Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου 2013

ΔΙΑΦΩΝΟΥΜΕ ΜΕ ΤΕΤΟΙΟΥ ΕΙΔΟΥΣ ... ΣΥΝΕΔΡΙΑ, ΑΛΛΑ Η ΟΜΙΛΙΑ ΑΥΤΗ ΜΑΣ ΑΡΕΣΕ !!!


Θεσσαλονίκη 2013. 
Μιά ὄαση στήν θεολογική θολούρα  υπήρξε η ὁμιλία τοῦ Μητροπολίτου Γόρτυνος Ἰερεμία στό «συνέδριο» "Ἐκκλησία καί Ἀριστερά" πού έγινε τελευταία στήν Θεσσαλονίκη...
"...Εὐχαριστῶ τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος Κον Κον Ἱερώνυμον, ὅπως καί τήν Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας μας, διότι μεταξύ τῶν ἄλλων πατέρων Ἱεραρχῶν ὅρισε καί τήν ταπεινότητά μου ὡς ὁμιλητή σ᾽ αὐτό τό ἐπιστημονικό Συνέδριο, πού διοργάνωσε ἡ κλεινή θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης γιά τό ἐπίμαχο πρόβλημα ΕΚΚΛΗΣΙΑ καί ΑΡΙΣΤΕΡΑ καί μέ τό σημαντικό μάλιστα δοθέν εἰς ἐμέ ἐπί μέρους  θέμα " Ὁμοιότητες καί Διαφορές τῶν δύο, Ἐκκλησίας καί Ἀριστερᾶς".

Κατ᾽ ἀρχάς θέλω νά πῶ, καί μάλιστα νά τονίσω, αὐτά τά δύο βασικά, πρῶτον μέν ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν ἐμπλέκεται στά πολιτικά κόμματα, δέν ταυτίζεται μέ καμμία πολιτική παράταξη, καί δεύτερον νά πῶ ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν παραθεωρεῖ τήν πολιτική, διότι θεωρεῖ τά πολιτικά κόμματα ὡς ἀνθρώπινες ἰδεολογίες, ἡ κάθε μιά ἀπό τίς ὁποῖες θέλει καί ἀγωνίζεται γιά μιά καλύτερη κοινωνία.

Μετά τό μικρό αὐτό εἰσαγωγικό σημείωμα εἰσέρχομαι κατ᾽ εὐθεῖαν στό θέμα μου καί δηλῶ ὅτι θά τό διεξέλθω μέ συντομία, λόγω στενότητος χρόνου, καί μέ ἁπλότητα, ὡς μία κατήχηση γιά τόν λαό.

1. Ἡ Ἐκκλησία νοιάζεται καί ἀγωνίζεται οἱ χριστιανοί, καί ὄχι μόνο οἱ χριστιανοί, ἀλλά καί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, νά ἔχουν τά ἀναγκαῖα γιά τήν ζωή τους, ὅπως αὐτό τό δεικνύει καί τό ἀποδεικνύει περίτρανα τό φιλανθρωπικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας μέ τά καθημερινά συσσίτια καί ὅλη τήν φιλανθρωπική της δράση.
Δέν εἶναι λοιπόν ἀληθινή, ἀλλά εἶναι ἄδικη ἡ κατηγορία κατά τῆς ᾽Εκκλησίας, ὅτι αὐτή ἀδιαφορεῖ γιά τό παρόν τοῦ ἀνθρώπου, γιά τά ἐπίγεια ἀγαθά του. Θέλει καί εὔχεται καί φροντίζει οἱ ἄνθρωποι νά διάγουν μία ἄνετη ζωή χωρίς τήν στέρηση τῶν ἀναγκαίων. Τό ἴδιο ἐνδιαφέρον καί τόν ἴδιο ἀγώνα κάνει ἀσφαλῶς καί ἡ Ἀριστερά πολιτική παράταξη καί ἐμεῖς τό χαιρόμεθα βεβαίως αὐτό καί τό ἐπαινοῦμε. Σ᾽ αὐτό συναντώμεθα καί συμφωνοῦμε.

2. Ἀπό πολιτικές παρατάξεις καί ἰδιαίτερα ἀπό τήν Ἀριστερά ἀκούγεται ἀπό προηγούμενα ἤδη χρόνια ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν ἐνδιαφέρεται γιά τό παρόν τοῦ ἀνθρώπου, γιά τήν ἄνετη ζωή του μέ τά ἐπίγεια ἀγαθά, ἀλλά ὅλο τονίζει τήν παραδείσια κατάσταση στήν μέλλουσα ζωή.
Αὐτό τό εἶπε ἕνας προηγούμενος ἀριστερίζων πολιτικός σέ συγκέντρωση πολιτικῶν, ὅπου μάλιστα εὑρίσκοντο καί Ἀρχιερεῖς. «Αὐτοί – εἶπε ὁ πολιτικός, δείχνοντας τούς Ἀρχιερεῖς – εἶναι γιά τούς ἀπερχομένους», γιά κηδεῖες δηλαδή καί γιά Τρισάγια. «Ἡμεῖς – εἶπε, ἀπευθυνόμενος στούς πολιτικούς – εἴμαστε γιά τούς ἐρχομένους»!….

Πρός τήν κατηγορία αὐτή ἔχω νά πῶ ὅτι ἡ Ἐκκλησία βλέπει ψυχοσωματικά τόν ἄνθρωπο καί νοιάζεται γιά ὅλα τά ἀναγκαῖα του, ὄχι μόνο τῆς ψυχῆς τά ἀναγκαῖα ἀλλά καί τοῦ σώματος. Τό ἀντίθετο, τό νά ἐνδιαφέρεται ἡ Ἐκκλησία μόνο γιά τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ἀποτελεῖ γι᾽ αὐτήν αἵρεση μονοφυσιτική.
Ἐπειδή ὁμιλῶ στήν Θεσσαλονίκη θά θυμίσω τόν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου στήν Α´ πρός Θεσσαλονικεῖς Ἐπιστολή του. Οἱ Θεσσαλονικεῖς χριστιανοί ἦταν ἐναγώνιοι γιά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, τήν ὁποία περίμεναν πολύ σύντομα. Καί ἀπορροφημένοι ἀπό τήν προσδοκία αὐτή εἶχαν ἐγκαταλείψει τίς ἐργασίες τους καί τίς ἄλλες ἐπίγειες ἀσχολίες τους καί συζητοῦσαν μόνο γι᾽ αὐτό τό ἐναγώνιο θέμα τους.
Ἐν τῷ μεταξύ τό σῶμα ἤθελε νά τραφεῖ καί γι᾽ αὐτό αὐτοί οἱ χριστιανοί γίνονταν βάρος στούς ἄλλους, ἐπιβαρύνοντας τους γιά τήν διατροφή τους. Τά ἔμαθε αὐτά ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί τούς γράφει ἐπιτιμητικό λόγο. Μάθετε, τούς λέγει, «πῶς πρέπει νά περιπατεῖτε» (Α´ Θεσ. 4 )! 
Ὁ λόγος του εἶναι πολύ παραστατικός.
Σάν νά μοῦ φαίνεται ὅτι ὁ Ἀπόστολος ἐδῶ παίρνει μέ τό χέρι του τά κεφάλια τῶν χριστιανῶν αὐτῶν, πού τά εἶχαν στραμμένα πρός τά πάνω, ἀναμένοντες τήν Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, καί τά στρέφει πρός τά κάτω, καί τούς λέγει νά προσέχουν πῶς περπατοῦν, γιά νά μή σκοντάψουν! Τούς συνιστᾶ δηλαδή νά στραφοῦν πρός τά καθήκοντα τῆς ἐπιγείου ζωῆς τους, στίς ὑποχρεώσεις τους πρός τήν οἰκογένειά τους καί πρός τήν κοινωνία.

3. Ἡ σημαντική ὅμως καί κυρία διαφορά μας εἶναι ὅτι ὁ μέν Ἀριστερισμός-Κομμουνισμός θέλει τήν ἄνετη αὐτή παρούσα ζωή τοῦ ἀνθρώπου ἄνευ Θεοῦ ἤ, τέλος πάντων, παίρνοντας ἀδιάφορη θέση ὡς πρός τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ στήν ζωή τῶν ἀνθρώπων.
Ἡ δέ Ἐκκλησία τήν ἄνευ Θεοῦ ζωή τοῦ ἀνθρώπου τήν θεωρεῖ  ὅτι ὅλα τά ἀγαθά τῆς γῆς δέν μποροῦν νά χαρίσουν τήν εὐτυχία στόν ἄνθρωπο, ἀκριβῶς διότι ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἄλλη θεώρηση περί τοῦ ἀνθρώπου, ἐντελῶς διάφορη ἀπό τά ἀριστερίζοντα συστήματα, ἀλλά καί τά ἄλλα κοσμικά συστήματα.

4. Πῶς βλέπει ἡ Ἐκκλησία τόν ἄνθρωπο; Εἶναι πολύ σημαντικό αὐτό γιά τό θέμα μας. Ὁ ἄνθρωπος κατά τήν Ἐκκλησία εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί αὐτό ἀκριβῶς εἶναι τό μεγαλεῖο του καί ἡ μεγάλη του ἀξία. 
Ἀλλά θέλω νά πῶ κάτι ἄλλο, θεολογώντας μέ ἁπλότητα σέ ἕνα ἐρώτημα σχετικό μέ τό θέμα: Πῶς ἐγώ, ὁ ἄνθρωπος, εἶμαι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ἐγώ ὁ ἄνθρωπος ἔχω σῶμα, ὁ δέ Θεός δέν ἔχει σῶμα;
Γιά νά ποῦμε ἀκριβῶς ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, θά πρέπει νά βροῦμε Θεό μέ σῶμα! 
Ποιός εἶναι αὐτός; 
Εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ σαρκωθείς Υἱός τοῦ Θεοῦ, γι᾽ αὐτό καί οἱ ἅγιοι Πατέρες μας μιλώντας πιό συγκεκριμένα λέγουν ὅτι ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε ὄχι κατά τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ γενικά, ἀλλά κατά τήν εἰκόνα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Γι᾽ αὐτό τό ὡραῖο νόημα ἔχουμε σχετικό χωρίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς στό βιβλίο τῆς Γένεσης. Στόν στίχ. 1,27 διαβάζουμε ὅτι«ὁ Θεός ἐποίησε τόν ἄνθρωπον κατ᾽ εἰκόνα Θεοῦ»
Τό περίεργο τοῦ χωρίου αὐτοῦ εἶναι ὅτι εἰσάγει οἱονεί «δεύτερο» Θεό καί ἐρωτοῦμε: Κατ᾽ εἰκόνα ποίου Θεοῦ, ὁ Θεός ἐποίησε τόν ἄνθρωπο;
Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι ὁ Θεός ἐποίησε τόν ἄνθρωπο κατά τήν εἰκόνα τοῦ Υἱοῦ Του, πού ἐπρόκειτο νά ἐνανθρωπήσει! 

Ἀφοῦ λοιπόν ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ τέτοια εἶναι ἡ φύση του, ἄρα δέν μποροῦν νά τοῦ δώσουν τήν εὐτυχία μόνο τά ὑλικά ἀγαθά, γι᾽ αὐτό ἡ Ἐκκλησία μαζί μ᾽ αὐτά, καί πρῶτα ἀπό αὐτά, θέλει νά τοῦ χαρίσει τήν κοινωνία μέ τόν Θεό, ἀπό τόν Ὁποῖο ἦλθε καί πρός τόν Ὁποῖο πηγαίνει. 
Αὐτή εἶναι ἡ κύρια διαφορά Ἐκκλησίας καί Ἀριστερᾶς ὡς πρός τά ἀγαθά τῆς παρούσης ζωῆς, τά ὁποῖα καί οἱ δύο, ἐπαναλαμβάνουμε, Ἐκκλησία καί Ἀριστερά, ἀγωνίζονται νά προσφέρουν στόν ταλαιπωρημένο ἄνθρωπο.

5. Μέ τήν εὐκαιρία πού δώσαμε τήν θεώρηση τῆς Ἐκκλησίας γιά τόν ἄνθρωπο ὡς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ, εἶναι πολύ ἀναγκαῖο γιά τό θέμα μας νά ποῦμε τί εἶναι ὁ Θεός, τοῦ Ὁποίου εἰκόνα εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ἐπαναλαμβάνω ὅτι αὐτό δέν εἶναι ξένο πρός τό θέμα μας. Εἶναι δέ ἀνάγκη νά τό ποῦμε αὐτό, γιατί πολλοί, καί θρησκευόμενοι ἀκόμη ἄνθρωποι, δέν γνωρίζουν τό τί εἶναι ὁ Θεός.
Λοιπόν: Κατά τήν Ἁγία Γραφή, πού ἔχει τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ Θεός εἶναι αὐτά τά δύο: Εἶναι προσωπικό Ὄν (ὁ Ὤν Θεός) καί εἶναι ἀγάπη. 
Ἀκοῦστε τώρα: Ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι πρόσωπο καί ἀγάπη, ἄρα καί ὁ ἄνθρωπος, πού εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἄρα καί αὐτός εἶναι πρόσωπο καί ἀγάπη. Καί ἀφοῦ εἴμαστε πρόσωπα καί ἀγάπη, ὡς κατ᾽ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ πλασμένοι, ἄρα καί ἡ κοινωνία μας μέ τόν Θεό καί μεταξύ μας πρέπει νά εἶναι προσωπική καί ἀγαπητική.
Αὐτό εἶναι ὅλο κι ὅλο, ἀγαπητοί μου ἀκροατές. Αὐτό φτιάχνει τέλεια κοινωνία ἀνθρώπων. Τό νά βλέπει ὁ ἕνας τόν ἄλλον σάν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, σάν τόν ἑαυτό του, σάν μικρό θεό του!… Παρακαλοῦμε τήν Ἀριστερά παράταξη, ἄν μπορεῖ, ἄν ἔχει, ἄς μᾶς δώσει ἀπό τά κείμενά της, παλαιότερα ἤ νεώτερα, μιά τέτοια θεώρηση περί τοῦ ἀνθρώπου καί ἕνα τέτοιο ὅραμα τῆς ἀνθρώπινης κοινωνίας, ἀγγελικά πλασμένης.

6. Αὐτή ἡ τέλεια κοινωνία, ὅπως τήν εἶπα παραπάνω, αὐτό εἶναι Ἐκκλησία, ἀγαπητοί μου. Εἶναι πολύ σημαντικό ὅτι στά πατερικά κείμενα δέν ὑπάρχει ὁρισμός τοῦ τί εἶναι Ἐκκλησία. 
Γι᾽ αὐτό καί πέφτουμε στά σύμβολα. Πραγματικά δέ ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία εἶναι συμβολική. Γι᾽ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία στήν Γραφή καί στά πατερικά κείμενα ἐκφράζεται δι᾽ εἰκόνων, τῆς ἀμπέλου καί τῶν κλημάτων, τῆς οἰκοδομῆς, τοῦ γάμου, τῆς οἰκογενείας, τοῦ σώματος, κ.ἄ.
Οἱ πρῶτοι χριστιανοί, ἐπειδή βίωναν τήν μεταξύ τους αὐτή κοινωνία – ἡ ὁποία ἐκκινοῦσε ἀπό τήν κοινωνία τους μέ τόν Θεό –, γι᾽ αὐτό εἶχαν «ἅπαντα κοινά» (Πράξ. 4,32). Ζοῦσαν κοινοβιακά. 
Δέν ὑπῆρχε μεταξύ τους φτωχός ἤ πλούσιος.  Τί εἶναι καλύτερο καί ὡραιότερο ἀπό μιά τέτοια κοινωνία; Τί πιό πολύτιμο μπορεῖ νά βρεθεῖ ἀπό αὐτήν τήν σύνδεση καί τήν ἕνωση τῶν πολιτῶν; Τί πιό ὡραῖο ἀπό τήν ἀνάμιξη τῶν ἠθῶν καί τῶν ψυχῶν;

Αὐτόν τόν τρόπο ζωῆς τόν τονίζει πολύ ἡ Ἀριστερά παράταξη καί εἶναι κατ᾽ αὐτό σέ ἀγαστή, σέ θαυμαστή συμφωνία μέ τήν Ἐκκλησία. Πραγματικά, μᾶς ἀρέσουν οἱ κήρυκες τῆς Ἀριστερᾶς παράταξης, οἱ κηρύσσοντες τήν κοινοκτημοσύνη, πού γιά μᾶς εἶναι βίωμα μιᾶς σωστῆς καί ἀληθινῆς ἐκκλησιολογίας. 
Ἄς προσέξουμε ὅμως ὅτι στήν Ἐκκλησία αὐτή ἡ κοινοκτημοσύνη δέν γίνεται μέ καταναγκασμό, ἀλλά ἐλεύθερα καί εὐχάριστα, γιατί μέ αὐτό ζοῦν οἱ χριστιανοί τήν μεγάλη ἐντολή τῆς ἀγάπης στήν ἀδελφότητα τῆς Ἐκκλησίας.


7. Δυστυχῶς στήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων καί αὐτῶν ἀκόμη τῶν χριστιανικῶν λαῶν δέν βλέπουμε νά βιώνεται τό περί τῆς ἀγάπης κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ, πού δημιουργεῖ τό ὄμορφο κοινοβιακό σύστημα μέ τήν κοινοκτημοσύνη τῶν ἀγαθῶν. Ἀντίθετα βλέπουμε ἐπικρατοῦσα τήν ἀδικία καί μάλιστα βλέπουμε σκληρή ἀδικία, ἡ ὁποία μᾶς παρουσιάζει τό θλιβερό φαινόμενο νά διαχωρίζει τήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων σέ πλούσιους καί φτωχούς, σέ κύριους καί δούλους, σέ δυνάστες καί δυναστευομένους.
Αὐτό, ἀγαπητοί μου, ἡ Ἐκκλησία τό ἐλέγχει ἀπό παλαιά ἤδη μέ τίς δυνατές φωνές τῶν προφητῶν της καί μέ τά δυνατά κηρύγματα στήν συνέχεια τῶν ἀκολουθούντων τήν γραμμή τῶν προφητῶν, τῶν ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι μέ θαυμαστή παρρησία καυτηριάζουν τά ἀδικήματα τῶν ἀρχόντων, μή φοβούμενοι τίς ἀπειλές τους.
Ἤδη ὁ παλαιότερος τῶν προφητῶν, τοῦ ὁποίου κατέχουμε γραπτά κείμενα, ὁ προφήτης Ἀμώς ἐπιτίθεται μέ ὠμή γλώσσα ἐναντίον τῶν γυναικῶν τῶν ἀρχόντων, οἱ ὁποῖες ἐπίεζαν τούς συζύγους τους νά εἶναι καταπιεστικοί στόν λαό, ἀδικοῦντες αὐτόν, ὥστε νά πλουτοῦν καί νά διάγουν αὐτές περισσότερο ἄνετο καί τρυφηλό βίο.
Πολύ σύντομα ἀναφέρω καί τόν σκληρό πάλι ἔλεγχο τοῦ προφήτου Ἠλία πρός τόν βασιλέα Ἀχαάβ, ὁ ὁποῖος, παρακινηθείς ἀπό τήν σύζυγό του Ἰεζάβελ, ἐφόνευσε τόν πτωχό Ναβουθαί, γιά νά τοῦ πάρει τόν ἀγρό του. 

Ἐπειδή ὁ λόγος ἐδῶ γιά τόν ἔλεγχο κατά τῆς κοινωνικῆς ἀδικίας, λίαν προσφιλές θέμα στούς ὀπαδούς τῆς Ἀριστερᾶς, θέλω νά ὑπενθυμίσω  τούς θαυμαστούς λόγους τοῦ Μεγάλου Βασιλείου κατά τῶν πλουσίων καί περί τοῦ πλούτου. 
Tότε ὁ Μέγας Βασίλειος  ἐλέγχει τόν πλούσιον καί τόν ἀποκαλεῖ «ἅρπαγα», «πλεονέκτη», «ἐκμεταλλευτή τῶν συνανθρώπων του», «τοκογλύφο», κ.ἄ.
Ὁ πραγματικά ὀπαδός τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά ζεῖ φτωχικά. Μέ τό Εὐαγγέλιο δέν μπορεῖ κανείς νά πλουτίσει. Ἀδύνατον! Ὅποιος τό κάνει αὐτό καί λέγει μάλιστα ὅτι εἶναι χριστιανός, πλανᾶται. Δέν εἶναι σωστός χριστιανός, ἀλλά ὑποκριτής. 
Πραγματικά, πῶς μπορεῖ νά πλουτίζει ὁ χριστιανός, ἀφοῦ βλέπει γύρω του τόση κραυγαλέα φτώχεια;

Πρός τά παραπάνω ἀναφερθέντα νομίζουμε ὅτι οἱ ὀπαδοί τῆς Ἀριστερᾶς πρέπει νά εἶναι ὄχι ἁπλῶς σύμφωνοι, ἀλλά καί θαυμαστές τῶν ἱερῶν κειμένων τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἴδατε, ἀγαπητοί μας ἀκροατές τῆς Ἀριστερᾶς παράταξης, εἴδατε τί ὡραῖα, ὡραῖα καί ἠχηρά σαλπίσματα κατά τῆς κοινωνικῆς ἀδικίας τῶν ἀρχόντων, πού ἔχει τό βιβλίο τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἁγία Γραφή καί τά ἱερά πατερικά κείμενα τῆς Ἐκκλησίας; Θά ὠφεληθεῖτε πολύ καί θά ἔχετε σωστές καί ὡραῖες ἐμπνεύσεις, ἐάν τά μελετήσετε.

8. Ἀλλά, ἐπειδή ἐμνημόνευσα τόν ἅγιο Βασίλειο, θέλω πολύ συντόμως νά ἀναφέρω καί ἄλλο λόγο τοῦ ἱεροῦ πατρός, λόγο πολύ ἄμεσα συνδεόμενο μέ τό θέμα μας, γιά νά φανεῖ καί ἐδῶ ἡ συμφωνία τῆς Ἐκκλησίας μέ τήν Ἀριστερά, ἀλλά καί ἡ διαφορά της. Ὁ ἅγιος Βασίλειος ἀσχολεῖται μέ τό θέμα τῆς ἐργασίας, τήν ὁποία ὁ ρωμαϊκός, ἀλλά καί ὁ ἑλληνικός κόσμος, παλαιά ὑποτιμοῦσε καί συνέδεε πάντα μέ τούς δούλους.
Σέ ἀντίθεση ὅμως μέ τίς κρατοῦσες ἀντιλήψεις ὁ Βασίλειος τιμᾶ τήν ἐργασία καί τήν κηρύττει ὡς παράγοντα χαρᾶς, ὑγείας καί σωματικῆς καί πνευματικῆς ἰσορροπίας τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά καί ἁρμονίας τῆς κοινωνίας. Ναί! Ἡ ἁρμονία τῆς κοινωνίας εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἰσόρροπης κατανομῆς τῆς ἐργασίας. Ὁ ἅγιος Βασίλειος συνδέει τήν εὐημερία τῆς κοινωνίας μέ τόν τρόπο κατανομῆς τῆς ἐργασίας.
Στά παραπάνω περί ἐργασίας λεγόμενα ἀπό τόν ἅγιο πατέρα τῆς Ἐκκλησία μας συμφωνοῦν ἀσφαλῶς καί οἱ ὀπαδοί τῆς Ἀριστερᾶς. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέγει καθαρά:«Ὅποιος δέν θέλει νά ἐργάζεται δέν πρέπει καί νά τρώγει» (Β´ Θεσ. 3,10). 
Ἄκουσα ὅτι τόν λόγο αὐτόν τόν εἶχαν ἀναρτήσει σέ ὑψηλή πινακίδα στό Κρεμλῖνο, χωρίς ὅμως νά γράφουν ἀπό ποῦ προέρχεται ὁ λόγος αὐτός. Καί ἡ Ἐκκλησία λοιπόν καί ἡ Ἀριστερά παράταξη συμφωνοῦν στό ὅτι ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ἐργάζεται γιά νά σταθεῖ ἡ κοινωνία.

Ἡ ἐργασία λοιπόν κατά τήν Ἐκκλησία δέν ἔχει σκοπό μόνο τήν αὐτοσυντήρηση, ἀλλά καί τήν ἄσκηση τῆς ἀγάπης στούς πτωχούς καί πένητες ἀνθρώπους. Ἀλλά οἱ χριστιανοί, ἐνῶ τιμοῦν τήν ἐργασία καί τήν ἐξασκοῦν μέ προθυμία ὡς θεία ἐντολή, ὅμως δέν τήν θεοποιοῦν, ὥστε νά ὑποβιβάζουν τόν ἄνθρωπο καί νά τόν θεωροῦν ὡς παραγωγικό μέσον. Δέν λέγουν δηλαδή οἱ χριστιανοί ὅτι ἡ ἀξία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι στό νά δουλεύει. Τέτοια ἀνθρωπολογία, πού ὑπάρχει σέ κοσμικά συστήματα, δέν ὑπάρχει στήν Ἐκκλησία.

9. Ἐπειδή δέν ἐπαρκεῖ ὁ χρόνος γιά περισσότερα καί ἤδη ἐξέφυγα τοῦ καθορισμένου γιά τούς ὁμιλιτές χρόνου, λέγω αὐτό τό σύντομο καί τελευταῖο: 
Ἡ Ἐκκλησία ἀποκρούει τήν ἀθεΐα καί τήν βία. Γι᾽ αὐτό ὁποιοδήποτε πολιτικό σύστημα ἔχει αὐτά τά δύο τό ἐλέγχει καί τό μάχεται. Ναί! 
Σέ ἄθεο λοιπόν δέν μποροῦμε νά δώσουμε ἐμπιστοσύνη νά μᾶς κυβερνήσει, διότι, ὅπως εἶπε καί ὁ Πολωνός Λέχ Βαλέσσα, «ὁ χωρίς Θεό ἄνθρωπος εἶναι ἐπικίνδυνος»!
Εὐχαριστῶ πού μέ ἀκούσατε.

1 σχόλιο: