Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2020

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ


«καὶ ἀπολεῖται ὁ ἀσθενῶν ἀδελφὸς ...
δι’ ὃν Χριστὸς ἀπέθανεν» (Α΄ Κορ. Η΄ 11)

Τὶ εἶναι ὁ ἄνθρωπος;

Διαβάζοντας τὰ πάρα πάνω λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, αἰσθάνομαι, ὅτι τὸ πρῶτο ἐρώτημα ποὺ γεννᾶται μέσα μας, εἶναι: «Τὶ εἶναι ἐπὶ τέλους ὁ ἄνθρωπος;». Ὁ ἴδιος ὁ (κοσμικὸς) ἄνθρωπος θὰ ἀπαντήσῃ ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι τὸ βιολογικὸ ἐκεῖνο ὂν, μὲ τὶς συγκεκριμμένες διαστάσεις καὶ τὸ συγκεκριμμένο βάρος, μὲ τὴν
ἐνστικτώδη λογικὴ καὶ τὸ λόγο, καὶ τοῦ ὁποίου ἡ ἀξία ἔγκειται στὸ πόσο ... παράγει καὶ στὸ πόσο ... κοστίζει! Ἴσως τὰ λόγια αὐτὰ θεωρηθοῦν ἀπὸ κάποιους ὑπερβολικά˙ ὅμως ἡ πραγματικότητα εἶμαι βέβαιος ὅτι θὰ μᾶς πείσῃ.
Ὅταν ἕνας ἄνθρωπος ἔρχεται στὴ ζωή, ἐκεῖνο ποὺ ἐνδιαφέρει τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, εἶναι νὰ εἶναι ὑγιὴς καὶ ἀρτιμελὴς. Νὰ εἶναι, στὴ συνέχεια, παραγωγικὸς στὴν κοινωνία καὶ στὴν οἰκογένειά του καὶ ὅταν γεράσῃ καὶ ἀδυνατεῖ νὰ προσφέρει καὶ νὰ παράγῃ, νὰ περιθωριοποιεῖται καὶ νὰ ἐπιταχύνουμε τὸ θάνατό του. Μία λογικὴ, δηλαδή, ὄχι πολὺ διαφορετικὴ ἀπὸ ἐκείνη τῶν ἀρχαίων Σπαρτιατῶν.
Ὅσο κι’ ἂν ἀκούγονται τὰ λόγια αὐτά, σκληρὰ καὶ μακάβρια, μία εἰλικρινὴς θεώρηση θὰ μᾶς πείσῃ. Γιατὶ αὐξήθηκαν καὶ συνεχῶς αὐξάνονται τόσον τὰ ἐγκλήματα τῶν ἐκτρώσεων; Ἀκόμη καὶ οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς σκοτώνουν τὰ παιδιὰ τους μὲ τὸν πλέον στυγνὸ τρόπο, ἐπειδὴ ἴσως γεννηθοῦν μὲ σωματικὰ προβλήματα, ἤ, ἴσως ἐπειδὴ θὰ μᾶς δημιουργήσουν πολλὰ ἔξοδα καὶ θὰ μᾶς ... κοστίζουν! Γιατὶ γεμίζουν τὰ γηροκομεῖα καὶ τὰ ἄσυλα καὶ τὰ «περήφανα γηρατειὰ» πεθαίνουν μακριὰ ἀπὸ τὴ στοργὴ καὶ τὴν ἀγάπη τῶν δικῶν τους ἀνθρώπων; Γιατὶ προωθεῖται καὶ θέλουν νὰ ψηφισθῇ ἡ εὐθανασία; Αὐτὸς δὲν εἶναι ἆραγε ὁ τρόπος σκέψης ἀκόμη καὶ τῶν αὐτοαποκαλούμενων χριστιανῶν; «Μπορεῖς;, παράγεις;, ... σὲ θέλουμε !!! Δὲν μπορεῖς; Θὰ μᾶς εἶσαι βάρος; Δὲν ἔχεις θέση κοντά μας!». Ναί, δυστυχῶς αὐτὴ εἶναι ἡ ἀξία τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὸν ἴδιο τὸν ἄνθρωπο!

«ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω»

Ἀς δοῦμε ὅμως τώρα, πῶς ἀξιολογεῖ τὸν ἄνθρωπο, ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν˙ Ἀνησυχεῖ καὶ φροντίζει, ὥστε νὰ μὴν κάνῃ κάτι τὸ ἐλάχιστο, ποὺ ὁ ὁποιοσδήποτε ... ἄλλος, θὰ σκανδαλισθῇ. Μᾶς ἐκπλήσσει δὲ καὶ τὸ ὅτι τὸν ... ἄλλο τὸν ὀνομάζει ... ἀδελφόν του! Πόσο διαφορετικὴ καὶ ἀνώτερη ἡ ἀξιολόγηση αὐτὴ τοῦ ἀνθρώπου! Δὲν τὸν βλέπει σὰν ὄγκο ἢ σὰν βάρος, δὲν ἀνησυχεῖ ἂν παράγῃ ἢ ἂν κοστίζῃ, ἀλλὰ τὸν νιώθῃ ἀδελφόν του καὶ φοβᾶται μήπως γίνει ὁ ἴδιος αἰτία νὰ ἁμαρτήσῃ ὁ ἀδελφός του καὶ ἐμποδίσει τὴ σωτηρία του.
Ποιὸς νὰ μὴν θαυμάσῃ καὶ νὰ μὴν συγκινηθῇ ἀπὸ μιὰ τέτοια ἀγάπη! Μιὰ ἀγάπη χωρὶς ἐθνοφυλετικὲς διακρίσεις, χωρὶς ρατσιστικὲς διαθέσεις, χωρὶς κερδοσκοπικὲς ἐπιδιώξεις! Μιὰ ἀγάπη μὲ ἀπώτερο σκοπὸ τὴν ψυχικὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν αἰώνια παραδείσια ζωή του. Ἀγάπη, ἀσύγκριτα ἀνώτερη, ἀπὸ αὐτὴ τῶν κατὰ σάρκα γονέων καὶ τῶν κατὰ σάρκα τέκνων καὶ συγγενῶν. Ἀγάπη, ὅπως ὁ ἴδιος ὁ θεῖος Παῦλος τὴν περιγράφει ἐκεῖ στὸ ΙΓ΄ κεφάλαιο τῆς Α΄ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολῆς του: «ἡ ἀγάπη μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, ἡ ἀγάπη οὐ ζηλοῖ, ἡ ἀγάπη οὐ περπερεύεται (δὲν συμπεριφέρεται μὲ ἐγωϊσμό), οὐ φυσιοῦται (δὲν φέρεται μὲ ἀλαζονεία), οὐκ ἀσχημονεῖ, οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς, οὐ παροξύνεται (δὲν θυμώνει), οὐ λογίζεται τὸ κακόν, οὐ χαίρει ἐπὶ τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δὲ τῇ ἀληθείᾳ. πάντα στέγει (σκεπάζει τὰ λάθη τοῦ ἄλλου), πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει. ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει.» (Α΄ Κορινθ. ΙΓ΄ 4-8).
Ποιὸς ἀκόμη θὰ ἀνησυχοῦσε, «ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω»; Σὲ μιὰ ἐποχὴ ἄκρως ἀτομικιστική, ποὺ πέραν τοῦ ἑαυτοῦ μας, δὲν ὑπάρχει κανένα ἐνδιαφέρον, παρὰ στυγνὴ ἐκμετάλευση τοῦ ... ἄλλου, ὁ λόγος αὐτὸς εἶναι ἰδιαίτερα κροτώδης γιὰ ὅλους. «καὶ ἀπολεῖται ὁ ἀσθενῶν ἀδελφὸς» !!! Μιὰ ἀνησυχία ποὺ θἄλεγε κανεὶς πὼς μόνο στὰ παραμύθια θὰ μποροῦσε νὰ περιγραφῇ καὶ μόνο γραφίδες σοφῶν καὶ φιλοσόφων θὰ ἀποτολμοῦσαν νὰ περιγράψουν. Ἀκόμη καὶ σὲ πνευματικοὺς ἀνθρώπους ἢ καὶ σὲ αὐτοὺς τοὺς «ποιμένες», πόσο αἰσθανόμαστε πολλὲς φορὲς τὴν ἀπουσία μιᾶς τέτοιας ἀγάπης, ἢ ἔστω καὶ λίγο ... λιγώτερης! «καὶ ἀπωλεῖται ὁ ἀσθενῶν ἀδελφὸς» !!! Ὦ, ἅγιε Παῦλε, πρέσβευε, νὰ ἔχουμε αὐτὴ τὴν ἅγια εὐαισθησία καὶ ἀγάπη, ἐμεῖς κυρίως, οἱ ποιμένες τοῦ 21ου αἰῶνος.

«δι’ ὃν Χριστὸς ἀπέθανεν»

Ἀλλὰ ἂν ἀποροῦμε γιὰ τὸ μέγεθος τῆς ἀγάπης ποὺ ἔχει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο, ὁ λόγος τὸν ὁποῖον προσθέτει εἶναι ἀκόμη πιὸ χαρακτηριστικός. «Δι’ ὃν Χριστὸς ἀπέθανεν». Αὐτὸς λοιπὸν εἶναι ὁ ἄνθρωπος! Αὐτός, χάριν τοῦ ὁποίου ὁ Ἴδιος ὁ Θεὸς ἀπέθανε. Μέσα στὸ σύμπαν, ποσοτικὰ αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, εἶναι κάτι πάρα πάνω ἀπὸ τὸ ... μηδέν. Ὅμως, ὅταν χάριν αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Ἄπειρος Θεὸς δέχεται ἑκουσίως τὸν πλέον ὀδυνηρὸν καὶ ἀτιμωτικὸν θάνατον, ἀντιλαμβάνεται ὁ καθένας τὴν ἀσύλληπτη ἀξία τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ μέγας Προφητάναξ Δαυῒδ ἔκπληκτος μπροστὰ στὸ μεγαλεῖο αὐτῆς τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο, ἀναφωνεῖ: «Τὶ ἐστιν ἄνθρωπος ὅτι μιμνήσκῃ αὐτοῦ; ἢ υἱὸς ἀνθρώπου ὅτι ἐπισκέπτῃ αὐτόν; Ἠλάττωσας αὐτὸν βραχύ τι παρ’ ἀγγέλους˙ δόξῃ καὶ τιμῇ ἐστεφάνωσας αὐτόν, καὶ κατέστησας αὐτὸν ἐπὶ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν σου. Πάντα ὑπέταξας ὑποκάτω τῶν ποδῶν αὐτοῦ,» (Ψαλμ. Η΄ 5-7).
Αὐτός, λοιπόν, εἶναι ὁ ἄνθρωπος!!! Αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο, μακάρι νὰ βλέπαμε καὶ νὰ ἀξιολογούσαμε ὅλοι μας. Καὶ ὅταν μᾶς χαμογελάῃ ἀλλὰ καὶ ὅταν μᾶς πικραίνῃ. Καὶ ὅταν τὸν ἔχουμε ἀνάγκη, ἀλλὰ καὶ ὅταν αἰσθανόμαστε ὅτι μᾶς γίνεται βάρος. Καὶ τὸν συγγενῆ, ἀλλὰ καὶ τὸν οἵονδήποτε ἄγνωστόν μας. Καὶ τὸν πλούσιο καὶ τὸν πτωχό. Καὶ τὸ δυνατὸ καὶ τὸν ἀδύναμο. Καὶ τὸν «ἐπώνυμο», ἀλλὰ καὶ τὸν «ἀνώνυμο»! Ἔτσι ὅπως τὸν ἀξιολογεῖ ὁ ἴδιος ὁ Θεός!
Τότε ὁ ἄνθρωπος θὰ πάψῃ νὰ αἰσθάνεται θηρίον ἀπάναντι στὸν συνάνθρωπό του καὶ τότε ἡ κοινωνία μας θὰ ὀμορφύνῃ καὶ θὰ γίνῃ ὄντως ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ !

                                             Ἀρχιμ. Τιμόθεος Γ. Παπασταύρου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου