Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

ΙΕΡΕΙΑ (754) – ΝΙΚΑΙΑ (787) – ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ (2016)


 Ἱέρεια (754) – Νίκαια (787) – Κωνσταντινούπολη (2016) Ἁπλὲς σκέψεις πόνου καὶ ἀγωνίας …

π. Ἀναστάσιος Κ. Γκοτσόπουλος Πρωτοπρεσβύτερος Ἐφημέριος Ι. Ν. Ἁγ. Νικολάου Πατρῶν τηλ. 6945-377621 – agotsopo@gmail.com

                   Πάτρα, 11 Ὀκτωβρίου 2015

.         Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὴ μνήμη τῆς Ζ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Κάθε ἑορτὴ Οἰκουμενικῆς Συνόδου εἶναι ἀφορμὴ γιὰ οὐσιαστικὴ ἐμβάθυνση στὰ θέματα πίστεως, διότι οἱ Σύνοδοι συγκαλοῦνταν κυρίως καὶ πρωτίστως γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση ζητημάτων ποὺ ἀφοροῦσαν στὴν Ὀρθόδοξη πίστη μας.
.         Μὲ ἀφορμὴ λοιπὸν αὐτὴ τὴν ἑορτὴ τῆς Ζ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἂς προσπαθήσουμε νὰ ἐξετάσουμε τί εἶναι Σύνοδος καὶ μάλιστα Οἰκουμενική; Ποιά ἡ θέση της στὴν Ἐκκλησία μας; Ὅλες οἱ σύνοδοι εἶναι ἀλάθητοι ἢ μπορεῖ καὶ νὰ σφάλλουν σὲ θέματα πίστεως; Ἀσφαλῶς τὰ ζητήματα αὐτὰ εἶναι ἰδιαιτέρως σοβαρὰ καὶ εὐαίσθητα, ἄν, μάλιστα, τὰ προσεγγίσουμε σὲ σχέση μὲ τὶς σημερινὲς ἐκκλησιαστικὲς ἐξελίξεις σὲ πανορθόδοξο ἐπίπεδο, καὶ δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ἐξαντληθοῦν στὰ πολὺ περιορισμένα πλαίσια ἑνὸς σημειώματος. Ἂς προσπαθήσουμε ὅμως μὲ τὶς πρεσβεῖες τῶν Ἁγίων Πατέρων νὰ τὰ θίξουμε ἀκροθιγῶς, ἀφοῦ ἄλλωστε ἡ Ζ´ Οἰκουμενική μᾶς δίνει πολλὲς ἀφορμὲς καὶ ἀπαντήσεις.
.         «Ἐκκλησία συστήματος καὶ συνόδου ἐστὶν ὄνομα», σημειώνει ἐπιγραμματικὰ ὁ Ι. Χρυσόστομος. Σύμφωνα μὲ τὴ διατύπωση αὐτή, ἡ ἔννοια τῆς Συνόδου δὲν περιορίζεται στὸ ὄργανο διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ἐκτείνεται σὲ κάτι πολὺ βαθύτερο: εἶναι ὁ τρόπος ὑπάρξεως τῆς Ἐκκλησίας.
.         Γιὰ τὸ λόγο αὐτό, ἀκόμα καὶ στὴν πρώτη Ἐκκλησία, παρὰ τὴν προσωπικὴ παρουσία τῆς μοναδικῆς αὐθεντίας τῶν Ἀποστόλων, ἡ Ἐκκλησία συνῆλθε σὲ Ἀποστολικὴ Σύνοδο γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσει τὰ σοβαρότατα προβλήματα ποὺ ἐμφανίστηκαν στὴ ζωή της. Καὶ αὐτὴ ἡ πρώτη Σύνοδος μὲ τὴν περίφημη διατύπωσή της «ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἡμῖν», ἀποτέλεσε τὴν ἀπαρχὴ τοῦ συνοδικοῦ θεσμοῦ στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.
.         Οἱ Σύνοδοι διακρίνονται σὲ τοπικὲς καὶ Οἰκουμενικές. Τοπικὲς χαρακτηρίζονται οἱ Σύνοδοι οἱ ὁποῖες ἐκφράζουν μία τοπικὴ Ἐκκλησία (π.χ. Πατριαρχεῖο ἢ Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία), ἢ περισσότερες τῆς μίας τοπικὲς Ἐκκλησίες καὶ τῶν ὁποίων οἱ ἀποφάσεις ἔχουν ἐφαρμογὴ μόνο στὰ ὅρια τῶν Ἐκκλησιῶν ποὺ συμμετέχουν, ἐνῶ Οἰκουμενικὲς χαρακτηρίζονται οἱ Σύνοδοι στὶς ὁποῖες συμμετεῖχε καὶ ἐκφράστηκε ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
.         Ἡ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἀποτελεῖ τὴν κατ’ ἐξοχὴν ἀλάνθαστη ἔκφραση τῆς Ἐκκλησίας. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ οἱ ἀποφάσεις της, δογματικὲς καὶ κανονικές, δηλ. σὲ θέματα πίστεως καὶ ἐκκλησιαστικῆς τάξεως, ἔχουν ὑποχρεωτικὴ ἐφαρμογὴ σὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία, σὲ ὅλους τοὺς πιστούς. Ὅποιος, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴ θέση του στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱεραρχία, περιφρονεῖ καὶ δὲν ἀναγνωρίζει ἀπόφαση Οἰκουμενικῆς Συνόδου δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι μέλος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ ὑφίσταται τὶς κανονικὲς καὶ πνευματικὲς κυρώσεις ποὺ ἔχουν ὁρίσει οἱ Πατέρες.
.         Στὴν ἱστορία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ἔχουν ἀναγνωριστεῖ Ἑπτὰ Σύνοδοι ὡς Οἰκουμενικές, ἐνῶ ἄλλες δύο ποὺ συνῆλθαν στὴν Κωνσταντινούπολη, οἱ ἐπὶ Μ. Φωτίου (879-880) καὶ ἐπὶ Ἁγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ (1351) ἀναγνωρίζονται μὲν ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση ὡς Η´ καὶ Θ´ Οἰκουμενικές, ἐκκρεμεῖ ὅμως ἡ τυπικὴ ἀναγνώρισή τους.

 ΝΙΚΑΙΑ – 787 μ.Χ.

.             Ἡ ἑορταζομένη σήμερα Ζ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος συνεκλήθη ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Κωνσταντῖνο ϛ´ καὶ τὴ μητέρα του Εἰρήνη τὴν Ἀθηναία τὸ 787 στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας (ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη). Στὴ Σύνοδο συμμετεῖχαν ἀντιπρόσωποι ἀπὸ ὅλες τὶς τοπικὲς Ἐκκλησίες ποὺ ἐκπροσωποῦσαν ὁλόκληρη τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἀριθμὸς τῶν Πατέρων τῆς Συνόδου ἦταν 350 ἐκ τῶν ὁποίων 130 ἦσαν ἀρχιμανδρίτες, ἡγούμενοι καὶ μοναχοί, οἱ ὁποῖοι συμμετεῖχαν ἐνεργὰ στὴ Σύνοδο. Κεντρικὸ ρόλο στὴ Σύνοδο εἶχε ὁ πρόεδρός της Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἅγ. Ταράσιος.
.             Ἡ Σύνοδος στὴ δογματική της ἀπόφαση, στὸν «Ὅρο», καθόρισε ὅτι οἱ χριστιανοὶ λατρεύουμε ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο τὸν Τριαδικὸ Θεό, ἐνῶ ἀποδίδουμε σχετικὴ τιμητικὴ προσκύνηση στοὺς Ἁγίους “ὡς αὐτοῦ γνησίους θεράποντας καὶ φίλους”. Ἡ σχετικὴ τιμητικὴ προσκύνηση τῶν Ἁγίων ἀποδίδεται μὲ τὴν ἀνέγερση ναῶν, μὲ ἀκολουθίες καὶ ὕμνους καὶ μὲ τὴν ἱστόρηση εἰκόνων. Ἡ Σύνοδος δογμάτισε ὅτι ἡ τιμὴ πρὸς τὶς εἰκόνες “ἐπὶ τὸ πρωτότυπον διαβαίνει καὶ ὁ προσκυνῶν τὴν εἰκόνα προσκυνεῖ ἐν αὐτῇ τοῦ ἐγγραφομένου τὴν ὑπόστασιν”. Ἰδιαίτερη ἀναφορὰ κάνει ἡ Σύνοδος στὴν ἀπεικόνιση, στὴν ἱστόρηση τοῦ προσώπου τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ δογματίζοντας ὅτι ἀφοῦ ὁ Κύριος ἔλαβε σάρκα γενόμενος πραγματικὸς ἄνθρωπος εἶναι ὄχι μόνο δυνατὴ ἀλλὰ καὶ ἐπιβεβλημένη ἡ εἰκονογράφησή του, μὲ τὴν ὁποία ἡ Ἐκκλησία ὁμολογεῖ καὶ κηρύττει τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου.
.           Παράλληλα μὲ τὸν καθορισμὸ τῆς πίστεως, ἡ Σύνοδος αὐτή, ὅπως καὶ κάθε Σύνοδος, καταδίκασε τὶς αἱρέσεις καὶ ἀναθεμάτισε ὀνομαστικὰ τοὺς ἐκφραστές τους, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τοὺς εἰκονομάχους Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως Ἀναστάσιο, Κωνσταντῖνο καὶ Νικήτα «ὡς νέῳ Ἀρείῳ, Νεστορίῳ καὶ Διοσκόρῳ».

ΙΕΡΕΙΑ – 754 μ.Χ.

.           Ἡ Ζ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἦρθε ὡς ἀπάντηση τῆς Ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ σὲ μία ἄλλη Σύνοδο ποὺ εἶχε συγκληθεῖ 33 χρόνια νωρίτερα στὰ Παλάτια τῆς Ἱερείας, περιοχὴ στὴν ἀσιατικὴ ἀκτὴ τοῦ Βοσπόρου. Ἡ Σύνοδος ἐκείνη συνεκλήθη ἀπὸ τὸν εἰκονομάχο αὐτοκράτορα Κωνσταντῖνο Ε´ καὶ συμμετεῖχαν περὶ τοὺς 350 ἐπισκόπους. Μὲ τὶς ἀποφάσεις της καταδικάστηκε ὡς εἰδωλολατρία ἡ προσκύνηση τῶν εἰκόνων καὶ ἀναθεματίστηκαν οἱ ὑπερασπιστές τους, ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἅγ. Γερμανὸς καὶ ὁ μεγάλος θεολόγος τῶν εἰκόνων Ἅγ. Ἰωάννης Δαμασκηνός! Ἂς προσέξουμε αὐτὸ τὸ σημεῖο: Ἡ Σύνοδος τῆς Ἱερείας συνεκλήθη ὡς Οἰκουμενικὴ καὶ ὅμως στὴν ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση ἔχει καταγραφεῖ ὡς ψευδοσύνοδος, «ψευδοσύλλογος», ληστρική, δηλ. σύνοδος ληστῶν! Ἡ Ζ´ Οἰκουμενικὴ τὴν χαρακτηρίζει «Καϊαφαϊκὸν συνέδριον» καὶ τὴν ἀναθεματίζει μὲ τὴ χαρακτηριστικὴ φράση «τῷ φρυαξαμένῳ συνεδρίῳ κατὰ τῶν σεπτῶν εἰκόνων, ἀνάθεμα»!
.           Παρόμοιες περίπτωση ψευδοσυνόδων-ληστρικῶν συνόδων ποὺ συνεκλήθησαν ὡς οἰκουμενικὲς καὶ πληροῦσαν τὶς ἐξωτερικὲς τυπικὲς προϋποθέσεις οἰκουμενικότητας ἦταν ἡ σύνοδος τῆς Ἐφέσου (449) μὲ τὴν παρουσία ἐκπροσώπων ἀπὸ ὅλες τὶς τοπικὲς Ἐκκλησίες ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ Ἀλεξανδρείας Διοσκόρου, καθὼς καὶ τῆς Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-1439), ἡ ὁποία καὶ αὐτὴ συνεκλήθη καὶ εἶχε τὶς ἐξωτερικὲς προϋποθέσεις γιὰ νὰ ἀνακηρυχθεῖ ὡς Οἰκουμενική, ἀλλὰ ἐξελίχθηκε σὲ ψευδοσύνοδο.

.           Τὸ ἐρώτημα λοιπὸν ποὺ τίθεται εἶναι: ποιό εἶναι τὸ ἰδιάζον στοιχεῖο ποὺ χαρακτηρίζει μία σύνοδο ὡς Οἰκουμενικὴ καὶ τί τὴ διαφοροποιεῖ ἀπὸ τὶς ψευδοσυνόδους; Σὲ αὐτὸ τὸ ἐρώτημα ἀπάντησε ἡ Ζ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος διὰ στόματος τοῦ Ἰωάννου, τοῦ διακόνου τῆς Ἁγ. Σοφίας, στὴν λέξη πρὸς λέξη ἀναίρεση τοῦ ὅρου τῆς ληστρικῆς ἐν Ἱερείᾳ συνόδου ποὺ διασώζεται στὰ πρακτικὰ τῆς Ζ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου:
.         Γιὰ τὴν Ζ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τὰ κριτήρια ἀψευδοῦς Οἰκουμενικότητας εἶναι δύο, καὶ δὲν ἐξαντλοῦνται στὰ τυπικὰ τῆς συγκλήσεως (ποιὸς συγκαλεῖ, πόσοι καὶ ποιοὶ συμμετέχουν κ.ο.κ.):

1.     Ἡ ἀποδοχὴ τῶν ἀποφάσεων ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση, ἀπὸ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ ὁλόκληρη τὴν Ἐκκλησία. Ἂν τὶς ἀποφάσεις μίας Συνόδου δὲν τὶς ἀποδεχθεῖ τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Σύνοδος αὐτὴ δὲν μπορεῖ νὰ ἀναγνωριστεῖ ὡς Οἰκουμενική, καὶ

2.         Ἡ ἀπόλυτη συμφωνία τῶν ἀποφάσεων μὲ τὴν προγενέστερη πατερική, συνοδικὴ καὶ ἐκκλησιαστικὴ παράδοση. Ὁ Ἅγ. Μάξιμος Ὁμολογητὴς εἶναι ἀπολύτως σαφής: «Ἐκεῖνας οἶδεν ἁγίας καὶ ἐγκρίτους συνόδους ὁ εὐσεβὴς τῆς Ἐκκλησίας κανών, ἃς ὀρθότης δογμάτων ἔκρινε». Μία Σύνοδος ποὺ δὲν ἀκολουθεῖ τὴν ἕως τότε ἐκκλησιαστικὴ παράδοση, ὅπως αὐτὴ ἔχει ἐκφραστεῖ ἀπὸ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὶς Συνόδους, ἀλλὰ τὴν περιφρονεῖ καὶ προσπαθεῖ νὰ τὴν ἀνατρέψει, εἶναι ψευδοσύνοδος, ἀνεξάρτητα ἂν σ’ αὐτὴ συμμετέχει μεγάλος ἀριθμὸς ἐπισκόπων ποὺ ἐκπροσωποῦν ὅλα τὰ πατριαρχεῖα καὶ τὶς τοπικὲς ἐκκλησίες!
.               Ἀντιθέτως, μία Σύνοδος ποὺ συγκαλεῖται ὡς τοπική, ἀπὸ μία καὶ μόνο τοπικὴ Ἐκκλησία, μὲ μικρὸ ἀριθμὸ ἐπισκόπων, ἂν στὶς ἀποφάσεις της ἀκολουθεῖ τὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοση καὶ ἐκφράζει τὴν πίστη τῆς Ἐκκλησίας τότε πληροῖ τὶς προϋποθέσεις τῆς οἰκουμενικότητας καὶ ἀναγνωρίζεται ὡς Οἰκουμενικὴ (βλ. Β´ Οἰκουμενική, 381 μ.Χ.).

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ – 2016 μ.Χ.

.             Ἂς ἔλθουμε ὅμως καὶ στὸ σήμερα. Ὡς γνωστόν, ἔχει προγραμματιστεῖ ἡ σύγκληση τῆς «Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου, τὴν Πεντηκοστή τοῦ 2016 στὴν Κωνσταντινούπολη.
.             Κατ’ ἀρχὴν ὡς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ δὲν μποροῦμε παρὰ νὰ χαροῦμε καὶ νὰ δοξάζουμε τὸν Θεό, ὅταν ἡ Χάρις Του ἐπιτρέπει τέτοια σημαντικὰ γεγονότα στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας. Παράλληλα ὅμως, ὡς μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ ἔχουμε ὑποχρέωση καὶ εὐθύνη, ὁ καθένας μας ἀνάλογα μὲ τὴ θέση καὶ τὶς δυνατότητες ποὺ ἔχει, νὰ ἐνδιαφερόμαστε καὶ νὰ μὴν ἀδιαφοροῦμε γιὰ τὰ σοβαρὰ καὶ κρίσιμα αὐτὰ θέματα. Μάλιστα αὐτὲς τὶς μέρες ποὺ συνεδριάζει στὴ Γενεύη ἡ Ε´Προσυνοδικὴ Πανορθόδοξη Διάσκεψη, ἡ τελευταία καὶ πλέον καθοριστικὴ πρὶν ἀπὸ τὴ Σύνοδο, ὀφείλουμε ὅλοι μας νὰ εὐχηθοῦμε καὶ νὰ προσευχηθοῦμε ὁ Θεὸς νὰ φωτίζει τὰ μέλη της, ὥστε οἱ ἀποφάσεις τους νὰ εἶναι πραγματικὰ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι.
.             Σύμφωνα, ὅμως, μὲ ὅσα εἴπαμε παραπάνω δὲν μποροῦμε νὰ ἀποφανθοῦμε ἐκ τῶν προτέρων γιὰ τὴ μέλλουσα Σύνοδο, ἂν γιὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση ἀναδειχθεῖ πράγματι σὲ Ἱερὴ Σύνοδο ἢ –Θεὸς φυλάξοι– σὲ μία ἀκόμη ψευδοσύνοδο. Ἀσφαλῶς εὐχόμαστε καὶ προσευχόμαστε οἱ ἀποφάσεις τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου νὰ ἀρχίζουν μὲ τὸ «ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἡμῖν», καὶ νὰ εἶναι πράγματι θεοφώτιστες.
.           Βέβαια, κατὰ καιροὺς ἔχουν ἐκφραστεῖ πολλὲς ἐπιφυλάξεις, τόσο ἀπὸ ἀκαδημαϊκοὺς θεολόγους, ὅσο καὶ ἀπὸ πρόσωπα τὰ ὁποῖα ἡ ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση ἀναγνωρίζει ὡς θεοφόρα καὶ χαρισματοῦχα, γιὰ τὴ σκοπιμότητα, τὴ διαδικασία καὶ κυρίως τὰ ἀποτελέσματα αὐτῆς τῆς Συνόδου. Ἀσφαλῶς δὲν εἶναι τῆς παρούσης ἡ ἀναλυτικὴ ἀναφορὰ στὰ θέματα αὐτά. Ἐπισημαίνουμε ὅμως μὲ φόβο Θεοῦ καὶ τὴ δέουσα ἐπιφύλαξη μόνο τρία ζητήματα:

1. Σημαντικὸ μειονέκτημα, θὰ τολμοῦσα νὰ πῶ σοβαρότατο ἐκκλησιολογικὸ ἔλλειμμα, τῆς διαδικασίας προετοιμασίας καί, συνεπῶς, τῆς ἰδίας τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου εἶναι ὁ ἀποκλεισμὸς τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ἀπὸ ὅλες τὶς διαδικασίες καὶ ἡ πλημμελής, ἕως ἀνύπαρκτη, ἐνημέρωσή του. Οἱ Ὀρθόδοξοι Πατριάρχες συνοδικῶς καὶ πανορθοδόξως τὸ 1848 ἔδωσαν μαθήματα ὀρθοδόξου ἐκκλησιολογίας καὶ ἀπεφάνθησαν ὅτι «παρ’ ἡμῖν οὔτε Πατριάρχαι οὔτε Σύνοδοι ἐδυνήθησαν πότε εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὀὑπερασπιστής τῆς θρησκείας ἐστίν  αὐτὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησιας, ἤτοι αὐτὸς ὁλαός,  ὅστις  ἐθέλει τὸ θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καὶ ὁμοιειδὲς τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ»!
.         Ὅμως, ἀντίθετα μὲ τὴν ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία, ἡ Πανορθόδοξη Σύνοδος, δυστυχῶς, προετοιμάζεται ἐπὶ ἐννιὰ δεκαετίες, ἀπὸ τὸ 1920, ἐρήμην τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅταν λέμε «λαὸς τοῦ Θεοῦ» ἐννοοῦμε ὁλόκληρο τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, τοὺς λαϊκούς, τὶς μοναστικὲς ἀδελφότητες, τὸ Ἅγιο Ὅρος, τοὺς κληρικοὺς (ἀπὸ διακόνους ἕως Ἐπισκόπους), τοὺς θεολόγους, τὶς Θεολογικὲς Σχολὲς καὶ ὅλες τὶς πνευματικὲς δυνάμεις τῆς Ἐκκλησίας μας. Θὰ ἔπρεπε νὰ εἶχε σημάνει πνευματικὸς συναγερμὸς (θεολογικῶν συζητήσεων, πνευματικῶν ζυμώσεων καὶ κυρίως προσευχῆς) στὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τέτοιας ἐμβελείας ἐκκλησιαστικὸ γεγονός! Δυστυχῶς ὅμως τίποτα τέτοιο δὲν συνέβη! Οἱ ἁρμόδιοι θέλησαν καί, ἐν πολλοῖς τὸ πέτυχαν, νὰ κρατήσουν τὸν πιστὸ λαὸ ἐντελῶς μακριά, χωρὶς νὰ ἔχει τὴν παραμικρὴ συμμετοχή, οὔτε κὰν τὴ στοιχειώδη ἐνημέρωση γιὰ τὶς διεργασίες αὐτές. Καὶ δυστυχῶς, ὄχι μόνο οἱ λαϊκοί, ἀλλὰ ἂν θέλουμε νὰ εἴμαστε εἰλικρινεῖς, ἀκόμα καὶ οἱ περισσότεροι Ἐπίσκοποι καὶ Σύνοδοι τῶν Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν κρατήθηκαν ἐντελῶς μακριὰ ἀπὸ τὴν προετοιμασία ἑνὸς τέτοιου σημαντικοῦ γεγονότος. Τὴ διεκπεραίωση αὐτῆς τῆς μοναδικῆς διαδικασίας ἀνέλαβε μία μικρὴ ὁμάδα προσώπων, ποὺ εἶχαν βέβαια μία συνοδικὴ τυπικὴ ἐξουσιοδότηση-νομιμοποίηση, ἀλλὰ οὐσιαστικὰ γιὰ τὸ ἔργο αὐτὸ ἦσαν ἀποκομμένοι ἀπὸ τὸ λοιπὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἁπλῶς, κάπου-κάπου, ἀνακοινώνονται εἰλημμένες ἀποφάσεις καὶ τετελεσμένα γεγονότα. Νὰ ὑπενθυμίσουμε τὴν ἔμπονη καταγγελία διακεκριμένου Ἐπισκόπου τῆς Ἐκκλησίας μας ὅτι τὰ κείμενα τῶν προσυνοδικῶν διασκέψεων «εἶναι ἄγνωστα στοὺς περισσότερους Ἀρχιερεῖς καὶ σὲ μένα, καὶ παραμένουν σὲ κάποιες Ἐπιτροπὲς καὶ Γραφεῖα, καὶ δὲν γνωρίζουμε τὸ περιεχόμενό τους»! Εἶναι προφανὴς ἡ σοβαρότητα τῆς ἀναφορᾶς αὐτῆς, ποὺ καταδεικνύει τὸ σοβαρότατο ἐκκλησιολογικὸ ἔλλειμμα τῆς διαδικασίας αὐτῆς καὶ συνεπῶς καὶ τῆς ἰδίας τῆς Συνόδου…

2. Ἐπίσης, σημαντικὲς ἐπιφυλάξεις ἔχουν τεθεῖ ἀπὸ πολλοὺς γιὰ τὴ θεματολογία τῆς Συνόδου. Σὲ τέτοιες μεγάλες Συνόδους προτεραιότητα στὴ θεματολογία πρέπει νὰ ἔχουν τὰ ζητήματα πίστεως καὶ νὰ ἀκολουθοῦν τὰ ζητήματα ἐκκλησιαστικῆς τάξεως. Λέει πολὺ χαρακτηριστικὰ ὁ Μ. Ἀθανάσιος: «Χρὴ γὰρ πρῶτον πᾶσαν περὶ τῆς πίστεως διαφωνίαν ἐκκόπτεσθαι καὶ τότε περὶ τῶν πραγμάτων ἔρευναν ποιεῖσθαι». Δυστυχῶς ὅμως ἀπὸ τὴν ἕως τώρα προετοιμασία τῆς Συνόδου ἀπουσιάζουν ἐντελῶς θέματα ὁριοθετήσεως τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως ἔναντι τῶν ποικίλων αἱρετικῶν καὶ πλανεμένων ἀντιλήψεων καὶ πρακτικῶν: Τὰ καινοφανῆ παπικὰ δόγματα πρωτείου καὶ ἀλαθήτου τῆς Α´ Βατικανῆς (1870), ἡ νέα ἐκκλησιολογία τῆς Β´ Βατικανῆς (1965), οἱ προτεσταντικὲς πλάνες, ὁ ὑλισμός, ὁ ἀθεϊσμός, ἡ θεοσοφία, ὁ συγκρητισμὸς κ.ἄ. δὲν φαίνεται νὰ ἀπασχολοῦν τὴ Σύνοδο, ὡσὰν νὰ μὴν ἔχουν καμμία ἐπίδραση στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ τῶν μελῶν της. Ἀντίθετα, στὴν προετοιμασία τῆς Συνόδου πλεονάζουν θέματα ἐκκλησιαστικῆς τάξεως καὶ ζωῆς, ὁρισμένα ἀπὸ τὰ ὁποῖα εἶναι ἥσσονος σημασίας ἢ ἔχουν ἤδη λυθεῖ ἀπὸ τὴν παράδοσή μας, γιὰ τὰ ὁποῖα ὅμως, ὡς μὴ ὄφειλε, ἔχουν ἀναλωθεῖ πολλὲς ὧρες συζητήσεων καὶ διορθόδοξης συνεργασίας. Θὰ εἶναι τουλάχιστον λυπηρὸ νὰ ἐπαληθευθεῖ γιὰ τὴν ἐπὶ 90 χρόνια προετοιμαζομένη Πανορθόδοξο Σύνοδο ἡ θυμόσοφος ἀρχαία ρήση «ὤδινεν ὄρος καὶ ἔτεκεν μῦν», διότι τότε ἡ «ὀδύνη» αὐτὴ μπορεῖ νὰ ἐξελιχθεῖ σὲ ὄνειδος γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Μὴ γένοιτο…
.                 Τὸ σοβαρὸ αὐτὸ κενὸ στὴ θεματολογία τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου μπορεῖ νὰ τὸ καλύψει ἐν πολλοῖς ἡ ὁμόφωνη συνοδικὴ πρόταση τοῦ Πατριαρχείου τῆς Σερβίας ποὺ ζητᾶ τὴν ἔνταξη στὰ θέματα τῆς Συνόδου τῆς τυπικῆς ἀναγνωρίσεως τῶν Η΄ καὶ Θ΄ Οἰκουμενικῶν Συνόδων, διότι οἱ Σύνοδοι αὐτὲς ἔχουν λάβει σοβαρότατες θεολογικὲς καὶ δογματικὲς ἀποφάσεις. Τυχὸν ρητὴ καὶ ἄμεση ἀπόρριψη τοῦ αἰτήματος αὐτοῦ ἢ ἔμμεση ἀπόρριψή του μὲ τὴν παραπομπὴ σὲ “συνοδικὲς” καλένδες τοῦ μέλλοντος (ἀπωτέρου ἢ μᾶλλον ἀπωτάτου) θὰ κλονίσει τὴ θεολογικὴ ἀξιοπιστία καὶ Ὀρθοδοξία τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου! Ἂν ἐπιβεβαιωθοῦν οἱ φόβοι αὐτοὶ καὶ δὲν συζητηθεῖ τὸ θέμα αὐτὸ τώρα, μὲ προφανῆ σκοπὸ νὰ μὴ δυσαρεστήσουμε τὸ Βατικανό (!), ἡ Πανορθόδοξη Σύνοδος ἀπὸ Σύνοδος τῆς Ὀρθοδοξίας κινδυνεύει νὰ καταντήσει θεραπαινίδα τοῦ Βατικανοῦ! Θὰ εἶναι φρικτὰ τρομερὸ στὰ κείμενα τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου νὰ γίνει ἀναφορὰ στὸ ΠΣΕ (Παγκόσμιο Συμβούλιο “Ἐκκλησιῶν”) – νομιμοποιώντας το οὐσιαστικὰ – καὶ νὰ μὴν ὑπάρξει ἀναγνώριση τῶν Η´ καὶ Θ´ Οἰκουμενικῶν Συνόδων… Ὁ Θεὸς νὰ μὴν ἐπιτρέψει κάτι τέτοιο!

3. Ὑπάρχει ἡ πρόταση ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο γιὰ τὴν παρουσία στὴν Πανορθόδοξη Σύνοδο ὡς “παρατηρητῶν” παπικῶν, προτεσταντῶν, ἀντιχαλκηδονίων μονοφυσιτῶν, δηλ. καταδικασμένων αἱρετικῶν ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση, ἀπὸ Πατέρες καὶ Οἰκουμενικὲς Συνόδους! Οὐδέποτε στὴ δισχιλιόχρονη ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, στὶς τοπικὲς ἢ σὲ Οἰκουμενικὲς Συνόδους, ὑπῆρχαν “παρατηρητές”. Μόνο στὶς δύο παπικὲς συνόδους τοῦ Βατικανοῦ ἐμφανίστηκε τὸ καθεστὼς τῶν “παρατηρητῶν”! Ἡ Πανορθόδοξη ὅμως Σύνοδος δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει ὡς πρότυπο τὶς παπικὲς πρακτικές, μεθόδους καὶ μεθοδεύσεις. Ἐπίσης, ἡ Πανορθόδοξη Σύνοδος ἀποτελεῖ, πρέπει νὰ ἀποτελεῖ, τὴν ὕψιστη φανέρωση καὶ ἔκφραση τῆς ἴδιας τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἐκπέσει σὲ συνέδριο ἀνταλλαγῆς ἀπόψεων, οὔτε σὲ μία ἁπλὴ πανηγυρικὴ ἐκδήλωση-συνάντηση μὲ κριτήρια καὶ στοχεύσεις “ἐκ τοῦ κόσμου τούτου”…
.               Στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας οἱ αἱρετικοὶ καλοῦνταν καὶ παρίσταντο στὶς Συνόδους ὄχι ὡς “παρατηρητές”, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀπολογηθοῦν ἢ νὰ ἐκφράσουν τὴν μετάνοιά τους, καὶ ἂν ἐπέμεναν στὴν πλάνη καὶ στὴν αἵρεση καθαιροῦνταν, ἀναθεματίζονταν καὶ ἀμέσως ἐκδιώκονταν τῆς Συνόδου καὶ δὲν συμμετεῖχαν στὴ συνέχεια τῶν ἐργασιῶν της. Ἡ παρουσία στὴν Πανορθόδοξο Σύνοδο ὡς “παρατηρητῶν” ἐκπροσώπων αἱρετικῶν Κοινοτήτων καὶ Ὁμολογιῶν ποὺ ἔχουν καταδικαστεῖ ἀπὸ τὴν πατερικὴ συνείδηση καὶ τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους νομιμοποιεῖ τὴν πλάνη καὶ τὴν αἵρεση καὶ συνεπῶς ἀκυρώνει τὴν ἴδια τὴ Σύνοδο: Σύνοδος ἡ ὁποία δὲ διαστέλλει «ἀναμέσον βεβήλου καὶ ἁγίου» (Ὅρος τῆς Ζ´ Οἰκουμενικῆς), τὴν Ὀρθοδοξία ἀπὸ τὴν αἵρεση, τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴ δαιμονικὴ πλάνη νομιμοποιώντας ἐκκλησιαστικὰ τὴν αἵρεση δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι πραγματικὰ Ὀρθόδοξη, ἀλλὰ κινδυνεύει νὰ ἐκπέσει σὲ ψευδοσύνοδο καὶ ληστρική. Ἐπὶ πλέον δέ, ἡ παρουσία ὡς “παρατηρητῶν” ἐκπροσώπων αἱρέσεων θὰ ἔχει σοβαρότατες, καταστροφικὲς ποιμαντικὲς προεκτάσεις: 1. θὰ προκαλέσει σύγχυση στοὺς πιστούς μας εἰσάγοντας στὴ συνείδησή τους τὴ θεοσοφικὴ προσέγγιση “μαζὶ καὶ διαφορετικὰ” (δηλ. δὲν ἔχει καμία σημασία τὸ περιεχόμενο τῆς πίστης) καὶ 2. ἀντὶ νὰ συντελέσει στὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας μας θὰ τὴν κλονίσει δίνοντας σοβαρότατα ἐπιχειρήματα γιὰ τὴ δημιουργία ἢ τὴν ἑδραίωση σχισμάτων! Ἂς εὐχηθοῦμε καὶ προσευχηθοῦμε νὰ μὴν ὁδηγηθοῦμε σὲ ἕνα τέτοιο ὀδυνηρὸ σημεῖο, καὶ ἐπιβεβαιωθοῦν οἱ χειρότεροι τῶν φόβων …
.           Θὰ ἤθελα νὰ τελειώσω τὶς σύντομες αὐτὲς σκέψεις πόνου καὶ ἀγωνίας μὲ σχετικὴ ἀναφορὰ τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, στὴν ὁποία εἶναι ἐμφανέστατη ἡ ἀγωνία του γιὰ τὴν κατάληξη τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου. Γράφει ὁ Σεβασμιώτατος: «Τὸ θέμα δὲν εἶναι νὰ συγκληθῆ ἁπλῶς ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, [προσθέτω ἐγώ: γιὰ νὰ ἱκανοποιηθεῖ ἡ ρηχὴ ὑστεροφημία κάποιων ὅτι ἐπὶ ἡμερῶν τους συγκροτήθηκε τέτοια Σύνοδος, ἢ γιὰ νὰ ἐπιτευχθοῦν ἐθνοφυλετικὲς στοχοθεσίες κάποιων ἄλλων] ἀλλὰ νὰ παραμείνη στὴν ἱστορία ὡς ὄντως Ἁγία καὶ Μεγάλη καὶ νὰ εἶναι διάδοχη τῆς Ζ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τῆς Συνόδου τοῦ 879-80 (Η΄ Οἰκουμενική, ἡ ὁποία ἀναγνώρισε τὴν Ζ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο), τῆς Συνόδου τοῦ 1351 (Θ΄ Οἰκουμενικὴ) καὶ τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου τοῦ 1848, στὶς ὁποῖες πρέπει νὰ ἀναφερθῆ, ὅπως γίνεται σὲ τέτοιες μεγάλες Συνόδους, γιὰ νὰ μὴν παρουσιασθῆ ὡς ἀποκεκομμένη ἀπὸ τὶς προηγούμενες Συνόδους, ἀλλ᾽ ὡς συνέχειά τους. Ἂν δὲν γίνη ἀναφορὰ στὶς προηγούμενες Οἰκουμενικὲς καὶ Μεγάλες Συνόδους ἢ ἂν ἀναφερθοῦν μόνον οἱ ἑπτὰ (7) Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι καὶ παραλειφθοῦν οἱ ἑπόμενες, τότε θὰ ὑπάρξη σοβαρὸ θεολογικὸ καὶ ἐκκλησιολογικὸ πρόβλημα. Αὐτὴ εἶναι ἡ πραγματικὴ πρόκληση ὄχι ἁπλῶς τῆς ἱστορίας, ἀλλὰ τῆς πραγματικῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱερᾶς ἱστορίας, ἡ ὁποία προσδιορίζεται ἀπὸ μιὰ θεολογική, ἐκκλησιολογικὴ καὶ κανονικὴ προοπτική».

Πάτρα, 11 Ὀκτωβρίου 2015 Ἑορτὴ τῶν Πατέρων τῆς Ζ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου
             π. Ἀναστάσιος Κ. Γκοτσόπουλος Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Ἁγ. Νικολάου Πατρῶν

ΠΗΓΗ:   ΚΛΙΚ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου