Τρίτη 17 Μαρτίου 2015

Ὁ Ἐφέσου Ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικὸς καὶ ἡ ψευδοένωση τῶν ἐκκλησιῶν κατὰ τὴ Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας (1438/1439)

Περὶ ἑνωτικῶν – ἀνθενωτικῶν καὶ παπικίνητων φράγκων
Ἰωάννης Ἐλ. Σιδηρᾶς
Θεολόγος – Ἐκκλησιαστικὸς, Ἱστορικὸς – Νομικὸς
Ἡ συγκληθεῖσα Σύνοδος τῆς Φερράρας-Φλωρεντίας (1438/1439) ὑπῆρξε ἡ κορύφωση τῆς ἀπέλπιδος προσπάθειας τῆς πολιτικῆς καὶ τῆς ἐν πολλοῖς συρόμενης ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας νὰ ἀντιμετωπίσει τὸν ἐξ Ἀνατολῶν κίνδυνο τοῦ Ἰσλὰμ μὲ τὴν ἐξασφάλιση στρατιωτικῆς βοήθειας ἀπὸ τὴ Δύση ὑπὸ τὸν παποκίνητο ὄρο τῆς ἀναγκαστικῆς καὶ ἐκβιαστικὰ ἐπιβαλλόμενης «Ἑνώσεως» τῶν Ἐκκλησιῶν Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως.
Οἱ προσδοκίες τῶν «φιλενωτικῶν»
Ἡ «ψευδοένωση» τῶν Ἐκκλησιῶν ἔμεινε de facto κενὸ γράμμα ἐπὶ χάρτου, ἀφοῦ τὸ ἴδιο τὸ Ὀρθόδοξο πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως ἀκύρωσε τὰ συμφωνηθέντα παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι κατὰ τὴ δεδομένη χρονικὴ στιγμὴ ἡ μόνη σωτήρια παρέμβαση ἐφαίνετο ἢ πολιτικῶς ἐπροβάλλετο μὲ «ἀριστοτεχνικὸ» τρόπο ἀπὸ τὴ λεγόμενη μερίδα τῶν «φιλενωτικῶν», ὅτι θὰ μποροῦσε νὰ ἔλθει ἀπὸ τὴν Δύση, ἐὰν βέβαια ὁ Πάπας ἱκανοποιούμενος ἀπὸ τὴν ὑποταγὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὑπὸ τὴν ἐξουσία τῆς Τιάρας καὶ τοῦ «Πρωτείου» του, ἀνελάμβανε τὴν σχετικὴ πρωτοβουλία νὰ πείσει τοὺς εὐρωπαίους ἡγεμόνες ὑπὲρ τοῦ...
Βυζαντίου.
Ἡ πλάνη τῶν «φιλενωτικῶν»
Στὴν πραγματικότητα ὅμως οἱ ἐλπίδες αὐτὲς ἦταν φροῦδες, ἀφενὸς μὲν διότι ὁ Πάπας δὲν εἶχε τὴ δύναμη νὰ ἐπιβάλλει στοὺς ἄνακτες τῆς Εὐρώπης τὴν ὑποτιθέμενη θετικὴ ἀπόφασή του γιὰ τὴν ἀπόκρουση τοῦ κινδύνου ἀπὸ τὸ Ἰσλὰμ ποὺ ἀπειλοῦσε τὴν Κωνσταντινούπολη, ἀφετέρου ἐπειδὴ ἀκριβῶς καὶ οἱ ἴδιοι οἱ δυτικοὶ ἡγεμόνες δὲν ἦταν διατεθειμένοι νὰ ἀναλάβουν τὸ κόστος ἑνὸς «σωτήριου πολέμου» ὑπὲρ τῶν Ὀρθοδόξων Βυζαντινῶν τούς ὁποίους ἀντιμετώπιζαν μὲ ἐχθρικὴ διάθεση ἢ «πολιτικο-θρησκευτικὴ δυσφορία», ἐνῶ πάντοτε διεκδικοῦσαν τὸ ρόλο τοῦ συνεχιστοῦ καὶ νομίμου διαδόχου τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας ποὺ μέχρι τότε ὡς «ἀντίπαλον δέος» ἢ «ἀγκάθι» στὰ ἀδηφάγα καὶ ἐπεκτατικὰ σχέδιά τους, ὑποστασιοποιοῦσε καὶ ἐνσάρκωνε ἡ ἀπομονωμένη καὶ ἀποδυναμωμένη Κωνσταντινούπολη.
Στὸ συγκεκριμένο αὐτὸ ἱστορικὸ πλαίσιο ἡ ἐκ μέρους τῆς πολιτικῆς καὶ ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας τοῦ Βυζαντίου, ἐν εἴδει ἀνταλλάγματος, προσφερθεῖσα «θυσία» τοῦ πατρώου δόγματος μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς ἐξασφαλίσεως τῆς δυτικῆς βοήθειας φάνταζε ὡς «ἀπόλυτη οὐτοπία» καὶ ἦταν de facto, ὑπὸ τοὺς ὅρους βέβαια μίας ρεαλιστικῆς πολιτικῆς σκέψεως ἦταν de facto, ὑπὸ τοὺς ὅρους βέβαια μίας ρεαλιστικῆς πολιτικῆς σκέψεως καὶ δράσεως, τουλάχιστον ἀφελὴς καὶ ἀνεδαφική, κατὰ τοὺς ἐπιεικέστερους πάντοτε χαρακτηρισμούς.
Οἱ ἐκπρόσωποι τῆς λεγομένης «φιλενωτικῆς» πολιτικῆς φαίνεται ὅτι στὸ βωμὸ τῆς «πολιτικῆς σκοπιμότητος» γιὰ τὴ σωτηρία τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἀντιμετώπιζαν ὡς ὑποδεέστερα ἢ καὶ ἀνούσια τὰ περὶ τὴ Θεολογία ζητήματα, ποὺ ἀφοροῦσαν τὴν ἀνόθευτη καὶ ἀποστολοπαράδοτη πίστη τῆς Ἐκκλησίας, καὶ γι’ αὐτὸ χωρὶς κανένα δισταγμὸ ἢ πνευματικὴ συστολὴ ὑπέγραψαν τὴν «ψευδοένωση» τῶν Ἐκκλησιῶν, ἡ ὁποία ὅμως ὄχι μόνον δὲν ἐξασφάλιζε μὲ βεβαιότητα τὴ δυτικὴ βοήθεια γιὰ τὴν ἀποτροπὴ τοῦ κινδύνου ἀπὸ τὸ Ἰσλάμ, ἀλλὰ ἔθετε σὲ μεγαλύτερο κίνδυνο τὸ Γένος, τὸ ὁποῖο κινδύνευε ἄμεσα νὰ ἀπωλέσει τὴ θρησκευτικὴ καὶ ἐθνικὴ ἰδιοπροσωπία καὶ αὐτοσυνειδησία του μέσα ἀπὸ μία παποκίνητη πιεστικὴ προπαγανδιστικὴ τακτικὴ «φραγκοποίησης», ποὺ ἱκανοποιοῦσε τὶς ἀκόρεστες θρησκευτικὲς ἐπιδιώξεις τοῦ Πάπα καὶ τὶς ἐπεκτατικὲς πολιτικὲς βλέψεις τῶν λατίνων ἡγεμόνων τῆς Εὐρώπης.

Οἱ «ἀνθενωτικοὶ» καὶ ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικὸς
Τὸν ὁρατὸ αὐτὸ κίνδυνο εἶχαν ἐγκαίρως ἀντιληφθεῖ οἱ ἐκπρόσωποι τῆς λεγόμενης «ἀνθενωτικῆς» γραμμῆς μὲ κορυφαῖο ἐκπρόσωπο καὶ ἐκφραστή της, τὸν γενναιόφρονα καὶ ἀκατάβλητο Ὀρθόδοξο Μητροπολίτη Ἐφέσου Ἅγιο Μάρκο τὸν Εὐγενικό. Οἱ λεγόμενοι «ἀνθενωτικοὶ» ἐπ’ οὐδενὶ μποροῦσαν νὰ ἀποδεχτοῦν τὴν «θυσία» τοῦ ἀνόθευτου ὀρθοδόξου δόγματος, τῆς μόνης σώζουσας γνησίας ἀποστολικῆς καὶ πατερικῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας στὸ «βωμὸ» τῶν ἀλλότριων πολιτικῶν καὶ θρησκευτικῶν σκοπιμοτήτων. Δὲν θὰ πρέπει ἐπίσης νὰ διαφεύγει τῆς ἀξιολογικῆς κρίσεώς μας καὶ ἡ ἱστορικὴ ἀλήθεια, τὴν ὁποία ἄλλωστε ἐγνώριζαν κάλλιστα οἱ λεγόμενοι «ἀνθενωτικοί», ὅτι ἐὰν τὸ Γένος ὑποδουλωνόταν στοὺς Δυτικούς, οἱ ὁποῖοι ἐν συγκρίσει πρὸς τοὺς Ὀθωμανοὺς ὑπερτεροῦσαν πολιτισμικά, τότε ἡ πνευματικὴ καὶ πολιτιστικὴ ἀλλοτρίωση τῆς αὐτοσυνειδησίας καὶ ἰδιοπροσωπίας τῶν Ρωμιῶν σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα θὰ ἦταν ὁλοκληρωτικὴ καὶ ἀπόλυτη.
Τὸ «ἄφιλον καὶ ὑπεροπτικὸν τῶν Λατίνων» ποὺ ἐπεκράτησε κατὰ τὶς συνομιλίες μεταξὺ τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀνδρῶν Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως στὴ λεγόμενη «Ἑνωτικὴ Σύνοδο» Φερράρας-Φλωρεντίας, ἐπιβεβαίωσε τοὺς φόβους τοῦ Μητροπολίτου Ἐφέσου Ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ καὶ τῆς ὁμάδας τῶν ἀνθενωτικῶν, οἱ ὁποῖοι διέβλεπαν τὶς δόλιες βλέψεις καὶ ἐπιδιώξεις τοῦ Πάπα καὶ ἐν γένει τῶν λατίνων ἡγεμόνων.
Ἡ «πολιτικὴ σκακιέρα» μεταξὺ Πάπα καὶ Ἰωάννη Η’ Παλαιολόγου
Ἐξάλλου, ἡ ὅλη προσπάθεια τῆς πολιτικῆς ἡγεσίας τοῦ οὕτως ἢ ἄλλως ψυχορραγοῦντος Βυζαντίου καὶ τῆς λεγομένης «φιλενωτικῆς» ἐκκλησιαστικῆς μερίδος, ἡ ὁποία ἦταν προσδεδεμένη στὶς πολιτικὲς καὶ γεωστρατηγικὲς ἐπιδιώξεις τοῦ Αὐτοκράτορος Ἰωάννου Η’ Παλαιολόγου καὶ τῶν σὺν αὐτῶ, νὰ «θυσιάσουν» τὴν ἀνόθευτη καὶ γνήσια δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δὲν ἦταν τίποτε ἄλλο παρὰ μία ἀπεγνωσμένη, ἀπονενοημένη καὶ οὐτοπικὴ πολιτικὴ καὶ διπλωματικὴ κίνηση ποὺ ἀπέβλεπε στὴν ἐξασφάλιση τῆς πολυπόθητης βοήθειας ἐκ μέρους τῶν Δυτικῶν καὶ μάλιστα μὲ τὶς «εὐλογίες» τοῦ Πάπα. Ὁ ἴδιος ὁ αὐτοκράτορας ὑποχωροῦσε στὶς ὑπεροπτικὲς παποκαισαρικὲς ὀρέξεις τῆς Ρώμης «ἴνα τί ἀγαθὸν καὶ ὠφέλιμον κατασκευάσωμεν ὑπὲρ πατρίδος», ὅπως ἀπὸ θέσεως ἀδυναμίας ἔλεγε. Στὴν πραγματικότητα ἡ ὑπογραφὴ τοῦ τόμου τῆς ψευδοενώσεως τῶν δύο Ἐκκλησιῶν σήμαινε τὴν ἄνευ ὅρων ὑποταγὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὸν Πάπα, ὁ ὁποῖος ἀπαιτοῦσε «γῆν καὶ ὕδωρ» γιὰ νὰ προσφέρει τὴν οὕτως ἢ ἄλλως ἀμφισβητούμενη «εὐλογία» του γιὰ τὴ σωτηρία τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἡ ὁποία καὶ γιὰ τοὺς λατίνους ἡγεμόνες τῆς Δύσεως, οἱ ὁποῖοι σημειωτέον οὔτε καν ἐκπροσώπους ἀπέστειλαν κατὰ τὶς ἐργασίες τῆς ψευδοενωτικῆς Συνόδου, ἀποτελοῦσε πάντοτε τὸ «ἀντίπαλον δέος» καὶ τὸ «πολυπόθητον μῆλον τῆς ἔριδος», ποὺ τώρα τοὺς ἐπροσφέρετο ἀναιμάκτως.
Ἔχει ἱστορικὰ καταγραφεῖ ὅτι ἀπὸ διπλωματικῆς πλευρᾶς ἡ παρουσία τοῦ βυζαντινοῦ αὐτοκράτορος στὴ σύνοδο δὲν εἶχε κανένα ἀποτέλεσμα, ἀφοῦ δὲν εἶχε καμία ἐπαφὴ μὲ τοὺς δυτικοὺς ἡγέτες, ἐνῶ ὁ Πάπας, ὁ ὁποῖος τὸν εἶχε προσκαλέσει, δὲν ἦταν σὲ θέση νὰ προσφέρει τὴν ἀπαιτούμενη καὶ πολυπόθητη βοήθεια. Ἐξάλλου, πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἡγεμόνες τῆς Δύσεως, ὅπως οἱ Βενετοί, δὲν ἐπιθυμοῦσαν νὰ προκαλέσουν τὴν ὀργὴ τῶν Ὀθωμανῶν, ἐπειδὴ ἀκριβῶς εἶχαν τὰ ἐμπορικο-οἰκονομικά τους συμφέροντα στὴν Ἀνατολή.
Ἀναντίρρητα, οἱ ἐλπίδες τῶν βυζαντινῶν κρατούντων γιὰ τὴν ἐκ μέρους τῆς παπικῆς Δύσεως σωτηρία τῆς ψυχορραγοῦσας αὐτοκρατορίας, ποὺ οὕτως ἢ ἄλλως κατέρρεε, ἀπεδείχθησαν de facto φροῦδες καὶ μετέωρες, ἐνῶ συγχρόνως οἱ ἴδιοι ἔθεταν μὲ τὶς ὑποχωρητικὲς καὶ ἐνδοτικὲς πρωτοβουλίες καὶ ἀποφάσεις τους σὲ ἄμεσο κίνδυνο τὴν ἴδια τὴν πνευματικὴ καὶ πολιτισμικὴ ταυτότητα τοῦ Γένους κάτω ἀπὸ τὴν παπικὴ τιάρα.
Ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός, ὁ μόνος ποὺ δὲν ὑπέγραψε τὴν ψευδοένωση
Τελικῶς, ὁ Ἐφέσου Ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικὸς καὶ ὁ ὀρθοδόξως φρονῶν λαὸς τῆς Βασιλεύουσας ἐκράτησαν ψηλὰ τὴν πατρώα πίστη καὶ ἀκύρωσαν τὴν ψευδοένωση, ποὺ ὡς «δούρειος ἵππος» ἀπειλοῦσε νὰ διαβρώσει καὶ νεκρώσει τὴν αὐτοσυνειδησία καὶ ἰδιοπροσωπία τοῦ ὀρθοδόξου γένους. Ἄλλωστε, ἡ ἴδια ἡ ἱστορικὴ πορεία τῶν πραγμάτων ἀπέδειξε ὅτι ἡ ἀνακήρυξη τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἑνώσεως δὲν βοήθησε, ἀφοῦ ἡ πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἦλθε πέντε μῆνες ἀργότερα.
Τὸ «οὐδὲν ἐποιήσαμεν» τοῦ Πάπα Εὐγενίου Δ΄, ὅταν πληροφορήθηκε ὅτι μόνον ὁ Μητροπολίτης Ἐφέσου Ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικὸς δὲν ὑπέγραψε τὸν ὄρο τῆς ἑνώσεως τῶν δύο ἐκκλησιῶν, παραμένει διαχρονικὰ ἡ ἀκατάλυτη ἱστορικὴ ἀπόδειξη ὅτι ὑπῆρχαν καὶ τότε, ὅπως καὶ στὶς μέρες μας, ἄνθρωποι βαθειᾶς πίστεως μὲ ἀκατάβλητο ὀρθόδοξο φρόνημα ἀντίστασης ποὺ δὲν συμβιβάστηκαν καὶ δὲν παρέδωσαν τὴν ὀρθόδοξη πίστη «ἀντὶ πινακίου φακῆς».
Υ.Γ.: Ἡ Ἱερὰ Μνήμη τοῦ Μητροπολίτου Ἐφέσου Ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ τιμᾶται τὴν 19η Ἰανουαρίου.
ΠΗΓΗ:   ΚΛΙΚ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου