Η ΑΓΙΑ ΘΕΚΛΑ Ἡ παμμακάριστος καὶ πανεύφημος πρωτομάρτυς καὶ ἰσαπόστολος τοῦ Χριστοῦ
Η ΑΓΙΑ ΘΕΚΛΑ
Ἡ παμμακάριστος καὶ πανεύφημος πρωτομάρτυς
καὶ ἰσαπόστολος τοῦ Χριστοῦ
Ἀριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος Ἐκπαιδευτικὸς
. Ἡ πλούσια ἱεραποστολικὴ
δράση τοῦ οὐρανοβάμονος Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου ἔδωσε τὴν εὐκαιρία νὰ
γνωρίσουν τὸ σωτήριο μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ ἄνδρες καὶ
γυναῖκες ποὺ σαγηνεύτηκαν ἀπὸ τὸ σταυροαναστάσιμο κήρυγμά του καὶ
ἀναδείχθηκαν κατόπιν πύρινοι κήρυκες τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας.
Ἀνάμεσα στὶς ἁγιασμένες μορφὲς ποὺ ἐγκολπώθηκαν τὸν Κύριο «ἡμῶν Ἰησοῦ
Χριστὸ μέσα ἀπὸ τὴ διδασκαλία τοῦ μεγάλου κήρυκος καὶ εὐαγγελιστοῦ τῆς
χριστιανικῆς ἀλήθειας, Ἀποστόλου Παύλου, εἶναι καὶ ἡ τιμωμεένη ἀπὸ τὴν
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας στὶς 24 Σεπτεμβρίου πρωτομάρτυς καὶ ἰσαπόστολος
τοῦ Χριστοῦ Ἁγία Θέκλα, ἡ «τοῦ Παύλου συνέκδημος, ὡς καθαρὰ τὴν ψυχήν,
καὶ πρώταθλος πέφηνας, ἐν γυναιξὶν εὐκλεῶς», ὅπως ὑμνεῖται μέσα ἀπὸ τὸ
ἀπολυτίκιό της.
. Περὶ τὰ μέσα τοῦ 1ου μ.Χ. αἰώνα καὶ κατὰ τὴ διάρκεια τῆς
πρώτης ἀποστολικῆς του περιοδείας ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔφτασε ἀπὸ τὴν
Ἀντιόχεια στὸ Ἰκόνιο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας γιὰ νὰ κηρύξει τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ
Χριστοῦ. Στὴν περιοδεία του αὐτὴ τὸν συνόδευαν ὁ Δημᾶς καὶ ὁ Ἑρμογένης,
οἱ ὁποῖοι προσποιοῦνταν ὅτι εἶναι εὐσεβεῖς, στὴν πραγματικότητα ὅμως
διακρίνονταν γιὰ τὴν πονηρία καὶ τὴν ὑποκρισία τους. Στὸ Ἰκόνιο ὁ Παῦλος
φιλοξενήθηκε μαζὶ μὲ τοὺς δύο συνοδούς του στὸ σπίτι τοῦ εὐσεβοῦς
Ὀνησιφόρου, ὁ ὁποῖος τὸν ὑποδέχθηκε στὴν πόλη μὲ ἰδιαίτερο σεβασμὸ καὶ
ἀγάπη, ἐνῶ μέσα ἀπὸ τὴν εἰρωνικὴ συμπεριφορὰ τῶν δύο συνοδῶν ἀντιλήφθηκε
ἀμέσως τὸν πονηρὸ τρόπο σκέψης τους. Τὸ σπίτι τοῦ Ὀνησιφόρου
μετατράπηκε σύντομα σὲ χῶρο διδασκαλίας τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ πλῆθος
ἀνθρώπων συνέρεε ἐκεῖ γιὰ νὰ ἀκούσει τὸ κήρυγμα τοῦ θεηγόρου Ἀποστόλου.
Ἀπὸ τὸ Ἰκόνιο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καταγόταν ὅμως καὶ ἡ Θέκλα, ἡ μετέπειτα
ἔνδοξος πρωτομάρτυς καὶ ἰσαπόστολος τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ἦταν κόρη
εἰδωλολατρῶν, κάποιου εὐγενοῦς ἀνδρὸς ποὺ τὸ ὄνομά του παραμένει ἄγνωστο
καὶ τῆς Ἑλληνίδος Θεοκλείας, ἐνῶ σὲ ἡλικία δεκαοκτὼ ἐτῶν ἀρραβωνιάστηκε
μ’ ἕναν νέο, ὀνόματι Θάμυρι. Ἀκούγοντας ἡ πάνσεμνος Θέκλα ἀπὸ ἕνα
παράθυρο τοὺς γλυκυτάτους καὶ θεοπνεύστους λόγους τοῦ μακαρίου Παύλου,
σαγηνεύτηκε τόσο πολὺ ἀπὸ τὸ μεγαλεῖο τῆς χριστιανικῆς πίστεως, ὥστε ἐπὶ
τρία ὁλόκληρα μερόνυχτα ἄκουγε μὲ θαυμασμὸ καὶ εὐχαρίστηση τὸ κήρυγμα
γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, λησμονώντας ἀκόμη καὶ νὰ φάει καὶ νὰ πιεῖ νερό.
. Ἡ ἀπρόσμενη αὐτὴ ἀλλαγὴ συμπεριφορᾶς τῆς Θέκλας ἀνησύχησε
τὴ μητέρα της, ἡ ὁποία ἐνημέρωσε ἀμέσως τὸν ἀρραβωνιαστικό της, τὸν
Θάμυρι, ζητώντας του νὰ πάει ἀμέσως στὸ σπίτι τοῦ Ὀνησιφόρου, ὅπου ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος κήρυττε τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, προκειμένου νὰ τὴν
πείσει νὰ ἐπιστρέψει στὸ σπίτι της. Ἡ Θέκλα ὅμως ἔμεινε σταθερὴ καὶ
ἀκλόνητη στὴν ἀπόφασή της νὰ γίνει νύμφη τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ διαφυλάξει
τὴν παρθενία της. Μάλιστα παρὰ τὶς ἀπειλὲς τοῦ ἀρραβωνιαστικοῦ της
παρέμεινε προσηλωμένη στὸ κήρυγμα τοῦ οὐρανοβάμονος Ἀποστόλου. Τότε ὁ
Θάμυρις ἐξοργίστηκε γιὰ τὴν ἐπιμονὴ καὶ προσκόλλησή της στὴ διδασκαλία
τοῦ Παύλου καὶ ἀποφάσισε νὰ τὸν ἐκδικηθεῖ. Μόλις οἱ δύο πανοῦργοι
συνοδοὶ τοῦ Παύλου, ὁ Δημᾶς καὶ ὁ Ἑρμογένης, ἀντιλήφθηκαν τὴν ὀργὴ καὶ
τὴν ἀγανάκτησή του, τὸν ἐνημέρωσαν ὅτι ὁ Παῦλος διδάσκει ὅτι ὅποιος
διαφυλάσσει τὴν παρθενία του μένει ἀθάνατος. Ἔτσι μὲ τὸν λόγο του αὐτὸ
παροτρύνονται οἱ γυναῖκες νὰ μένουν παρθένες καὶ νὰ χωρίζουν ἀπὸ τοὺς
ἄνδρες τους. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ δύο μιαροὶ συνοδοὶ τοῦ Παύλου παρότρυναν
τὸν Θάμυρι νὰ διαβάλει τὸν θεόπνευστο Ἀπόστολο στὸν ἡγεμόνα τῆς πόλεως,
ὥστε νὰ τιμωρηθεῖ παραδειγματικά. Μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο θὰ φοβόταν ἡ Θέκλα
καὶ θὰ ἀναγκαζόταν νὰ ἐπιστρέψει στὸν σύζυγό της. Ἔτσι ὁ ἐξαγριωμένος
Θάμυρις εἰσέβαλε στὸ σπίτι τοῦ Ὀνησιφόρου καὶ ὁδήγησε διὰ τῆς βίας τὸν
Παῦλο στὸν ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος ἔδωσε τὴν ἐντολὴ νὰ τὸν φυλακίσουν γιὰ
μερικὲς ἡμέρες μέχρι νὰ δικαστεῖ.
. Μόλις πληροφορήθηκε ἡ
Θέκλα τὰ συμβάντα, ἀποφάσισε πυρπολουμένη ἀπὸ θεῖο ἔρωτα νὰ μαρτυρήσει
γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ πῆγε στὴ φυλακὴ καὶ ἀφοῦ
πλησίασε τὸν δεσμοφύλακα, τοῦ ἔδωσε ὅλα τὰ χρυσά της κοσμήματα μὲ τὴν
ὑπόσχεση νὰ τῆς ἐπιτρέψει νὰ ἐπισκεφθεῖ τὸν Παῦλο. Ὁ δεσμοφύλακας τὴν
ἄφησε καὶ τότε ἡ Θέκλα κατηχήθηκε ἀπὸ τὸν θεηγόρο Ἀπόστολο στὸν θησαυρὸ
τῆς χριστιανικῆς πίστεως, γενομένη ἔνθερμος ἀκόλουθος τοῦ λόγου τοῦ
Θεοῦ. Ὅταν ὅμως ἄρχισε ὁ Θάμυρις νὰ τὴν ἀναζητᾶ, τὴν ἀνακάλυψε κατόπιν
πληροφοριῶν ἀπὸ κάποιον δοῦλο μέσα στὴ φυλακὴ καὶ μάλιστα καθισμένη
μπροστὰ στὰ πόδια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Τὸ ὅλο θέαμα τὸν ἐξόργισε σὲ
τέτοιο βαθμό, ὥστε ἀποφάσισε νὰ συγκεντρώσει τὸν ὄχλο καὶ νὰ πάει στὸν
ἡγεμόνα, ζητώντας τὴν παραδειγματικὴ τιμωρία τόσο τοῦ Παύλου ὅσο καὶ τῆς
Θέκλας. Ἔτσι κατ’ ἐντολὴν τοῦ ἡγεμόνα ὁδηγήθηκαν καὶ οἱ δύο ἐνώπιόν
του. Ὁ Παῦλος ἀφέθηκε ἐλεύθερος, ἀφοῦ πρῶτα μαστιγώθηκε ἀνελέητα,
κατόπιν δὲ ἀναγκάσθηκε νὰ διωχθεῖ ἀπὸ τὸ Ἰκόνιο. Γιὰ τὴ Θέκλα ὅμως
δόθηκε ἡ ἐντολὴ νὰ καεῖ στὴ μέση τοῦ θεάτρου, γιὰ νὰ φοβηθοῦν οἱ
ὑπόλοιπες γυναῖκες καὶ νὰ μὴν ἐγκαταλείπουν τοὺς ἄνδρες τους. Ἡ τιμωρία
μάλιστα αὐτὴ ἐπελέγη μὲ τὴν προτροπὴ τῆς ἴδιας τῆς μητέρας της ποὺ
ἐξαγριώθηκε ἀπὸ τὴν προσήλωση τῆς κόρης της στὸν Παῦλο. Σ’ αὐτὴ τὴν
κρίσιμη στιγμὴ ἡ ἐνάρετος καὶ πάνσεμνος νύμφη τοῦ Χριστοῦ Θέκλα
ἐνισχύθηκε ψυχικὰ ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου, ὁ Ὁποῖος μὲ τὴ μορφὴ τοῦ
Παύλου κάθισε ἀνάμεσα στὸν ὄχλο ποὺ εἶχε συγκεντρωθεῖ στὸ θέατρο. Μόλις
ἐνθαρρύνθηκε ἀπὸ τὴ θεόσταλτη αὐτὴ παρουσία, εἶδε τὸν Κύριο νὰ ἀνεβαίνει
στοὺς οὐρανούς, γεγονὸς ποὺ τὴν ἔκανε νὰ βεβαιωθεῖ γιὰ τὴν
αὐθεντικότητα τῆς διδασκαλίας τοῦ Παύλου καὶ τῆς ἀκράδαντης ἀλήθειας ποὺ
ἐμπεριέχεται στοὺς θεόπνευστους λόγους του. Ἔτσι ὁπλισμένη μὲ
ἀξιοθαύμαστο θάρρος καὶ ἀνείπωτη χαρὰ πορευόταν πρὸς τὸ μαρτύριο πρὸς
δόξαν τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου μας. Μόλις ἔβαλαν φωτιὰ καὶ τὴ γύμνωσαν, ὁ
ἡγεμόνας κυριεύτηκε ἀπὸ βαθιὰ λύπη, ἀντικρίζοντας τὴν ἀπερίγραπτη
ὀμορφιὰ τῆς νεαρῆς κοπέλας. Ἡ Θέκλα ὅμως ἔμεινε ἀκλόνητη στὴν πίστη της
καὶ προσευχόταν ἀδιάλειπτα στὸν Νυμφίο Χριστό. Ἡ παρουσία καὶ ἡ
θαυματουργική Του ἐπέμβαση δὲν ἄργησε νὰ φανεῖ, ἀφοῦ ἰσχυρὲς βροντὲς καὶ
ἀστραπὲς γέμισαν τὸν οὐρανό, ἐνῶ στὴ συνέχεια ἡ ἰσχυρότατη βροχόπτωση
σὲ συνδυασμὸ καὶ μὲ τὸ χοντρὸ χαλάζι ἔσβησαν τὴ φωτιά. Παράλληλα πολλοὶ
ποὺ εἶχαν ἔρθει στὸ θέατρο γιὰ νὰ παρακολουθήσουν τὴν τιμωρία τῆς
«ἄνομης» Θέκλας, βρῆκαν ἀκαριαῖο θάνατο.
. Μετὰ τὴ διάσωσή της διὰ τῆς πανσθενουργοῦ χάριτος τοῦ Θεοῦ
ἐνδύθηκε τὸ ἱμάτιό της καὶ ἀναζήτησε τὸν Παῦλο, ὁ ὁποῖος μαζὶ μὲ τὸν
Ὀνησιφόρο καὶ τὴν οἰκογένειά του εἶχαν καταφύγει σ’ ἕναν παλιὸ τάφο.
Ἐκεῖ κρύβονταν χωρὶς τροφὴ ἐπὶ τρεῖς ὁλόκληρες ἡμέρες, γιὰ νὰ ἀποφύγουν
τὴ σύλληψη. Ὅμως ἡ ἔλλειψη τροφῆς ἀνάγκασε τὸν Παῦλο νὰ πουλήσει τὸ
πανωφόρι του προκειμένου νὰ ἀγοράσει μὲ τὰ χρήματα ψωμί. Γι᾽αὐτὸ καὶ
ἔστειλε ἕνα παιδὶ τοῦ Ὀνησιφόρου στὴν ἀγορά. Ἐκεῖ τὸ νεαρὸ παιδὶ
συνάντησε ἔκπληκτο τὴ Θέκλα, ἀφοῦ πίστευε ὅτι εἶχε ριχθεῖ στὴ φωτιὰ καὶ
δὲν ζοῦσε πλέον. Ἀφοῦ βεβαιώθηκε γιὰ τὴν ὕπαρξή της, τὴν ὁδήγησε στὸ
μυστικὸ καταφύγιο τοῦ Παύλου, ὁ ὁποῖος προσευχόταν ὅλο αὐτὸ τὸ διάστημα
γιὰ τὴ σωτηρία της. Ἡ συνάντηση τοῦ Παύλου μὲ τὴ Θέκλα δημιούργησε
ἀτμόσφαιρα ἀπερίγραπτης πνευματικῆς ἀγαλλίασης, ἐνῶ ἡ Θέκλα ζήτησε ἀπὸ
τὸν Παῦλο νὰ τῆς κόψει τὰ μαλλιὰ καὶ νὰ φορέσει ἀνδρικὰ ἐνδύματα γιὰ νὰ
γίνει πιστὴ καὶ ἀχώριστη συνοδοιπόρος στὶς ἱεραποστολικές του
περιοδεῖες. Ὁ Παῦλος ὅμως ἀρνήθηκε μία τέτοια πρόταση, διότι πίστευε ὅτι
λόγῳ τῆς ὀμορφιᾶς της θὰ κινδύνευε νὰ ἀντιμετωπίσει πειρασμό, ὁ ὁποῖος
θὰ ἦταν πολὺ χειρότερος ἀπὸ τὸν πρῶτο. Τοῦ ζήτησε ὅμως νὰ τὴ σταυρώσει
γιὰ νὰ τὴν ἐνισχύσει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ ἀντιμετωπίσει κάθε
δυσκολία καὶ κάθε πειρασμό.
. Στὸ μεταξὺ ὁ Ὀνησιφόρος μὲ τὴν οἰκογένειά του ἐπέστρεψε
στὸ Ἰκόνιο, ἐνῶ ὁ Παῦλος μὲ τὴ Θέκλα ἀναχώρησαν γιὰ τὴν Ἀντιόχεια.
Φτάνοντας ἐκεῖ συναντήθηκαν μὲ τὸν πρῶτο ἄρχοντα τῆς πόλεως, τὸν
Ἀλέξανδρο, ὁ ὁποῖος διακρινόταν γιὰ τὴν πανουργία καὶ τὴν ἀνήθικη ζωή
του. Μόλις ἀντίκρισε τὴ Θέκλα, κυριεύτηκε ἀπὸ ἰσχυρὴ ἐρωτικὴ ἕλξη. Γι’
αὐτὸ τὴ ζήτησε γιὰ σύζυγό του ἀπὸ τὸν Παῦλο, μὲ τὴν ὑπόσχεση ὅτι θὰ τοῦ
δώσει ὡς ἀντάλλαγμα τὸ χρηματικὸ ποσὸ ποὺ θὰ ἐπιθυμοῦσε. Μάλιστα ὁ
Ἀλέξανδρος τὴν ἅρπαξε καὶ ἄρχισε νὰ τὴ φιλάει στὴ μέση τοῦ δρόμου
μπροστὰ στὸν κόσμο. Ἡ πάνσεμνος κόρη δὲν ἔχασε τὸ θάρρος καὶ τὴν
ψυχραιμία της καὶ ἀφοῦ ἀπέρριψε τὴν προκλητικὴ καὶ ξεδιάντροπη πρότασή
του, τοῦ ἔσχισε τὸ πανωφόρι του καὶ ἔριξε ἀπὸ τὸ κεφάλι του τὸ στέμμα
ποὺ φοροῦσε. Ἡ στάση αὐτὴ τῆς Θέκλας γελοιοποίησε τὸν Ἀλέξανδρο, ὁ
ὁποῖος ἐξοργισμένος τὴν ἀπείλησε ὅτι ἐὰν δὲν συμμορφωθεῖ στὴν ἐπιθυμία
του, θὰ τὴ διαβάλει στὸν ἀνθύπατο καὶ θὰ τοῦ ζητήσει νὰ τὴ θανατώσουν. Ἡ
Θέκλα ἔμεινε ὅμως σταθερὴ καὶ ἀκλόνητη στὴν ἐπιλογή της νὰ ἔχει Νυμφίο
τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ εἶχε ὡς συνέπεια νὰ κατηγορηθεῖ στὸν
ἀνθύπατο ὡς ἱερόσυλος καὶ νὰ δοθεῖ ἡ ἐντολὴ νὰ ριχθεῖ στὰ ἄγρια
σαρκοφάγα θηρία.
. Μέχρι ὅμως νὰ ἐκτελεσθεῖ ἡ ποινή, ἡ Θέκλα ζήτησε νὰ τὴν
παραδώσουν σὲ μία ἐνάρετη γυναίκα γιὰ νὰ τὴ διαφυλάξει καθαρὴ καὶ
ἀμόλυντη γιὰ τρεῖς ἡμέρες. Ὁ ἀνθύπατος τὴν παρέδωσε τότε στὴν Τρύφαινα, ἡ
ὁποία πρόσφατα εἶχε χάσει τὴν κόρη της, τὴ Φαλκονίλλα. Μάλιστα τὴν
περιέβαλε μὲ τέτοια ἀγάπη καὶ στοργή, ὥστε τὴν εἶχε σὰν κόρη της. Ὅταν
ἔφτασε ἡ κρίσιμη στιγμή, ρίχθηκε δεμένη ἡ Θέκλα στὰ ἄγρια θηρία. Ἀνάμεσα
σ’ αὐτὰ ἦταν καὶ μία ἄγρια λέαινα, ἡ ὁποία ἀντὶ νὰ ἐπιτεθεῖ στὴν Ἁγία,
δὲν τὴν πείραξε καθόλου. Τότε ὁ ὄχλος ποὺ παρακολουθοῦσε ἔκπληκτος τὸ
ἀνεξήγητο αὐτὸ φαινόμενο, θεώρησε ὅτι ἡ καταδίκη τῆς Θέκλας ἦταν ἄδικη,
ἐνῶ ἡ Τρύφαινα πῆρε τὴ Θέκλα καὶ τὴν ὁδήγησε στὸ σπίτι, ὅπου
φιλοξενεῖτο. Μάλιστα ἡ ἐνάρετη αὐτὴ γυναίκα εἶδε στὸν ὕπνο της τὴν
κεκοιμημένη κόρη της νὰ τῆς λέει νὰ ἔχει τὴ Θέκλα ὡς μονάκριβο καὶ
ἀγαπημένο της παιδί, παρακάλεσε δὲ τὴ μητέρα της νὰ ζητήσει ἀπὸ τὴ Θέκλα
νὰ προσευχηθεῖ στὸν Κύριο γιὰ νὰ τὴν ἀναπαύσει μεταξὺ τῶν Δικαίων, ὅπως
καὶ ἔπραξε μὲ μεγάλη προθυμία. Ὁ ἀνθύπατος ὅμως ἦρθε στὸ σπίτι, ὅπου
φιλοξενεῖτο ἡ Θέκλα καὶ ἀπαίτησε ἀπὸ τὴν Τρύφαινα νὰ τὴ στείλει γιὰ νὰ
θανατωθεῖ. Ἡ Τρύφαινα ἀρνήθηκε νὰ παραδώσει τὴ νέα της κόρη, ἀλλὰ
ἐστάλησαν στρατιῶτες καὶ τὴν πῆραν μὲ τὴ βία. Τότε ἡ ἐνάρετη γυναίκα ποὺ
ἐπέδειξε τόση ἀγάπη καὶ εὐσπλαχνία στὴ Θέκλα, ἄρχισε νὰ κλαίει καὶ νὰ
ὀδύρεται, λέγοντας ὅτι μέσα σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα θὰ συνοδεύσει
στὸν τάφο τὴ δεύτερη ἀγαπημένη κόρη της. Ἔτσι ἡ Θέκλα ὁδηγήθηκε καὶ πάλι
στὰ ἄγρια θηρία, ἀλλὰ μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ ἔμεινε καὶ πάλι ἀβλαβής. Τὸ
γεγονὸς προκάλεσε ἀπόγνωση καὶ ὀργὴ καὶ τότε ἀποφασίστηκε νὰ τὴ ρίξουν
σὲ μία λίμνη μὲ ἄγριες φώκιες γιὰ νὰ τὴν κατασπαράξουν. Ἡ Ἁγία ὅμως
προσευχήθηκε στὸν Κύριο καὶ μπαίνοντας μέσα στὸ νερὸ τῆς λίμνης, ἔλαβε
διὰ τῆς χάριτος τοῦ Κυρίου τὸ Ἅγιο Βάπτισμα, ἐνῶ ἡ ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ
ἦταν καταλυτική, ἀφοῦ ἀστραπὲς τοῦ οὐρανοῦ ἔπεσαν μὲ τὴ μορφὴ φωτιᾶς
στὶς φώκιες καὶ τὶς ἔκαψαν. Ἡ ἐκ νέου ἀνεπιτυχὴς προσπάθεια θανάτωσης
τῆς Ἁγίας ἐξόργισε καὶ πάλι τὸν Ἀλέξανδρο, ὁ ὁποῖος διέταξε τὸν ἀνθύπατο
νὰ ρίξει τὴ Θέκλα σὲ δύο ἄγριους ταύρους, ἀλλὰ καὶ πάλι ἡ χάρις τοῦ
Θεοῦ τὴν προστάτευσε. Βλέποντας ἡ Τρύφαινα τὶς συνεχιζόμενες ἀποτρόπαιες
προσπάθειες θανάτωσης τῆς Θέκλας, ἔπεσε κάτω λιπόθυμη, γεγονὸς ποὺ
τρομοκράτησε τὸν Ἀλέξανδρο καὶ τὸν ἀνθύπατο, ἐπειδὴ ἡ Τρύφαινα ἦταν
συγγενὴς τοῦ Καίσαρα. Στὴν περίπτωση μάλιστα ποὺ πληροφορεῖτο ὁ Καίσαρας
τὰ συμβάντα, θὰ μποροῦσε νὰ τοὺς τιμωρήσει. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἀνθύπατος
κάλεσε τὴ Θέκλα γιὰ νὰ τοῦ ἐξηγήσει τὰ δυσερμήνευτα ποὺ συμβαίνουν. Τότε
ἡ Ἁγία ὁμολόγησε μὲ παρρησία τὴν πίστη της στὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος
εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς Θεὸς ποὺ προστατεύει ὅποιον Τὸν πιστεύει καὶ Τὸν
ὁμολογεῖ. Μόλις ἄκουσε αὐτὰ ὁ ἀνθύπατος, διέταξε νὰ τὴν ἀφήσουν
ἐλεύθερη.
. Κατόπιν ἡ Θέκλα ἀναχώρησε γιὰ τὰ Μύρα τῆς Λυκίας, ἐπειδὴ
εἶχε πληροφορηθεῖ ὅτι ἐκεῖ βρίσκεται ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Κατὰ τὴ
συνάντηση τοὺς ὁ οὐρανοβάμων Ἀπόστολος τῆς εἶπε ὅτι τὴν ἄφησε μόνη γιὰ
τὴ δική της πνευματικὴ ὠφέλεια, ἀφοῦ ἔπρεπε νὰ μάθει νὰ στηρίζεται
ἀποκλειστικὰ στὸν Κύριο καὶ τὴ δύναμή Του καὶ ὄχι στὴ δική του
συμπαράσταση καὶ βοήθεια. Μάλιστα τὴν πνευματικὴ αὐτὴ ὠφέλεια ὁμολόγησε
καὶ ἡ ἴδια ἡ Ἁγία, ἡ ὁποία χάρη στὸν Κύριο ὑπέμεινε τόσα βασανιστήρια,
ἀλλὰ καὶ διαφύλαξε τὴν καθαρότητα τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματός της. Κατόπιν
ὁ Παῦλος τὴν προέτρεψε νὰ ἐπιστρέψει στὴν πατρίδα της, τὸ Ἰκόνιο τῆς
Μικρᾶς Ἀσίας, ὅπως καὶ ἔπραξε. Φτάνοντας ἐκεῖ ἐπισκέφθηκε τὸν Ὀνησιφόρο
στὸ σπίτι του, ἀλλὰ καὶ τὸν τάφο ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, ὅπου εἶχαν καταφύγει
παλαιότερα ὁ Παῦλος καὶ ὁ Ὀνησιφόρος. Παράλληλα προσευχήθηκε γιὰ νὰ τὴν
καθοδηγήσει ὁ Κύριος στὴν πορεία ποὺ ἔπρεπε νὰ ἀκολουθήσει. Στὸ μεταξὺ
πληροφορήθηκε τὸν θάνατο τοῦ ἄλλοτε μνηστήρα της, τοῦ Θάμυρι, ἐνῶ ἡ
προσπάθειά της νὰ διδάξει τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ στὴ εἰδωλολάτρισσα μητέρα
της, τὴ Θεόκλεια, ὑπῆρξε ἄκαρπη καὶ ἀναποτελεσματική.
. Κατόπιν καθ’ ὑπόδειξη τοῦ Κυρίου κατευθύνθηκε ἀπὸ τὸ Ἰκόνιο
στὴ Σελεύκεια ποὺ βρίσκεται στὸν ποταμὸ Ὀρόντη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἀνέβηκε στὸ
βουνὸ Καλαμὼν ποὺ βρίσκεται στὴν πόλη Μααλούλα τῆς Συρίας. Σ’ αὐτὸ τὸ
βουνὸ ἀνακάλυψε ἕνα σπήλαιο, στὸ ὁποῖο ἐγκαταβίωσε γιὰ πολλὰ χρόνια
ἀντιμετωπίζοντας ποικίλους δαιμονικοὺς πειρασμούς, τοὺς ὁποίους
κατενίκησε μὲ τὴν πανσθενουργὸ χάρη τοῦ Κυρίου. Ἡ φωταυγὴς ἀσκητική της
παρουσία στὸ σπήλαιο ἄρχισε στὸ μεταξὺ νὰ προσελκύει ὁλοένα καὶ
περισσότερες γυναῖκες ποὺ τὴν ἐπισκέπτονταν γιὰ νὰ ὠφεληθοῦν πνευματικά.
Μάλιστα πολλὲς ἀπὸ αὐτὲς τὴν ἀκολούθησαν στὴν ἀρετὴ τῆς ἀσκήσεως καὶ
ἐγκατέλειψαν τὸν κοσμικὸ τρόπο ζωῆς καὶ σκέψης. Ἀλλὰ καὶ πολλοὶ ἄνθρωποι
ποὺ ὑπέφεραν ἀπὸ ψυχικὰ καὶ σωματικὰ νοσήματα, θεραπεύτηκαν ἀπὸ τὴ
δύναμη τῆς προσευχῆς της στὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό. Ὅμως οἱ ἰατροὶ
τῆς περιοχῆς πληροφορούμενοι ὅτι ἡ Ἁγία Θέκλα ἔχει ἀναδειχθεῖ σὲ ἐπιφανῆ
ἄμισθο ἰατρό, ποὺ θεραπεύει δωρεὰν τοὺς προστρέχοντες σ’ αὐτὴν
ἀσθενεῖς, αἰσθάνθηκαν τόσο μεγάλο φθόνο, ὥστε ἄρχισαν νὰ τὴ συκοφαντοῦν,
ἰσχυριζόμενοι ὅτι εἶναι ἱέρεια τῆς θεᾶς Ἀρτέμιδος καὶ μὲ τὴ βοήθεια
αὐτῆς ἐπιτελεῖ τὰ θαύματα καὶ διατηρεῖ τὴν παρθενία της. Γι’ αὐτὸ καὶ
ἀποφάσισαν νὰ τῆς στείλουν ἀσελγεῖς νεαροὺς γιὰ νὰ τὴ μολύνουν σωματικά.
Ἡ Ἁγία Θέκλα δὲν ἔχασε ὅμως τὸ θάρρος της καὶ τοὺς ἀντιμετώπισε μὲ
ψυχραιμία, ἐπικαλούμενη τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Ἀφοῦ προσευχήθηκε στὸν
Κύριο ζητώντάς Του νὰ διαφυλάξει τὴν παρθενία της, ἀκούστηκε θεϊκὴ φωνὴ
ποὺ τῆς ἔλεγε ὅτι ἡ πέτρα ποὺ βρίσκεται ἐνώπιόν της θὰ σχισθεῖ γι’ αὐτὴν
καὶ ἐκεῖ μέσα θὰ κατοικήσει αἰώνια. Μόλις ἀκούστηκαν αὐτὰ τὰ θεόπνευστα
λόγια, σχίσθηκε μία μεγάλη πέτρα καὶ ἀφοῦ πέρασε ἡ Ἁγία μέσα, ἡ πέτρα
ξανάκλεισε. Οἱ ἀσελγεῖς νεαροὶ ποὺ προσπάθησαν νὰ τὴ μιάνουν, ἔμειναν
ἄναυδοι ἀπὸ τὸ ὑπερφυὲς αὐτὸ γεγονὸς καὶ τὸ μόνο ποὺ πρόλαβαν, ἦταν νὰ
ἁρπάξουν τὸν χιτώνα ποὺ φοροῦσε στοὺς ὤμους της. Ἔτσι ἡ πρωτομάρτυς καὶ
ἰσαπόστολος τοῦ Χριστοῦ Ἁγία Θέκλα σὲ ἡλικία 90 ἐτῶν ἔλαβε τὸν ἀμάραντο
στέφανο τῆς ἁγιότητος γιὰ νὰ συνευφραίνεται μαζὶ μὲ τοὺς ὑπόλοιπους
μάρτυρες τῆς πίστεως δίπλα στὸν Νυμφίο Χριστό.
. Στὸ σπήλαιο, ὅπου ἀσκήτευσε, βρίσκεται σύμφωνα μὲ μαρτυρία τοῦ Πατριάρχου Ἀντιοχείας Μακαρίου Γ´ καὶ ὁ τάφος της, ἐνῶ στὴν ἀνατολικὴ πλευρὰ τοῦ σπηλαίου ὑπάρχει μία πηγὴ μὲ ἁγίασμα. Στὸν εὐλογημένο αὐτὸ χῶρο ἱδρύθηκε τὸν 4ο μ.Χ. αἰώνα τὸ ὀρθόδοξο μοναστήρι τῆς Ἁγίας Θέκλας (Mar Taqla), τὸ ὁποῖο ἀνήκει στὸ Πατριαρχεῖο Ἀντιοχείας καὶ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ παλαιότερα μοναστήρια τῆς Συρίας. Δίπλα στὸ μοναστήρι καὶ μεταξὺ τῶν τεράστιων βράχων ὑπάρχει ἕνα φαράγγι, τὸ ὁποῖο εἶναι ὁ βράχος ποὺ σχίσθηκε γιὰ νὰ κρύψει τὴν Ἁγία. Δυστυχῶς τὸ ἱστορικὸ αὐτὸ μοναστήρι καταστράφηκε καὶ λεηλατήθηκε ὁλοσχερῶς ἀπὸ τοὺς φανατικοὺς ἰσλαμιστὲς ἀντάρτες τὸν Δεκέμβριο τοῦ 2013. Ἐπ’ ὀνόματι τῆς Ἁγίας πρωτομάρτυρος καὶ ἰσαποστόλου Θέκλης εἶναι ἀφιερωμένη καὶ περιώνυμη ἱερὰ μονὴ στὸ χωριὸ Μοσφιλωτὴ τῆς ἐπαρχίας Λάρνακος στὴν Κύπρο, ἡ ὁποία ἱδρύθηκε στὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου μ.Χ. αἰώνα ἀπὸ τὴν Ἁγία Ἑλένη σύμφωνα μὲ τὴν ἐπιχώρια προφορικὴ παράδοση ποὺ κατέγραψε τὸ 1815 ὁ Ἄγγλος περιηγητὴς Γουίλλιαμ Τέρνερ. Ὅταν ἔφτασε ἡ Ἁγία Ἑλένη στὴν περιοχὴ αὐτὴ τῆς Κύπρου, ἀνέπεμψε δέηση στὸν Θεό, ὁπότε ἄρχισε νὰ ρέει ἀπὸ τὴ γῆ ἁγίασμα, τὸ ὁποῖο ὑφίσταται μέχρι σήμερα καὶ χρησιμοποιεῖται γιὰ τὴ θεραπεία δερματικῶν νοσημάτων. Πάνω ἀπὸ τὸ σημεῖο ποὺ ἔρεε τὸ ἁγίασμα, ἀνήγειρε κατόπιν ναὸ ἀφιερωμένο στὴν Ἁγία Θέκλα.
. Τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας φέρουν οἰκισμὸς τοῦ δήμου Κύμης – Ἀλιβερίου στὴν Εὔβοια, ὁ ὁποῖος κοσμεῖται μὲ ὁμώνυμο βυζαντινὸ σταυρεπίστεγο ναὸ ποὺ χρονολογεῖται τὸν 13ο – 14ο αἰώνα καὶ διαθέτει ἀξιόλογες τοιχογραφίες, καθὼς καὶ χωριὸ τῆς ἐπαρχίας Παλικῆς στὴ δυτικὴ Κεφαλονιά, ὅπου στὸν ὁμώνυμο ἐνοριακὸ ναὸ φυλάσσεται ἡ εἰκόνα τῆς Ἁγίας ποὺ ἔφερε ἀπὸ τὸ Βυζάντιο ἡ οἰκογένεια τῶν Λοβέρδων, ποὺ ὑπῆρξαν καὶ οἱ πρῶτοι κάτοικοι τοῦ χωριοῦ. Ἐνοριακὸς ναὸς ἐπ’ ὀνόματι τῆς Ἁγίας ὑπάρχει καὶ στὸ Μηλοχώρι τῆς ἐπαρχίας Ἑορδαίας τοῦ νομοῦ Κοζάνης, ὁ ὁποῖος ἄρχισε νὰ ἀνεγείρεται τὸ 1957 καὶ ὁλοκληρώθηκε τὸ 1960, ἐνῶ διαδεδομένη εἶναι ἡ τιμὴ τῆς Ἁγίας στὶς Κυκλάδες μὲ ὁμώνυμους ναοὺς (παρεκκλήσια – ἐξωκκλήσια) στὴν Ἄνδρο, τὴν Τῆνο, τὴ Σέριφο καὶ τὴν Ἀμοργό. Ἀξιομνημόνευτος εἶναι ὁ ἱερὸς ναὸς τῆς Ἁγίας Θέκλης στὸν Πύργο τῆς Τήνου ποὺ ἀποτελεῖ ἰδιοκτησία τῆς γνωστῆς καλλιτεχνικῆς οἰκογένειας τῶν Φιλιπππότηδων.
Στὴ θέση τοῦ πρώτου ἐξωκκλησίου ἀνεγέρθηκε μὲ τὴ φροντίδα τοῦ ἀοιδίμου πρώην Μητροπολίτου Μεσογαίας καὶ Λαυρεωτικὴς κυροῦ Ἀγαθονίκου Φιλιππότη (+1 Σεπτεμβρίου 2015) νέος ἱερὸς ναὸς ποὺ ἐγκαινιάσθηκε τὸ 1977, ἐνῶ στὸν προαύλιο χῶρο ἀνεγέρθηκαν δύο ἀκόμη παρεκκλήσια, καθὼς καὶ Ἐκκλησιαστικὸ Μουσεῖο. Τὸ ὅλο συγκρότημα ἀποτελεῖ ἕνα κοινωφελὲς ἵδρυμα μὲ τὴν ἐπωνυμία «ΙΔΡΥΜΑ ΑΓΑΘΟΝΙΚΟΥ ΦΙΛΙΠΠΟΤΗ ΑΓΙΑΣ ΘΕΚΛΗΣ ΠΥΡΓΟΥ ΤΗΝΟΥ», τὸ ὁποῖο συστάθηκε τὸ 1994 μὲ σχετικὸ Προεδρικὸ Διάταγμα (ΦΕΚ 749 τ. 2/5-10-94). Στὸ βορειοανατολικὸ Αἰγαῖο ἡ Ἁγία Θέκλα τιμᾶται μὲ ὁμώνυμους ναοὺς στὴ Λέσβο καὶ συγκεκριμένα στοὺς Πύργους Θερμῆς καὶ στὸ χωριὸ Καγιάνι (Ταξιάρχες), ἐνῶ στὴ βόρεια Εὔβοια καὶ συγκεκριμένα στὴν περιοχὴ τῆς Ἁγίας Ἄννας ὑπάρχουν δύο ἐξωκκλήσια ἀφιερωμένα στὴν ἰσαπόστολο καὶ πρωτομάρτυρα τοῦ Χριστοῦ, εὑρισκόμενα στὴν παραλία τῆς Ἁγίας Ἄννας καὶ στὴ θέση Παλαιοβρύση.
. Ἰδιαίτερης ἱστορικῆς καὶ
καλλιτεχνικῆς ἀξίας εἶναι οἱ εὐρισκόμενοι στὴν Ἀττικὴ δύο ναοὶ τῆς
Ἁγίας, οἱ ὁποῖοι ὑπάγονται ἐκκλησιαστικὰ στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Μεσογαίας
καὶ Λαυρεωτικῆς. Ὁ ἕνας ναὸς βρίσκεται στὸν Σταυρὸ Ἁγίας Παρασκευῆς ἐπὶ
τῆς Λεωφόρου Μεσογείων καὶ εἶναι ἰδιαίτερα λαοφιλὴς στοὺς κατοίκους τῆς
περιοχῆς. Τὸ ἀρχικὸ κτίσμα χρονολογεῖται στὰ τέλη τοῦ 12ου καὶ τὶς ἀρχὲς
τοῦ 13ου αἰώνα, ἐνῶ ὁ σημερινὸς ναὸς ρυθμοῦ μονόκλιτης ξυλόστεγης
βασιλικῆς κτίσθηκε στὰ τέλη τοῦ 16ου μὲ ἀρχὲς τοῦ 17ου αἰώνα. Ὑπῆρξε
μετόχιο τῆς ἱστορικῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Κυνηγοῦ, ποὺ
βρίσκεται στὴ δυτικὴ πλευρὰ τοῦ Ὑμηττοῦ, γεγονὸς ποὺ ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ
τὸ σωζόμενο κιόνιο τοῦ μοναχοῦ Νεοφύτου, διαδόχου του μοναχοῦ Λουκᾶ,
ἡγουμένου τῆς Μονῆς, τὸ ὁποῖο φέρει ἐγχάρακτη ἐπιγραφὴ καὶ χρονολογία
1238. Ὁ ἄλλος ναὸς ποὺ εἶναι θολωτὴ βασιλικὴ μὲ δίρρικτη στέγη βρίσκεται
στὸ Μαρκόπουλο Μεσογαίας, στὸ κέντρο τῆς πόλεως καὶ νοτιοδυτικὰ τοῦ
Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Ἰωάννου, δίπλα στὸ παρεκκλήσιο τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς.
Κτίσθηκε μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1730-1750 καὶ κοσμεῖται μὲ τοιχογραφίες
ἐξαίρετης βυζαντινῆς τέχνης, τὶς ὁποῖες φιλοτέχνησε μαθητὴς τῶν
ἀξιόλογων Ἀργείων ἁγιογράφων Γεωργίου καὶ Ἀντωνίου Μάρκου. Τὸ ἔργο τῆς
περίτεχνης ἁγιογραφήσεως τοῦ ἱστορικοῦ αὐτοῦ ναοῦ ὁλοκληρώθηκε τὸ 1767.
Ναὸς ἐπ᾽ ὀνόματι τῆς Ἁγίας ὑπῆρχε καὶ στὸ κέντρο τῶν Ἀθηνῶν, στὴν
περιοχὴ τοῦ Μοναστηρακίου, στὴ συμβολὴ τῶν σημερινῶν ὁδῶν Ἑρμοῦ καὶ
Ἁγίας Θέκλας, ὁ ὁποῖος ὑπέστη σοβαρότατες ζημιὲς ἀπὸ τοὺς Τούρκους καὶ
κατεδαφίσθηκε τὸ 1848. Μεταξὺ τῶν κειμηλίων τοῦ ναοῦ εἶναι καὶ ἡ
διασωθεῖσα φορητὴ εἰκόνα τῆς Ἁγίας Θέκλας (Ἀγαθοκλείας), ἡ ὁποία ἔκτοτε
φυλάσσεται στὸν Ἱερὸ Ναὸ Κοιμήσεως Θεοτόκου (Παναγίας Παντανάσσης) ποὺ
βρίσκεται στὴν πλατεία Μοναστηρακίου.
. Ἡ τιμωμένη ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας στὶς 24
Σεπτεμβρίου πρωτομάρτυς καὶ ἰσαπόστολος τοῦ Χριστοῦ Ἁγία Θέκλα, ἡ ὁποία
ὑμνεῖται καὶ γεραίρεται τόσο μέσα ἀπὸ τὴν Ἀκολουθία καὶ τὸν Παρακλητικὸ
Κανόνα ποὺ ἐποιήθησαν ἀπὸ τὸν ἀείμνηστο Ὑμνογράφο τῆς Μεγάλης του
Χριστοῦ Ἐκκλησίας, Γεράσιμο Μοναχὸ τὸν Μικραγιαννανίτη, ὅσο καὶ μέσα ἀπὸ
τοὺς Χαιρετιστηρίους Οἴκους ποὺ ἐποιήθησαν ἀπὸ τὸν Μέγα Ὑμνογράφο τῆς
τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας, Δρ. Χαραλάμπη Μ. Μπούσια, προβάλλεται στὴ
σημερινὴ ἀλλοπρόσαλλη ἐποχή μας ὡς φωτεινὸ πρότυπο ἀκλόνητης πίστεως μὲ
ἀγωνιστικὸ καὶ ἱεραποστολικὸ φρόνημα καὶ ὡς ἀπαράμιλλο σύμβολο ψυχικῆς
καὶ σωματικῆς καθαρότητος, ἀφοῦ ἐπέλεξε στὴν ἐπίγεια διαδρομή της ὡς
μοναδικὸ καὶ ἀχώριστο συνοδοιπόρο καὶ συμπαραστάτη τὸν ἀρχηγὸ τῆς
πίστεώς μας, τὸν Κύριο ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστό.
Ἀριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος Ἐκπαιδευτικὸς
Βιβλιογραφία
- Βίος καὶ Ἀκολουθία τῆς Ἁγίας ἐνδόξου πρωτομάρτυρος καὶ ἰσαποστόλου Θέκλας ὡς καὶ Παρακλητικὸς Κανών, Ἵδρυμα Ἀγαθονίκου Φιλιππότη Ἁγία Θέκλα Πύργου Τήνου, Β´ Ἔκδοση 2006.
ΠΗΓΗ: kallimasia.blogspot.gr
ΠΗΓΗ: ΚΛΙΚ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου