Κυριακὴ τοῦ Ἀσώτου '
ΕΝΑΣ ΑΡΙΘΜΟΣ· 12.672
- (Πρὶν ἀπὸ 70 περίπου χρόνια, τὸ 1952, στὸ περιοδικὸ «Χριστιανικὴ Σπίθα» ὁ ἱερομόναχος Αὐγουστῖνος Καντιώτης, παρακολουθώντας μὲ πόνο ψυχῆς τὴν πορεία τοῦ λαοῦ μας, ἔθιγε μία πληγὴ τῆς Ἑλληνικῆς κοινωνίας, ποὺ σήμερα ἔχει γίνει ἀσυγκρίτως σοβαρώτερη· ἦταν ἡ διάλυσι τῆς οἰκογενείας. Μέσα σὲ δέκα χρόνια τότε, ἀπὸ τὸ 1940 μέχρι τὸ 1950, τὰ διαζύγια εἶχαν σχεδὸν εἰκοσαπλασιασθῆ, ἀπὸ 700 ἔφτασαν τὰ 13.000 περίπου. Ἔκρουε λοιπὸν τὴν ἐποχὴ ἐκείνη τὸν κώδωνα τοῦ κινδύνου μὲ ἕνα ἄρθρο, ποὺ ἀντὶ γιὰ τίτλο εἶχε ἕνα θλιβερὸ ἀριθμό· 12.672. Ἦταν ὁ ἀριθμὸς τῶν διαζυγίων. Σήμερα, ποὺ τὸ κακὸ ἔχει πάρει ἀνεξέλεγκτες πλέον διαστάσεις, ἀξίζει νὰ τὸ θυμηθοῦμε. Στὸ ἄρθρο αὐτὸ διαπίστωνε τὴν σοβαρότητα τοῦ κακοῦ, ὑπογράμμιζε τὰ αἴτια τῆς συμφορᾶς καὶ ἐπρότεινε μέτρα θεραπείας). Ἂς τὸν ἀκούσουμε ὅλοι, λαὸς καὶ ἄρχοντες, καὶ ἂς βάλουμε μυαλὸ ὅσο ὑπάρχει καιρός)
12.672, ἀγαπητοί μου! Ἕνας ἀριθμὸς γίνεται τίτλος ἄρθρου; περίεργο! θὰ πῆτε. Τί
σημαίνει ὁ πενταψήφιος αὐτὸς ἀριθμός; Τί σημαίνει; Σημαίνει, νὰ κρυφτοῦμε ὅλοι στὶς τρύπες καὶ τὰ σπήλαια τῆς γῆς κ᾽ ἐκεῖ νὰ κλαῖμε. Ὁ ἀριθμὸς αὐτὸς δηλώνει τὰ θύματα μιᾶς συμφορᾶς, γιὰ τὴν ὁποία θρηνεῖ ἡ Ἑλλάδα. Ἂν –μὴ γένοιτο– γινόταν στὴν πρωτεύουσα σεισμὸς καὶ γκρεμίζονταν 12.672 σπίτια, οἱ κυβερνῶντες θὰ τὸ χαρακτήριζαν ὡς ἐθνικὴ συμφορά. Ἀλλὰ ἐδῶ πρόκειται γιὰ κάτι τραγικώτερο· θρηνοῦμε τὴν καταστροφὴ ὄχι ἀψύχων ἀλλὰ ἐμψύχων οἰκοδομῶν· θρηνοῦμε ὄχι φόνους ἀλλὰ κάτι χειρότερο, τὴν διάλυσι τοῦ γάμου τῶν ὀρθοδόξων, τὴν διάσπασι τῆς οἰκογενείας, τὸν χωρισμὸ τῶν συζύγων, ποὺ εἶνε κάτι χειρότερο ἀπὸ φόνο. Γι᾽ αὐτὸ πυκνὰ σύννεφα ὀργῆς τοῦ Θεοῦ συσσωρεύονται καὶ ἡ γῆ τῆς πατρίδος μας σείεται.
* * *
Ὁ βαθμὸς σοβαρότητος τῆς συμφορᾶς εἶνε μεγάλος καὶ πρέπει νὰ μᾶς ἀφυπνίσῃ.
Διαζύγιο. Ἦταν κάποτε ἐποχὴ ποὺ τὸ διαζύγιο καὶ ὡς λέξις ἀκόμα προξενοῦσε τρόμο μεγαλύτερο ἀπὸ τὴ λέξι θάνατος· τώρα,
Διαζύγιο. Ἦταν κάποτε ἐποχὴ ποὺ τὸ διαζύγιο καὶ ὡς λέξις ἀκόμα προξενοῦσε τρόμο μεγαλύτερο ἀπὸ τὴ λέξι θάνατος· τώρα,
στὸν αἰῶνα τοῦ πανσεξουαλισμοῦ, δὲν προξενεῖ τρόμο ἀλλὰ θεωρεῖται κάτι φυσικό, καὶ χωρίζουν τὰ ἀντρόγυνα κατὰ χιλιάδες καὶ μάλιστα στὴν Ἀθήνα. Ὁ ἀριθμὸς τῶν διαζυγίων ποὺ ἐκδόθηκαν ἀπὸ τὸ εἰδικὸ γραφεῖο τῆς ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν κατὰ τὴν δωδεκαετία 1940 – 1951 εἶνε τρομακτικός· 12.672! Καὶ ἂν σ᾽ αὐτὸν προστεθοῦν τὰ διαζύγια ποὺ ἐκδόθηκαν στὶς ἄλλες μητροπόλεις τῆς πατρίδος μας, ὁ ἀριθμὸς τοὐλάχιστον θὰ τριπλασιασθῇ, θὰ πλησιάσῃ τὶς 40.000. Ὁ 1 στοὺς 4 γάμους διαλύεται. Ὡραῖος μαραθώνειος δρόμος ταχύτητος! Τώρα καὶ οἱ πιὸ αἰσιόδοξοι χαμηλώνουν τοὺς τόνους καὶ προσγειώνονται στὴν σκληρὴ πραγματικότητα. Πάλι καλὰ ποὺ ξυπνήσατε. Τώρα ἕνα πρᾶγμα σῴζει· ἐπιστροφὴ στὸ «γνῶθι σαυτόν», συναίσθησι τῆς ἀδυναμίας, τῶν σφαλμάτων, τῆς εὐθύνης ὅλων μας.
* * *
Ἂς προσπαθήσουμε, ἀγαπητοί μου, νὰ ἐντοπίσουμε τὰ αἴτια τῆς συμφορᾶς καὶ νὰ ἀναζητήσουμε κάποια μέτρα θεραπείας.
12.672 διαζύγια = 12.672 τάφοι, μέσα στοὺς ὁποίους θάφτηκαν ἐλπίδες, ὄνειρα, πόθοι, ὑποσχέσεις, ὅρκοι, ἀρραβῶνες, στέφανα, λίκνα παιδιῶν, ὅλα. Καὶ πάνω στοὺς τάφους αὐτοὺς ἡ Ἑλλάδα κλαίει, θρηνεῖ καὶ ἐξετάζει τὰ αἴτια τῆς συμφορᾶς. Τὰ αἴτια εἶνε πολλά· δὲν εἶνε μόνο τὰ πορνογραφήματα καὶ τὰ ἀνήθικα ἔργα θεάτρου καὶ κινηματογράφου, εἶνε καὶ ἄλλα πολλά. Παραλείποντας ὅλα τὰ ἄλλα ἀναφέρω ὡς συντελεστὴ τῆς αὐξήσεως τῶν διαζυγίων τὴν δυσανάλογη πρὸς τὸν πληθυσμὸ τῆς μικρῆς μας χώρας αὔξησι τοῦ πληθυσμοῦ τῶν Ἀθηνῶν, τὴν ἀφύσικη δημιουργία μιᾶς τεραστίας πρωτευούσης.
Ὁ πληθυσμὸς αὐτὸς γίνεται εὔκολη λεία τῆς ἁμαρτίας, ἡ ὁποία ἔτσι γίνεται «εὐπερίστατος» (Ἑβρ. 12,1) γιὰ τοὺς ἑξῆς λόγους. Ὁ καθένας ἀγνοεῖ τὸν γείτονά του καὶ δὲν ὑπάρχει ἡ κοινὴ γνώμη ποὺ μαστιγώνει τὸν ἔνοχο. Τὸ ἄνομο χρῆμα, ποὺ διαθέτουν μερικοί, παγιδεύει τὴν ἀθῳότητα καὶ καταπληγώνει τὴν παρθενία. Τὰ ποικίλα θεάματα καὶ ἀκούσματα δελεάζουν τὶς αἰσθήσεις, ἐκτρέπουν τὸ λογισμό, παρασύρουν τὴ γλῶσσα. Ὁ ῥαδιοφωνικὸς σταθμὸς τῶν Ἀθηνῶν ζεύχθηκε στὸ ἅρμα τῆς Ἀφροδίτης, μολύνει ἀκόμη καὶ νήπια. Τὸ πλῆθος τῶν ξένων, ἀλλογλώσσων, ἀλλοθρήσκων καὶ ἀλλοδόξων, μὲ τὸ χρῆμα τους μεταβάλλουν τὴν Ἀθήνα σὲ Βαβυλῶνα.
Ἐὰν δὲν ληφθοῦν μέτρα νὰ περιορισθῇ ὁ πληθυσμὸς τῆς πρωτευούσης στὰ φυσιολογικὰ ὅρια ὁ δὲ πλεονάζων πληθυσμὸς νὰ ὁδηγηθῇ στὴν ὕπαιθρο, ἡ πατρίδα διατρέχει μέγιστο κίνδυνο· στὴν Ἀθήνα σκάβεται ὁ τάφος τῆς Ἑλλάδος, καὶ τὰ διαζύγια εἶνε οἱ πρῶτοι τριγμοὶ τοῦ οἰκοδομήματος.
Ἐπιβάλλεται λοιπὸν καὶ ἡ ταχεῖα ἀποσυμφόρησις τῶν Ἀθηνῶν, ἀλλὰ ἡ βαθύτερη αἰτία τῆς ἐκλύσεως τῶν ἠθῶν καὶ τῆς αὐξήσεως τῶν διαζυγίων εἶνε ἡ πρωτοφανὴς ἠθικὴ καὶ θρησκευτικὴ κρίσις ποὺ σημειώθηκε στὰ βάθη τοῦ λαοῦ μας. Λείπει ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ἐπέρχεται ἀσυδοσία καὶ ἀποχαλίνωσις ὁρμῶν καὶ παθῶν, καὶ κυριαρχεῖ μία ἀνεξέλεγκτη ζωὴ ὑπὸ τὸ πρόσχημα τῆς ἐλευθερίας.
Ἡ ἁμαρτία δημιούργησε καθεστώς, ποὺ παρασύρει καὶ τρομοκρατεῖ ἀκόμη καὶ τοὺς ταγοὺς τῆς Ἐκκλησίας. Λίγες καὶ ἀνίσχυρες φωνὲς διαμαρτυρίας ἀκούγονται, ποὺ χάνονται μέσα στὴ Σαχάρα τῆς γενικῆς ἀδιαφορίας. Ἡ ἐπίσημος ἐκκλησία ἀδιαφορεῖ, κοιμᾶται. Κι ὁ ὕπνος της δὲν εἶνε τωρινός, ἔχει ἀρχίσει ἤδη ἀπὸ τὸ 1920, ὅταν ἕνας ἀσεβὴς ὑπουργὸς τῶν ἐκκλησιαστικῶν καὶ τῆς παιδείας, ὁ Ἰωάννης Τσιριμῶκος (1867-1934), νομοθέτησε ὡς λόγο διαζυγίου τὸ ἀσυμβίβαστο τῶν χαρακτήρων καὶ ἐπέτρεψε τὴ διάλυσι τῶν γάμων τῶν ὀρθοδόξων ἀκόμα καὶ γιὰ ἕνα φτέρνισμα. Ἡ τότε Ἱεραρχία ὑπέκυψε δυστυχῶς πρὸ τοῦ κράτους, ὅπως παρατηρεῖ ὁ καθηγητὴς Χρῆστος Ἀνδροῦτσος (βλ. Σύστημα Ἠθικῆς, σ. 303), καὶ ἄφησε νὰ διαφύγῃ ἀπὸ τὰ χέρια της ἡ πνευματικὴ ἐξουσία ποὺ ἔχει ἐπὶ τῶν γάμων καὶ τῶν διαζυγίων. Καὶ τὸ φοβερώτερο· προσέρχεται τελευταία γιὰ νὰ ἐπικυρώσῃ καὶ νὰ προσυπογράψῃ ἀντιχριστιανικὲς ἀποφάσεις πολιτικῶν δικαστηρίων, μὲ τὶς ὁποῖες καταπατεῖται ὁ περὶ γάμου καὶ διαζυγίου νόμος τοῦ αἰωνίου νομοθέτου Χριστοῦ. Τί μεγάλη πτῶσις!
12.672 διαζύγια = 12.672 τάφοι, μέσα στοὺς ὁποίους θάφτηκαν ἐλπίδες, ὄνειρα, πόθοι, ὑποσχέσεις, ὅρκοι, ἀρραβῶνες, στέφανα, λίκνα παιδιῶν, ὅλα. Καὶ πάνω στοὺς τάφους αὐτοὺς ἡ Ἑλλάδα κλαίει, θρηνεῖ καὶ ἐξετάζει τὰ αἴτια τῆς συμφορᾶς. Τὰ αἴτια εἶνε πολλά· δὲν εἶνε μόνο τὰ πορνογραφήματα καὶ τὰ ἀνήθικα ἔργα θεάτρου καὶ κινηματογράφου, εἶνε καὶ ἄλλα πολλά. Παραλείποντας ὅλα τὰ ἄλλα ἀναφέρω ὡς συντελεστὴ τῆς αὐξήσεως τῶν διαζυγίων τὴν δυσανάλογη πρὸς τὸν πληθυσμὸ τῆς μικρῆς μας χώρας αὔξησι τοῦ πληθυσμοῦ τῶν Ἀθηνῶν, τὴν ἀφύσικη δημιουργία μιᾶς τεραστίας πρωτευούσης.
Ὁ πληθυσμὸς αὐτὸς γίνεται εὔκολη λεία τῆς ἁμαρτίας, ἡ ὁποία ἔτσι γίνεται «εὐπερίστατος» (Ἑβρ. 12,1) γιὰ τοὺς ἑξῆς λόγους. Ὁ καθένας ἀγνοεῖ τὸν γείτονά του καὶ δὲν ὑπάρχει ἡ κοινὴ γνώμη ποὺ μαστιγώνει τὸν ἔνοχο. Τὸ ἄνομο χρῆμα, ποὺ διαθέτουν μερικοί, παγιδεύει τὴν ἀθῳότητα καὶ καταπληγώνει τὴν παρθενία. Τὰ ποικίλα θεάματα καὶ ἀκούσματα δελεάζουν τὶς αἰσθήσεις, ἐκτρέπουν τὸ λογισμό, παρασύρουν τὴ γλῶσσα. Ὁ ῥαδιοφωνικὸς σταθμὸς τῶν Ἀθηνῶν ζεύχθηκε στὸ ἅρμα τῆς Ἀφροδίτης, μολύνει ἀκόμη καὶ νήπια. Τὸ πλῆθος τῶν ξένων, ἀλλογλώσσων, ἀλλοθρήσκων καὶ ἀλλοδόξων, μὲ τὸ χρῆμα τους μεταβάλλουν τὴν Ἀθήνα σὲ Βαβυλῶνα.
Ἐὰν δὲν ληφθοῦν μέτρα νὰ περιορισθῇ ὁ πληθυσμὸς τῆς πρωτευούσης στὰ φυσιολογικὰ ὅρια ὁ δὲ πλεονάζων πληθυσμὸς νὰ ὁδηγηθῇ στὴν ὕπαιθρο, ἡ πατρίδα διατρέχει μέγιστο κίνδυνο· στὴν Ἀθήνα σκάβεται ὁ τάφος τῆς Ἑλλάδος, καὶ τὰ διαζύγια εἶνε οἱ πρῶτοι τριγμοὶ τοῦ οἰκοδομήματος.
Ἐπιβάλλεται λοιπὸν καὶ ἡ ταχεῖα ἀποσυμφόρησις τῶν Ἀθηνῶν, ἀλλὰ ἡ βαθύτερη αἰτία τῆς ἐκλύσεως τῶν ἠθῶν καὶ τῆς αὐξήσεως τῶν διαζυγίων εἶνε ἡ πρωτοφανὴς ἠθικὴ καὶ θρησκευτικὴ κρίσις ποὺ σημειώθηκε στὰ βάθη τοῦ λαοῦ μας. Λείπει ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ἐπέρχεται ἀσυδοσία καὶ ἀποχαλίνωσις ὁρμῶν καὶ παθῶν, καὶ κυριαρχεῖ μία ἀνεξέλεγκτη ζωὴ ὑπὸ τὸ πρόσχημα τῆς ἐλευθερίας.
Ἡ ἁμαρτία δημιούργησε καθεστώς, ποὺ παρασύρει καὶ τρομοκρατεῖ ἀκόμη καὶ τοὺς ταγοὺς τῆς Ἐκκλησίας. Λίγες καὶ ἀνίσχυρες φωνὲς διαμαρτυρίας ἀκούγονται, ποὺ χάνονται μέσα στὴ Σαχάρα τῆς γενικῆς ἀδιαφορίας. Ἡ ἐπίσημος ἐκκλησία ἀδιαφορεῖ, κοιμᾶται. Κι ὁ ὕπνος της δὲν εἶνε τωρινός, ἔχει ἀρχίσει ἤδη ἀπὸ τὸ 1920, ὅταν ἕνας ἀσεβὴς ὑπουργὸς τῶν ἐκκλησιαστικῶν καὶ τῆς παιδείας, ὁ Ἰωάννης Τσιριμῶκος (1867-1934), νομοθέτησε ὡς λόγο διαζυγίου τὸ ἀσυμβίβαστο τῶν χαρακτήρων καὶ ἐπέτρεψε τὴ διάλυσι τῶν γάμων τῶν ὀρθοδόξων ἀκόμα καὶ γιὰ ἕνα φτέρνισμα. Ἡ τότε Ἱεραρχία ὑπέκυψε δυστυχῶς πρὸ τοῦ κράτους, ὅπως παρατηρεῖ ὁ καθηγητὴς Χρῆστος Ἀνδροῦτσος (βλ. Σύστημα Ἠθικῆς, σ. 303), καὶ ἄφησε νὰ διαφύγῃ ἀπὸ τὰ χέρια της ἡ πνευματικὴ ἐξουσία ποὺ ἔχει ἐπὶ τῶν γάμων καὶ τῶν διαζυγίων. Καὶ τὸ φοβερώτερο· προσέρχεται τελευταία γιὰ νὰ ἐπικυρώσῃ καὶ νὰ προσυπογράψῃ ἀντιχριστιανικὲς ἀποφάσεις πολιτικῶν δικαστηρίων, μὲ τὶς ὁποῖες καταπατεῖται ὁ περὶ γάμου καὶ διαζυγίου νόμος τοῦ αἰωνίου νομοθέτου Χριστοῦ. Τί μεγάλη πτῶσις!
* * *
Ἐπὶ 400 χρόνια τουρκικοῦ ζυγοῦ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία οὐδέποτε στερήθηκε τὸ δικαίωμά της νὰ ῥυθμίζῃ αὐτὴ ἐπὶ τῇ βάσει τοῦ Εὐαγγελίου τὰ τῶν γάμων καὶ διαζυγίων τῶν τέκνων της. Σὲ κανένα δὲν ἐπέτρεπε ν᾽ ἀναμιχθῇ. Τὸ 1890 τὸ δικαστήριο τοῦ σουλτάνου τόλμησε νὰ χορηγήσῃ διαζύγιο σὲ κάποιον ὀρθόδοξο ὀνόματι Ψιακῆ, ἀλλὰ τὸ Πατριαρχεῖο μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν πατριάρχη Διονύσιο τὸν Ε΄ ἔδωσε ἀγῶνα γιὰ τὰ προνόμια τῆς Ἐκκλησίας· ὁ πατριάρχης ὑπέβαλε παραίτησι, κήρυξε τὴν Ἐκκλησία ἐν διωγμῷ, καὶ διέταξε τὸ κλείσιμο τῶν ναῶν. Τελικὰ ἡ Πύλη ὑπέκυψε. Ὁ γάμος, τὰ διαζύγια κι αὐτὲς ἀκόμα οἱ οἰκονομικὲς συνέπειές τους παρέμειναν ἐξ ὁλοκλήρου στὴν δικαιοδοσία τῆς Ἐκκλησίας, καὶ αὐτὸ ἐνεγράφη ὡς πρῶτο ἄρθρο στὸ πρακτικὸ τῆς συμφωνίας μεταξὺ Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας, Πατριαρχείου καὶ Σουλτανικοῦ καθεστῶτος, καὶ τότε μόνο ὁ πατριάρχης διέταξε ν᾽ ἀνοίξουν οἱ ναοί. Ἦταν ἡ ἀλησμόνητη νύχτα τῆς 24ης Δεκεμβρίου 1890, ὅταν ὁ Τηλέγραφος μετέδιδε ἐπειγόντως τὴ χαρμόσυνη εἴδησι. Ποιός μπορεῖ νὰ περιγράψῃ τὴ συγκίνησι τῶν ὀρθοδόξων; Ὁ ποιητὴς Κώστας Κρυστάλλης, νέος τότε, μένοντας στὰ Ἰωάννινα ἄκουσε τὶς καμπάνες, πῆγε στὸ μητροπολιτικὸ ναό, πληροφορήθηκε τὸ θρίαμβο τῆς μητέρας Ἐκκλησίας, ἀναλύθηκε σὲ δάκρυα, καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια ἔγραψε στὰ πεζογραφήματά του· «Θεέ μου, δῶσε πάντα δύναμη τῆς ἐκκλησίας νὰ βγαίνῃ νικήτρια… καὶ νὰ ἰδοῦμε ἄστρο ἐλευθεριᾶς, τὸ Χριστουγεννιάτικο ἄστρο».
Ὑπὸ σουλτᾶνον Χαμὶτ τὸν Β΄ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία νικοῦσε διασῴζοντας τὴν πνευματική της αὐτοτέλεια, καὶ τώρα ὑπὸ δημοκρατικὸ ἐλεύθερο καὶ χριστιανικὸ πολίτευμα ἡττᾶται συνεχῶς καὶ παρέδωσε ἀντὶ πινακίου φακῆς τὰ πρωτοτόκιά της.
Μακαριώτατε καὶ σεβασμιώτατοι, ποῦ πᾶμε; Δὲν θὰ βρεθῇ ἆραγε ἕνας ἐπίσκοπος ἢ ἀρχιεπίσκοπος νὰ μιμηθῇ τὸν Διονύσιο τὸν Ε΄ καὶ νὰ πῇ· Ἑλληνικὸ κράτος, ἄλτ! «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις» (Πράξ. 5,29); ὁ γάμος τῶν ὀρθοδόξων τέκνων μου μόνο λόγῳ θανάτου ἢ μοιχείας διαλύεται, κι αὐτὸ μόνο μετὰ ἀπὸ ἀπόφασι δικοῦ μου πνευματικοῦ δικαστηρίου.
Θ᾽ ἀκούσουμε ἆραγε μιὰ τέτοια φωνή;
Ὑπὸ σουλτᾶνον Χαμὶτ τὸν Β΄ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία νικοῦσε διασῴζοντας τὴν πνευματική της αὐτοτέλεια, καὶ τώρα ὑπὸ δημοκρατικὸ ἐλεύθερο καὶ χριστιανικὸ πολίτευμα ἡττᾶται συνεχῶς καὶ παρέδωσε ἀντὶ πινακίου φακῆς τὰ πρωτοτόκιά της.
Μακαριώτατε καὶ σεβασμιώτατοι, ποῦ πᾶμε; Δὲν θὰ βρεθῇ ἆραγε ἕνας ἐπίσκοπος ἢ ἀρχιεπίσκοπος νὰ μιμηθῇ τὸν Διονύσιο τὸν Ε΄ καὶ νὰ πῇ· Ἑλληνικὸ κράτος, ἄλτ! «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις» (Πράξ. 5,29); ὁ γάμος τῶν ὀρθοδόξων τέκνων μου μόνο λόγῳ θανάτου ἢ μοιχείας διαλύεται, κι αὐτὸ μόνο μετὰ ἀπὸ ἀπόφασι δικοῦ μου πνευματικοῦ δικαστηρίου.
Θ᾽ ἀκούσουμε ἆραγε μιὰ τέτοια φωνή;
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου