Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ Η ΠΙΣΤΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ-1 «Ὅταν κάποιος ἔρχεται σ’ ἐπαφὴ μὲ τὸν Χριστό, ἂν εἶναι ἄρρωστος θεραπεύεται κι ἂν εἶναι νεκρός, ἀνασταίνεται». (Ἅγ. Νικ. Βελιμίροβιτς)
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ´ Λουκᾶ
Ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ πίστη τοῦ ἀνθρώπου
(Λουκ. η´ 41-56)
[Α´]
Ἀπὸ τὸ βιβλίο
«Ὁμιλίες Ϛ´» – Κυριακοδρόμιο Γ´,
Ἀθῆναι 2014, μετάφρ. Π. Μπότση, σελ. 13-40
ΠΗΓΗ ἠλ. κειμ. «Η ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ»
.
Ὅταν οἱ ἀκτίνες τοῦ ἥλιου πέφτουν σ’ ἕνα βράχο, τὸν κάνουν νὰ
λάμπει. Ὅταν ἡ φλόγα ἀγγίξει ἕνα ἄκαφτο κερί, τὸ ἀνάβει. Ὅταν ὁ μαγνήτης
ἀγγίξει ἕνα μεταλλικὸ ἀντικείμενο, τὸ μαγνητίζει. Ὅταν τὸ ἠλεκτροφόρο
καλώδιο ἀγγίξει ἕνα συνηθισμένο σύρμα, καὶ τὰ δύο τους ἠλεκτρίζονται.
. Ὅλες αὐτὲς οἱ φυσικὲς ἐνέργειες δὲν εἶναι παρὰ εἰκόνες ἢ
πνευματικὰ φαινόμενα. Ὅλα ὅσα συμβαίνουν στὸν ἐξωτερικὸ κόσμο εἶναι
ἁπλῶς ἡ εἰκόνα ὅσων γίνονται στὸν ἐσωτερικό. Ὁλόκληρη ἡ ἐφήμερη φύση
εἶναι σὰν ἕνα ὄνειρο, σὲ σχέση μὲ τὴν ἐσωτερικὴ πραγματικότητα, σὰν ἕνα
παραμύθι, ὅταν μιλᾶμε μὲ ὅρους αἰώνιας ζωῆς.
. Ἡ ψυχὴ εἶναι ἡ πραγματικότητα τοῦ σώματος. Ὁ Θεὸς εἶναι ἡ
πραγματικότητα τῆς ψυχῆς. Ὅταν ὁ Θεὸς ἀγγίζει τὴν ψυχή, τὴν ζωοποιεῖ,
τῆς μεταδίδει τὴν δράση. Ὅταν ἡ ψυχὴ ἀγγίζει τὸ σῶμα, κάνει τὸ ἴδιο. Τὸ
σῶμα λαβαίνει φῶς, ζεσταίνεται, δέχεται μαγνητισμὸ καὶ ἠλεκτρισμό,
δράση, ἀκοὴ καὶ κίνηση ἀπὸ τὴν ψυχή. Ὅταν ἡ ψυχὴ ἀναχωρεῖ ἀπὸ τὸ σῶμα,
ὅλ’ αὐτὰ χάνονται, ἐξαφανίζονται. Ἡ ψυχὴ δέχεται ἀπὸ τὸν Θεὸ ἕναν εἰδικὸ
φωτισμό, θέρμη, μαγνητισμὸ καὶ ἠλεκτρισμό, δράση, ἀκοὴ καὶ κίνηση. Κι
ὅλ’ αὐτὰ χάνονται, ὅταν ἡ ψυχὴ χωρίζεται ἀπὸ τὸν Θεό. Ὑπάρχει ἄνθρωπος
σ’ ὁλόκληρο τὸν κόσμο, ποὺ ὅταν ἀγγίζει μία νεκρὴ ψυχή, τὴν ἐπαναφέρει
στὴ ζωή, τῆς μεταδίδει φῶς καὶ θερμότητα, μαγνητισμὸ καὶ ἠλεκτρισμὸ ἀπὸ
τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς; Ὑπάρχει κάποιος σ’ ὁλόκληρο τὸν κόσμο, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ
τῆς ἱστορίας τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ὅταν ἄγγιξε ἕνα νεκρὸ σῶμα, τὸ ἔκανε νὰ
σηκωθεῖ, νὰ μιλήσει καὶ νὰ περπατήσει;
. Σίγουρα πρέπει νά ᾽χει ὑπάρξει. Διαφορετικὰ ὁ ἥλιος κι ἡ
γῆ, ὁ χειμώνας κι ἡ ἄνοιξη, ὁ μαγνήτης κι ὁ ἠλεκτρισμὸς κι ὅλα ὅσα
ὑπάρχουν στὸν κόσμο, θὰ ἦταν ἡ φαντασία κάποιου ποὺ δὲν ὑπάρχει, ἡ σκιὰ
κάποιου ἀνύπαρκτου ὄντος, ἕνα ὄνειρο, μακριὰ ἀπὸ τὴν πραγματικότητα.
Πρέπει νὰ ἔχει ὑπάρξει. Διαφορετικὰ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν θὰ εἶχε
ἐμφανιστεῖ στὴ γῆ. Ἐμφανίστηκε γιὰ νὰ παρουσιάσει στοὺς ἀνθρώπους τὴν
πραγματικότητα· πὼς ἡ φύση ὁλόκληρη, μὲ ὅλα ὅσα συμβαίνουν μέσα της, δὲν
εἶναι παρὰ μία εἰκόνα, ἕνα ὄνειρο, ἕνα παραμύθι. Ὁ
Κύριος ἦρθε γιὰ νὰ φανερώσει τὴν ἀλήθεια ὅσων φανερώνουν ὁ ἥλιος κι ἡ
γῆ, ὁ χειμώνας κι ἡ ἄνοιξη, ὁ μαγνητισμὸς κι ὁ ἠλεκτρισμός, ἡ φύση
ὁλόκληρη. Ἡ φύση ποὺ δημιουργήθηκε καὶ τοποθετήθηκε μπροστὰ στὸν ἄνθρωπο
ἀπὸ τὸν Θεὸ σὰν ἕνα ἀνοιχτὸ βιβλίο, ποὺ ὅμως αὐτὸς δὲν μπόρεσε ἀκόμα νὰ
τὸ διαβάσει σωστά.
. Ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ πύρινη στήλη στὴν ἱστορία τοῦ κόσμου.
Ἀπὸ Ἐκεῖνον οἱ νεκρὲς ψυχὲς παίρνουν ζωὴ καὶ θερμότητα, κίνηση καὶ
ὀμορφιά. Εἶναι τὸ Δέντρο τῆς Ζωῆς,
ποὺ ὅταν ἀγγίζει τὰ νεκρὰ σώματα τοὺς μεταδίδει ζωή, τ’ ἀνασταίνει, τοὺς
δίνει κίνηση καὶ λόγο. Εἶναι τὸ ἁγνὸ καὶ εὐωδιαστὸ θεραπευτικὸ βάλσαμο,
ποὺ ὅταν τὸ ἀγγίζουν οἱ τυφλοί, ξαναβρίσκουν τὸ φῶς, οἱ κουφοὶ τὴν ἀκοή
τους, οἱ παράλυτοι τὴν κίνηση, οἱ ἄλαλοι τὴ λαλιά τους, οἱ παράφρονες
τὴ λογική τους, οἱ λεπροὶ καθαρίζονται, κάθε ἀρρώστια θεραπεύεται.
* * *
. Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο μᾶς δίνει ἕνα ἀκόμα παράδειγμα, γιὰ νὰ καταλάβουμε πὼς ὅταν κάποιος ἔρχεται σ’ ἐπαφὴ μὲ τὸν Χριστό, ἂν εἶναι ἄρρωστος θεραπεύεται κι ἂν εἶναι νεκρός, ἀνασταίνεται.
. Ἐκεῖνον τὸν καιρὸ λοιπόν, «ἰδοὺ ἦλθεν ἀνὴρ ᾧ ὄνομα
Ἰάειρος, καὶ αὐτὸς ἄρχων τῆς συναγωγῆς ὑπῆρχε· καὶ πεςὼν παρὰ τοὺς πόδας
τοῦ Ἰησοῦ παρεκάλει αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ· ὅτι θυγάτηρ
μονογενὴς ἦν αὐτῷ ὡς ἐτῶν δώδεκα, καὶ αὕτη ἀπέθνησκεν» (Λουκ. η´ 41,
42). Γιὰ ποιόν καιρὸ μᾶς μιλάει ἐδῶ ὁ εὐαγγελιστής; Πότε ἔγιναν αὐτά;
Τότε ποὺ ὁ Κύριος διέσχισε τὴ λίμνη καὶ γύρισε μὲ τὸ πλοῖο ἀπὸ τὴ χώρα
τῶν Γαδαρηνῶν, τότε ποὺ θεράπευσε τοὺς δύο δαιμονισμένους καὶ νωρίτερα
εἶχε γαληνέψει τὴν καταιγίδα στὴ λίμνη. Ἀφοῦ εἶχε κάνει τὰ δύο μεγάλα
αὐτὰ θαύματα, τὸν καλοῦν τώρα νὰ κάνει ἕνα τρίτο. Ν’ ἀναστήσει ἕνα
νεκρό. Κι ὅλ’ αὐτὰ μέσα σὲ πολὺ περιορισμένο χρόνο, λὲς καὶ βιαζόταν νὰ
κάνει ὅσα περισσότερα καλὰ μποροῦσε στοὺς ἀνθρώπους, ὅσο ζοῦσε στὴ γῆ,
καὶ νὰ μᾶς δώσει ἔτσι παράδειγμα πὼς πρέπει νὰ βιαζόμαστε νὰ κάνουμε τὸ
καλό, πὼς πρέπει νὰ περπατᾶμε ὅσο ἔχουμε τὸ φῶς (πρβλ. Ἰωάν. ιβ´ 35).
. Ἂν καὶ τὰ τρία αὐτὰ θαύματα δὲν φαίνονται νὰ μοιάζουν μεταξύ τους, ὅλα ἔχουν ἕνα κοινὸ χαρακτηριστικό. Ὅλα ἀποκαλύπτουν τὴν κυριαρχικὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ – τὴν κυριαρχία Του στὴ φύση, στοὺς δαίμονες καὶ στὸν θάνατο, στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων.
Εἶναι δύσκολο νὰ πεῖ κανεὶς ποιὸ ἀπὸ τὰ τρία αὐτὰ θαύματα εἶναι πιὸ
φοβερὸ καὶ πιὸ συγκλονιστικό. Τί εἶναι πιὸ δύσκολο: νὰ τιθασσεύσεις τὴν
καταιγίδα σὲ θάλασσα καὶ ἀέρα, νὰ θεραπεύσεις τοὺς ἀνίατα δαιμονισμένους
ἢ ν’ ἀναστήσεις νεκρό; γιὰ ἕνα θνητὸ ἄνθρωπο καὶ τὰ τρία αὐτὰ εἶναι ἐξ
ἴσου δύσκολα. Γιὰ τὸν Χριστὸ ὅμως εἶναι καὶ τὰ τρία ἐξ ἴσου εὔκολα. Ὅταν
ὁ ἄνθρωπος ἐμβαθύνει στὸ καθένα ἀπὸ τὰ τρία θαύματα, ἡ ψυχή του τρέμει,
γιατί βλέπει τὴ μεγαλωσύνη καὶ τὴν παντοδυναμία τῆς πνοῆς, ποὺ ἐν ἀρχῇ,
δημιούργησε τὸν κόσμο. «Καὶ εἶπεν ὁ Θεός…καὶ ἐγένετο οὕτως» (Γέν. Α´
11).
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
ΠΗΓΗ: ΚΛΙΚ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου