ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΚΕ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΚΕ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ
ΚΕΙΜΕΝΟΝ
Ἀδελφοί, παραγγέλλομεν ὑμῖν, ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, στέλλεσθαι ὑμᾶς ἀπὸ παντὸς ἀδελφοῦ ἀτάκτως περιπατοῦντος καὶ μὴ κατὰ τὴν παράδοσιν ἣν παρέλαβον παρ' ἡμῶν. Αὐτοὶ γὰρ οἴδατε πῶς δεῖ μιμεῖσθαι ἡμᾶς, ὅτι οὐκ ἠτακτήσαμεν ἐν ὑμῖν, οὐδὲ δωρεὰν ἄρτον ἐφάγομεν παρά τινος, ἀλλ' ἐν κόπῳ καὶ μόχθῳ, νύκτα καὶ ἡμέραν ἐργαζόμενοι, πρὸς τὸ μὴ ἐπιβαρῆσαί τινα ὑμῶν· οὐχ ὅτι οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν, ἀλλ' ἵνα ἑαυτοὺς τύπον δῶμεν ὑμῖν εἰς τὸ μιμεῖσθαι ἡμᾶς. Καὶ γὰρ ὅτε ἦμεν πρὸς ὑμᾶς, τοῦτο παρηγγέλλομεν ὑμῖν, ὅτι εἴ τις οὐ θέλει ἐργάζεσθαι, μηδὲ ἐσθιέτω. ἀκούομεν γάρ τινας περιπατοῦντας ἐν ὑμῖν ἀτάκτως, μηδὲν ἐργαζομένους, ἀλλὰ περιεργαζομένους· τοῖς δὲ τοιούτοις παραγγέλλομεν καὶ παρακαλοῦμεν διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα μετὰ ἡσυχίας ἐργαζόμενοι τὸν ἑαυτῶν ἄρτον ἐσθίωσιν. Ὑμεῖς δέ, ἀδελφοί, μὴ ἐκκακήσητε καλοποιοῦντες. Εἰ δέ τις οὐχ ὑπακούει τῷ λόγῳ ἡμῶν διὰ τῆς ἐπιστολῆς, τοῦτον σημειοῦσθε, καὶ μὴ συναναμίγνυσθε αὐτῷ, ἵνα ἐντραπῇ· καὶ μὴ ὡς ἐχθρὸν ἡγεῖσθε, ἀλλὰ νουθετεῖτε ὡς ἀδελφόν. Αὐτὸς δὲ ὁ Κύριος τῆς εἰρήνης δῴη ὑμῖν τὴν εἰρήνην διὰ παντὸς ἐν παντὶ τρόπῳ. Ὁ Κύριος μετὰ πάντων ὑμῶν. Ὁ ἀσπασμός τῇ ἐμῇ χειρὶ Παύλου, ὅ ἐστι σημεῖον ἐν πάσῃ ἐπιστολῇ· οὕτω γράφω. Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
Ἀδελφοί, σᾶς παραγγέλομεν, εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ν’
ἀποφεύγετε κάθε ἀδελφόν, ὁ ὁποῖος διάγει βίον ἀργὸν καὶ ὄχι κατὰ τὴν
διδασκαλίαν, τὴν ὁποίαν παρέλαβεν ἀπὸ μᾶς. Ξέρετε σεῖς οἱ ἴδιοι πῶς πρέπει νὰ μᾶς μιμῆσθε, διότι δὲν ἐζήσαμεν ἀργοὶ μεταξύ σας, οὔτε ἐφάγαμε ψωμὶ δωρεὰν ἀπὸ κανένα, ἀλλὰ μὲ κόπον καὶ μόχθον νύχτα καὶ
ἡμέραν εἰργαζόμεθα, διὰ νὰ μὴ ἐπιβαρύνωμεν κανέναν ἀπὸ σᾶς, ὄχι ἐπειδὴ δὲν ἔχομεν αὐτὸ τὸ δικαίωμα, ἀλλὰ διὰ νὰ σᾶς δώσωμεν τὸν ἑαυτόν μας ὡς πράδειγμα πρὸς μίμησιν. Καὶ ἀκόμη ὅταν ἤμαστε μαζί σας, αὐτὴν τὴν παραγγελίαν σᾶς ἐδίναμε, ὄτι
ἐὰν δὲν θέλῃ κανεὶς νὰ ἐργάζεται, δὲν πρέπει οὔτε νὰ τρώγῃ. Ἀλλ’ ἀκοῦμε ὅτι μερικοὶ ἀπὸ σᾶς διάγουν βίον ἀργὸν καὶ δὲν κάνουν καμμίαν ἐργασίαν, ἀλλὰ ἀσχολοῦνται μὲ ξένες ὑποθέσεις. Εἰς τέτοιους ἀνθρώπους παραγγέλλομεν καὶ προτρέπομεν διὰ τοῦ Κυρίου μας
Ἰησοῦ Χριστοῦ νὰ κερδίζουν τὸ ψωμί τους μὲ μιὰ ἥσυχη ἐργασία. Σεῖς δέ, ἀδελφοί, νὰ μὴ ἀποθαρρύνεσθε εἰς τὸ νὰ κάνετε τὸ καλόν. Καὶ ἐὰν κάποιος δὲν ὑπακούῃ εἰς ὅσα λέγομεν εἰς τὴν ἐπιστολὴν αὐτήν,
λάβετέ τον ὑπὸ σημείωσιν καὶ νὰ μὴ τὸν συναναστρέφεσθε διὰ νὰ ἐντραπῇ, καὶ νὰ μὴ τὸν θεωρῆτε ὡς ἐχθρὸν ἀλλὰ νὰ τὸν συμβουλεύετε σὰν ἀδελφόν. Αὐτὸς δὲ ὁ Κύριος τῆς εἰρήνης εἴθε νὰ σᾶς δίνει εἰρήνην πάντοτε μὲ κάθε τρόπον. Ὁ Κύριος νὰ εἶναι μαζὶ μὲ ὅλους σας. Ὁ χαιρετισμὸς γράφετε μὲ τὸ χέρι ἐμοῦ τοῦ Παύλου, πρᾶγμα ποὺ εἶναι σημεῖον σὲ κάθε ἐπιστολήν μου· ἔτσι γράφω. Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ νὰ εἶναι μαζὶ μὲ ὅλους σας. Ἀμήν.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΙΓ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΛΟΥΚΑ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΙΓ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΛΟΥΚΑ
ΚΕΙΜΕΝΟΝ
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ εἰς Καπερναούμ· καὶ ἐν τῇ οἰκίᾳ γενόμενος ἐπηρώτα αὐτούς· τί ἐν τῇ ὁδῷ πρὸς ἑαυτοὺς διελογίζεσθε; Οἱ δὲ ἐσιώπων· πρὸς ἀλλήλους γὰρ διελέχθησαν ἐν τῇ ὁδῷ τίς μείζων. Καὶ καθίσας ἐφώνησε τοὺς δώδεκα καὶ λέγει αὐτοῖς· εἴ τις θέλει πρῶτος εἶναι, ἔσται πάντων ἔσχατος καὶ πάντων διάκονος. Καὶ λαβὼν παιδίον ἔστησεν αὐτὸ ἐν μέσῳ αὐτῶν, καὶ ἐναγκαλισάμενος αὐτὸ εἶπεν αὐτοῖς· ὃς ἐὰν ἓν τῶν τοιούτων παιδίων δέξηται ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου, ἐμὲ δέχεται· καὶ ὃς ἐὰν ἐμὲ δέξηται, οὐκ ἐμὲ δέχεται, ἀλλὰ τὸν ἀποστείλαντά με. Απεκρίθη αὐτῷ ὁ Ἰωάννης λέγων· διδάσκαλε, εἴδομέν τινα ἐν τῷ ὀνόματί σου ἐκβάλλοντα δαιμόνια, ὃς οὐκ ἀκολουθεῖ ἡμῖν, καὶ ἐκωλύσαμεν αὐτόν, ὅτι οὐκ ἀκολουθεῖ ἡμῖν. Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε· μὴ κωλύετε αὐτόν· οὐδεὶς γάρ ἐστιν ὃς ποιήσει δύναμιν ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου καὶ δυνήσεται ταχὺ κακολογῆσαί με. Ὅς γὰρ οὐκ ἔστι καθ᾿ ὑμῶν, ὑπὲρ ὑμῶν ἐστιν. Ὅς γὰρ ἂν ποτίσῃ ὑμᾶς ποτήριον ὕδατος ἐν τῷ ὀνόματί μου, ὅτι Χριστοῦ ἐστε, ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐ μὴ ἀπολέσῃ τὸν μισθὸν αὐτοῦ.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
Ἐκεῖνον τὸν καιρόν, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ οἱ μαθηταί του, εἰς τὴν Καπερναοὺμ. Καὶ ὅταν ἤτανε στὸ σπίτι, τοὺς ἐρώτησε, «Τὶ συζητούσατε εἰς τὸν δρόμον;». Αὐτοὶ δ’ ἐσιωποῦσαν, διότι εἶχαν συζητήσει ἀναμεταξύ τους εἰς τὸν δρόμον, ποιός εἶναι μεγαλύτερος. Καὶ ἀφοῦ ἐκάθησε, ἐφώναξε τοὺς δώδεκα καὶ τοὺς λέγει, «Ἐὰν κανεὶς θέλῃ
νὰ εἶναι πρῶτος, πρέπει νὰ εἶναι ὁ τελευταῖος ὅλων καὶ ὑπηρέτης ὅλων». Ὕστερα ἐπῆρε ἕνα παιδί, τὸ ἔβαλε εἰς τὸ μέσον καὶ ἀφοῦ τὸ ἀγκάλιασε τοὺς εἶπε, «Ὅποιος δεχθῇ ἕνα τέτοιο παιδὶ εἰς τὸ ὄνομά μου, δέχεται ἐμέ, καὶ
ὅποιος δεχθῇ ἐμέ, δὲν δέχεται ἐμὲ ἀλλὰ ἐκεῖνον ποὺ μὲ ἔστειλε». Ὁ Ἰωάννης τοῦ εἶπε, «Διδάσκαλε, εἴδαμε κάποιον νὰ βγάζῃ δαιμόνια μὲ τὸ
ὄνομά σου, ὁ ὁποῖος δὲν μᾶς ἀκολουθεῖ καὶ τὸν ἐμποδίσαμε, διότι δὲν μᾶς
ἀκολουθοῦσε». Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε, «Μὴ τὸν ἐμποδίζετε, διότι δὲν εἶναι κανεὶς ὁ ὁποῖος
θὰ κάνῃ θαῦμα μὲ τὸ ὄνομά μου καὶ θὰ μπορέσῃ γρήγορα νὰ μὲ κακολογήσῃ. Διότι ὅποιος δἒν εἶναι ἐναντίον μας, εἶναι μὲ τὸ μέρος μας. Καὶ ὅποιος σᾶς ποτίσῃ ἕνα ποτῆρι νερὸ εἰς τὸ ὄνομά μου, διότι εἶσθε τοῦ
Χριστοῦ, ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅτι δὲν θὰ χάσῃ τὴν ἀνταμοιβήν του».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου