Ο ΙΕΡΕΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΓΝΑΤΙΟ ΤΟΝ ΘΕΟΦΟΡΟ
Ο Ι Ε Ρ Ε Α Σ
ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΓΝΑΤΙΟ ΤΟΝ ΘΕΟΦΟΡΟ
Αρχιμανδρίτου Θεοφίλου Λεμοντζή Δρ. Θ
Αρχιερατικού Επιτρόπου Καμπανίας
Εισήγηση στην 1η Ιερατική Σύναξη της Ιεράς Μητροπόλεως
Βεροίας, Καμπανίας και Ναούσης, Σεπτέμβριος 2013
Σεβασμιώτατε,
Πάτερ και Δέσποτα, αγαπητοί μου αδελφοί συμπρεσβύτεροι. Η Ιερωσύνη
είναι το μυστήριο της Εκκλησίας το οποίο παρέχει την "χαρισματική εξουσία που κατευθύνει ή συντονίζει όλες τις υπόλοιπες χαρισματικές εκδηλώσεις" της Εκκλησίας και θέτοντας "σε λειτουργική έκφραση όλα τα άλλα μυστήρια", "συντρίβει τις αλλοτριωτικές δυνάμεις της φθοράς και ανακαινίζει τον άνθρωπο"1.
Ἡ
ἱερωσύνη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἱερωσύνη τοῦ Χριστοῦ∙ καί ἡ ἀποστολή καί
τό ἔργο πού ἀναλαμβάνουμε καί ἀσκοῦμε μέσα στήν Ἐκκλησία ὅσοι
ἀξιωνόμαστε νά γίνουμε μέτοχοι τοῦ ἱερατικοῦ χαρίσματος, ἀποτελεῖ
συμμετοχή στήν ἀποστολή τοῦ Χριστοῦ καί συνέχιση τοῦ ἔργου πού Ἐκεῖνος, «ὁ ἀπόστολος καί ἀρχιερεύς τῆς ὁμολογίας ἡμῶν Ἰησοῦς»
(Ἑβρ. 3, 1), ἐπετέλεσε. Το μυστήριο της ιερωσύνης είναι ένα,
διακρίνονται όμως σ' αυτό τρεις ξεχωριστοί ιερατικοί βαθμοί: του
διακόνου, του πρεσβυτέρου και του επισκόπου2. Η διάκριση αύτη
δεν είναι οντολογική, εφόσον πάντες δια του Βαπτίσµατος και των αγίων
Μυστηρίων κοινωνούν της Θείας ζωής του Χριστού, καθιστάµενοι µέτοχοι της
σωζούσης χάριτος του Θεού και των αγαθών της Βασιλείας Του, και
διάκονοι του θελήµατός Του και της Εκκλησίας Του, αλλά λειτουργική λόγω
της ιδιαιτέρας διακονίας εκάστου στο Σώµα του Χριστού3.
Ηδη ἀπό τήν ἀποστολική ἐποχή καί κυρίως μέσα από τις ἐπιστολές
τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου ἐπισκόπου Ἀντιοχείας ἐξήρθη τό ἐπισκοπικό
λειτούργημα. Ἡ προβολή αὐτή ὅμως προσεκτικότερα καί βαθύτερα ἐξεταζόμενη
δέν ἀποσκοπεῖ στήν ὑπερέξαρση τῆς μοναρχικῆς ἐξουσίας τοῦ ἐπισκόπου καί
κατά συνέπεια στή μείωση τῶν δύο ἄλλων βαθμῶν τοῦ πρεσβυτέρου καί τοῦ
διακόνου, ἀλλά στή διασφάλιση περί τό πρόσωπο τοῦ ἐπισκόπου τῆς ἑνότητας
τῆς Ἐκκλησίας4. Όπως επισημαίνει και ο αείμνηστος καθηγητής Π. Τρεμπέλας, “ο Ἰγνάτιος
ἔναντι τοῦ κινδύνου τῶν ἐπιπολαζουσῶν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ αἱρέσεων ζητεῖ νά
συνενώσῃ τούς χριστιανούς περί τόν ἐπίσκοπον, τό πρεσβυτέριον καί τούς
διακόνους, συχνάκις προβάλλων τούς τρεῖς τούτους βαθμούς τῶν ἐν τῇ
Ἐκκλησίᾳ κληρικῶν ὡς ἑνιαῖόν τι σύνολον” 5.
Στις επιστολές του αγίου Ιγνατίου Αντιοχείας συναντούμε όρους, δηλωτικούς εκκλησιαστικού αξιώματος. Πρόκειται για τους όρους “επίσκοπος, “πρεσβυτέριον” και “διάκονος”6. Στην επιστολή προς την Εκκλησία των Μαγνησίων χρησιμοποιούνται πέντε όροι για να δηλώσουν κάποιο εκκλησιαστικό αξίωμα· “επίσκοπος”, “πρεσβύτερος”, “πρεσβυτέριον”, “προκαθήμενος”, “διάκονος”, “διακονία”7. Ευθύς εξαρχής, ο Ιγνάτιος στην επιστολή
του αυτή ευχαριστεί τον επίσκοπο των Μαγνησίων Δαμά και τους
πρεσβυτέρους Βάσσο και Απολλώνιο, καθώς επίσης και τον διάκονο Σωτίωνα8. Οι πρεσβύτεροι αναφέρονται επίσης στην επιστολή αυτή και με τον τίτλο “προκαθήμενοι”, εφόσον η προτροπή του Ιγνατίου “ενώθητε τω επισκόπω και τοις προκαθημένοις, εις τύπον και διδαχήν αφθαρσίας”9 προϋποθέτει, κατ’ αντιστοιχία του προηγουμένου σχήματος “επίσκοπος-πρεσβύτεροι”10, να εννοήσουμε υπό τον τίτλο “προκαθήμενοι” τους πρεσβυτέρους11.
Ο
ρόλος που υπηρετεί το ιερατείο των τοπικών Εκκλησιών είναι άμεσα
συνδεδεμένος με την τέλεση του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. “Σπουδάζετε
ουν μιά Ευχαριστία χρήσθαι· μία γαρ σαρξ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού,
και εν ποτήριον εις ένωσιν του αίματος αυτού, εν θυσιαστήριον, ως εις
επίσκοπος, άμα τω πρεσβυτερίω και διακόνοις, τοις συνδούλοις μου· ίνα, ο
εάν πράσσητε, κατά Θεόν πράσσητε», δηλαδή, «φροντίστε λοιπόν
να συμμετέχετε σε μια ευχαριστία· διότι ένα είναι το σώμα του Κυρίου μας
Ιησού Χριστού και ένα ποτήρι που ενώνει με το αίμα Του· ένα
θυσιαστήριο, όπως ένας επίσκοπος μαζί με το πρεσβυτέριο και τους
διακόνους, τους ομοδούλους μου, ώστε ό,τι κάνετε, να το κάνετε όπως
θέλει ο Θεός», αναφέρει ο άγιος Ιγνάτιος12. Βασική αρχή
της ορθόδοξης Θεολογίας είναι ότι η Εκκλησία στην ευχαριστιακή της
συγκρότηση, γύρω από την τράπεζα της Θείας Ευχαριστίας είναι η εικόνα
της κοινωνίας των εσχάτων. Γι' αυτό και η δομή τής κάθε τοπικής
Εκκλησίας ιστορικά ξεπήδησε μέσα από την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας. Η
Εκκλησία έχει λειτουργήματα, τα οποία, εκφράζουν και συνιστούν αυτήν
την εικόνα των εσχάτων, συμπίπτουν δηλαδή, με την δομή της εσχατολογικής
κοινότητας. Η Εκκλησία ως εικόνα αυτής της κοινότητας, δηλαδή ως
αληθινή μετοχή στην αλήθεια των εσχάτων, της Βασιλείας, η οποία
πραγματώνεται στην Θεία Ευχαριστία ήδη πριν από την έλευση του Κυρίου
στην εσχάτη ημέρα βιώνει εικονικά αυτήν την εσχατολογική κοινότητα καθώς
στη Θεία Ευχαριστία συνάγεται όλος ο διασκορπισμένος λαός του Θεού.
Σύναξη του λαού του Θεού επί το αυτό. Η παρουσία του Χριστού εικονίζεται
με την παρουσία του επισκόπου, δηλαδή του κέντρου, γύρω από το οποίο
συνάγεται ο λαός του Θεού. Όταν μία Εκκλησία δεν συνάγει το λαό της επί
το αυτό, δεν είναι Εκκλησία. Μία Εκκλησία που μένει διεσπαρμένη, χωρίς
να βιώνει τη σύναξη επί το αυτό, δεν εικονίζει τα έσχατα με κανένα
τρόπο. Είναι λοιπόν απαραίτητη η σύναξη του λαού του Θεού, για να έχουμε
Εκκλησία. Η διάσπαση, η αίρεση, η κακοδοξία, το σχίσμα, αποτελεί έργο του διαβόλου.
“Μηδείς χωρίς του επισκόπου τι πρασσέτω των ανηκόντων εις την
Εκκλησίαν. Εκείνη βεβαία ευχαριστία ηγείσθω, η υπό τον επίσκοπον ούσα, η
ω αν αυτός επιτρέψη. Όπου αν φανή ο επίσκοπος, εκεί το πλήθος έστω·
ώσπερ όπου αν η Χριστός Ιησούς, εκεί η καθολική Εκκλησία. Ουκ εξόν εστιν
χωρίς του επισκόπου ούτε βαπτίζειν , ούτε αγάπην ποιείν· αλλ’ ο αν
εκείνος δοκιμάση, τούτο και τω Θεώ ευάρεστον, ίνα ασφαλές η και βέβαιον
παν ο πράσσεται”13. Οι χριστιανικές κοινότητες βρίσκουν την ενότητά τους κατεξοχήν στις λατρευτικές συνάξεις και στο περιεχόμενο της πίστης14.
Κέντρο και κεφαλή της Εκκλησίας είναι ο επίσκοπος. Η θέση του συνδέεται
άμεσα με το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Ο παραλληλισμός του
επισκόπου προς τον ίδιο τον Ιησού Χριστό είναι ιδιαίτερα σημαντικός,
γεγονός που οδηγεί τον Ιγνάτιο σε συμπεράσματα, όπως ότι “ο λάθρα επισκόπου τι πράσσων τω διαβόλω λατρεύει”15.
Αναμφίβολα
λοιπόν για τον άγιο Ιγνάτιο ο επίσκοπος αποτελεί το κεντρικό πρόσωπο
της τοπικής Eκκλησίας. Μαζί όμως με τον επίσκοπο, σημαντικό ρόλο
διαδραματίζει και το “πρεσβυτέριον”, το σώμα δηλ. των πρεσβυτέρων. Και σ’ αυτούς, σύμφωνα με την προτροπή του Ιγνατίου, οι Εφέσιοι πρέπει να υποτάσσονται, εφόσον “το … αξιονόμαστον υμων πρεσβυτέριον … ούτως συνήρμοσται τω επισκόπω, ως χορδαί κιθάρα…“16. Παρομοιάζει δηλαδή ο άγιος Ιγνάτιος τη σχέση επισκόπου και πρεσβυτέρων με τη σχέση που έχει μια κιθάρα με τις χορδές της. «Δέν
μπορεῖ νά ὑπάρξει κιθάρα χωρίς χορδές. Οὔτε ὅμως καί χορδές χωρίς
κιθάρα. Ἡ μελωδία προϋποθέτει ὄχι ἁπλῶς τήν ὕπαρξη καί τῶν δύο, ἀλλά καί
τήν τέλεια συναρμογή τους. Τό ἴδιο ἰσχύει προκειμένου περί τοῦ
ἐπισκόπου καί τοῦ πρεσβυτερίου τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ πρεσβύτεροι σάν ἄλλες
χορδές θά πρέπει νά εἶναι ἁρμονικά καί ἀδιάρρηκτα ἑνωμένοι μέ τόν
ἐπίσκοπό τους, πού ὁ ἱερός Ἰγνάτιος παρομοιάζει μέ κιθάρα. Καί μέ τήν
ἑνότητα αὐτή, πού τελικά ἀγκαλιάζει καί συνέχει ὁλόκληρο τό
ἐκκλησιαστικό σῶμα, δοξάζεται ὁ Τριαδικός Θεός καί οἰκοδομεῖται ἡ
Ἐκκλησία» 17.
Βασικό
στοιχείο το οποίο αντλούμε πάλι από την εσχατολογική κοινότητα είναι
ότι ο Χριστός που αποτελεί το κέντρο, γύρω από το οποίο συνάγεται ο
διασκορπισμένος λαός του Θεού, περιστοιχίζεται από τους δώδεκα
Αποστόλους και από τον ευρύτερο κύκλο τους18. Πράγματι,
κεφαλή της τοπικής εκκλησίας είναι ο επίσκοπος, στον οποίο τα μέλη της
θα πρέπει να υποτάσσονται. Ο επίσκοπος όμως εμφανίζεται από κοινού μαζί
με τους πρεσβυτέρους. Όπως ο επίσκοπος αντλεί το κύρος του επειδή
βρίσκεται “εις τόπον Θεού”19, έτσι και οι πρεσβύτεροι επειδή βρίσκονται “εις τύπον συνεδρίου των αποστόλων”20. Ο
επίσκοπος, μολονότι αποτελεί το πλέον σεβαστό πρόσωπο της κοινότητας,
δεν προΐσταται μόνος του. Η υπόδειξη του Ιγνατίου είναι σαφής· “άνευ του επισκόπου και των πρεσβυτέρων μηδέν πράσσετε…”21, τονίζοντας έτσι ιδιαιτέρως την σημασία του ρόλου των πρεσβυτέρων στην διαποίμανση της τοπικής Εκκλησίας. Το ακόλουθο χωρίο από την επιστολή προς την Εκκλησία των Τράλλεων είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικό ως προς την δομή του τοπικού ιερατείου: “…
πάντες εντρεπέσθωσαν τους διακόνους ως εντολήν Ιησού Χριστού, και τον
επίσκοπον ως Ιησούν Χριστόν, όντα Υιόν του Πατρός, τους δε πρεσβυτέρους
ως συνέδριον Θεού, και ως σύνδεσμον αποστόλων. Χωρίς τούτων Εκκλησία ου
καλείται” 22. Η δομή λοιπόν του τοπικού ιερατείου της
Εκκλησίας είναι τριμερής. Κέντρο της και επικεφαλής του τοπικού
ιερατείου είναι ο επίσκοπος, που μαζί με τους πρεσβυτέρους αποτελούν τα
στελέχη εκείνα της Εκκλησίας, προς τα οποία οι πιστοί θα πρέπει να
υποτάσσονται “ως τοις αποστόλοις Ιησού Χριστού”23, και χωρίς τα οποία “εκκλησία ου καλείται”24. Επίσης στην επιστολή προς της Εκκλησία της Σμύρνης ο επίσκοπος περιβάλλεται πάντα από ένα συμβούλιο “πρεσβυτέρων” (πρεσβυτέριον), το
οποίο παραλληλίζεται με τους αποστόλους. Η σχέση των Αποστόλων με τον
Ιησού Χριστό, αποτελεί για τον Ιγνάτιο το πρότυπο σχέσης του επισκόπου
με τους πρεσβυτέρους25.
Γιατί
όμως οι πρεσβύτεροι αποτελούν τύπο των Αποστόλων; Διότι οι Απόστολοι
είναι εκείνοι που θα μαρτυρήσουν στα έσχατα. Όπως βλέπουμε στα
Ευαγγέλια, στις έσχατες ημέρες θα υπάρξει κάποια σύγχυση ως προς το
ποιος είναι ο Χριστός. Πολλοί ψευδοπροφήτες θα παρουσιασθούν και πολλοί
θα πουν εδώ είναι ο Χριστός, εκεί είναι ο Χριστός, και πολλοί θα
πλανηθούν, γιατί δεν θα ξέρουν ποιο είναι το πραγματικό κέντρο, γύρω από
το οποίο συνάγεται ο διασκορπισμένος λαός του Θεού. Το κριτήριο για το
ποιος είναι ο αληθινός Χριστός το παρέχουν και το προσφέρουν μόνον οι
δώδεκα Απόστολοι, κυρίως, και όσοι εν συμφωνία με τους Δώδεκα είδαν τον
αναστάντα Κύριο, δηλαδή βεβαιούν ότι όντως Αυτός ανέστη εκ νεκρών και,
συνεπώς, όντως Αυτός είναι ο υπό του Θεού ορισθείς ως ο Υιός του
ανθρώπου που θα κρίνει τον κόσμο. Ο κριτής του κόσμου είναι, λοιπόν, ο
Χριστός, και σ' αυτό το πρόσωπο δείχνουν οι Απόστολοι. Γι' αυτό η
Εκκλησία είναι και αποστολική. Δηλαδή είναι η Εκκλησία που στηρίζεται
πάνω στη μαρτυρία των Αποστόλων. Γι' αυτό πρέπει να μην αρκεσθεί κανείς
στην εσχατολογική εικόνα, στην παρουσία του Χριστού ως κέντρου.
Χρειάζεται οπωσδήποτε η συμπαρουσία, η συμπαράσταση των Αποστόλων που θα
μαρτυρήσουν για την γνησιότητα και την αυθεντικότητα της παρουσίας του
Χριστού. Χωρίς τους Αποστόλους δεν ξέρουμε ποιος είναι ο αληθινός
Χριστός. Δεν μπορεί, συνεπώς, να έχουμε πρόσβαση στον Χριστό που να μην
περνάει από τους Αποστόλους. Είναι πρωταρχικό στοιχείο της εσχατολογικής
εικόνας η παρουσία των Αποστόλων πέριξ του Χριστού26.
Ο
άγιος Ιγνάτιος βλέπει την εικόνα των δώδεκα Αποστόλων κατά τη Θεία
Ευχαριστία της τοπικής Εκκλησίας στα πρόσωπα των πρεσβυτέρων, οι οποίοι
περιστοιχίζουν τον επίσκοπο. Στην αρχαία Εκκλησία είχαμε το λεγόμενο
σύνθρονο. Ο επίσκοπος ήταν στο κέντρο και περιστοιχιζόταν από τους
πρεσβυτέρους, οι οποίοι κάθονταν στους θρόνους γύρω του. Είναι καθαρά
εσχατολογική εικόνα αυτή. Είναι ακριβώς τα λόγια του Χριστού στους
δώδεκα Αποστόλους ότι στη Βασιλεία του Θεού «καθήσεσθε επί δώδεκα θρόνους κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ». Οι Απόστολοι είναι αυτοί που δείχνουν προς τον Χριστό27.
Οι πρεσβύτεροι ή μάλλον ο εικονισμός των Αποστόλων στην Εκκλησία δια
των πρεσβυτέρων, σημαίνει ακριβώς ότι οι πρεσβύτεροι δείχνουν προς το
Χριστό δια της διδασκαλίας τους, διότι το βασικό έργο των πρεσβυτέρων
στην αρχαία Εκκλησία, ήταν η διδασκαλία και η κατήχηση. Οι πρεσβύτεροι
ήταν υπεύθυνοι για την κατήχηση· αυτοί έκαναν συνάξεις και κήρυτταν.
Συνεπώς, τα βασικά λειτουργήματα της Εκκλησίας που δεν μπορούν να
λείψουν με κανένα τρόπο, διότι αλλοιώνεται η εσχατολογική αλήθεια της
Εκκλησίας, είναι: ο λαός εν συνάξει με τον Επίσκοπο στο κέντρο, οι
Πρεσβύτεροι περί τον Επίσκοπο και οι διάκονοι ως κρίκος συνδετικός και
συνάμα διακριτικός μεταξύ κλήρου και λαού. «Χωρίς τούτων Εκκλησία ου καλείται», λέγει ο άγιος Ιγνάτιος. Δεν μπορείς να την ονομάσεις Εκκλησία, όταν δεν έχει αυτά τα συστατικά28.
Οι διάκονοι όμως πουθενά δεν φαίνονται να προΐστανται της κοινότητας. Αντιθέτως, ο διάκονος “υποτάσσεται τω επισκόπω ως χάριτι Θεού, και τω πρεσβυτερίω ως νόμω Ιησού Χριστού”29. Η σημασία του στίχου είναι μεγάλη. Για πρώτη φορά ο διάκονος παρουσιάζεται “υποταγμένος” όχι
μόνο στον επίσκοπο, αλλά και στους πρεσβυτέρους. Παρ’ όλα αυτά, οι
διάκονοι δεν έχουν αμελητέα αποστολή, διότι έχουν αναλάβει την διακονία
Ιησού Χριστού. Ο Ιγνάτιος είναι σαφής· “δει δε και τους διακόνους,
όντας μυστηρίων Ιησού Χριστού, κατά πάντα τρόπον πάσιν αρέσκειν. Ου γαρ
βρωμάτων και ποτών εισίν διάκονοι, αλλ’ Εκκλησίας Θεού υπηρέται”30. Οι
διάκονοι, ως μέλη και αυτοί της τοπικής Εκκλησίας, είναι, σύμφωνα με
τον Ιγνάτιο, υποτεταγμένοι στον επίσκοπο. Ο ρόλος τους μέσα στην τοπική
εκκλησιαστική κοινότητα, ως μελών του ιερατείου, δεν θα πρέπει να
εξαντλείται στην προετοιμασία των κοινών γευμάτων (“αγάπες”), παραπέμποντας στους επτά διακόνους των Πράξεων, αλλά για πρώτη φορά συνδέεται με το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας (“…διακόνους όντας μυστηρίων Ιησού Χριστού…”)και θεωρούνται, όπως είπαμε παραπάνω, “…Εκκλησίας Θεού υπηρέται”.
Η
τιμή και το κύρος της θέσης των τριών ιερατικών βαθμών μέσα στην τοπική
εκκλησιαστική κοινότητα υποχρεώνουν τον άγιο Ιγνάτιο να δηλώσει πως “χωρίς τούτων Εκκλησία ου καλείται”, εφόσον ο ρόλος τους είναι άμεσα συνδεδεμένος με την τέλεση των μυστηρίων της Εκκλησίας. “Ο χωρίς επισκόπου και πρεσβυτερίου και διακόνου πράσσων τι, ούτος ου καθαρός εστιν τη συνειδήσει” 31.
Ἡ ὑπεροχή τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος ἔναντι τῶν ἄλλων δύο βαθμῶν τοῦ
πρεσβυτέρου καί τοῦ διακόνου δέν θά πρέπει νά ὁδηγήσει στήν ἀντίληψη ὅτι
ὁ ἐπίσκοπος εἶναι οἱονεί μονάρχης μέσα στήν Ἐκκλησία «ἐξ ἑαυτοῦ καί
καθ̉ ἑαυτόν δρῶν» ἤ ὅτι μεταξύ ἐπισκόπων καί πρεσβυτέρων ὑφίσταται
ἀβυσσαλέο χάσμα. Ἄν ὁ ἐπίσκοπος, κατά τόν Ἰγνάτιο Ἀντιοχείας, εἶναι “τύπος τοῦ Πατρός” καί οἱ πρεσβύτεροι ἀποτελοῦν “συνέδριον Θεοῦ” καί “σύνδεσμον Ἀποστόλων” καί οἱ πιστοί, κατά τόν ἴδιο θεοφόρο Πατέρα, τίποτε δέν πρέπει νά πράττουν “ἄνευ τοῦ ἐπισκόπου καί τῶν πρεσβυτέρων” 32.
Σέ καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται ὑποτίμηση τῆς θέσεως καί τοῦ ρόλου
τόσο τῶν πρεσβυτέρων ὅσο καί τῶν διακόνων. Ἄν ὁ ἐπίσκοπος ἀποτελεῖ τό
κορυφαῖο λειτούργημα καί ἵσταται εἰς «τύπον Χριστοῦ» μέσα στήν Ἐκκλησία καί οἱ πρεσβύτεροι φυλάσσουν τόν τόπο τῶν ἁγίων ἀποστόλων “ὡς σύμβουλοι τοῦ ἐπισκόπου καί τῆς ἐκκλησίας στέφανος” καί εἶναι “συνέδριον καί βουλή τῆς ἐκκλησίας”, όπως επισημαίνουν οι Αποστολικές Διαταγές33. Συμπερασματικά, θα πρέπει λοιπόν να βλέπουμε, κατά τόν άγιο Ἰγνάτιο τόν Θεοφόρο, ὄχι μόνο τόν ἐπίσκοπο ως “προκαθήμενον εἰς τύπον Θεοῦ», ἀλλά καί τούς πρεσβυτέρους «εἰς τύπον συνεδρίου τῶν ἀποστόλων” καί τούς “γλυκυτάτους” διακόνους ὡς “πεπιστευμένους διακονίαν Ἰησοῦ Χριστοῦ”34. Γι΄ αυτό το λόγο λοιπόν θα πρέπει να έχουμε υπόψιν τους εξής λόγους του αγίου Ιγνατίου : “Πάντες
τω επισκόπω ακολουθείτε, ως Ιησούς Χριστός τω Πατρί∙ και τω πρεσβυτερίω
ως τοις αποστόλοις· τους δε διακόνους εντρέπεσθε, ως Θεού εντολήν”35.
Εδώ
στην παρούσα μελέτη, εξετάζουμε τον Ιερέα ως πρός την Εκκλησιολογική
του θέση και όχι ως προς την ηθική που απορρέει από την θέση αυτή. Ο
άγιος Ιγνάτιος έγραψε τις επιστολές για να θέση θέμα τάξης γι’ αυτό
κυρίως έχει εκκλησιολογικό το ενδιαφέρον του. Επισημαίνει δηλαδή την
διάρθρωση του εκκλησιαστικού τοπικού Ιερατείου.
Ο
Απόστολος Παύλος στις επιστολές του πρός Τίτον και Τιμόθεον {
Ποιμαντικές} αναφέρεται στην ηθική του Ιερέως όμως στις προς Κορινθίους
επιστολές του αναφέρεται σε ζητήματα εκκλησιαστικής τάξεως.
1 Ν. Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, Θεσσαλονίκη 2007,σελ. 489-490.
2 Περισσότερα για το συγκεκριμένο θέμα βλ. Ανδρέα Θεοδώρου, Απαντήσεις σε ερωτήματα δογματικά , εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1997, σελ. 172-178.
3 Σημειώσεις
από τις παραδόσεις τού καθηγητού Ι. Δ. Ζηζιούλα (σημερινού Μητροπολίτου
Περγάμου) στο Τμήμα Ποιμαντικής τής Θεολογικής Σχολής τού Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης κατά το ακαδημαϊκό έτος 1984 – 85.
http://www.oodegr.com/oode/dogmat1/perieh.htm
4 Βλ.Μητροπολίτου Νέας Σμύρνης, Ο Επίσκοπος, οι Πρεσβύτεροι και οι Διάκονοι, http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/commitees/liturgical/z_symposio_2.html
5 Π. Ν. Τρεμπέλα, Δογματική, τόμ. Γ’, Αθήνα 2003, σελ. 297.
6 Ιγνατίου Αντιοχείας, Προς Εφεσίους, PG 5,648A.
7 Ιγνατίου Αντιοχείας, Μαγνησιεύσιν, PG 5,664B,665A,668AB,673A.
8 Ιγνατίου Αντιοχείας, Μαγνησιεύσιν, PG 5,664B.
9 Ιγνατίου Αντιοχείας, Μαγνησιεύσιν, PG 5,668B.
10 Ιγνατίου Αντιοχείας, Μαγνησιεύσιν, PG 5,664B.
11 Στις
Πράξεις των Αποστόλων περιέχονται οι ονομασίες όλων των βαθμίδων της
ιεροσύνης, δηλαδή του διακόνου, του πρεσβυτέρου και του επισκόπου, με
τους δύο όμως τελευταίους να συγχέονται και να μη διαχωρίζονται, αφού
ακόμα ο θεσμός του επισκόπου δεν είχε λάβει την ύστερη έννοιά του. Έτσι
παρατηρείται εξαρχής, όταν οι Απόστολοι ήταν εν ζωή, πως υπήρχε ένα σώμα
ακολούθων διακρινόμενο σε δύο τάξεις. Αυτό του πρεσβυτέρου-επισκόπου
καθώς και του διακόνου. Για το θεσμό του διακόνου μας παρέχονται αρκετές
αποδείξεις στις Πράξεις των Αποστόλων, όταν επτά διάκονοι εξελέγησαν
ενώπιον των Αποστόλων (Πράξ., 6, 6). Το αξίωμα του πρεσβυτέρου επίσης
αναφέρεται στις Πράξεις, το οποίο σαφώς και δεν αναφέρεται σε ηλικιακά
πρεσβυτέρους, αλλά σε φέροντες εκκλησιαστικό αξίωμα. Βλ. Π. Τρεμπέλα, "Δογματική",
τ. Γ΄, Αθήνα 2003,σελ.294. Στο ίδιο βιβλίο διαβάζουμε ακόμα, πως οι
Παύλος και Βαρνάβας, κατά την πρώτη αποστολική περιοδεία στα Λύστρα, το
Ικόνιο και την Αντιόχεια “χειροτονήσαντες δὲ αὐτοῖς πρεσβυτέρους
κατ᾿ ἐκκλησίαν καὶ προσευξάμενοι μετὰ νηστειῶν παρέθεντο αὐτοὺς τῷ
Κυρίῳ, εἰς ὃν πεπιστεύκασι” (Πράξ. 14, 23). Το επισκοπικό αξίωμα
δεν είχε την έννοια ακόμα που απέκτησε λίγα χρόνια αργότερα, καθότι
υπήρχαν οι Απόστολοι. Βλ. Π. Τρεμπέλα, "Δογματική", τ. Γ΄,
ο.π.,σελ.295. Ο θεσμός του επισκόπου θα διακριθεί, από την εποχή που
άρχισαν να εκλείπουν οι Απόστολοι, όπως διαφαίνεται από τις επιστολές του αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου. Π. Τρεμπέλα, Δογματική,
τ. Γ΄, ο.π.,σελ.290. Στην Καινή Διαθήκη οι όροι επίσκοπος και
πρεσβύτερος φέρονται ως συνώνυμοι(Βλ.Φιλ.1,1). Περιγράφουν τους
τακτικούς δασκάλους και ποιμένες, οι οποίοι υπηρετούν ως κήρυκες και
οδηγοί των μελών κάθε Eκκλησίας. Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι πέραν των
προλεγομένων θεσμών, υπήρξε και ακόμα ένας εκκλησιαστικός θεσμός ο
οποίος αποκλήθηκε τάξη των προφητών. Η τάξη των προφητών στην πρώτη
χριστιανική Εκκλησία αποτέλεσε τον άμεσο διάδοχο του αποστολικού
αξιώματος. Η τάξη αυτή κατά τα τέλη του 1ου αιώνα και αρχές του 2ου
, μέχρι τη διαδοχή της από τους επισκόπους, απετέλεσε την εξέχουσα τάξη
της Εκκλησίας, δεύτερη σε αξιολόγηση μετά τους Αποστόλους. Ο ορισμός
και η σχέση ανάμεσα στη θέση του επισκόπου και το χάρισμα της προφητείας
αποτέλεσε ζήτημα μακρόχρονης θεολογική έρευνας και υπήρξε ιδιαίτερα
αντιλεγόμενο ζήτημα. Η Ρωμαιοκαθολική και Ορθόδοξη θεολογία θεωρούν πως η
έννοια προφήτης αποτελεί ιερατική τάξη. Αντίθετα, η Προτεσταντική
θεολογία θεωρεί πως ουδέποτε υπήρξε ως αξίωμα αυτή η έννοια αλλά μόνο ως
χάρισμα. Ο ρόλος των προφητών ήταν σαφώς υπερτοπικός και όχι
οικουμενικός, αλλά πάντα ήταν συνδεδεμένος με κάποια πόλη που ήταν το
εφαλτήριό τους(Πράξ. 15,32).
Στην εξέχουσα τάξη των προφητών ανήκαν μαθητές και συνεργάτες των
Αποστόλων, καθώς θα μπορούσαν να ευαγγελίζονται όπως οι Απόστολοι χωρίς
καμία τοπική δέσμευση(Πράξ. 13,4 εξ), ενώ στα καθήκοντά τους
συμπεριλαμβανόταν η χειροτονία(Πράξ. 14,23), η επισκοπή Εκκλησιών(Πράξ.
15,36), η εκπροσώπηση των Αποστόλων (Πράξ. 15,22,32). Ορισμένοι
μαθητές όπως ο Τιμόθεος και ο Τίτος, που υπήρξαν συνεργάτες των
Αποστόλων, περιγράφεται ότι ακολούθησαν, κατά τα πρότυπα των Αποστόλων,
τη μεταβίβαση της εξουσίας. Επίσης είναι γενικά παραδεκτό πως κάθε
μαθητής συνδεόταν με κάποια πόλη, καίτοι είχε υπερτοπική δικαιοδοσία.
Σίγουρα όμως δεν ανήκαν ούτε στην τάξη των διακόνων, ούτε των επισκόπων,
που την εποχή τους συνδεόταν καθαρά με το τοπικό ιερατείο. Οι
ιδιαίτεροι συνεργάτες των Αποστόλων, όπως ο Τίτος και ο Τιμόθεος είχαν
μείζονα εξουσία σε σχέση με τον τοπικό κλήρο. Δεν διαφαίνεται να
κατέχουν αποστολική δικαιοδοσία, αλλά δικαιούντο να εγκαθιστούν
πρεσβυτέρους κατά πόλεις, να χειροτονούν(Ά Κορ. 12,28-31) και να
εκπροσωπούν του Αποστόλους: «᾿Ιούδας τε καὶ Σίλας, καὶ αὐτοὶ
προφῆται ὄντες, διὰ λόγου πολλοῦ παρεκάλεσαν τοὺς ἀδελφοὺς καὶ
ἐπεστήριξαν. ποιήσαντες δὲ χρόνον ἀπελύθησαν μετ᾿ εἰρήνης ἀπὸ τῶν
ἀδελφῶν πρὸς τοὺς ἀποστόλους. ἔδοξε δὲ τῷ Σίλᾳ ἐπιμεῖναι αὐτοῦ»
(Πράξ. 15, 22, 32). Διαφαίνεται εξ αυτού του λόγου, πως ενώ ο απόστολος
Παύλος ήταν ήδη εν ζωή, είχε δημιουργηθεί η τρίτη τάξη ιεροσύνης. Βλ. Π.
Τρεμπέλα, Δογματική, τ. Γ΄, ο.π., σελ. 295. Όπως διαφαίνεται μέσα από την επιστολή προς Τιμόθεο
(Τιμ. 1, 6), ο Τιμόθεος κατεστάθη ανώτερος λειτουργός της Εκκλησίας,
καθιστώντας κατά πόλη πρεσβυτέρους ή επισκόπους (με την καινοδιαθηκική
έννοια). Κατά τον ίδιο τρόπο και ο μαθητής των Αποστόλων Τίτος(Τίτ. 1,
5). Οι μαθητές αυτοί λοιπόν όπως προλέχθη, καθίσταντο ήδη εν ζωή στην
τρίτη βαθμίδα ιεροσύνης και εν συνεχεία, όπως διαβλέπουμε στις επιστολές
Ιγνάτιου, παρέδωσαν τις αρμοδιότητές τους στο σώμα των επισκόπων το
οποίο πλέον διαχωρίστηκε από την έννοια του πρεσβυτερίου. Από τις αρχές
του δευτέρου αιώνα ο όρος επίσκοπος ταυτίστηκε προς τον φορέα της
αποστολικής διαδοχής σε κάθε τοπική Εκκλησία. Β. Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία,
τόμ. Α΄, Αθήνα 2002, σελ. 101. Ο όρος αυτός διαφαίνεται σαφώς μέσα από
τις επιστολές του Ιγνατίου, αφού ο ίδιος αποκαλεί επισκόπους τόσο τον
Ονήσιμο Εφέσου, όσο και τον Πολύκαρπο (Ιγνατίου, Προς Εφεσίους, PG 5,645A, Προς Πολύκαρπον, PG 5,718D). Ο δε Πολύκαρπος στην Προς Φιλιππησίους αποκαλείται "Πολύκαρπος και οι συν αυτώ πρεσβύτεροι",
κάτι που δείχνει την μετάλλαξη του όρου που είχε αρχίσει να
συντελείται. Έτσι η εξέλιξη του όρου, πριν το 120 όπου τοποθετείται το
αργότερο ο θάνατος του Ιγνατίου, διαφαίνεται ήδη συντελεσμένη. Β. Φειδά,
Εκκλησιαστική Ιστορία, τ. Α΄, Αθήνα 2002, σελ. 103. Έτσι "η
χειροτονία από τον προφήτη ή απόστολο των διαδόχων της εξουσίας του σε
κάθε τοπική εκκλησία της περιοχής ευνόησε την αμεσότερη και ευρύτερη
σύνδεση του νέου θεσμικού στοιχείου του ιερατείου της τοπικής εκκλησίας
με το όνομα και τη λειτουργία της επισκοπής...αφαίρεσαν δε τον τίτλο από
τους πρεσβυτέρους". Βλ. Β. Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, τ. Α΄, Αθήνα 2002, σελ. 103. Γι΄ αυτό και "δεν
είναι ορθές οι ακραίες παραδοχές της προτεσταντικής έρευνας, οι οποίες
πηγάζουν από την κάθετη διάκριση του τοπικού ιερατείου από την
οικουμενική τάξη των χαρισματούχων κατά την αποστολική εποχή...Οι
προφήτες υπήρξαν άμεσοι διάδοχοι των αποστόλων στην αποστολική
λειτουργία της επισκοπής...εφοδιασμένοι δια αποστολικής
χειροτονίας...μετά το θάνατο τους συνέχισαν το αποστολικό έργο... η
εξαρτημένη από τους προφήτες τοπική αυθεντία της επισκοπής...αφαιρέθηκε
από τους επισκόπους του μόνιμου ιερατείου και απορροφήθηκε από τους
προφήτες ή και από τους κατά τόπους χειροτονηθέντες διαδόχους της
αυθεντίας επισκόπους". Βλ.Β. Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, τ. Α΄, Αθήνα 2002, σελ.109-112.
12 Ιγνατίου Αντιοχείας, Φιλαδελφεύσιν, PG 5, 700B.
13 Ιγνατίου Αντιοχείας, Σμυρναίοις,PG 5,713B.
14 Περισσότερα βλ. Ζηζιούλα Ι,(Μητροπολίτης Περγάμου), Ἡ ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας ἐν τῇ Θείᾳ Εὐχαριστίᾳ καί τῷ Ἐπισκόπῳ κατά τούς τρεῖς πρώτους αἰώνας, Α’ έκδ. 1965, Β’ έκδ. 1990.
15 Ιγνατίου Αντιοχείας, Σμυρναίοις, PG 5,713C-716A.
16 Ιγνατίου Αντιοχείας, Προς Εφεσίους, PG 5,648AB.
17 Ἀρχιμ. Συμεών Π. Κούτσα, Ὁ κληρικός καί ἡ ἱερωσύνη του, Ἀθήνα 1993, σελ. 16.
18 Σημειώσεις
από τις παραδόσεις τού καθηγητού Ι. Δ. Ζηζιούλα (σημερινού Μητροπολίτου
Περγάμου) στο Τμήμα Ποιμαντικής τής Θεολογικής Σχολής τού Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης κατά το ακαδημαϊκό έτος 1984 – 85.
http://www.oodegr.com/oode/dogmat1/perieh.htm
19 Ιγνατίου Αντιοχείας, Μαγνησιεύσιν, PG 5,668A,
20 Ιγνατίου Αντιοχείας, Μαγνησιεύσιν, PG 5,668A.
21 Ιγνατίου Αντιοχείας, Μαγνησιεύσιν , PG 5,668B.
22 Ιγνατίου Αντιοχείας, Τραλλιανοίς , PG 5,677A.
23 Ιγνατίου Αντιοχείας, Τραλλιανοίς , PG 5,676Β
24 Ιγνατίου Αντιοχείας,Τραλλιανοίς , PG 5,677A.
25 Ιγνατίου Αντιοχείας, Σμυρναίοις, PG 5,713B. Βλ. και Β. Τζέρπου , Δρ. Θεολογίας Παν/μίου Αθηνών, Το πολίτευμα της Εκκλησίας βάσει των επιστολών των αγίων Ιγνατίου Αντιοχείας και Πολυκάρπου Σμύρνης,11 Φεβρουαρίου 2013, http://www.pemptousia.gr/
26 Σημειώσεις
από τις παραδόσεις τού καθηγητού Ι. Δ. Ζηζιούλα (σημερινού Μητροπολίτου
Περγάμου) στο Τμήμα Ποιμαντικής τής Θεολογικής Σχολής τού Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης κατά το ακαδημαϊκό έτος 1984 – 85.
http://www.oodegr.com/oode/dogmat1/perieh.htm
27 Σημειώσεις
από τις παραδόσεις τού καθηγητού Ι. Δ. Ζηζιούλα (σημερινού Μητροπολίτου
Περγάμου) στο Τμήμα Ποιμαντικής τής Θεολογικής Σχολής τού Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης κατά το ακαδημαϊκό έτος 1984 – 85.
http://www.oodegr.com/oode/dogmat1/perieh.htm
28 Σημειώσεις
από τις παραδόσεις τού καθηγητού Ι. Δ. Ζηζιούλα (σημερινού Μητροπολίτου
Περγάμου) στο Τμήμα Ποιμαντικής τής Θεολογικής Σχολής τού Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης κατά το ακαδημαϊκό έτος 1984 – 85.
http://www.oodegr.com/oode/dogmat1/perieh.htm
29 Ιγνατίου Αντιοχείας, Μαγνησιεύσιν, PG 5,664B.
30 Ιγνατίου Αντιοχείας, Τραλλιανοίς , PG 5,676C-677A.
31 Ιγνατίου Αντιοχείας, Τραλλιανοίς , PG 5,681A. Βλ.Β. Τζέρπου, Δρ. Θεολογίας Παν/μίου Αθηνών, Το πολίτευμα της Εκκλησίας βάσει των επιστολών των αγίων Ιγνατίου Αντιοχείας και Πολυκάρπου Σμύρνης,11 Φεβρουαρίου 2013, http://www.pemptousia.gr/
32 Μητροπολίτου Νέας Σμύρνης, Συμεών, Ο Επίσκοπος, οι Πρεσβύτεροι και οι Διάκονοι,http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/commitees/liturgical/z_symposio_2.html
33 Ἀποστ. Διαταγαί Β' 28,4. ΒΕΠΕΣ 2,36.
34 Ιγνατίου Αντιοχείας, Μαγνησιεύσιν, PG 5,668Α.
35 Ιγνατίου Αντιοχείας, Σμυρναίοις, PG 5,713B.
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον www.egolpion.com
29 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου