H EKKΛΗΣΙΑ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ και ΤΗΝ ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΑ-1
Ἡ Ἐκκλησία στήν Τουρκοκρατία καί τήν Ἐθνεγερσία
Τοῦ Μητροπολ. Ναυπάκτου καὶ Ἁγ. Βλασίου Ἱεροθέου
ΠΗΓΗ: parembasis.gr
. Τό ἔτος πού διερχόμαστε, δηλαδή τό 2021, ἑορτάζουμε τήν ἐπέτειο τῶν 200 ἐτῶν ἀπό τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821 καί ἔχουν προσδιοριστεῖ πολλές ἐκδηλώσεις ἀπό τήν Ἱερά Σύνοδο καί ἀπό τήν Πολιτεία γιά νά μελετηθοῦν ὅλες οἱ πλευρές τῆς σημαντικῆς αὐτῆς Ἐπαναστάσεως.
. Μιά σοβαρή πλευρά τοῦ ζητήματος εἶναι ἡ προσφορά τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας, πού κράτησε ἀναμμένη τήν δάδα τῆς
Ἑλληνορθόδοξης Παράδοσης, ἀλλά καί ἡ προσφορά της κατά τήν διάρκεια τῆς Ἐπαναστάσεως καί μετά ἀπό αὐτήν.
. Δέν μποροῦν νά ἑρμηνευθοῦν τά γεγονότα τοῦ 1821, ἐάν δέν τά συσχετίσουμε μέ τήν «Πονεμένη Ρωμηοσύνη», ὅπως ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος Φώτης Κόντογλου, κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας.
. Κατά τήν Τουρκοκρατία, πού ἦταν μιά μεγάλη δοκιμασία γιά τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, διαφυλάχθηκε ἡ ὀρθόδοξη πίστη, γιατί οἱ Χριστιανοί στηρίχθηκαν στίς πνευματικές τους δυνάμεις, ὅπως αὐτές εἶχαν ἀναπτυχθῆ καί καλλιεργηθῆ τούς προηγούμενους αἰῶνες. Θά ἐντοπισθοῦν μερικοί οὐσιαστικοί παράγοντες πού συνετέλεσαν στήν διατήρηση τῆς αὐτοσυνειδησίας καί τῆς ταυτότητος τοῦ Γένους.
. Στήν συνέχεια θά τονισθοῦν μερικά ἐνδιαφέροντα σημεῖα, πού πρέπει νά ἔχουμε ὑπ’ ὄψη μας γιά νά ἑρμηνεύσουμε τά θέματα αὐτά, ὅπως ἡ Ἐθναρχοῦσα Ἐκκλησία, οἱ ἅγιοι καί τά μοναστικά κέντρα, ἡ παιδεία, ἡ «Ἑλληνική Νομαρχία», οἱ Νεομάρτυρες, οἱ φιλοκαλικοί Πατέρες – Κολλυβάδες, καί ἡ Ἐθνεγερσία τοῦ 1821.
1. Ἡ Ἐθναρχοῦσα Ἐκκλησία
. Μετά τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τούς Ὀθωμανούς, ἄρχισε μιά νέα περίοδος στήν μέχρι τότε Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία. Ὁ Μωάμεθ ὁ Πορθητής, κατά τόν Ranciman, γνώριζε πολύ καλά τό τί προβλήματα καί δυσαρέσκειες εἶχε δημιουργήσει ἡ προσπάθεια μερικῶν δυτικοφρόνων νά ἐπιβληθῆ ἡ ἕνωση τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν μέ τήν Ρώμη καί γι’ αὐτό ἀνεζήτησε νά βρῆ τόν Γεώργιο-Γεννάδιο Σχολάριο, πού εἶχε ἀποσυρθῆ σέ Μονή καί ὁ ὁποῖος ἐξέφραζε τήν ὁμάδα τῶν ἀνθενωτικῶν καί τόν ἔπεισε νά δεχθῆ νά ἐκλεγῆ Πατριάρχης. Ἡ ἐνθρόνισή του ἔγινε τόν Ἰανουάριο τοῦ 1454 καί ὁ Μωάμεθ τοῦ δώρισε ἕναν καινούριο σταυρό, τόν περιέβαλε μέ τά ἐμβλήματα καί τοῦ εἶπε: «Ἔσο Πατριάρχης μέ καλή τύχη καί νά εἶσαι βέβαιος γιά τήν φιλία μας, καί γιά ὅλα τά προνόμια πού εἶχαν οἱ Πατριάρχες πρίν ἀπό σένα». Ὁ Γεννάδιος Σχολάριος ἀνέλαβε νά σηκώση ἕναν μεγάλο σταυρό κατά τά ἑπόμενα χρόνια.
. Ὁ Μωάμεθ ἐπέβαλε στό Ὀθωμανικό κράτος τό σύστημα τῶν μιλέτ, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο κάθε ἔθνος θά ἀσκοῦσε μιά διοίκηση, ὅπως τό ἐπιβάλλει ἡ θρησκεία του. Ἔτσι, ὁ Πατριάρχης θεωρήθηκε Ἐθνάρχης, ἀρχηγός τοῦ ρωμαίϊκου μιλιέτ. Τά Πατριαρχικά δικαστήρια εἶχαν δικαιοδοσία σέ ὅλες τίς ὑποθέσεις πού ἀφοροῦσαν τούς Ρωμηούς, ἤτοι τούς γάμους, τά διαζύγια, τίς ἐπιτροπεῖες τῶν ἀνηλίκων, τίς διαθῆκες καί τούς διαδόχους, ἐκδίκαζαν ἐμπορικές ὑποθέσεις ἄν οἱ διάδικοι ἦταν ὀρθόδοξοι. Δηλαδή, «τά πατριαρχικά δικαστήρια ἀπένεμαν δικαιοσύνη σύμφωνα μέ τόν κανονικό νόμο τῶν Βυζαντινῶν καί μέ τό ἀστικό καί ἐθιμικό βυζαντινό δίκαιο».
. Ὁ Charles Frazee γράφει ὅτι ἡ ὀργάνωση τῶν θρησκευτικῶν κοινοτήτων καί τῶν Χριστιανῶν μέσα στήν κοινωνική καί πολιτική διάρθρωση τοῦ Ὀθωμανισμοῦ ἔγινε βάσει τοῦ ἰσλαμικοῦ δικαίου καί τῆς ἰσλαμικῆς παράδοσης, ὁπότε «οἱ Χριστιανοί θά ἀποτελοῦσαν ἕνα μιλέτ, ἕνα “ἔθνος” ὑπό τή θρησκευτική καί πολιτική διοίκηση τῶν ἐκκλησιαστικῶν τους ἡγετῶν». Μέ αὐτόν τόν τρόπο ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως δέν ἦταν μόνον θρησκευτικός ἡγέτης ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων, ἀλλά καί «ἡ κεφαλή τοῦ ἔθνους», δηλαδή ἕνας μιλέτ-μπασί, ὁ ὁποῖος ἦταν ὑπεύθυνος ἐνώπιον τοῦ Σουλτάνου. Ἀκόμη, πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι οἱ Κληρικοί καί λαϊκοί πού ἀσκοῦσαν τά ἐκκλησιαστικά ἀξιώματα προέρχονταν ἀπό τήν ἑλληνική κοινότητα τῆς πρωτεύουσας πού εἶχε συγκεντρωθῆ στό Φανάρι, ἐξ οὗ καί ὀνομάσθηκαν Φαναριῶτες. Ἡ δύναμη τῶν Φαναριωτῶν πού ἄρχισε τόν 16ο αἰώνα, ἀναπτύχθηκε ἀκόμη περισσότερο στήν συνέχεια καί αὐτοί ἀπέκτησαν παντοδυναμία τόν 18ο αἰώνα. Αὐτό εἶχε σχέση καί μέ τήν «αὐξανόμενη ἑλληνοποίηση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στά Βαλκάνια», ὅπως τό βλέπουμε κυρίως στίς Παραδουνάβειες Ἡγεμονίες.
. Ὁ Gerhard Podskalsky (Γκέρχαντ Ποντσκάλσκυ) στό ἔργο του μέ τίτλο Ἡ ἑλληνική θεολογία ἐπί Τουρκοκρατίας, γράφει ὅτι ὁ Σουλτάνος Μεχμέτ Β΄ (Μωάμεθ ὁ Πορθητής) καθιέρωσε νέο νομικό καθεστώς, τό ὁποῖο οὐσιαστικά δέν ἄλλαξαν οἱ μετέπειτα Σουλτάνοι μέχρι τόν 19ο αἰώνα, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο ἀντιμετώπισε τήν Ἐκκλησία ὡς διάδοχο τῶν βυζαντινῶν αὐτοκρατόρων καί τῆς ἀνεγνώρισε «τήν νομική θέση θρησκευτικῆς κοινότητας». Βεβαίως, «πολλά μέτρα τοῦ κράτους δέν ἐπέτρεπαν στούς Ἕλληνες νά λησμονήσουν τή θέση τους ὡς λαοῦ ὑποτελοῦς».
. Σημαντικές πληροφορίες γιά τό πῶς ζοῦσαν οἱ Ρωμηοί κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας ὑπό τήν πνευματική καθοδήγηση καί διοίκηση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί γενικά τῆς Ἐκκλησίας, μᾶς δίνει ὁ Καθηγητής π. Γεώργιος Μεταλληνός στό βιβλίο του μέ τίτλο Τουρκοκρατία καί ὑπότιτλο Οἱ Ἕλληνες στήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία. Στό βιβλίο αὐτό βλέπουμε ἀναλυτικά τήν μεγάλη ἀξία τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος, τῶν Ἐνοριῶν καί τῶν Ἱερῶν Μονῶν στήν ζωή τῶν ὑποδούλων Ρωμηῶν, τήν πολιτική δράση τῶν Φαναριωτῶν, τήν ἀνάπτυξη τῆς παιδείας μέ πρωτοβουλία τῆς Ἐκκλησίας, τό πρόβλημα τοῦ ἐξισλαμισμοῦ καί τήν ἀντίδραση τῆς Ἐκκλησίας σέ αὐτό καί γενικά τό πῶς ἡ Ρωμανία ἐπιβίωσε μέ τήν συμπαράσταση καί τήν πνευματική βοήθεια πού προσέφερε ἡ Ἐκκλησία.
. Μέσα στά πλαίσια αὐτά τῆς ἐθναρχίας λειτουργοῦσαν οἱ Ρωμηοί καί κέντρο τῆς ρωμαίϊκης κοινότητας ἦταν ἡ Ἐκκλησία μέ τόν Ἐπίσκοπό της.
. Ἄν διαβάση κανείς τούς Κανονισμούς μέ τούς ὁποίους διοικοῦνταν οἱ κατά τόπους Δημογεροντίες στίς τουρκοκρατούμενες περιοχές, ἰδίως μετά τόν 17ο αἰώνα, θά διαπιστώση τήν μεγάλη προσφορά τῶν Ἐπισκόπων στήν ὅλη διοικητική διάρθρωση τῶν ὑποδούλων Ρωμηῶν.
. Ἔχω μελετήσει διεξοδικά καί ἔχω ἀναλύσει τόν Κανονισμό λειτουργίας τῆς Δημογεροντίας τῶν Βοδενῶν (Ἐδέσσης) καί διεπίστωσα τήν θέση πού κατεῖχε ὁ Μητροπολίτης στήν διοίκηση, τήν παιδεία καί τήν ὅλη λειτουργία της. Ὁ Καθηγητής Χαράλαμπος Παπαστάθης δημοσίευσε τέτοιους Κανονισμούς, στούς ὁποίους φαίνεται ὅτι κέντρο τῆς κοινότητας τῶν Ρωμηῶν ἦταν ὁ Ἐπίσκοπος καί ἡ ὅλη ὀργανωτική δομή εἶχε κέντρο τήν Ἐκκλησία. Μάλιστα γράφει ὁ ἴδιος συμπερασματικά:
. «Κύτταρο τῆς συλλογικῆς δράσης ἦταν ἡ ἐνορία-κοινότητα· οἱ κοινοτικές ἀρχές του ἀναδεικνύονταν μέ ψηφοφορία καί εἶχαν ἐπικεφαλῆς τόν ἐπιχώριο ἐπίσκοπο, δημιουργώντας ἔτσι τή γέφυρα ἀνάμεσα στή βυζαντινή μας παράδοση, πού ἐκφραζόταν στό πολιτικό-εθνικό πεδίο μέ τή Μεγάλη Ἰδέα, καί στά δημοκρατικά ἰδεώδη τῆς δεύτερης πεντηκονταετίας τοῦ εὐρωπαϊκοῦ 19ου αἰώνα· συνάμα συνιστοῦσαν τό ἰδανικώτερο, μέ τά μέτρα πάντοτε τῆς ἐποχῆς, σύστημα αὐτοδιοίκησης, –ἀνέφικτο πρότυπο ἀκόμη γιά τή σύγχρονή μας Ἑλλάδα. Ἡ πολιτική καί θρησκευτική κεφαλή, ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ἐκλεγόταν ἀπό μικτή συνέλευση κληρικῶν καί λαϊκῶν. Ἀμόλυντη ἀπό ξενικές ἐπιρροές ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία μπόρεσε, μολονότι ἐπιβίωνε σέ ἀλλόθρησκη και ἀπολυταρχική χώρα, νά συστήσει ἕνα ἑλληνοκεντρικό κρατικό μόρφωμα μέσα στόν κορμό τῆς ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας, νά εἰσαγάγει –ἔστω σέ προδρομική μορφή– τήν ἀρχή τῆς λαϊκῆς κυριαρχίας στήν ὀργάνωση τοῦ ποιμνίου της, νά τό συντηρήσει, ἀναπτύξει καί ἑτοιμάσει γιά τή μεγάλη ἐκείνη ὥρα τῆς Ἀνάστασης, πού ποιμένες καί ποιμαινόμενοι ὀνειρεύονταν νά λειτουργήσουν καί νά λειτουργηθοῦν στήν Ἁγιά-Σοφιά».
. Ἔτσι δέν ἀλλοιώθηκε ἡ ταυτότητα τῆς Ἑλληνορθόδοξης Παράδοσης καί τοῦ Γένους μας, παρά τίς διάφορες ξενοκρατίες πού περάσαμε καί τά τραγικά ἀποτελέσματά τους.
2. Ἅγιοι καί μοναστικά κέντρα
. Σέ ὅλη τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία συναντοῦμε τήν μεγάλη σημασία καί σπουδαιότητα τῶν Μοναστηριῶν, μέσα στά ὁποῖα καλλιεργήθηκε ἡ ὀρθόδοξη θεολογία στήν πρακτική της ἐφαρμογή. Εἶναι γνωστόν ὅτι κατά τήν διάρκεια τῆς ἐνδόξου Ρωμηοσύνης στό Πανεπιστήμιο τῆς Μαγναύρας στήν Κωνσταντινούπολη δέν διδασκόταν ἡ θεολογία, ἀλλά ἡ θύραθεν ἐπιστήμη καί ἡ φιλοσοφία, διότι ὅποιος ἤθελε νά μάθη ὀρθόδοξη θεολογία πήγαινε στά Μοναστήρια, ὅπου ζοῦσαν ἀσκητές, οἱ ὁποῖοι γνώριζαν τήν θεολογία ἐμπειρικῶς.
. Ἔτσι, τά Ὀρθόδοξα Μοναστήρια καί κατά τήν Τουρκοκρατία ἀπέβησαν τά πνευματικά φροντιστήρια τοῦ ὀρθοδόξως καί θεολογικῶς ζῆν καί στήριξαν τόν λαό. Ἦταν, πράγματι, τά πνευματικά θεραπευτήρια πού βοήθησαν τόν λαό νά ζῆ ὀρθόδοξα καί νά πιστεύη ὀρθόδοξα. Ἄλλοτε λειτουργοῦσαν ὡς πνευματικοί μαγνῆτες πού εἵλκυαν τόν λαό πρός αὐτά καί ἄλλοτε ἦταν τά ὁρμητήρια ἀπό τά ὁποῖα, μέ τήν εὐλογία τῶν ἡγουμένων καί τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀρχῶν, ἐξέρχονταν ἐξαγιασμένοι μοναχοί καί ἐπιτελοῦσαν ἕνα θαυμαστό ἱεραποστολικό ἔργο, στήριζαν τόν λαό.
. Στήν εἰσαγωγή τοῦ βιβλίου «Βίος καί πολιτεία Ἰακώβου τοῦ νέου ὁσιομάρτυρος» (ὑπό Πατέρων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας τῆς Χρυσοποδαριτίσσης, εἰς Νεζερά Πατρῶν) γίνεται ἀναφορά σέ μερικά τέτοια πνευματικά μοναστικά κέντρα καί σέ θεοκίνητους Κληρικούς πού ἔζησαν τόν 16ον αἰώνα, τόν πρῶτο αἰώνα τῆς δουλείας καί ὑπῆρξαν πνευματικές ἑστίες πού ἔθρεψαν τόν λαό καί τόν κράτησαν στήν ὀρθόδοξη πίστη καί τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Κοινό γνώρισμα ὅλων αὐτῶν ἦταν ὅτι ὑπήγονταν στήν κανονική δικαιοδοσία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί συνδέονταν μέ τό Ἅγιον Ὄρος. Θά τούς ἀναφέρω περιληπτικῶς.
. Ὁ ἅγιος Θεωνᾶς (+1541) προερχόταν ἀπό τήν Ἱερά Μονή Παντοκράτορος Ἁγίου Ὄρους, ἔγινε ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας τῆς Φαρμακολυτρίας, στήν Χαλκιδική, καί μετά Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης.
. Ὁ ὅσιος Διονύσιος ἐν Ὀλύμπῳ (+1541) πού ἦταν ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου, καί κτήτωρ δύο Μονῶν, τῆς Ἁγίας Τριάδος Ὀλύμπου καί τῆς Σούρβιας Πηλίου.
. Ὁ ὅσιος Νικάνωρ (+1549) κτήτωρ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως τῆς Ζάβορδας, στήν Δυτική Μακεδονία, πού μετέφερε ἐκεῖ τό ἡσυχαστικό καί κοινοβιακό «πνεῦμα» τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
. Ὁ ὅσιος Συμεών (+1594), κτήτωρ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φλαμουρίου Πηλίου, πού λειτούργησε μέ βάση τόν ἀθωνιτικό μοναχισμό καί μετέφερε στήν περιοχή τό «πνεῦμα» αὐτό μέ τίς περιοδεῖες καί τίς ὁμιλίες του.
. Ὁ ὅσιος Θεοφάνης ὁ Νέος (τέλη 16ου αἰῶνος) ἔζησε ἀσκητικά στό Ἅγιον Ὄρος καί στήν Σκήτη Βεροίας, καί δίδαξε τήν εὐσεβῆ πίστη στούς Χριστιανούς τῆς Μακεδονίας.
. Πολλοί ἅγιοι ἔζησαν στίς ἀρχες τοῦ 16ου αἰῶνος στά Μετέωρα, ὅπου παρετηρεῖτο ἄνθηση τοῦ μοναχισμοῦ.
. Οἱ ἅγιος Βησσαρίων Β΄ (+1540) Μητροπολίτης Λαρίσης, ὑπῆρξε κτήτωρ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως Σωτῆρος-Δουσίκου, μέ τυπικό ἁγιορείτικο καί μεγάλη πνευματική παρουσία στήν περιοχή.
. Ὁ ἅγιος Δαυίδ ἐν Εὐβοίᾳ (16ον αἰώνα) ἦταν ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Βαρνακόβης Δωρίδος.
. Τήν ἐποχή αὐτή παρατηρεῖται ἄνθηση τοῦ ἁγιορειτικοῦ μοναχισμοῦ καί ὡς πρός τόν ἀριθμό καί ὡς πρός τήν ἀνοικοδόμηση κτιρίων καί τήν ἁγιογράφηση,
ἀλλά καί ὡς πρός τήν ἐμφάνιση πολλῶν πνευματικῶν καί λογίων μοναχῶν, ὅπως τοῦ ὁσίου Θεοφίλου τοῦ Μυροβλύτου (+1548) καί τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Γραικοῦ τοῦ Βατοπαιδινοῦ (+1556).
. Ἐπίσης, αὐτήν τήν ἐποχή ἀνεδείχθησαν πολλοί Οἰκουμενικοί Πατριάρχες πού ζοῦσαν ἀσκητικά καί ἀσκοῦσαν ποιμαντική δράση, ὅπως ὁ ἅγιος Διονύσιος Α΄, ὁ ἅγιος Μάξιμος Γ΄, ὁ ἅγιος Νήφων Β΄.
. Καθ’ ὅλη τήν διάρκεια τῆς δουλείας στούς Ὀθωμανούς, τά Μοναστήρια καί οἱ ἅγιες προσωπικότητες, Κληρικοί, καί Μοναχοί ἔπαιξαν σημαντικό ρόλο στήν διαπαιδαγώγηση τοῦ λαοῦ προκειμένου νά παραμείνη σταθερός στήν ὀρθόδοξη παράδοση.
. Πρέπει νά ἐξάρουμε τήν μεγάλη προσφορά τῆς Ἀθωνικῆς Πολιτείας, τοῦ Ἁγίου Ὄρους, πού ἦταν πάντοτε ἡ κονίστρα τῶν πνευματικῶν ἀγώνων, μέσα στήν ὁποία ἁγιάσθηκαν πολλοί Κληρικοί καί μοναχοί, καί ἀπό ἐκεῖ στήν συνέχεια ἐξῆλθαν στόν κόσμο κηρύσσοντας τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί διατηρώντας τόν λαό στήν εὐλάβεια τοῦ Γένους.
. Ὁ καθηγητής Παναγιώτης Χρήστου ἀναφέρεται στήν ἀτμόσφαιρα τοῦ Ἁγίου Ὄρους, κατά τήν ἐποχή τῆς Τουρκοκρατίας, ἀπό τόν 16ο αἰώνα καί μετά, μέ τούς λογίους πού συνδέονταν μέ τό Ἅγιον Ὄρος, τήν Ἀθωνιάδα Ἀκαδημία καί τήν ὅλη φιλοκαλική ἀναγέννηση πού παρατηρήθηκε στό Ἅγιον Ὄρος. Ἐπίσης, ἀναφέρεται καί στό γεγονός ὅτι τήν περίοδο αὐτήν παρατηρεῖται μιά πνευματική συναλλαγή, ἀφοῦ μοναχοί ἔρχονται ἀπό τόν κόσμο γιά νά μονάσουν στό Ἅγιον Ὄρος καί ἀπό ἐκεῖ ἐξέρχονταν μοναχοί καί ἐπισκέπτονταν τόν κόσμο, παρά τίς δύσκολες συνθῆκες ζωῆς. Ἐπισκέπτονταν τό πλῆθος τῶν μετοχίων πού εἶχαν στήν Σερβία, τήν Βουλγαρία, τήν Ρουμανία, τήν Ρωσία, ὅπου ἔμεναν καί μετέφεραν τήν ζωή τῆς Ἀθωνικῆς Πολιτείας, μέ τό ὀρθόδοξο ἡσυχαστικό πνεῦμα. Μέ τόν τρόπο αὐτόν ὄχι μόνο παρηγοροῦσαν τόν λαό, ἀλλά τοῦ ἀνέπτυσσαν τήν συνείδηση τῆς ὀρθόδοξης ταυτότητας, ἀλλά καί τήν συνείδηση τῆς ἐθνικῆς ὑποστάσεώς του.
. Εἰδική μνεία πρέπει νά γίνη τῆς μεγάλης προσφορᾶς τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ. Μέ τήν εὐλογία τῶν Πνευματικῶν του Πατέρων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, καί τήν κανονική ἄδεια τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, ἀλλά καί τῶν τοπικῶν ἐκκλησιαστικῶν καί κοσμικῶν ἀρχόντων, περιόδευε ἐπανειλημμένως σέ πολλά μέρη τῆς Ἑλλάδος καί κήρυττε θεοφώτιστα καί ἐμπνευσμένα, ἔκανε θαύματα, προέλεγε τά μέλλοντα καί ὁδηγοῦσε στήν μετάνοια καί σωτηρία πολλούς ἀνθρώπους, ἀλλά συγχρόνως ἀνεπτέρωνε τήν ἐλπίδα σέ πολλούς ἀνθρώπους γιά τήν πνευματική καί ἐθνική ἐλευθερία.
. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, ὅπως τό βλέπουμε στίς ὁμιλίες του, δίδασκε τούς Χριστιανούς νά ἀγαποῦν τόν Θεό, νά παραμένουν μέσα στήν Ἐκκλησία, νά μαθαίνουν γράμματα προκειμένου νά διαβάζουν τά Εὐαγγέλια, τούς βίους τῶν ἁγίων καί τήν ἱστορία τοῦ Γένους, νά ὑπομένουν στίς δοκιμασίες τῆς ζωῆς, νά ταπεινώνονται, νά δείχνουν ἀγάπη στούς πτωχούς κλπ.
. Μέ τίς ὁμιλίες του μετέφερε τήν ἡσυχαστική παράδοση πού εἶχε ζήσει στό Ἅγιον Ὄρος. Ὅταν μελέτηση κανείς τίς ὁμιλίες του, διαπιστώνει ὅτι εἶναι γεμάτες ἀπό ἡσυχαστικά στοιχεῖα.
. Σέ μιά ὁμιλία τονίζει δύο σημεῖα πού πρέπει νά ἔχουν πάντοτε στόν νοῦ τους οἱ Χριστιανοί. Τό ἕνα νά μή κάνουν στούς ἄλλους αὐτό πού οἱ ἴδιοι μισοῦν καί τό δεύτερο νά προσεύχωνται συνεχῶς στόν Χριστό. Γιά τό δεύτερο αὐτό γράφει:
. «Τό δεύτερον εἶναι νά μή σᾶς λείπη ποτέ ἐτούτη ἡ προσευχή: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ καί Λόγε τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, διά τῆς Θεοτόκου καί πάντων σου τῶν ἁγίων ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν καί ἀνάξιον δοῦλον σου. Αὐτό, ἀδελφοί μου, πάντοτε νά τό λέγετε καί μέ τό στόμα σας καί μέ τόν νοῦ σας καί ἡμέραν καί νύκτα, ὅπου καί ἄν εἶστε, ἤ τρῶτε ἤ περιπατεῖτε ἤ δουλεύετε ἤ κάθεσθε, αὐτό πάντα νά μελετᾶτε. Καί ἄν δέν τό ἐξεύρετε, νά τό γράψετε, νά τό μάθετε καί αὐτό σᾶς ὠφελεῖ κατά πολλά καί ἐδῶ σᾶς ἐλευθερώνει ἀπό κάθε κακόν καί ἐκεῖ σᾶς λυτρώνει ἀπό τήν αἰώνιον Κόλασιν καί σᾶς ἀξιώνει καί πηγαίνετε εἰς τόν Παράδεισον, εἰς τήν αἰώνιον πατρίδα μας».
. Καί σέ ἄλλη ὁμιλία του κάνει λόγο γιά τήν ἀξία τῆς εὐχῆς μέ τό «κομπολόγι»-κομποσχοίνι, ἀλλά καί τήν ἀξία τοῦ σημείου τοῦ Σταυροῦ. Γράφει:
. «Τώρα είς τό τέλος σᾶς συμβουλεύω νά κάμετε ὅλοι σας ἀπό ἕνα κομπολόγι, μικροί καί μεγάλοι, ἄνδρες καί γυναῖκες, παιδιά καί κορίτσια καί νά ἔχη ἑκατόν τρία σπυριά καί νά τό κρατῆτε μέ τό ἀριστερόν χέρι καί μέ τό δεξιόν νά σμίγης τά τρία σου δάκτυλα, νά κάνης τόν σταυρόν σου καί νά λέγης: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ καί Λόγε τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, διά τῆς Θεοτόκου καί πάντων τῶν Ἁγίων ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν καί ἀνάξιον δοῦλον σου». Μέσα εἰς τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ» θεωρεῖται ἡ ἁγία Τριάς, ὁ Θεός, ἡ ἔνσαρκος οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ μας, ἡ Δέσποινά μας ἡ Θεοτόκος καί πάντες οἱ Ἅγιοι.
. Ὁ πανάγαθος Θεός τόν σταυρόν μᾶς ἐχάρισεν, μέ τόν σταυρόν νά εὐλογοῦμεν καί τά Ἄχραντα Μυστήρια, μέ τόν σταυρόν νά ἀνοίγωμεν καί τόν Παράδεισον, μέ τόν σταυρόν νά κατακαίωμεν καί τούς δαίμονας, μά πρῶτα καί ἐμεῖς νά ἔχωμεν τό χέρι μας καθαρόν ἀπό ἁμαρτίες καί ἀμόλυντο καί τότε, ὡσάν κάνωμεν τόν σταυρόν, κατακαίεται ὁ Διάβολος καί φεύγει. Εἰδέ καί εἴμεσθεν μεμολυσμένοι μέ ἁμαρτίες, δέν πιάνεται ὁ σταυρός ὁπού κάνομεν. Ὅθεν, ἀδελφοί μου, ἤ τρῶτε ἤ πίνετε κρασί ἤ νερόν ἤ περιπατεῖτε ἤ δουλεύετε νά μή σᾶς λείπει αὐτός ὁ λόγος ἀπό τό στόμα σας καί ὁ σταυρός ἀπό τό χέρι σας. Καί ἄν ἠμπορῆτε τό ἡμερόνυκτο νά κάμετε πενῆντα καί ἑκατό κομποσχοίνια, καλόν καί ἅγιον εἶναι ἔργον. Καί νά προσεύχεσθε πάντοτε τήν αὐγήν καί τό βράδυ καί μάλιστα τό μεσόνυκτον ὅλον ὁπού εἶναι ἡσυχία».
ΠΗΓΗ: ΚΛΙΚ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου