Δεινός χορευτής, εξαιρετικά

ταλαντούχος ηθοποιός με ευρωπαϊκό αέρα, ξεχώρισε γρήγορα, αφού μπορούσε να είναι ο εαυτός του και ο ρόλος του ταυτόχρονα. Δεν ήταν λίγοι αυτοί, άλλωστε, που τον ονόμασαν «Φρεντ Αστέρ» της Ελλάδας.

Ο Ντίνος Ηλιόπουλος έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα, στις 4 Ιουνίου του 2001, σε ηλικία 86 ετών και στο μνήμα του ζήτησε να υπάρχει το μήνυμα: «Με συγχωρείτε κυρίες μου, που δεν μπορώ να σηκωθώ».

Γεννήθηκε το 1915 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, αλλά το κράχ του 1929 ανάγκασε την οικογένεια του να μετακομίσει στην Μασσαλία, όπου και τελείωσε γαλλικό σχολείο. Η ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία του αλλά και η αγωγή που πήρε από το σπίτι του, τον βοήθησαν να μείνει αλώβητος από τις σκληρές εικόνες που αντιμετώπιζε καθημερινά στο λιμάνι της Μασσαλίας. Στον ελεύθερο χρόνο του, διάβαζε και άκουγε τζαζ, ενώ η μεγάλη του λατρεία ήταν ο ξένος κινηματογράφος και τα λαμπερά μιούζικαλ της εποχής.

Όπως είχε δηλώσει ο ίδιος: «Θυμάμαι οι αγαπημένες μου ταινίες ήταν «Τα Φώτα της Πόλης» και «Ο Δικτάτορας» με τον Τσάρλι Τσάπλιν. Έμπαινα στις αίθουσες το πρωί και έβγαινα το βράδυ. Κατάκλεβα τις φιγούρες του Τσάπλιν, τις γκριμάτσες του. Προσπαθούσα να αναλύσω σε βάθος την υποκριτική του. Ήταν για μένα ο πρώτος μου δάσκαλος και του χρωστάω τη μετέπειτα εξέλιξή μου ως ηθοποιός».

Το 1935, και αφού είχε επιστρέψει με την οικογένειά του στην Ελλάδα, σπούδασε εμπορικές επιστήμες στο «Berkshire High Commercial School» της Αθήνας, αλλά καμιά δουλειά δεν κατάφερε να τον γεμίσει στον τομέα αυτό. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας, γνώρισε τον Ντίνο Δημόπουλο και έγιναν αχώριστοι. Λίγο πριν κηρυχθεί ο πόλεμος στην Ελλάδα, αποφασίζουν να δώσουν εξετάσεις στηΔραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Το τρακ του ήταν μεγάλο και καθώς ξεκίνησε με τρεμάμενη φωνή να απαγγέλει ένα ποίημα του Καβάφη, κόπηκε. Το ίδιο και ο Δημόπουλος, που του αναπτέρωσε, όμως, το καταρρακωμένο ηθικό και, έτσι, λίγο αργότερα μπήκε στην Δραματική Σχολή του Γιαννούλη Σαραντίδη, αποφοιτώντας με άριστα το 1942.

Το θεατρικό του ντεμπούτο έγινε το 1944, όταν προσλήφθηκε στον θίασο της κυρίας Κατερίνας, παίζοντας στο έργο του Λέο Λέντς «Κυρία, σας αγαπώ». Ο κινηματογράφος μπήκε στη ζωή του το 1948, όταν έκανε το ντεμπούτο του στη μεγάλη οθόνη με την κωμωδία «100.000 Λίρες» του Αλέκου Λειβαδίτη σε σενάριο Νίκου Τσιφόρου. Το μιούζικαλ ήταν όμως το μεγάλο του πάθος και στην Φίνος Φιλμ βρήκε το έδαφος για να το εκτονώσει. Εκεί ο φακός κατέγραψε τις χορευτικές του ικανότητες και την ευκολία που διέθετε σε αυτό το τόσο δύσκολο είδος. Όλες αυτές οι ταινίες που τον καθιέρωσαν ως ένα από τα μεγάλα κινηματογραφικά αστέρια, κατάφεραν να μεγαλώσουν τρεις γενιές Ελλήνων, όπως είχε πει ο Ντίνος Ηλιόπουλος με καμάρι.