Δευτέρα 8 Ιανουαρίου 2018

ΕΚΚΛΗΣΙΑ

Mητροπολίτης Φλωρίνης Π. Aυγουστίνος Kαντιώτης : Αγωνιστείτε Για Την Ορθοδοξία!

Τὰ μεσάνυχτα τῆς 31ης Δεκεμβρίου, ἀγαπη­τοί μου, ὅταν ὁ δείκτης τοῦ ρολογιοῦ δείχνει δώδεκα, ἕνας χρόνος ζυμωμένος μὲ χα­ρὲς καὶ λύπες σφραγίζεται καὶ μπαίνει στὰ ἀρ­χεῖα τῆς
αἰωνιότητος· μιὰ σταγόνα τοῦ χρόνου πέφτει στὸν ὠκεανό. Οἱ μελλοντικὲς γενιὲς θὰ γίνουν κριταὶ τῶν πράξεων καὶ τῶν ἔργων τοῦ ἔ­­­τους αὐτοῦ.
Πάνω ὅμως ἀπὸ τὴν κρίσι τῶν ἀνθρώπων θὰ εἶνε ἡ ἀδέκαστη κρίσι τοῦ Θε­οῦ, ποὺ τὴν ἡμέρα ἐκείνη θ᾿ ἀπαγγεί­λῃ τὸ τρομερὸ «κατηγορῶ» ἐναντίον ἐκείνων ποὺ τὸ ἔ­τος αὐτὸ διαλογίστηκαν τὸ πονηρό, λά­λησαν τὸ ψεῦδος, ἔπλεξαν σκευωρί­ες, ἔπραξαν τὰ φαῦ­λα, καταπάτησαν θείους καὶ ἀνθρώπινους νόμους, ὠργίασαν καὶ ἔ­βαψαν μὲ αἷμα ἀθῴων τὴ γῆ. Τίποτε ἀπ᾽ ὅλα δὲν θὰ μείνῃ ἀ­βράβευ­το ἢ ἀτιμώρητο. Πιστέψτε το, ὅλα εἶνε γραμμένα! Ἐκεῖνος ποὺ μετράει τὶς σταγόνες τῆς ἀβύσσου, τὰ φύλλα τῶν δασῶν καὶ τὴν ἄμ­μο τῆς θαλάσσης, θὰ μετρήσῃ καὶ τὶς σκέψεις, τὶς ἐνδόχυχες ἐπιθυμίες, τὰ βαθύτερα ἐλατήρια τῶν πράξεών μας, καὶ «ἀποδώσει ἑκάστῳ κατὰ τὴν πρᾶξιν αὐτοῦ» (Ματθ. 16,27).
Γι᾽ αὐτὸ ἀκριβῶς ἡ 1η Ἰανουαρίου, ἡ 1η τοῦ νέου ἔτους, δὲν πρέπει νὰ περνᾷ ἐπιπόλαια, μέσα σὲ γέλια καὶ καγχασμούς, μέθη καὶ ὄρ­για, καὶ δίπλα στὸ πράσινο τραπέζι τοῦ χαρτο­παιγνίου. Αὐτὴ εἶνε ζωὴ ῥηχή, ποὺ δὲν ἀ­ξίζει νὰ ζοῦμε. «Βίος ἀνεξέλεγκτος βίος ἀβίωτος», ἔ­λεγε ἕνας ἀρχαῖος φιλόσοφος τῶν Ἀθη­νῶν. Ἂς ἐλέγξουμε λοιπὸν κ᾽ ἐμεῖς τὸν ἑαυτό μας. Ἂς σταθοῦμε μὲ προσοχὴ στὸν ἰσθμὸ αὐτὸ τοῦ χρό­νου, ἂς ῥίξουμε ἕνα βλέμμα στὸ παρελθὸν κι ἂς ἀτενίσουμε πρὸς τὸ μέλλον. Ἔχουμε ἱερὰ κα­θή­κοντα τώρα στὴν ἀρχὴ τοῦ νέου ἔτους. Ποιά;
Πρῶτον νὰ σταθοῦμε εὐγνώμονες γιὰ τὴν εἰρήνη. Ἂς εὐχαριστήσουμε τὸν Κύριο καὶ γιὰ ἄλλες μικρότερες δωρεὲς ποὺ μᾶς ἐπιδα­ψίλευσε, ἀλλὰ ἰδιαιτέρως γιὰ τὴν ἐξωτερικὴ εἰ­ρήνη ποὺ ἐπικράτησε. Εἰρήνη, γλυκὺ ὄνομα καὶ πρᾶγμα! Μὴ μολύνουμε σήμερα τὸν ἑαυτό μας μὲ ὄργια· ἂς ὑψώσουμε τὰ μάτια στὸν οὐ­ρανό, ἂς εὐχαριστήσουμε τὸ Χριστὸ γιὰ τὸ ἀν­εκτίμητο τοῦτο ἀγαθὸ, καὶ ἂς παρακαλέσουμε νὰ μεί­νῃ ἀνάμεσά μας ἡ εἰ­ρήνη του «ἡ ὑ­περέχουσα πάντα νοῦν» (Φιλ. 4,7).
Ἔπειτα, νὰ μείνουμε ἄγρυπνοι στὴν Ὀρθοδοξία. Ἀ­πολαμβάνοντας τὰ ἀγαθὰ τῆς εἰρήνης, προσο­χὴ μὴν ἐπαναπαυθοῦμε καὶ ἀδρανήσουμε. Ὄχι! Νέοι ἀγῶνες μᾶς περιμένουν, ποὺ ἀπαιτοῦν μεγαλύτερη προσπάθεια ἀπὸ αὐτὴν ποὺ δείξαμε τὸ ἔτος ποὺ ἔληξε.
Νὰ σταθμίσουμε τὶς εὐθῦνες μας ἀπέναντι στὸ μέλλον καὶ νὰ χαράξουμε πρόγραμμα ζω­ῆς ποὺ θ᾿ ἀκολουθήσουμε πιστά. Καὶ τὸ πρόγραμμα αὐτό, στὶς κύριες γραμμές, μᾶς τὸ δίνει ὁ σημερινὸς ἅγιος, ὁ Μέγας Βασίλειος. Δὲν ἔζησε ἐκεῖνος εἰκῇ καὶ ὡς ἔτυχε· ἔζησε μὲ συγκεκριμένο σκοπό, μὲ σταθερὲς ἀρχὲς καὶ πρόγραμμα βίου. Ἦταν ὅ,τι ἐπίστευε. Ἀπὸ τὰ βάθη τῆς Καισαρείας μᾶς φωνάζει σήμερα·
Χριστιανοὶ Ἕλληνες! Ἄτομα καὶ ἔθνη δὲν μποροῦν νὰ ζήσουν δίχως πίστι. Ἡ πίστι εἶνε ἡ τροφὴ τοῦ πνεύματος, ὁ ἐπιούσιος ἄρτος τῆς ψυχῆς. Καὶ ἀπ᾽ ὅλες τὶς πίστεις ἡ ἀρίστη εἶνε ἡ Ὀρθοδοξία· αὐτὴ διατήρησε τὸν γνήσιο Χριστιανισμό. Ἀγωνισθῆτε γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία!
Ὁ ἥρωας αὐτὸς δὲν δέχτηκε οὔ­τε τὴν παρα­μικρὴ παρέκκλισι ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία. Ἔμεινε ἀσυμβίβαστος μὲ τὶς αἱρέσεις καὶ τὶς πλάνες. Στὸν ἀντιπρόσωπο τοῦ ἀσεβοῦς αὐτοκράτορος Οὐάλεν­τος, στὸν ἔπαρχο Μόδεστο, ποὺ τὸν πί­εζε νὰ προσχωρήσῃ στὴν αἵρεσι καὶ νὰ ὑπογρά­ψῃ δήλωσι, ὁ Μέγας Βασίλειος ἀπήντησε μὲ τὰ ἑξῆς λόγια, ποὺ δείχνουν ὅτι δὲν ζοῦσε γιὰ τὴ σάρ­κα καὶ τὴν κοιλιά, ἀλλὰ γιὰ τὴν Ὀρθόδοξο πίστι, ἕτοιμος νὰ ὑποστῇ γι᾽ αὐτὴν κάθε θυσία·
«Φωτιὰ καὶ σπαθὶ καὶ θηρία καὶ νύχια σιδερένια ποὺ ξεσχίζουν σάρκες ἐμᾶς δὲν μᾶς φο­βίζουν. Ὅταν ὑποφέρουμε αὐτὰ γιὰ τὴν πίστι μας, χαιρόμαστε καὶ εὐφραινόμαστε. Βρίζε λοιπόν, ἀ­­πείλει, κάνε ὅ,τι ἐξαρτᾶται ἀπὸ σένα· τὴν πίστι μου δὲν πρόκειται νὰ τὴν ἀπαρνηθῶ. Ἂς τ᾽ ἀ­κούῃ αὐτὰ κι ὁ βασιλιᾶς».
Ἀλλ᾿ ὅπως τότε ἔτσι καὶ σήμερα τὴ χώρα μας διατρέχουν ἀντιπρόσωποι αἱρέσεων καὶ ἀν­τιχριστιανικῶν θεωριῶν καὶ συστημάτων, καὶ μὲ ὕπουλα σατανικὰ μέσα, μὲ ψέματα καὶ ἀπα­τη­λὰ συνθήματα προσπαθοῦν ν᾽ ἀποσπάσουν τοὺς ὀρθοδόξους ἀπὸ τὴν πίστι τους. Ξέρουν καλὰ οἱ πράκτορες αὐτοὶ τὸ σκοπό τους· ξέρουν πώς, ὅταν ὁ Ἕλληνας κλονιστῇ καὶ πά­ψῃ νὰ πιστεύῃ στὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας, θ᾿ ἀπομακρυνθῇ κι ἀπὸ τὴν ἰδέα τῆς πατρίδος, ποὺ σ᾽ ἐμᾶς εἶνε ἀναπόσπαστα συνδεδεμένες· Ἑλλὰς καὶ Ὀρθοδοξία εἶνε ἀχώριστες!
⃝ Τέλος πρέπει νὰ εἴμαστε καὶ συνεπεῖς στὴν ὀρθοπραξία. Μαζὶ μὲ τὴν ἀκράδαντη Ὀρθόδο­ξο πίστι πρέπει νὰ μᾶς διακρίνουν καὶ τὰ καλὰ καὶ φωτεινὰ ἔργα. Καὶ ἐδῶ, στὸν τομέα τῆς πρα­κτικῆς ζωῆς καὶ τῆς ἀγαθοεργίας, μᾶς καλεῖ νὰ τὸν μιμηθοῦμε πάλι ὁ Μέγας Βασίλειος, ποὺ ἡ πίστι του ἐκδηλωνόταν σὲ ἔργα.
Ἦταν πλούσιος. Κι ὅταν χειροτονήθηκε ἐ­πίσκοπος, ὅλη τὴν πατρικὴ κληρονομιά του τὴν διέθεσε ὑπὲρ τῶν πασχόν­των· ἔχτισε τὴν πε­ρίφημη Βασιλειάδα, ἕνα συγκρότημα κτηρί­ων ὅπου ὑπῆρχε ξενώνας, γηροκομεῖο, ὀρφα­νοτρο­φεῖο, νοσοκομεῖο· ἐκεῖ κάθε δυστυχισμένος εὕ­ρισκε ἀνάπαυσι. Σὲ ἐποχὴ ποὺ ἡ κοινωνικὴ πρόνοια τοῦ κράτους ἦταν ἀνύπαρκτη, ὁ ἱεράρ­χης διωργάνωσε δίκτυο φιλανθρωπίας καὶ σ᾽ αὐτὸ ἐργαζόταν συνεχῶς μέρα – νύχτα. Ἐὰν ἐ­πισκεπτόταν κανεὶς τὴν Καισάρεια, θά ᾽βλεπε τὴ νύχτα ἕνα φῶς ἀναμμένο ὣς τὸ πρωί, κι αὐ­τὸ ἐρχόταν ἀπὸ τὸ ἀσκητικὸ δωμάτιο τοῦ ἱ­εράρ­χου· ἐνῷ ὅλη ἡ πόλις κοιμόταν, αὐτὸς ὡς πατέρας ὅλων ἀγρυπνοῦσε, ἔκλαιγε γιὰ τ᾽ ἁ­μαρ­τήματα τοῦ λαοῦ του, προσευχόταν, μελε­­τοῦ­σε, ἔγραφε καὶ περίμενε τὴν ἀνατολὴ τοῦ ἥλιου γιὰ νὰ τρέξῃ πάλι ὑπὲρ τοῦ ποιμνίου του.
Πίστις καὶ ἔργα, Ὀρθοδοξία καὶ ὀρθοπραξία, θεωρία καὶ πρᾶξις, νά τὸ πρόγραμμα τῆς ζωῆς τοῦ ἁγίου Βασιλείου· στὸ πρόσωπό του τὰ δύο μεγάλα ῥεύματα, ἰδεαλι­σμὸς καὶ ῥεαλι­σμός, ταίριαξαν· διότι ὁ Μέγας Βασίλειος ἦ­ταν μαθητὴς ἐκείνου ποὺ εἶπε· «Ὃς ἂν ποιή­σῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 5,19). Μὲ ὅλη τὴ ζωή του, ποὺ δὲν πῆγε περισσότερο ἀπὸ 49 χρόνια, ἀπέδειξε ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς δὲν εἶνε οὐ­τοπία, ἕνα πρόγραμμα ἀνεφάρμοστο, ἀλλὰ μιὰ πρα­γματικότητα, ποὺ εἰσδύει καὶ μεταμορφώ­νει τὸν ἄνθρωπο κ᾽ ἐξωραΐζει ὅ,τι ἀγγίξῃ.
Τέτοιους ἄνδρες, μὲ πίστι βαθειὰ καὶ ἀγάπη πλατειὰ σὰν τὸν οὐρανό, ἔχουμε ἀνάγκη. Καὶ τέτοιοι πρέπει νὰ γίνουμε ὅλοι. Ὄχι μόνο οἱ κληρικοί, ἀλλὰ καὶ οἱ λαϊκοί. Καθένας ποὺ βαπτίστηκε κι ἀνήκει στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, τὴν ὁποία λάμπρυναν μεγάλοι πατέρες καὶ διδάσκαλοι, ἂς κάνῃ αὐστηρὸ ἔλεγχο τῆς ζω­ῆς του. Καὶ τώρα στὴν ἀρχὴ τοῦ νέου ἔ­τους ἂς θέσῃ στὸν ἑαυτό του τὰ ἐρωτήματα· Ἔχω πρόγραμμα ζωῆς; Γιατί ζῶ κι ἀναπνέω; Ποιά πίστι κυριαρχεῖ μέσα μου; Τί καλὸ ἔπραξα γιὰ τοὺς ἄλλους τὸ ἔτος ποὺ ἔληξε; καὶ τί σκέπτομαι νὰ πράξω γι᾽ αὐτοὺς τὸ νέο ἔτος;…
Ὦ Κύριε! Ἐὰν στὸ παρελθὸν ἔχασα ἡμέρες καὶ ὧρες ἄσκοπα, ἐὰν σπατάλησα τὸ χρόνο μου, ποὺ καὶ τὰ δευτερόλεπτά του ἔχουν ἀξία ἀνεκτίμητη, συγχώρεσέ με καὶ βοήθησέ με νὰ ἐκτιμήσω τὶς νέες εὐκαιρίες ποὺ μοῦ δίνεις, ν᾽ ἀναπληρώσω τὶς ἐλλείψεις μου, νὰ διπλασιάσω τὶς προσπάθειές μου, νὰ καλλιεργήσω ­τὸ τάλαντο τείνοντας διαρκῶς πρὸς τὴν τελειότητα, κατὰ τὸ θεῖο σου ῥῆμα «Ἔσεσθε ὑ­μεῖς τέλειοι, ὥσπερ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐ­ρανοῖς τέλειός ἐστιν» (Ματθ. 5,48).
Ἀδελφοί, χαράξτε πρόγραμμα χριστιανικῆς ζωῆς καὶ δράσεως· καὶ εἴθε ὁ ἄγγελος κατὰ τὸ τέλος τοῦ νέου τούτου ἔτους νὰ συλλέξῃ ἔργα ἀγαθά, μὲ τὰ ὁποῖα θὰ σωθῇ ἡ ψυχή, θὰ εὐεργετηθῇ ἡ πατρίδα, θὰ καταισχυνθοῦν οἱ δαίμονες, καὶ θὰ δοξασθῇ ἡ ἁγία Τριάς.
Νέο ἔτος! Ὕψιστε Θεέ, «ὁ ἁπτόμενος τῶν ὀ­ρέων καὶ καπνίζονται» (Ψαλμ. 103,32), τί ἆραγε θὰ συμβῇ τὸ ἔτος αὐτό; Θὰ ὑπερτερήσουν τὰ ἔρ­γα τοῦ σατανᾶ ἢ τὰ ἔργα μὲ τὴ σφραγῖδα τοῦ ἐ­σφαγμένου Ἀρνίου; Τὸ σκοτάδι θὰ ἐλαττωθῇ ἢ θὰ αὐξηθῇ; Καὶ στὴ γωνιὰ αὐτὴ τῆς Εὐρώπης, τὴν Ἑλλάδα μας, τί μέλλει γενέσθαι;
Κύριε, σὺ γνωρίζεις, ποὺ ὁρίζεις «χρόνους ἢ καιρούς» (Πράξ. 1,7). Ἐμεῖς, ὁ καθένας μας, ὅπου κι ἂν βρισκώμαστε, εἴτε στὸ ἐσωτερικὸ εἴτε στὸ ἐ­ξωτερικό, ἂς πράξουμε τὸ χρέος μας. Πίστι ἀ­κράδαντη στὸ Θεὸ καὶ ἔργα λάμποντα – καρποὶ τῆς πίστεως, ἂς εἶνε τὸ πρόγραμμά μας.
Καὶ τότε ἡ εἰρήνη ποὺ θωπεύει τὰ μέτωπά μας δὲν θά ᾽νε ἐφήμερη, δὲν θὰ διαρκεῖ ὅσο οἱ ἀλκυονίδες ἡμέρες, ἀλλὰ θὰ σκηνώσῃ ἀνάμε­σά μας καὶ θὰ χαρίζῃ ἡμέρες χαρᾶς καὶ κοινω­νικῆς εὐδαιμονίας, καὶ θ᾿ ἀναδείξῃ τὴν πατρί­δα μας σκήνωμα εἰρήνης, τῆς εἰρήνης ἐκεί­νης ποὺ ἔψαλαν τὰ σμήνη τῶν ἀγγέλων τὴν ἀλησμό­νητη ἐκείνη νύχτα τῆς γεννήσεως τοῦ Σω­τῆρος Χριστοῦ· «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐ­πὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. 2,14).
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ὁμιλία, ἡ ὁποία ἐξεφωνήθη ἀπὸ τὸν ῾Ραδιοφωνικὸ Σταθμὸ Λαρίσσης τὴν 1-1-1950, περιελήφθη στὸ βιβλίο Σαλπίσματα [Ἀθῆναι 1952, σσ. 191-7], ἀνεδημοσιεύθη στὸ περιοδικὸ «Σταυρός» [τ. 286/Ἰαν. 1985, σσ. 1-3])
Πηγή: augoustinos-kantiotis.gr
ΠΗΓΗ:    ΚΛΙΚ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου