ημέραι από το Πάσχα και ήτο η νύκτα της Αναλήψεως του Κυρίου εις τους ουρανούς, κατά την οποίαν εορτάζεται η Πεντηκοστή των Ισραηλιτών που ημείς ως Ισραηλίται τότε είχαμε συνήθεια να διανυκτερεύωμεν εις διάφορα σπίτια από 20 και πλέον άτομα εις τον καθένα και να μελετώμεν την παράδοσιν του  Μωσαϊκού Νόμου εις το Όρος Σινα.
  Εκείνην λοιπόν την νύκτα μαζί με την οικογένειάν μου μελετούσαμε ένα βιβλίο που είχε ένα διάλογο του Αγίου Γρηγορίου Αρχιεπισκόπου με ένα Ραββίνον όνομα Ερβάν, τους οποίους είχεν καλέσει κάποιος βασιλεύς της Αιθιοπίας διά να συζητήσουν περί Χριστου.
  Και αφού ο Αρχιραββίνος εζήτησεν 40 ημέρας προθεσμίαν ίνα μελετήση την Αγίαν Γραφήν και μετά να συζητήσουν περί Χριστού και παρουσιασθείς μετά 70 διδασκάλων συνεζήτησαν επί 3 ημερόνυκτα που στο τέλος οι Ισραηλίται είπον, ότι θα επίστευον με την προϋπόθεσιν να εφανερώνετο ο Κύριος  και εις αυτούς, όπερ και εγένετο.
  Αλλά λόγω της ολιγοπιστίας των Ιουδαίων μόλις εφανερώθη ο Κύριος εις αυτούς διά των θυρών κεκλεισμένων (που κατήλθεν εις νεφέλην εντός του δωματίου) προσηυχήθη ο Αρχιεπίσκοπος και ετυφλώθησαν. Εις την συνέχειαν ως ήσαν τυφλοί ηξίωσεν ο Αρχιεπίσκοπος να βαπτισθούν και πράγματι εβαπτίσθησαν και μετά το βάπτισμα ήνοιξαν τα πραγματικά μάτια της ψυχής των και επίστευσαν απολύτως εις τον Σωτήρα της ανθρωπότητος Χριστόν τόσον αυτοί, όσον και ο Βασιλεύς αυτών και οι αυλικοί του που ήσαν ειδωλολάτραι ως και 1500 περίπου άτομα της πόλεως εκείνης.
  Εις την εμφάνισιν του Κυρίου ήμουν μόνος μου ξύπνιος και καθ'ην ώραν εμελετούσα αυτά, ακούω κατά τας 12 (μεσάνυχτα) τρία κτυπήματα εις την οροφήν του σπιτιού μου έντρομος έκλεισα το βιβλίο και επήγα για ύπνο.
  Μόλις όμως έπεσα στο κρεβάτι, άκουσα να κτυπά η θύρα του δωματίου και να εισέρχεται μέσα ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, βαστάζοντας εις το χέρι Του ένα κομμάτι βαμβάκι αλειμμένο με λάδι και μ'αυτό με ήλειψε εις το πρόσωπον σταυροειδώς και μου είπε: «Παύλε, Παύλε, από αύριον θα είσαι ιδικός μου. Όποιος παρουσιασθή μη κλονισθής, εγώ θα είμαι μέσα σου». Παραχρήμα δε εξύπνησα και ανέφερα εις την γυναίκα μου το συμβαν και τους είπα να προσέξουν και να μη κλονισθούν ή δελεασθούν από τυχόν προσφερόμενα χρήματα που ίσως θα προσεφέροντο, όσα κι αν ήσαν αυτά, πράγμα που δυστυχώς έγινε την επομένην.
  Πράγματι την επομένην ημέραν, πρώτην ημέραν της Πεντηκοστής των Ιουδαίων, μου παρουσιάσθη ολόκληρον το Συμβούλιον της Κοινότητος εις το σπίτι μου κατά τας ένδεκα (11) το πρωί, διά να με μεταπείσουν προσφέροντάς μου υπέρογκα ποσά. Αυτό τούτο έπραξαν και οι καταφθάσαντες εκ Κερκύρας μετέπειτα συγγενείς μου.
  Αλλ'εγώ προειδοποιημένος υπό του Κυρίου μου έμεινα ακλόνητος, μαζί με την οικογένειάν μου, εις την μέλλουσαν ορθήν πίστιν, που θα συνεπλήρωνα βαπτιζόμενος εις το όνομα της; τρισυποστάτου Θεότητος, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
  Και πράγματι την επομένην ειδοποίησα τον Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Άρτης κ.κ. Σεραφείμ, ίνα βαπτίση ημάς την 8ην Ιουνίου 1952 ημέραν της Πεντηκοστής κατά την Ορθόδοξον Εκκλησίαν. Και ούτω έγινε. Μετά δέκα ημέρας την Ανάληψιν του Κυρίου ημέραν Κυριακήν εορτήν της Πεντηκοστής και ώραν 12ην μεσημβρινήν εγένετο η βάπτισίς μας, εμού και των τριών μελών της οικογένειάς μου ενώπιον του Κλήρου και των Αρχών της πόλεως και πλήθους κόσμου, υπολογιζομένου άνω των 3 χιλιάδων.

Αρχαί ωδίνων...


  Από την ιδίαν όμως ημέραν της βαπτίσεώς μας ήρχισαν οι διωγμοί και αι συκοφαντίαι. Αλλ'ο Κύριος, όχι μόνον δεν μας παρέδωσε εις τους διωγμούς και συκοφαντίας των εχθρών μας, αλλά μας παρηκολούθησεν με θαύματα. Έδωσεν εις ημάς τέκνον άρρεν έπειτα από 9 ολόκληρα έτη που είχον περάσει από την τελευταίαν μας θυγατέρα.
  Πράγματι, μετά παρέλευσιν τριών ετών από της βαπτίσεώς μας και αφού πολλοί πρώην Ισραηλίται και νυν αδελφοί μας εν Χριστώ, προφανώς άνευ πίστεως διέδιδον, ότι επειδή δήθεν απηρνήθημεν την θρησκείαν των Πατέρων μας, ασπασθέντες τον Χριστιανισμόν η γυνή μου δεν πρόκειται να τεκνοποιήση, και ότι μίαν ημέραν πάλιν θα επιστρέψωμεν εις την εβραϊκήν θρησκείαν, μη γνωρίζοντες προφανώς, ότι η εβραϊκή θρησκεία ήτο πρόδρομος της Χριστιανικής και ότι ο προβιβαζόμενος δεν υποβιβάζεται, τους απέδειξε ο Θεός τούτο διά θαύματος τον Αύγουστον του 1955.
  Επήγαμε οικογενειακώς εις την Κέρκυραν διά να παρακολουθήσωμεν την Λιτανείαν του Αγίου Σπυρίδωνος (11η Αυγούστου), να προσκυνήσωμεν και να παρακαλέσωμεν αυτόν, όπως διά των πρεσβειών του μεσιτεύση εις τον Κύριον και μου δώση τέκνον, και μάλιστα άρρεν διά να το αφιερώσω εις την Εκκλησίαν Του φέροντας το όνομα του Αγίου Σπυρίδωνος, ίνα ούτω καταισχυνθούν οι αντίπαλοί μας. Και ώ του θαύματος, μετά από παρέλευσιν τεσσάρων μηνών, ήτοι τον Δεκέμβριον του 1955, έμεινεν έγγυος η σύζυγός μου και είχαμε την ελπίδαν, ότι θα εγένετο υιός ως το εζητήσαμε.
  Το επόμενον έτος, (τον Αύγουστον) επήγα και πάλιν εις την χάριν του μαζί με τα δυο μου κορίτσια και με μια πατριώτισσά μας, Φωτεινή Τριχιά, ίνα διανυκτερεύσωμεν εις την Εκκλησίαν του Αγίου. Την γυναίκα μου δεν την είχα μαζί μου, διότι ήτο 8 μηνών έγγυος. Πηγαίνοντας όμως εις την Εκκλησίαν είδα όλο γυναίκες και εντράπην να διανυκτερεύσω με τις γυναίκες και ανεκάλεσα την υπόσχεσίν μου και επήγα σε μια γνωστή μας για ύπνο.
  Το πρωί πηγαίνοντας εις την Εκκλησίαν, μου παρουσιάσθη ο Άγιος Σπυρίδων στο δρόμο και αφού με επλησίασε, έβγαλε από την τσέπη του σακακιού μου ένα περιοδικό της Ζωής, όπου έγραφε ένα άρθρον (διά να συμμορφωθή το γυναικείον φύλον από τα ενδύματα που φορούν), μου την φυσά στο πρόσωπον και μου λέγει: «Γιατί ανεκάλεσες την υπόσχεσίν σου; και ότι εκείνο που μου ζήτησες πέρυσι τον Αύγουστο θα σου το δώσω εις ένα μήνα (μου έλεγε για το παιδί που θα εγεννούσε εις ένα μήνα η γυναίκα μου). Εγώ δε,τον ανεγνώρισα αμέσως και του λέγω: «ήμαρτον και συγχώρεσέ με διότι εντράπην τας γυναίκας με τα ενδύματα που φορούσαν». Και μου απαντά ο Άγιος και μου λέγει ότι: «Η κατάλληλος στιγμή διά να διαλαλήσω το άρθρον που έλεγες με τις πλάτες έξω, εμπρός εις τα άγια Λείψανά μου και προσκυνούν και περιμένουν θαύμα, πράγμα που είναι αδύνατον να το λάβουν με τοιαύτην περιβολήν». Λέγοντάς μου αυτά, ταυτοχρόνως με αφήκεν και άφωνον μέχρι της ώρας που ο Μητροπολίτης εις την Εκκλησίαν κατα την Θείαν Λειτουργίαν εκφωνούσε «Τα σα εκ των Σων». Προχώρησα πάντως προς την Εκκλησίαν άφωνος, και κλαίοντας και φθάνοντας εις την πύλην του Ιερού Ναού του Αγίου Σπυρίδωνος,εζήτησα από τον σκοπόν χαρτί και μολύβι και του έγραψα όλα όσα μου εσυνέβησαν.
  Εις την συνέχεια, πράγματι ήλθεν ο Μητροπολίτης Κερκύρας κ.κ. Μεθόδιος και έγινε η Θεία Λειτουργία και όταν έφθασεν στα «Σα εκ των Σων» έφυγα από τον αριστερόν ψάλτην, όπου ευρισκόμην, και ήλθα και έπεσα εμπρός στο Άγιον Λείψανον του Αγίου που ευρίσκετο έξω του Ναού, εις την πύλην του Αργαγγέλου Γαβριήλ, έξωθεν του Τάφου του. Και πράγματι, μόλις ετελείωσε ο Μητροπολίτης την εκφώνησιν «Τα Σα εκ των Σων» και έφθασεν εις το «εξαιρέτως της Παναγίας» εσηκώθηκα αμέσως όρθιος και τότε εζήτησα άδεια από τον Μητροπολίτην διά να μιλήσω σχετικώς με τα όσα μου συνέβησαν και σχετικώς με την αμφίεσιν του γυναικείου φύλου.
  Εις την συνέχεια και δη την 7ην Σεπτεμβρίου 1956, έτεκεν η σύζυγός μου άρρεν (εις πείσμα και αποστόμωσιν των πατριωτών μου,οίτινες,ως προείπον,επίστευον και πιστεύουν,ότι όταν τις αρνηθή την θρησκείαν του,εις τιμωρίαν δεν τεκνοποιεί) και κατά την εορτήν του Αγίου Σπυρίδωνος(12ην Δεκεμβρίου 1959) εβαπτίσαμεν αυτό και του εδώσαμε το όνομα του Αγίου Σπυρίδωνος,το οποίον πλέον έχομεν αφιερώσει εις τον Θεόν και τον προορίζομεν για ιερέα,με την βοήθειαν του Κυρίου.
  Ούτω πως έγινε η βάπτισίς μας και η πίστις μας εις τον Μεσσίαν Χριστόν και ευχόμεθα, όπως φωτίση όλους ο Κύριος, ως εφώτισεν τους δώδεκα Μαθητάς Του και Αποστόλους κατά την ημέραν της Πεντηκοστής διά της καθόδου του Αγίου Πνεύματος, και οι μεν να επιστρέψουν εις Χριστόν και βαπτισθούν εις άφεσιν αμαρτιών και ζωήν την αιώνιον,οι δε να προχωρήσουν κηρύττοντες τας αληθείας του Ευαγγελίου και επιστρέψουν και άλλοι, και ούτω όλοι μαζί ηνωμένοι εν τη φρικτή Δευτέρα ελεύσει Του το : «Δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου» (Ματθ. ΚΕ' 34), την οποίαν εύχομαι, μαζί με την οικογένειάν μου, εις αλλήλους και εις πάντας. Αμήν


1 σχόλιο:

  1. Αλλοί γεννήθηκαν εχθροί του χριστιανισμού και πίστεψαν κι εμείς που γεννηθήκαμε σε χριστιανική χώρα τον πολεμάμε...

    ΑπάντησηΔιαγραφή