Πέμπτη 22 Μαΐου 2014

ΕΧΘΡΟΙ καὶ ΦΙΛΟΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΕΣΠΕΣΙΟ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑ ΑΓΙΟ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ

ΜΕΓΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Ο ΧΑΡΑΚΤΗ­ΡΑΣ ΤΟΥ

τοῦ Κώστα Β. Καραστάθη
Ἀπόσπασμα ἀπό τήν ἱστορική μελέτη
«ΜΕΓΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ – ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ»
Ἐκδόσεις Ἄθως, Ἀθῆναι 2012, σελ. 143–151

                                             

 

.         Προτάσσουμε τά καλά λόγια, πού ἔχουν γράψει οἱ κατήγοροι τοῦ Μ. Κωνσταντίνου γι’ αὐτόν. Καί πρῶτα, μεταφρα­σμένα, φυσικά, τά ὅσα ἀναφέρει ὁ Ἰουλιανός ὁ Παραβάτης, ὁ πρῶτος καί χειρότερος τῶν κατηγόρων του, στόν πανηγυρικό λόγο πού ἐξεφώνησε πρός τιμήν τοῦ αὐτοκράτορα Κωνστάντιου Β´, γιοῦ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου. Τότε ἀκόμα ὁ Ἰουλιανός δέν εἶχε γίνει αὐτοκράτορας καί ἔκρυβε ἀπό τόν αὐτοκράτορα Κωνστάντιο Β´ καί ἀπ’ ὅλον τόν κόσμο καί τίς παγανιστικές ἰδέες του καί τό μίσος του γιά τή θρησκεία τοῦ Χριστοῦ καί τά συναισθήματά του γιά τόν θεῖο του Μέγα Κωνσταντίνο. Ἀπευθυνό­μενος λοιπόν πρός τόν Κωνστάντιο, ἐπαινεῖ τόν πατέρα του Κωνσταντίνο ὡς ἑξῆς:

.         «Ἁρμόζει, νομίζω, νά μιλήσω καί γιά μερικά ἄλλα πράγματα, γιά νά φανεῖς κληρονόμος ὄχι μονάχα τῆς βασιλείας του, ἀλλά καί τῆς ἀρετῆς του. Μήπως ἡ ἀνδρεία του στόν πόλεμο δέν ἔγινε γνωστή ἀπό τά κατορθώματά του καί ὄχι ἀπό τά λόγια; Γύρισε ὅλη τήν οἰκουμένη καί καθαίρεσε ὅλους τούς τυράννους, ἀλλά ποτέ νόμιμους βασιλεῖς. Ἐνέπενευσε τέτοια ἀφοσίωση στούς ὑπηκόους του, ὥστε οἱ στρατιῶτες του, ἀναγνωρίζοντας μέχρι σήμερα ἀκόμα, τή γενναιοδωρία καί τήν καλοσύνη του, ἐξακολουθοῦν νά τόν τιμοῦν σάν θεό, καί οἱ κάτοικοι τῶν πόλεων καί τῆς ὑπαίθρου, ὄχι τόσο γιά ν’ ἀπαλλαγοῦν ἀπό τό βάρος τῆς τυραννίας, ἀλλά γιά νά μπορέσουν νά γίνουν ὑπήκοοι τοῦ πατέρα σου, εὔχονταν νά τούς συμπεριλάβει στούς ἀντιπάλους του. Ὅταν ἔγινε κυρίαρχος τοῦ κόσμου, μετά τήν κρίσιμη περίοδο, ὅπου ἡ ἀχόρταγη ἀπληστία τοῦ προκατόχου του εἶχε καταστρέψει τά πάντα, ὅπως συμβαίνει σέ χρονιές ξηρασίας, καί ἡ φτώχεια βασίλευε παντοῦ, ἐνῶ ὅλα τά πλούτη εἶχαν μαζευτεῖ στίς ἀποθῆκες τοῦ παλατιοῦ, ἐκεῖνος ἄνοιξε τίς πόρτες καί πλημμύρισε τόν κόσμο μ’ ἕνα χείμαρρο ἀπό ἀγαθά. Σέ διάστημα μικρότερο ἀπό δεκαετία ἔχτισε τήν πόλη πού ἔχει τ’ ὄνομά του, ἡ ὁποία ξεπερνᾶ τόσο ὅλες τίς ἄλλες σέ μεγαλεῖο, ὅσο τήν ἴδια φαίνεται νά ξεπερνᾶ ἡ Ρώμη. Ἴσως ἐδῶ ταιριάζει ν’ ἀναφέρω καί τήν ἔνδοξη Ἀθήνα, τήν ὁποία ὁ πατέρας σου τίμησε σ’ὅλη του τή ζωή μέ λόγια καί μέ ἔργα. Σάν αὐτοκράτορας καί κυρίαρχος τοῦ κόσμου, δέχτηκε νά ὀνομαστεῖ στρατηγός αὐτῆς τῆς πόλης καί τό ἄγαλμά του στήθηκε γιά τό σκοπό αὐτό μαζί μέ τήν ἀναμνηστική ἐπιγραφή, τοῦ ἔδωσε μεγαλύτερη χαρά πού θά μποροῦσαν νά τοῦ ἀποδώσουν*. Γι’ αὐτό καί ἐκεῖνος, γιά νά τήν ἀνταμείψει διέταξε νά μοιράζονται δωρεάν πολλές φορές τό χρόνο χιλιάδες μέδιμνοι σιτάρι∙ ἔτσι ἡ πόλη ἀπέκτησε ἄφθονη τροφή καί ὁ αὐτοκράτορας ἐγκώμια καί τιμές ἀπό τούς καλύτερους πολίτες.»[i]

* Οἱ Ἀθηναῖοι εἶχαν ἐνισχύσει τόν Κωνσταντίνο μέ τόν στόλο τους κατά τόν πόλεμο ἐναντίον τοῦ Λικίνιου καί κατά τήν ἐπίσκεψή του στόν Ἀθήνα δείχνοντας τήν εὐγνωμοσύνη του διέταξε τήν ἐτήσια διανομή σιταριοῦ στούς κατοίκους της ἀπό τίς αὐτοκρατορικές ἀποθῆκες καί ἀπάλλαξε τούς διδασκάλους ἀπό διαφόρους φόρους, βελτιώνοντας ἔτσι τή θέση τους. Οἱ Ἀθηναῖοι τίμησαν τόν αὐτοκράτορα, τόν κύριο καί βασιλέα ὅλων ὀνομάζοντάς τον «Στρατηγό τῶν Ἀθηνῶν». Ὁ Κωνσταντίνος μετά ἀπό αὐτό, ὄχι μονάχα δέν ἐθίγη, καθώς μαρτυρεῖ ὁ Ἰουλιανός στό «Ἐγκώμιο πρός τόν Κωνστάντιο Β´», ἀλλ’ ἀξίωνε ν’ ἀποκαλεῖται στρατηγός ἐκείνων «καί τοιαύτης εἰκόνος τυγχάνων μετ’ ἐπιγράμματος ἐγάννυτο πλέον ἤ τῶν μεγίστων τιμῶν ἀξιωθείς».Ὅσοι ἀπό τούς Ἀθηναίους παρέμεναν ὥς τότε πιστοί στό Δωδεκάθεο,μεταστράφηκαν στό χριστιανισμό χωρίς καμιά πίεση ἀπό τό Μέγα Κωνσταντίνο.

.         Ὁ παγανιστής Εὐτρόπιος, ἀπό τούς βασικούς κατηγόρους τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, τοῦ ἀναγνωρίζει ὅτι ἐπεδίωκε πάντοτε τήν εἰρήνη, ὅτι ἦταν ἕνας ἄνθρωπος μεγάλης ἐνέργειας, ἐξαιρετικά φιλόδοξος ὡς πρός τή στρατιωτική τέχνη καί εἶχε μεγάλη ἐπιτυχία στούς πολέμους του. Τοῦ ἀναγνωρίζει ἐπίσης πνευματικά καί σωματικά προσόντα, τή στέρεη ἀποφασι­στικότητά του (ὅ,τι ἀποφάσιζε τό πραγματοποιοῦσε καί φιλοδοξοῦσε νά κυριαρχήσει σ’ ὅλον τόν κόσμο), τή γλυκύτητα τῆς ἰδιοσυγκρασίας του, τή μεγάλη δημοτικότητά του, τή γενναιοδωρία του καί τήν ἀγάπη του γιά τίς καλές τέχνες, τίς σπουδές καί τίς μελέτες[ii].
.         Ὁ παγανιστής Βίκτωρ Αὐρήλιος Σέξτος γράφει ὅτι ὁ Κωνσταντίνος ἦταν εὐχάριστος σέ πολλά θέματα καί ὅτι μέ τή βοήθεια αὐστηρότατων νόμων ἤλεγχετούς κακόβουλους μηνυτές καί συκοφάντες, ὑποστήριξε τίς καλές τέχνες, ἰδαίτερα τίς σπουδές τῆς λογοτεχνίας καί ὁ ἴδιος διάβασε, ἔγραψε, περιποιήθηκε καί ἄκουσε τίς πρεσβεῖες καί τά παράπονα τῶν ἐπαρχιῶν[iii].
.         Ὁ ἐθνικός Λιβάνιος τόν ἀποκαλεῖ μεγάλον αὐτοκρά­τορα[iv].
.         Ἀφοῦ οἱ ἐχθροί τοῦ «θεσπέσιου Αὐτοκράτορα», ὅπως τόν ἀποκαλεῖ ὁ σοφότατος Κωνσταντίνος Οἰκονόμος, ὁ ἐξ Οἰκονόμων[v], ἐκφράζονται μέ τόσο κολακευτικούς λόγους, εὔκολα γίνεται ἀντιληπτό πώς καί οἱ φίλοι του θά εἶναι πολύ ἐκδηλωτικοί γιά τό ἄτομό του. Καί ἔτσι πράγματι συμβαίνει:
.         Ὁ Λακτάντιος γράφει ὅτι ὁ Διοκλητιανός εἶχε προβλέψει γιά τόν νεαρό Κωνσταντίνο: «Ὁ νεαρός αὐτός ἄντρας ὑπόσχεται νά εἶναι ἠπιότερος καί πιό φιλεύσπλαχνος ἀπό τόν πατέρα του.» Ὁ ἴδιος ἱστορικός, πού γνώρισε καί ἔζησε ἀπό κοντά τόν Κωνσταντίνο, μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὡς νέος χαρακτηριζόταν ἀπό τίς σωστές ἠθικές συνήθειες (moribus probis) καί ὅτι ἦταν ἕνας ἄνδρας πολύ μεγάλης ἀξίας, ἀντάξιος τοῦ ἀξιώματος τοῦ καίσαρα. Ἐπισημαίνει ἀκόμα τή διακεκριμένη κοσμιότητα τῆς παρουσίας του, τή μεγάλη προσοχή του σέ ὅλα τά στρατιωτικά καθήκοντα, τήν ἐνάρετη συμπεριφορά του καί τή μοναδική προσήνειά του, πού τόν εἶχαν καταστήσει προσφιλή στά στρατεύματα καί φίλο κάθε ἀτόμου[vi].
.         Ἀλλά τίς περισσότερες πληροφορίες γιά τό χαρακτήρα καί τήν προσωπικότητα τοῦ Κωνσταντίνου ἔχουμε ἀπό τόν ἐπίσκοπο Καισαρείας Εὐσέβιο Παμφίλου, πού ἦταν φίλος καί ὁ κυριότερος βιογράφος του. Ἀπό αὐτόν λοιπόν, τόν πιό σημαντικό συγγραφέα τῆς ἐποχῆς του, ἀντλοῦμε τά ἑξῆς:
.         Πληροφορούμαστε γιά τήν ἀνεξικακία τοῦ Κωνσταντίνου, γιά τήν ἀγάπη του γιά τούς ἀνθρώπους, γιά τήν ἐπικοινωνία του μαζί τους, γιά τό πάθος του νά τούς ὁδηγήσει στή θεοσέβεια καί τήν ἀπόκτηση εἰρηνικοῦ φρονήματος[vii]. Μερικούς πού ἐκτραχύνθηκαν ἐναντίον του, τούς συμπεριφέρθηκε μέ ἀνεξικακία καί τούς συμβούλευσε ἤρεμα καί μέ πραότητα νά φρονιμέψουν καί νά μή στασιάζουν[viii].
.         Πράγματι, τήν ἀνεξικακία καί τήν ἀνεκτικότητα τοῦ Κωνσταντίνου ἐπιβεβαιώνει ἡ στάση καί ἡ συμπεριφορά τοῦ ἰδίου πρός τούς Δονατιστές, τούς Ἀρειανούς, τό Μαξιμιανό, τό Λικίνιο κ. ἄ. Τίς ἀρετές του αὐτές ἐπιβεβαιώνει ἀκόμα καί τό γεγονός ὅτι, κατακτώντας τή Ρώμη, ὅπως ἀναφέρθηκε παραπάνω, δέν προέβη σέ ἀντεκδικήσεις, πού τοῦ ζήτησαν οἱ ἐχθροί τοῦ Μαξέντιου. Ἦταν τόσο πολύ ἀνεκτικός, ὥστε κατηγορήθηκε ὅτι δέν τιμωρεῖ τά ἐγκλήματα μέ τίς ἁρμόζουσες ποινικές ρῆτρες τους[ix].
.         Ὑπάκουε στίς ἐντολές τῆς χριστιανικῆς θρησκείας, προσέ­χοντας ἰδιαίτερα τήν ἀρετή τῆς ἁγνότητας.
.         Ἀγωνιώντας νά βελτιώσει ἠθικά τό ἐπίπεδο τῶν ὑπηκόων του παρεῖχε συμβουλές γιά τήν ὁμόνοια καί πολλές ἀρετές, καθώς καί γιά τήν ἀποφυγή της πλεονεξίας καί τῆς παρενόχλησης τῶν ἄλλων, πού μαρτυροῦν γιά τή χριστιανική συνείδησή του.
.         Στήν Οἰκουμενική Σύνοδο συχνά ἀναλάμβανε τό ρόλο τοῦ πράου εἰρηνοποιοῦ μεταξύ τῶν πατέρων πού διαφωνοῦσαν ἔντονα[x].
.         Εἶχε προαγάγει τόσο πολύ τήν ψυχή του στή λογική σύνεση, ὥστε μέχρι αὐτοῦ τοῦ θανάτου του νά συντάσσει κανονικά πραγματεῖες, νά ἐξέρχεται κανονικά καί νά προσφέρει στούς ἀκροατές τίς θεοπρεπεῖς διδαχές, νά νομοθετεῖ κανονικά, τόσο σέ πολιτικά, ὅσο καί σέ στρατιωτικά θέματα καί νά ἐπινοεῖ ὅλα τά μέσα, τά ὁποῖα συντελοῦν στήν εὐημερία τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Εἶναι δέ ἄξιο μνείας, ὅτι ἐνῶ πλησίαζε πρός τό θάνατο, ἐξεφώνησε ἐπικήδειο λόγο ἐνώπιον τοῦ συνήθους ἀκροατηρίου, μέ τό ὁποῖο ἀνέπτυξε ἀναλυτικά τό θέμα περί ἀθανασίας τῆς ψυχῆς…[xi]
.         Περνοῦσε ἄυπνες νύχτες, γιά νά ἐφοδιάζει τό νοῦ του μέ θεία γνώση, καί ἕνα μεγάλο μέρος τοῦ χρόνου του τό ἀνάλωνε στή σύνθεση ὁμιλιῶν, πολλές ἀπό τίς ὁποῖες ἐξεφώνησε στό κοινό[xii].
.         Ὁ Εὐμένιος στούς διάφορους πανηγυρικούς του γράφει ὅτι ἔχει κληρονομήσει τή δύναμη τοῦ πατέρα του, τό θάρρος, τήν προσωπική ἐμφάνιση, τήν εὐσέβεια[xiii]. Ὅτι παρουσιάζει χαρα­κτηριστική σύνεση, πού μοιάζει μέ τοῦ πατέρα του, καί ὅτι κανείς δέν ἦταν συγκρίσιμος μέ αὐτόν στή χάρη καί τήν ὀμορφιά του[xiv]. Καί ὅτι ἀπό τήν κληρονομιά καί τή μοίρα του δέν μπορεῖ νά εἶναι κακός[xv].
.         Ὁ Ναζάριος στόν πανηγυρικό του λόγο ἐπισημαίνει τήν εὐσπλαχνία του[xvi]. Καί αὐτή πράγματι ἐπιβεβαιώνεται ἀπό τό γεγονός ὅτι μετά τή νίκη του στή Μουλβία Γέφυρα ἀπαγόρευσε τίς ἀντεκδικήσεις στή Ρώμη, πού ἀπαιτοῦσαν ἐπίμονα οἱ ἀδικημένοι τοῦ παλαιοῦ καθεστῶτος.
.         Ὁ Μαλάλας (6ος αἰώνας μ.Χ.) γράφει γιά τόν Κωνσταντίνο: «Ἦν δέ μακρός, πυρρός, μεγαλόψυχος, ἥσυχος, θεοφιλής»[xvii].
.         Ὁ Ἰωάννης ὁ Ἀντιοχεύς (7ος αἰώνας μ. Χ.) γράφει γιά τόν Κωνσταντίνο ὅτι δέν εἶναι εὔκολο νά πεῖ κανείς πόσες εἶναι οἱ ψυχικές καί σωματικές ἀρετές του καί ἡ δόξα ἀπό τίς νίκες στούς πολέμους του γιά καθυπόταξη τῶν Σκυθῶν χάρη στή στρατηγική ἐπιστήμη του, ἀλλά καί ἡ ἐνασχόλησή του μέ θέματα παιδείας καί συγγραφή λόγων. Καί καταλήγει: «Δίκαιόν γε μήν ἐξ ἁπάντων ἔρωτα θηρώμενος ἐτύγχανε τῆς σπουδῆς, τῷ δεξιῷ τε τῆς φύσεως καί περί τάς δωρεάς δαψιλεῖ.»[xviii]
.         «Οὐ γάρ ῥᾴδιον εἰπεῖν ὁπόσαι τῆς ψυχῆς τε καί τοῦ σώματος διέλαμπον ἀρεταί τόν ἄνδρα, τήν ἐκ τῶν πολεμικῶν δόξαν μεταδιώκοντα, καί παρά τάς μάχας τύχῃ τε ὁμοῦ δεξιωτάτῃ καί τῶν στρατηγικῶν ἐπιστήμῃ οὐ μείονι χρώμενον. Οὐ γάρ ἐν τοῖς ἐμφυλίοις πολέμοις μόνοις περιῆν τῶν ἐναντίων, ἀλλά καί μετὰ τούτους Σκύθαις πολλάκις προσπολεμήσας ὑποκύψαι τούτους ἠνάγκασεν, ἔς τε σπονδῶν αἴτησιν καταφυγεῖν. Ὧν μεταδοὺς καί οὐκ ἀποχρησάμενος τοῖς προτερήμασι, μεγίστας παρά τοῖς βαρβάροις ἔθνεσι δικαιοσύνης τε καί ἰσχύος μνήμας ἀπέλιπεν. Ἔχαιρε δέ ἀνέκαθεν ἐλευθερίοις μαθήμασι καί ἐν ἐπαίνῳ παιδείαν ἐποιεῖτο καί λόγους.
.         Τό πορτρέτο τοῦ Κωνσταντίνου δίνει πληρέ­στερα ὁ χρονογράφος Ἅγιος Θεοφάνης (8ος αἰώνας): «Ἦν δέ ὁ ἀνήρ εἰς τά πάντα λαμπρός, δι’ ἀνδρείαν ψυχῆς, δι’ ὀξύτητα νοός, δι’ εὐπαιδευσίαν λόγων, διά δικαιοσύνης ὀρθότητα, δι’ εὐεργεσίας ἑτοιμότητα, δι’ ἀξιοπρέ­πειαν ὄψεως, διά τήν ἐν πολέμοις ἀνδρείαν καί εὐτυχίαν, ἐν τοῖς βαρβαρικοῖς μέγας, ἐν τοῖς ἐμφυλίοις ἀήττητος, ἐν τῇ πίστει στερρός καί ἀσάλευτος»[xix].
.         «Ὁ βασιλιάς Κωνσταντίνος ἐπισκίασε μέ τήν ἀρετή, τήν καλοσύνη καί τίς ἐπιτυχίες του, ὅλους ὅσους βασίλευσαν πρίν ἀπό ἐκεῖνον, γράφει ὁ Πραξαγόρας, παρότι ἦταν ἐθνικός στό θρήσκευμα», ἐπισημαίνει ὁ Μέγας Φώτιος στή Μυριόβιβλό του[xx].
.         Προσθέτοντας στό μακρύ καί ἀνεξάντλητο κατάλογο τῶν γνωρισμάτων τῆς προσωπικότητας καί τοῦ χαρακτήρα τοῦ Κωνσταντίνου καί ὅσα σχετικά ἀναφέρονται στά κείμενα τῶν χριστιανῶν συγγραφέων Σωκράτους, Σωζομενοῡ, Θεοδώρητου, Εὐάγριου, Κεδρηνοῦ καί τῶν ἄλλων χρονικογράφων ἐκείνων τῶν χρόνων, μποροῦμε νά δώσουμε τό πορτρέτο τοῦ μεγάλου αὐτοκράτορα ὡς ἑξῆς:
.         Ὕψος ἄνω τοῦ μέσου, εὐρεῖς ὦμοι καί σῶμα σφριγηλό, ἀθλητικό καί μεγαλοπρεπές παράστημα, ἐμφάνιση ὡραία καί ἐντυπωσιακή, διαπεραστικό μάτι, («μάτια λιονταριοῦ» γράφει ὁ Κεδρηνός), ἐλαφρῶς ἀέτεια μύτη, ἔκφραση φωτεινή καί χαρούμενη, μεγάλη σωματική δύναμη καί φυσικές δεξιότητες πολλές. Μεγαλοπρέπεια στήν ἐμφάνιση τοῦ προσώπου του, πού ἐπιβεβαιώνεται καί ἀπό τίς εἰκόνες του πάνω στά νομίσματα καί ἀπό τά ἀγάλματά του.
.         Ἐμφανέστατα γνωρίσματά του ἡ γλυκύτητα τοῦ χαρακτήρα, ἡ προσήνεια, ἡ μειλιχιότητα, ἡ εὐγένεια. Γινόταν προσφιλής σέ καθέναν πού τόν πλησίαζε. Μέ ἱκανότητα γιά μόνιμους καί θερμούς φιλικούς δεσμούς.
.         Διέθετε ἀνθρωπιά, σύνεση, καλοκαγαθία, ἀνεκτικότητα, ἐλευθεροφροσύνη, ἠπιό­τητα, ὑπομονή, γενναιοδωρία αὐταπό­δεικτη ἀπό τίς μεγάλες παροχές πρός τό στρατό καί τό λαό, πνεῦμα δικαιοσύνης, ἐγκράτεια σ’ ὁλόκληρη τή ζωή του, μετριο­πάθεια στή διαχείριση τῆς ἀπόλυτης δυνάμεώς του. Φιλεύσπλαχνος ἀκόμα καί πρός τούς ἐχθρικούς στρατιῶτες.
.         Ἦταν ἕνα πρόσωπο ἰδιαίτερα δραστήριο καί ἀκαταπόνητο, θαρραλέο καί δυναμικό, ἀλλ’ ὄχι σκληρό. Μέ μεγάλη δραστη­ριότητα ἀπό τήν πρώιμη νεότητά του, διοικητική ἱκανότητα, πολιτική ὀξυδέρκεια, στρατιωτική ἰδιοφυία, θάρρος, πολεμική ἀνδρεία, αὐξημένο αἴσθημα καθήκοντος, μεγαλοψυχία καί ἀπτόητο πνεῦμα, πού τό μετα­βί­βαζε καί στά στρα­τεύματά του. Μέ ἱκανότητα σύλληψης καί ἐκτέλεσης τῶν τολμηρότερων σχεδίων, δίχως νά ἐπηρεάζεται ἀπό προκαταλήψεις καί τίς φωνές τοῦ πλήθους. Μέ ταχύτητα στή δράση του.
.         Ὑπῆρξε ἀκόμα σοφός νομοθέτης, πού κατέλειψε μέγα νομοθετικό ἔργο, βαθύτατα πιστός χριστιανός. Μέ ἐκτίμηση στήν ἀξία τῶν σπουδῶν, στίς ἐπιστῆ­μες, στίς τέχνες καί, προπαντός, στή λογοτεχνία. Μέ πολυμάθεια καί πνευματική καλλιέργεια, ὅπως ἐμφανίζεται μέσα ἀπό τούς λόγους καί τίς ἐπιστολές του.
.         Ἔτρεφε μεγάλη ἐμπιστοσύνη στόν πατέρα του, ἀνεξάν­τλητη ἀγάπη καί στοργή γιά τήν εὐσεβέστατη καί βασανισμένη μητέρα του. Ὑπῆρξε πιστός ὡς σύζυγος καί στοργικός ὡς πατέρας ἑπτά παιδιῶν, παρότι ἔχει ἀφήσει πίσω του ἕνα πελώριο αἴνιγμα γιά τήν τύχη τῆς συζύγου καί τοῦ μεγάλου του γιοῦ.
.         Οἱ ψυχικές ἀρετές του εἶχαν φτάσει στό ἄκρον τῆς ἀνθρώπινης τελειώσεως. Διέπρεπε σέ ὅλα τά καλά, καθ’ ὑπερβολήν μάλιστα στή φιλανθρωπία, πράγμα τό ὁποῖον ἀπό πολλούς ἐθεωρεῖτο μεμπτό. Καί πότε – πότε κάποιοι ὑποκριτές καί μονάχα κατ’ ὄνομα χριστιανοί τόν ὁδηγοῦσαν καί τόν ἐξέθεταν στά μάτια τοῦ λαοῦ[xxi]. Καί αὐτό τό τελευταῖο, ἐξογκωμένο καταλ­λήλως ἀπό τούς ἐχθρούς του, χρησιμο­ποιήθηκε νά στηθεῖ μιά ἀπό τίς λίγες κατηγορίες πού τοῦ ἀποδίδουν, καί γιά τήν ὁποία θά γίνει λόγος στό οἰκεῖο κεφάλαιο* .

*Γιά τίς ἀρετές του κάνουν λόγο καί οἱ ἱστορικοί τῶν νεοτέρων χρόνων. Γράφει ὁ Schaff: «Ὁ ἠθικός χαρακτήρας του δέν ἦταν χωρίς εὐγενῆ γνωρίσματα, μεταξύ τῶν ὁποίων μιά ἁγνότητα σπάνια γιά τήν ἐποχή καί μιά ἐλευθεροφροσύνη καί μιά εὐεργεσία, πού συνόρυε μέ τή σπατάλη». (Schaff Philip: «History of the Christian Church, Chapter I, p. 14.» Ὁ ἴδιος σ΄ἄλλο σημεῖο τοῦ βιβλίου του: «Ὅλες οἱ χριστιανικές ἐκθέσεις μιλοῦν γιά τήν ἐγκράτειά του».Schaff Philip: «History of the Christian Church” , Chapter I, p. 14, F. 10)
[i] Ίουλιανοῦ, Πανηγυρικός λόγος πρός Κωνστάντιο, Ἅπαντα Ἰουλιανοῦ, Ἐκδόσεις Κάκτος, τόμος 1, σελ. 61 -63
[ii] Εὐτρ. Breviarium, 10, 5-7
[iii] Βίκτωρ Αὐρήλ. Ἐπιτ. 41, 14
[iv] Λιβάνιος, «Ὑπέρ τῶν ἑλληνικῶν ναῶν», Θύραθεν Ἐπιλογή, 1998, σελ. 71, 101, 103
[v] Οἰκονόμου Κ.: Τά διασωζόμενα ἐκκλησιαστικά συγγράμματα, τόμος Γ΄, σελ. 205
[vi] Λακτ. Περί θαν. διωκτ. 18
[vii] Εύς. Β. Κ. Γ΄ 59
[viii] Εὐσ. Β. Κ. Λόγ. 1, κεφ. 45
[ix] Β.Κ. βιβλ. 4, κεφ. 31
[x] Εὐσ. Β.Κ. Γ΄13
[xi] Εὐσ. Β. Κ. Λόγ. 4, κεφ.55
[xii] Εὐσ. Β. Κ. Λόγ. 4 κεφ. 29
[xiii] Εὐμέν. Πανηγ. 4
[xiv] Εύμέν. Πανηγ. 17
[xv] Εὐμέν. Πανηγ.14
[xvi] Ναζάρ. Πανηγυρ. 21
[xvii] Ἰω. Μαλάλα «Χρονογραφία»,βιβλ. 7. ἔκδοση 2001, σελ. 251
[xviii]Ἰωάνν. Ἀντιοχ. Exc. De virt, Index of /pgm/PG_Migne/John of Antioch_PG 77,132
[xix] Θεοφάνους Χρονογραφία, P.G. t. 108, σελ. 96
[xx] Φωτίου, Βιβλιοθήκη,Ἐκδόσεις Κανάκη,2000, σελ. 117
[xxi] Εὐσ. Β.Κ. Δ΄54

ΠΗΓΗ:  ΚΛΙΚ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου