ΣΤΗΝ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Α´ -1
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ
Στήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ Α´
Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Θεός ἐπί γῆς, ἄνθρωπος ἐν οὐρανῷ» Ἀθῆναι 2012, μετάφρ. Π. Μπότση, σελ. 84-89 ΠΗΓΗ ἠλ. κειμ. «Η ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ»
. Ὅποιος πλησιάζει τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό μέ ὑπακοή καί ταπείνωση, δέν θά θελήσει ποτέ νά τόν ἀποχωριστεῖ.
. Ἡ πρώτη δοκιμασία, γιά νά συμπεριληφθεῖ κάποιος στό στρατό τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ ἄσκηση στήν ὑπακοή καί τήν ταπείνωση.
. Ὁ νέος κόσμος, ἡ νέα κτίση, ὁ νέος ἄνθρωπος, ὅλα ξεκίνησαν
μέ ὑπακοή καί ταπείνωση. Ὁ παλαιός κόσμος ἀψήφισε τήν ὑπακοή στό Θεό,
τήν καταπάτησε, μαζί μέ τήν ταπείνωσή του. Ἔτσι γκρέμισε τή γέφυρα πού
ἕνωνε τή γῆ μέ τόν οὐρανό. Τά πνευματικά ὑλικά γιά τήν ἀνακατασκευή τῆς
γέφυρας αὐτῆς εἶναι κυρίως ἡ ὑπακοή καί ἡ ταπείνωση.
. Ὅσο ὁ Ἀδάμ ἀναπαυόταν στήν ὑπακοή καί τήν ταπείνωση ἦταν
ἐξαιρετικά δύσκολο νά διαφοροποιηθεῖ τό πνεῦμα του ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ
Θεοῦ, τό θέλημά του ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ κι ὁ τρόπος σκέψης του ἀπό
ἐκεῖνον τοῦ Θεοῦ. Οἱ σκέψεις, οἱ ἐπιθυμίες καί τά αἰσθήματά του ἦταν
πάντα ἐπικεντρωμένα στό Θεό. Ὅπως ἔστεκαν οἱ ἄγγελοι ἔμφοβοι καί
πρόθυμοι μπροστά στό Θεό, ἔτσι ἔκανε κι ὁ Ἀδάμ. Ἦταν κοντά στό Θεό καί
κοίταζε ἀπευθείας τήν πηγή τοῦ φωτός, τῆς σοφίας καί τῆς ἀγάπης. Δέν
εἶχε ἀνάγκη ν᾿ ἀνάβει κάποιο φῶς ἀπό μόνος του, γιατί ζοῦσε κοντά στόν
ἥλιο. Ἡ λαμπάδα πού θά ᾿ναβε μόνος του, κοντά στόν ἥλιο δέν θά ᾿δινε
οὔτε φλόγα οὔτε φῶς.
. Ὅταν ὁ Ἀδάμ παραβίασε τήν ὑπακοή του κι ἔχασε τήν ταπείνωση -αὐτά τά δυό ἀποκτοῦνται ἤ χάνονται πάντα μαζί-
τότε διακόπηκε ἡ ἄμεση ἐπικοινωνία του μέ τό Θεό, ἡ γέφυρα ἐπικοινωνίας
γκρεμίστηκε. Ὁ Ἀδάμ βρέθηκε ξαφνικά σ᾿ ἕνα φοβερό καί πηχτό σκοτάδι,
ὅπου γιά νά ᾿χει φῶς ἔπρεπε ν᾿ ἀνάψει τή δική του λαμπάδα, τή λαμπάδα
τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ πού τοῦ δόθηκε ὅταν μέ τήν παράβασή του ὁδηγήθηκε
ἔξω ἀπό τόν παράδεισο. Κι ἀπό τότε ἄρχισε νά ζεῖ διαφορετικά καί νά
βλέπει τή διαφορά αὐτή, ἀλλά σπάνια ἀναγνώριζε στόν ἑαυτό του τήν
«ὁμοίωσή» του μέ τό Θεό. Κι αὐτό γινόταν πολύ σπάνια, μόνο σέ στιγμές
φωτισμοῦ.
. Ἀλίμονο! Σέ τί ἄβυσσο, σέ τί ἐλεεινή κατάσταση βρέθηκε
ἐκεῖνος πού δημιουργήθηκε «κατ᾿ εἰκόνα καί ὁμοίωσιν» τοῦ ἴδιου τοῦ
Τριαδικοῦ Θεοῦ! Κι ὅλ᾿ αὐτά ἀπό τήν παρακοή καί τήν ὑπερηφάνειά του.
Ἀλίμονο! Εἴμαστε ὅλοι ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ, χαμόκλαδα τοῦ πεσμένου
κυπαρισσιοῦ πού κάποτε στεκόταν μεγαλόπρεπα, πιό ψηλά ἀπ᾿ ὅλα τ᾿ ἄλλα
πλάσματα τοῦ Θεοῦ στόν παράδεισο. Χαμόκλαδα πού πνίγηκαν ἀπό τά γερά
ζιζάνια πού πρόβαλαν στήν ἄγρια φύση, πού εἶχε γίνει πιά σάν ἕνα
παραπέτασμα πού χώριζε τόν πρῶτο ἄνθρωπο ἀπό τήν πηγή τῆς ἀθάνατης
ἀγάπης.
. Ὁ ἅγιος Φιλάρετος Μόσχας λέει στήν ὁμιλία του στά Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου: «Στόν ἀναμάρτητο ἄνθρωπο ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ εἶναι πηγή εὐλογίας. Στόν πεσμένο ἄνθρωπο ἡ ἴδια εἰκόνα εἶναι μόνο ἐλπίδα εὐλογίας».
. Ἡ παρακοή κι ἡ ὑπερηφάνεια τοῦ προπάτορά μας ἄλλαξαν πάραυτα, σάν μέ μαγικό ραβδί, ὅλη τήν κτίση γύρω του. Κι ἀμέσως ὁ πρῶτος ἄνθρωπος κυκλώθηκε ἀπό ἕνα στρατό, πού ἀποτελοῦνταν ἀπό ἀνυπάκουους καί ὑπερήφανους.
. Ὅσο ὁ Ἀδάμ ἦταν ὑπάκουος καί ταπεινός ἐνώπιον τοῦ Δημιουργοῦ
του, ὅλα γύρω του ἀνέπνεαν ὑπακοή καί ταπείνωση. Καί ὅμως, τί ἀλλαγή
ἔγινε «ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ»! Τήν ἴδια στιγμή τῆς πτώσης τοῦ Ἀδάμ, ὅλα γύρω
του ἔγιναν ἀνυπάκουα. Δίπλα του ἦταν ἡ παράκουη Εὔα. Παρών ἦταν κι ὁ
ἀρχηγός καί διασπορέας τῆς παρακοῆς καί τῆς ὑπερηφάνειας, τό πνεῦμα τῆς
παρακοῆς, ὁ σατανάς. Ἀλλά κι ἡ φύση μπροστά του ἦταν πιά ἀνυπάκουη, ἐπαναστατική, ἐχθρική.
Καρποί πού ὥς τότε ἔλιωναν στό στόμα του μέ τή γλυκύτητά τους, τώρα
ἄρχισαν νά τόν πικραίνουν. Ἡ χλόη πού κάλυπτε τά πόδια του μαλακά σάν
μετάξι, ξαφνικά τόν πλήγωνε μέ ἀγκάθια. Τά λουλούδια πού χαίρονταν νά
δίνουν τό ἄρωμά τους στόν κύριό τους, ἄρχισαν νά βγάζουν ζιζάνια γιά νά
τόν κρατήσουν μακριά τους. Τά ἄγρια θηρία πού χαϊδεύονταν κοντά του σάν
ἀθῶα ἀρνιά, ξαφνικά τοῦ ἔδειχναν τά δόντια τους μέ φλεγόμενα μάτια,
ἐπιθετικά. Τά πάντα ἔπαιρναν κάποια ἐπιθετική κι ἐχθρική διάθεση πρός
τόν Ἀδάμ. Ἔτσι τό πλουσιότερο ἀπό τά πλάσματα, τό πιό χαρισματοῦχο, τώρα
ἔδειχνε τό πιό φτωχό. Πρίν ἦταν στολισμένος μέ ἀγγελική δόξα, τώρα
ἔγινε ταπεινός, καταφρονεμένος, γυμνός. Κι ἔνιωθε τόσο γυμνός, ὥστε
ἔνιωσε τήν ἀνάγκη νά δανειστεῖ ὑλικά ἀπό τή φύση γιά νά κρύψει τή γύμνια
του, τόσο τή φυσική ὅσο καί τήν πνευματική. Γιά τό σῶμα του ἀναζήτησε
δέρματα ἀπό τά ζῶα καί φύλλα ἀπό τά δέντρα. Γιά τό πνεῦμα του ἄρχισε νά
δανείζεται ἀπό ὅλα τά πλάσματα -ἀπό τά πλάσματα! – γνώση καί ἱκανότητες.
Ἐκεῖνος πού πρίν ἔπινε ἀπό τήν ἀστείρευτη πηγή τῆς ζωῆς, τώρα ἦταν
ἀναγκασμένος νά συντροφεύει τά ζῶα, νά σκύβει μαζί τους στή λάσπη καί νά
πίνει νερό σέ γοῦρνες, γιά νά σβήσει τή φυσική μά καί τήν πνευματική
του δίψα.
. Ἄς γυρίσουμε τώρα στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ὅλα ἐδῶ εἶναι
ὑπακοή καί ταπείνωση. Ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ, ἐκπρόσωπος τῆς ἀγγελικῆς
ὑπακοῆς καί ταπείνωσης. Ἡ Παρθένος Μαρία –ὑπακοή καί ταπείνωση. Ὁ Ἰωσήφ –
ὑπακοή καί ταπείνωση. Οἱ ποιμένες – ὑπακοή καί ταπείνωση. Οἱ μάγοι ἀπό
τήν Ἀνατολή – ὑπακοή καί ταπείνωση. Οἱ ἄνεμοι ὑπακούουν, οἱ καταιγίδες
ἐπίσης. Ὁ ἥλιος καί τό φεγγάρι κάνουν ὑπακοή, ὅπως κι οἱ ἄνθρωποι καί τά
θηρία. Τά πάντα ὑπακούουν στό Νέο Ἀδάμ, ὅλα εἶναι ταπεινά μπροστά Του,
γιατί κι ὁ ἴδιος κάνει ἀπροϋπόθετη ὑπακοή στόν Πατέρα Του, ταπεινώνεται
μπροστά Του.
. Εἶναι γνωστό πώς ὅσο καλλιεργεῖ κανείς τή γῆ, μαζί μέ τούς
καρπούς πού σπέρνει, φυτρώνουν κι ἄλλα χόρτα καί φυτά πού οὔτε τά
ἔσπειρε κανείς οὔτε τά καλλιέργησε. Τό ἴδιο γίνεται καί μέ τίς ἀρετές. Πρέπει
νά φροντίζεις νά σπέρνεις καί νά καλλιεργεῖς στήν ψυχή σου τήν ὑπακοή
καί τήν ταπείνωση καί θά δεῖς ὅτι μαζί τους θά ξεφυτρώσει ὁλόκληρη
ἀνθοδέσμη ἀπό ἄλλες ἀρετες. Μιά ἀπ᾿ αὐτές θά εἶναι ἡ ἁπλότητα, ἐσωτερική κι ἐξωτερική. Ἡ
ὑπάκουη καί ταπεινή Παρθένος Μαρία ἦταν ταυτόχρονα στολισμένη καί μέ
παιδική ἁπλότητα. Τό ἴδιο γινόταν καί μέ τό δίκαιο Ἰωσήφ, καθώς καί μέ
τούς Ἀποστόλους κι Εὐαγγελιστές. Πρόσεξε μέ τί ἀπαράμιλλη
ἁπλότητα περιγράφουν οἱ Εὐαγγελιστές τά ὕψιστα ἱστορικά γεγονότα πού
ἀναφέρονται στή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς κτίσης ὁλόκληρης. Μπορεῖς
νά φανταστεῖς μέ πόσες λεπτομέρειες καί παραστατικότητα θά περιέγραφε
ἕνας κοσμικός συγγραφέας τήν ἔγερση τοῦ Λαζάρου, γιά παράδειγμα, ἄν εἶχε
παραστεῖ μάρτυρας σ᾿ ἕνα τέτοιο περιστατικό; Ἤ τί εἴδους πρόζα ἤ δράμα
θά ᾿χε γράψει γιά ὅλα ὅσα δοκίμασε ἡ ψυχή τοῦ ὑπάκουου, ταπεινοῦ καί
ἁπλοῦ Ἰωσήφ τή στιγμή πού ἀνακάλυψε πώς ἡ κόρη πού εἶχε ἀναλάβει νά
προστατέψει μέ τή μνηστεία ἦταν ἔγκυος; Κι αὐτά τά περιγράφει ὁ Εὐαγγελιστής στό Εὐαγγέλιο τῆς σημερινῆς ἡμέρας μέ λίγες ἁπλές προτάσεις: «Τοῦ
δέ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις οὕτως ἦν. μνηστευθείσης γάρ τῆς μητρός
αὐτοῦ Μαρίας τῷ Ἰωσήφ, πρίν ἤ συνελθεῖν αὐτούς εὑρέθη ἐν γαστρί ἔχουσα
ἐκ Πνεύματος ἁγίου» (Ματθ. α´ 18).
* * *
. Λίγο νωρίτερα ὁ Εὐαγγελιστής
εἶχε ἀναφέρει τή γενεαλογία τοῦ Ἰησοῦ ἤ μᾶλλον τοῦ δικαίου Ἰωσήφ, ἀπό
τή φυλή Ἰούδα τοῦ οἴκου Δαβίδ. Στή γενεαλογία αὐτή ὁ Εὐαγγελιστής
ἀναφέρει ἄντρες πού γεννήθηκαν μέ φυσικό τρόπο ἀπό ἄλλους ἄντρες, ὅπως
γεννιοῦνται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι στή γῆ. Καί ξαφνικά ἐξιστορεῖ τή γέννηση
τοῦ Χριστοῦ λέγοντας: Τοῦ δέ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις οὕτως ἦν… θέλοντας μ᾿ αὐτό τό «δέ» νά δείξει τόν ἀσυνήθιστο καί ὑπερφυσικό τρόπο τῆς γέννησής Του,
πού διαφέρει διαμετρικά ἀπό τόν τρόπο γέννησης ὅλων τῶν προγόνων τοῦ
Ἰωσήφ πού ἀνέφερε πρίν. Ἡ Μαρία, ἡ μητέρα του, ἦταν μνηστευμένη μέ τόν
Ἰωσήφ. Στά μάτια τοῦ κόσμου ἡ μνηστεία αὐτή ἦταν σάν μιά προετοιμασία
γιά ἔγγαμη ζωή. Στά μάτια τοῦ Ἰωσήφ καί τῆς Μαρίας ὅμως τά πράγματα δέν
ἔδειχναν ἔτσι. Ἡ Μαρία ἦταν καρπός δακρύων καί προσευχῆς. Ἀφιερώθηκε στό
Θεό ἀπό τούς γονεῖς της. Ἀπό τήν πλευρά της ἡ ἴδια δέχτηκε μέ τή θέλησή
της τήν ἀφιέρωση πού ἔκαναν οἱ γονεῖς της, ὅπως φαίνεται κι ἀπό τήν
πολυετή ὑπηρεσία της στό ναό τῆς Ἱερουσαλήμ. Ἄν εἶχε ἀκολουθήσει τήν
κλίση της, σίγουρα θά εἶχε περάσει τό ὑπόλοιπο τοῦ βίου της στό Ναό ὅπως
ἡ προφήτιδα Ἄννα, ἡ κόρη τοῦ Φανουήλ (Πρβλ. Λουκ. β´ 36-37). Ὁ νόμος
ὅμως ὅριζε διαφορετικά. Κι ἔτσι ἔπρεπε νά γίνουν τά πράγματα.
Ἀρραβωνιάστηκε μέ τόν Ἰωσήφ. Κι αὐτό ὄχι γιά νά ζήσει ἔγγαμη ζωή, ἀλλ᾿
ἀκριβῶς γιά ν᾿ ἀποφύγει τό γάμο. Ὅλες οἱ λεπτομέρειες
τῆς μνηστείας της καί τό νόημά της ὑπάρχουν στήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.
Κι ἄν οἱ ἄνθρωποι ἐκτιμοῦσαν τήν παράδοση πού ἀναφέρεται στή Μητέρα τοῦ
Θεοῦ, στό δίκαιο Ἰωσήφ καί σ᾿ ὅλους ἐκείνους πού ἐμπλέκονται στό
Εὐαγγέλιο μέ τό θέμα αὐτό, ὅπως ἐκτιμοῦν τίς ἀλλες παραδόσεις (μερικές
μάλιστα ἀπό τίς πιό ὑπερβολικές) γιά βασιλιάδες, ἐπαναστάτες καί σοφούς
αὐτοῦ τοῦ κόσμου, τό νόημα τῆς μνηστείας τῆς Παναγίας Παρθένου μέ τόν
Ἰωσήφ θά ἦταν ξεκάθαρο σέ ὅλους.
. (Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος λέει πώς ἡ
Παρθένος μνηστεύθηκε «ὥστε ἡ γέννησή Του νά μείνει κρυφή στό διάβολο.
Ὥστε ὁ διάβολος νά νομίσει πώς ὁ Ἰησοῦς γεννήθηκε ἀπό μιά ἔγγαμη
γυναίκα, ὄχι ἀπό Παρθένο». Τό ἴδιο τό συναντᾶμε καί στόν Ἱερώνυμο στά Σχόλια στό Ματθαῖο καί στόν ἅγιο Γρηγόριο Νεοκαισαρείας στή Δεύτερη Ὁμιλία στόν Εὐαγγελισμό).
. Πρίν ἤ συνελθεῖν αὐτούς… Τά λόγια αὐτά δέν
σημαίνουν πώς μετά συνῆλθαν σάν ἀντρόγυνο ἤ πώς αὐτό βρισκόταν στό νοῦ
τοῦ Εὐαγγελιστῆ. Ὁ Εὐαγγελιστής στήν περίπτωση αὐτή ἐνδιαφέρεται μόνο νά
περιγράψει τή γέννηση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, τίποτ᾿ ἄλλο. Τά
παραπάνω λόγια τά γράφει γιά νά δείξει πώς ἡ γέννησή Του δέν ἔγινε ἀπό
μίξη ἄντρα καί γυναίκας. Ἑπομένως τά λόγια τοῦ Εὐαγελιστῆ πρέπει νά τά
ἐννοήσουμε ὡς ἑξῆς: «καί χωρίς νά συνέλθουν μεταξύ τους, εὑρέθη ἐν γαστρί ἔχουσα ἐκ Πνεύματος ἁγίου». Μόνο ἐκ Πνεύματος Ἁγίου θά μποροῦσε νά γεννηθεῖ
Ἐκεῖνος πού, μέσα στή βασιλεία τοῦ σκότους καί τοῦ πονηροῦ, ἔμελλε νά
ἱδρύσει τή Βασιλεία τοῦ Πνεύματος τοῦ φωτός καί τῆς ἀγάπης. Πῶς θά
μποροῦσε νά ἐκπληρώσει τή θεϊκή ἀποστολή Του στή γῆ, ἄν εἶχε ἔρθει ὅπως
ὅλοι οἱ φυσιολογικοί ἄνθρωποι πού εἶναι αἰχμαλωτισμένοι ἀπό τήν ἁμαρτία καί δέσμιοι τῆς φθορᾶς; Θά ἦταν τότε σάν νά βάζουμε καινούργιο κρασί σέ παλιά ἀσκιά. Ἐκεῖνος πού ἦρθε γιά νά σώσει τόν κόσμο θά εἶχε κι αὐτός ἔτσι ἀνάγκη νά σωθεῖ.
Ὁ κόσμος θά μποροῦσε νά σωθεῖ μόνο μ᾿ ἕνα θαῦμα τοῦ Θεοῦ. Ὅλοι οἱ
ἄνθρωποι στόν κόσμο αὐτό πίστευαν. Κι ὅταν τό θαῦμα τοῦ Θεοῦ
ἐπιτελέστηκε δέν ἔπρεπε ν᾿ ἀμφισβητηθεῖ. Ἔπρεπε νά τό πιστέψουν καί νά
τό ἐκτιμήσουν, γιατί ἀπ᾿ αὐτό προκύπτει λύτρωση καί σωτηρία.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
ΠΗΓΗ: ΚΛΙΚ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου